της Marie-Castille Mention-Schaar. Με τους Noémie Merlant, Naomi Amarger, Sandrine Bonnaire, Clotilde Courau, Zinedine Soualem, Dounia Bouzar, Ariane Ascaride, Yvan Attal
Δώσε μου λιγάκι ουρανό...
του zerVo (@moviesltd)
Μια από τις πιο όμορφα δομημένες και με έξοχα ιδεολογικά συμπεράσματα, ιδίως για τους νέους και πιο προβληματισμένους ανθρώπους των μοντέρνων κοινωνιών, ήταν η ταινία Les Heritiers, που προβλήθηκε και πάλι στα πλαίσια του Γαλλόφωνου φεστιβάλ πριν από μερικά χρόνια και είχε τέτοια διαχρονική ποιότητα στα μηνύματα της, ώστε μόλις φέτος να πάρει και επίσημα διανομή στις αίθουσες. Δείγμα της πραγματικής αξίας της, του πόσο θα έπρεπε να της δώσει σημασία κανείς. Κινούμενη ακριβώς στα ίδια μονοπάτια και με αφορμή και πάλι ένα πραγματικό δεδομένο (σε εκείνη την περίπτωση υπήρξε το Ολοκαύτωμα και κυρίως το πως αντιλαμβάνονται ως συμβάν οι νέοι, που γεννήθηκαν ακόμη και μισό αιώνα μετά την γενοκτονία) η καινούργια (τέταρτη μεγάλου μήκους) δημιουργία της ικανότατης αφηγηματικά Marie-Castille Mention-Schaar, παίρνει αφορμή από ένα ζήτημα που συγκλονίζει την καθημερινότητα Δυτικών χωρών όπως η Γαλλία, που παίζει διαρκώς στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, που δεν είναι εύκολα αντιμετωπίσιμο από όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς: Την στρατολόγηση των γενίτσαρων, το παιδομάζωμα των απελπισμένων, ανασφαλών, φοβισμένων και άμαθων χριστιανόπουλων, που με μεγάλη επιτυχία έχει θέσει σε εφαρμογή το Ισλαμικό Κράτος.
Στα 17 της μόλις χρόνια η Σόνια, παιδί πολυθρησκευτικής φαμίλιας, που δεν έχει δώσει την παραμικρή αφορμή με την συμπεριφορά της στους γονείς της, θα συλληφθεί από τις αστυνομικές αρχές κατηγορούμενη για απόπειρα παράνομης εξόδου από την χώρα και μετάβασης στην πρωτεύουσα του ISIS, όπου την περιμένουν για περαιτέρω στρατιωτική εκπαίδευση, οι Τζιχαντιστές που από μικρό παιδί την στρατολόγησαν. Ο νόμος, λειτουργώντας περισσότερο σωφρονιστικά για την ευαίσθητη και παρασυρμένη ανήλικη θα αρκεστεί στον περιορισμό και παραμονή της μέσα στα στενά όρια της οικίας της, στερώντας της τις ελεύθερες κινήσεις, τις συναναστροφές, τις σχέσεις, την επικοινωνία, πιστεύοντας πως με τον καιρό θα ισορροπήσει πνευματικά και θα επανέλθει στον πρότερο, Δυτικό τρόπο ζωής.
Ομοίως η Μελανί, μαθήτρια λυκείου, με εξαιρετικές επιδόσεις τόσο στο σχολείο όσο και στο ωδείο που ασκείται από πολύ μικρή στο βιολοντσέλο, θα νιώσει μια ιδιαίτερη έλξη για τα ανθρωπιστικά και σωτήρια μηνύματα που θα δεχτεί μέσω του διαδικτύου από τον Πρίγκηπα, έναν τζιχαντιστή που με τρόπο μαγευτικό καλείται να προσηλυτίσει παιδιά στην θρησκεία του και με τον καιρό να τους αρματώσει για να λάβουν μέρος στον Ιερό Πόλεμο. Με την μοναχική μάνα να μην έχει πάρει καν χαμπάρι για την ολοκληρωτική μεταμόρφωση της ψυχής και συνεπώς της συμπεριφοράς της κόρης της, που απομονωμένη στο δωμάτιο της ντύνεται, όπως επιβάλλει ο θρησκευτικός νόμος, την νιτζάμπ για να επιδοθεί στα μουσικά της ενδιαφέροντα, θα είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί η οποιαδήποτε επόμενη κίνηση της, που ενδεχόμενα θα είναι η φυγή στα εδάφη της Συρίας και του Ιράκ για να ενσωματωθεί στις μουσουλμανικές ορδές του φονταμενταλιστικού αγώνα.
Με τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο να βρίσκεται πολυεπίπεδα (μιλιταριστικά, επεκτατικά, οικονομικά, καπιταλιστικά) σε διαρκή εξέλιξη, ένα από τα βασικά πεδία των μαχών, η Γαλλία, χάρη στην πολυσυλλεκτικότητα των προερχόμενων από τις πρώην αποικίες φυλών που απαρτίζουν την σοσιετέ της, αποτελεί το επίκεντρο συνεχόμενων γεγονότων, τρομοκρατικών και με δεκάδες θύματα, που έχουν διαταράξει ολοσχερώς την γαλήνη, την ηρεμία και την ασφάλεια των πολιτών της. Μεταξύ τους εννοείται πως βρίσκονται τα μέλη της πλέον ευαίσθητης κατηγορίας, εκείνης της εφηβικής ηλικίας, με τους τινέιτζερς να επιχειρούν διαρκώς την δική τους επανάσταση που θα οδηγήσει στην ενηλικίωση, ξεφεύγοντας εντέχνως από τον έλεγχο των γονιών, των παρεών, των δασκάλων, για να ακολουθήσουν πολλές φορές μονοπάτια απρόβλεπτα ακόμη και για τους πιο κοντινούς τους ανθρώπους. Αυτό το κενό επικοινωνίας και αλληλοβοήθειας μεταξύ του άπειρου 17άρη και τους περίγυρου που τον τυλίγει (ίσαμε και τον πνίγει, όπως ενδεχόμενα εκείνος νιώθει) εκμεταλλεύεται η Τζιχάντ για να αποκτήσει νέα μέλη στους στρατούς της, που στην πορεία θα αποδειχτούν μάλιστα και τα πιο φανατικά και ικανά να δώσουν τις ζωές τους για να κερδίσουν θέση στο βασίλειο των ουρανών.
Βγαλμένη από περιστατικά που γεμίζουν κάθε μέρα τις στήλες των εφημερίδων είναι η νέα ταινία της Mention-Schaar, που παρουσιάζει δύο περιπτώσεις από τις αμέτρητες που λαμβάνουν χώρα συνεχώς στο Φραντσέζικο γίγνεσθαι. Δύο περιπτώσεις πανομοιότυπες σχεδόν, ίδιας αρχής, ίδιας πορείας, ίδιας εξέλιξης, ενδεχόμενα ίδιου τελειώματος, που κινούνται σε παράλληλες τροχιές και τα βασικά τους πρόσωπα δεν συναντώνται ποτέ. Δεν υπάρχει και λόγος άλλωστε, εύκολα η ιστορία της μιας θα μπορούσε να δανειστεί στοιχεία από της άλλης, για να αλλάξει το δικό της σενάριο, όχι όμως και την ουσία: Το παιδί χάθηκε, ανήκει πια αλλού, η πλύση εγκεφάλου που έχει υποστεί είναι μη αναστρέψιμη και για να επιστρέψει στο φυσιολογικό - απίθανο - θα χρειαστούν αμέτρητες και υπομονετικές θυσίες από όλους.
Οι "όλοι" ετούτοι που προβάλλονται σαν σε ντοκιμαντέρ, μεταξύ των εξελίξεων των δύο βινιετών, να κάθονται στα σκαμπό των θεραπευτικών κύκλων ατόμων που έχουν κοντινά πρόσωπα με τις ίδια ζόρια, υπό την διεύθυνση της (προφανώς μετρ ως έμπειρης ανθρωπολόγου) Dounia Bouzar, που αγωνίζεται, πρωτίστως, να διδάξει τους μεγάλους, τους γονείς, τρόπους σωστής συμπεριφοράς. Στην ανάπτυξη των μεθόδων που χρησιμοποιεί η Τζιχάντ, ενδεχόμενα να υπάρξουν εικόνες πολύ σκληρές για τους θεατές, ειδικά αν είναι γονείς παιδιού στην κρίσιμη αυτή ηλικία και δεν έχουν ανακαλύψει ακόμα τον τρόπο να το προσεγγίσουν για να μάθουν το πως σκέφτεται. Να αποκωδικοποιήσουν τις ανάγκες του και όχι να κηρύξουν έναν ακόμη εσωτερικό πόλεμο, εξίσου άγριο με τον θρησκευτικό, μέσα στο σπίτι, θέτοντας τον έφηβο απέναντι στους πάντες και στα πάντα, συνεπώς εύθραυστο να αποδεχθεί την φίλια εισβολή των (οποιονδήποτε, εδώ απλώς μαρκάρονται οι Isis) καλοθελητών.
Εξαιρετικές οι κατανομές των ρόλων των γονέων, στο Le Ciel Attendra, σε πεπειραμένους Γάλλους ερμηνευτές, όπως η Bonnaire και ο Attal, αν και την πιο πικρή εικόνα αφήνει η μορφή της Clotilde Courau, μάνα της μιας εκ των δύο πιτσιρίκων, που από τα πρωθύστερα εμβόλιμα πλάνα, αντιλαμβανόμαστε πως οριστικά δεν υπάρχει. Τα δύο κορίτσια, η Noemie Merlant και η Naomi Amarger ούτε καν στα είκοσι τους, είναι συγκλονιστικά στην απόδοση των δύσκολων αποστολών που έχουν να φέρουν εις πέρας και που το κατορθώνουν, έχοντας η καθεμιά τις εξάρσεις και τις κορυφώσεις της, με την δεύτερη μάλλον προχωρώντας το μισό βήμα παραπάνω και πέρα από το όριο, να κερδίζει την άτυπη ανήλικη κόντρα πάνω στο νήμα. Σκορπώντας και οι δυο τους, ένθεν κακείθεν πάμπολλα διδάγματα και κεντρικές ιδέες, που οι περισσότεροι τις γνωρίζουμε, αλλά αφού η δική μας πόρτα ακόμη δεν έχει κτυπήσει απειλητικά, μάλλον σηκώνουμε τους ώμους αδιάφορα και αρνούμαστε να τις κοιτάξουμε στα μάτια.
Ομοίως η Μελανί, μαθήτρια λυκείου, με εξαιρετικές επιδόσεις τόσο στο σχολείο όσο και στο ωδείο που ασκείται από πολύ μικρή στο βιολοντσέλο, θα νιώσει μια ιδιαίτερη έλξη για τα ανθρωπιστικά και σωτήρια μηνύματα που θα δεχτεί μέσω του διαδικτύου από τον Πρίγκηπα, έναν τζιχαντιστή που με τρόπο μαγευτικό καλείται να προσηλυτίσει παιδιά στην θρησκεία του και με τον καιρό να τους αρματώσει για να λάβουν μέρος στον Ιερό Πόλεμο. Με την μοναχική μάνα να μην έχει πάρει καν χαμπάρι για την ολοκληρωτική μεταμόρφωση της ψυχής και συνεπώς της συμπεριφοράς της κόρης της, που απομονωμένη στο δωμάτιο της ντύνεται, όπως επιβάλλει ο θρησκευτικός νόμος, την νιτζάμπ για να επιδοθεί στα μουσικά της ενδιαφέροντα, θα είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί η οποιαδήποτε επόμενη κίνηση της, που ενδεχόμενα θα είναι η φυγή στα εδάφη της Συρίας και του Ιράκ για να ενσωματωθεί στις μουσουλμανικές ορδές του φονταμενταλιστικού αγώνα.
Με τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο να βρίσκεται πολυεπίπεδα (μιλιταριστικά, επεκτατικά, οικονομικά, καπιταλιστικά) σε διαρκή εξέλιξη, ένα από τα βασικά πεδία των μαχών, η Γαλλία, χάρη στην πολυσυλλεκτικότητα των προερχόμενων από τις πρώην αποικίες φυλών που απαρτίζουν την σοσιετέ της, αποτελεί το επίκεντρο συνεχόμενων γεγονότων, τρομοκρατικών και με δεκάδες θύματα, που έχουν διαταράξει ολοσχερώς την γαλήνη, την ηρεμία και την ασφάλεια των πολιτών της. Μεταξύ τους εννοείται πως βρίσκονται τα μέλη της πλέον ευαίσθητης κατηγορίας, εκείνης της εφηβικής ηλικίας, με τους τινέιτζερς να επιχειρούν διαρκώς την δική τους επανάσταση που θα οδηγήσει στην ενηλικίωση, ξεφεύγοντας εντέχνως από τον έλεγχο των γονιών, των παρεών, των δασκάλων, για να ακολουθήσουν πολλές φορές μονοπάτια απρόβλεπτα ακόμη και για τους πιο κοντινούς τους ανθρώπους. Αυτό το κενό επικοινωνίας και αλληλοβοήθειας μεταξύ του άπειρου 17άρη και τους περίγυρου που τον τυλίγει (ίσαμε και τον πνίγει, όπως ενδεχόμενα εκείνος νιώθει) εκμεταλλεύεται η Τζιχάντ για να αποκτήσει νέα μέλη στους στρατούς της, που στην πορεία θα αποδειχτούν μάλιστα και τα πιο φανατικά και ικανά να δώσουν τις ζωές τους για να κερδίσουν θέση στο βασίλειο των ουρανών.
Βγαλμένη από περιστατικά που γεμίζουν κάθε μέρα τις στήλες των εφημερίδων είναι η νέα ταινία της Mention-Schaar, που παρουσιάζει δύο περιπτώσεις από τις αμέτρητες που λαμβάνουν χώρα συνεχώς στο Φραντσέζικο γίγνεσθαι. Δύο περιπτώσεις πανομοιότυπες σχεδόν, ίδιας αρχής, ίδιας πορείας, ίδιας εξέλιξης, ενδεχόμενα ίδιου τελειώματος, που κινούνται σε παράλληλες τροχιές και τα βασικά τους πρόσωπα δεν συναντώνται ποτέ. Δεν υπάρχει και λόγος άλλωστε, εύκολα η ιστορία της μιας θα μπορούσε να δανειστεί στοιχεία από της άλλης, για να αλλάξει το δικό της σενάριο, όχι όμως και την ουσία: Το παιδί χάθηκε, ανήκει πια αλλού, η πλύση εγκεφάλου που έχει υποστεί είναι μη αναστρέψιμη και για να επιστρέψει στο φυσιολογικό - απίθανο - θα χρειαστούν αμέτρητες και υπομονετικές θυσίες από όλους.
Οι "όλοι" ετούτοι που προβάλλονται σαν σε ντοκιμαντέρ, μεταξύ των εξελίξεων των δύο βινιετών, να κάθονται στα σκαμπό των θεραπευτικών κύκλων ατόμων που έχουν κοντινά πρόσωπα με τις ίδια ζόρια, υπό την διεύθυνση της (προφανώς μετρ ως έμπειρης ανθρωπολόγου) Dounia Bouzar, που αγωνίζεται, πρωτίστως, να διδάξει τους μεγάλους, τους γονείς, τρόπους σωστής συμπεριφοράς. Στην ανάπτυξη των μεθόδων που χρησιμοποιεί η Τζιχάντ, ενδεχόμενα να υπάρξουν εικόνες πολύ σκληρές για τους θεατές, ειδικά αν είναι γονείς παιδιού στην κρίσιμη αυτή ηλικία και δεν έχουν ανακαλύψει ακόμα τον τρόπο να το προσεγγίσουν για να μάθουν το πως σκέφτεται. Να αποκωδικοποιήσουν τις ανάγκες του και όχι να κηρύξουν έναν ακόμη εσωτερικό πόλεμο, εξίσου άγριο με τον θρησκευτικό, μέσα στο σπίτι, θέτοντας τον έφηβο απέναντι στους πάντες και στα πάντα, συνεπώς εύθραυστο να αποδεχθεί την φίλια εισβολή των (οποιονδήποτε, εδώ απλώς μαρκάρονται οι Isis) καλοθελητών.
Εξαιρετικές οι κατανομές των ρόλων των γονέων, στο Le Ciel Attendra, σε πεπειραμένους Γάλλους ερμηνευτές, όπως η Bonnaire και ο Attal, αν και την πιο πικρή εικόνα αφήνει η μορφή της Clotilde Courau, μάνα της μιας εκ των δύο πιτσιρίκων, που από τα πρωθύστερα εμβόλιμα πλάνα, αντιλαμβανόμαστε πως οριστικά δεν υπάρχει. Τα δύο κορίτσια, η Noemie Merlant και η Naomi Amarger ούτε καν στα είκοσι τους, είναι συγκλονιστικά στην απόδοση των δύσκολων αποστολών που έχουν να φέρουν εις πέρας και που το κατορθώνουν, έχοντας η καθεμιά τις εξάρσεις και τις κορυφώσεις της, με την δεύτερη μάλλον προχωρώντας το μισό βήμα παραπάνω και πέρα από το όριο, να κερδίζει την άτυπη ανήλικη κόντρα πάνω στο νήμα. Σκορπώντας και οι δυο τους, ένθεν κακείθεν πάμπολλα διδάγματα και κεντρικές ιδέες, που οι περισσότεροι τις γνωρίζουμε, αλλά αφού η δική μας πόρτα ακόμη δεν έχει κτυπήσει απειλητικά, μάλλον σηκώνουμε τους ώμους αδιάφορα και αρνούμαστε να τις κοιτάξουμε στα μάτια.
Στις δικές μας αίθουσες? Ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική