του John Lee Hancock. Με τους Michael Keaton, Nick Offerman, John Carroll Lynch, Linda Cardellini, B. J. Novak, Laura Dern, Justin Randell Brooke, Kate Kneeland, Patrick Wilson, Wilbur Fitzgerald
America...
του zerVo (@moviesltd)
Ξέρεις, αναφέρει κάποια στιγμή, κολυμπώντας βαθιά πλέον στον ωκεανό της πλεονεξίας του ο ήρωας μας, οι καρδιές είναι σαν τα συμβόλαια. Και τα δύο είναι φτιαγμένα για να σπάνε! Είναι ακριβώς το δευτερόλεπτο της ταινίας μετά το quote, που αντιλαμβάνεσαι πως ένα ολόκληρο Έθνος είναι ποτισμένο με ετούτη εδώ την έννοια, τον ορισμό του να κοιτάζει κανείς την πάρτη του και μόνο, αδιαφορώντας φυσικά για το αν είναι αρεστός στον διπλανό, στην γειτονιά, στους παραέξω, στους αντίκρυ. Μόλις χθες έπεσε στα χέρια μου ένας παγκόσμιος χάρτης, όπου πάνω σε κάθε χώρα βρισκόταν η σημαία του κράτους εκείνου που οι κάτοικοι του θεωρούν ως το μεγαλύτερο φόβητρο, είναι το πλέον αντιπαθές, που εν ολίγοις εκτιμούν πως καθημερινά επιδιώκει να τους βλάψει. Διόλου τυχαία, οι εννιά στις δέκα - αναλογικά - είχαν μαρκάρει σαν κορυφαίο τους villain, την Αστερόεσσα...
Αμερικάνικη επαρχία μέσα της δεκαετίας του 50. Ο περιπλανώμενος πωλητής Ρέι Κροκ, αποφασισμένος να τροφοδοτήσει τα εστιατόρια που επισκέπτεται, με όσο το δυνατόν περισσότερες ηλεκτρικές μηχανές παρασκευής μιλκ σέικ, συμβιώνει πλέον με την ιδέα να μένει για καιρό μακρυά από την εστία του, την σύζυγό του που την τρώει η μοναξιά, τους ελάχιστους έως μηδενικούς φίλους του, τα λιγοστά αγαπημένα του πρόσωπα. Δόξα τον Γιαραμπή, στα πενήντα του πια, έχει φτιάξει ένα γερό κομπόδεμα για να απολαύσει μια άνετη και ευκατάστατη ζωή, αλλά μέσα του το σαράκι για να πετύχει ακόμη περισσότερα, τον τρώει, αποτέλεσμα των συμβουλών της σωστής πώλησης από τους μετρ, που κάθε νύχτα τον συντροφεύουν ακούγοντάς τις, σχεδιάζοντας, στο ψυχρό δωμάτιο του μοτέλ, τα πλάνα της επόμενης ημέρας.
Το ξημέρωμα μιας εξ αυτών, θα τον βρει παντελώς απροετοίμαστο, αφού από την μία και μοναδική του υπάλληλο - γραμματέα - υπεύθυνη λογιστηρίου, θα πληροφορηθεί πως ένα μικρό ρεστοράν στο Σαν Μπερναρτνίνο της Καλιφόρνια, έχει παραγγείλει έναν υψηλό για το μέγεθος του, αριθμό συσκευών. Παραγγελία που θα ξυπνήσει μέσα του το ένστικτο πως σε εκείνη την κωμόπολη λίγο έξω από το Λος Άντζελες, κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει, για να σχηματίζει ο κόσμος ουρές για να απολαύσει ένα χάμπουργκερ. Και πραγματικά η απόφαση του να το δει με τα ίδια του τα μάτια, θα τον αφήσει άφωνο, καθώς τα εμπνευσμένα και εργατικά αδέλφια Μακ Ντόναλντ, έχουν στήσει την απόλυτη επιχείρηση γρήγορου φαγητού, εκεί που μπορεί ο καθένας απολαύσει ένα γευστικό γεύμα, χορταίνοντας με ελάχιστα μόλις σεντς, μα το κυριότερο βλέποντας την παραγγελία του να εκτελείται μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα!
Χρήμα, παράδες, πακτωλό δολαρίων θα δει μπροστά του, καμαρώνοντας το περίπτερο που σερβίρονται τα λαχταριστά σάντουιτς, ο Ρέι. Γιατί μπορεί οι δυο Καλιφορνέζοι να υλοποίησαν την ιδέα και να έχουν φτιάξει μαγαζί τρανό, που τους αποφέρει ζεστό χρήμα, η σκέψη όμως είναι αυτή η ευφυής σύλληψη να ταξιδέψει σε ολάκερη την Αμερική, αν είναι δυνατόν να ξεπεράσει τα σύνορα της. Προς το παρόν, ακόμη κι αν χρειαστεί να βάλει το σπίτι του σε υποθήκη, ένα, δύο, τρία franchise πρέπει να φυτρώσουν και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Κάνοντας το ολόχρυσο όνομα McDonalds, κάτω από την μαρκίζα με τις αψίδες, διάσημο και γνωστό.
Αυτό είναι λοιπόν το χρονικό της δράσης του ανθρώπου που έστησε όλη αυτή την παγκόσμια αυτοκρατορία - ευτυχώς τα μέρη μας υπήρξαν φωτεινή εξαίρεση, στην γενική αντίληψη πως οι πίκλες τρυπάνε στομάχια - ανοίγοντας αλυσίδες με το καινούργιο έμβλημα της Pax Americana όπου μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Πρόσεξε με, δεν είναι αυτός ο Μακ Ντόναλντ, ούτε αυτός σκέφτηκε την έννοια του φαστ φουντ, άλλοι γλύτωσαν τον κοσμάκη από αναμονές ωρών για να γευτούν, περαστικοί, το μεσημεριανό τους. Αυτός όμως είναι εκείνος που επέκτεινε, στα πέρατα της γης το κόλπο γκρόσο, πιάνοντας όπως είναι φυσικό το τζακ ποτ. Βεβαίως για να γίνει κάτι τέτοιο και οι βασικές ηθικές αξίες πήγαν περίπατο και τα αντρίκια λόγω τιμής μεταξύ των συνεργατών και το επίπεδο της εστίασης κατέβηκε ολοταχώς, ένεκα των περιορισμών στα κόστη και φυσικά στο φινάλε, πατήθηκαν πτώματα για να αναδειχθεί ο κορυφαίος, ο νικητής, εκείνος που ο νόμος της ζούγκλας ορίζει σαν τον θριαμβευτή και τροπαιούχο.
Ο οπορτουνισμός σε όλο του το μεγαλείο, όπως και η πραγματική όψη του Αμέρικαν Ντριμ, που ζει και βασιλεύει χάρη στην χαλαρότητα των Νόμων, δίνοντας την αληθινή διάσταση στην σημασία του καπιταλισμού και της μετεξέλιξης του, όπως την εκφράζει η ιμπεριαλιστική κουλτούρα της Υπερδύναμης, με υπέροχο τρόπο αποτυπώνεται μέσα από τις εικόνες της πιο πρόσφατης δημιουργίας του John Lee Hancock. Σκηνοθέτη που να θυμηθούμε ακόμη δεν έχει υποπέσει σε ντιρεκτορική φλόπα, φροντίζοντας να μελετήσει αυτό ακριβώς το Όνειρο, μέσα από τις πειραγμένες biopic του, είτε στο επίκεντρο τους βρίσκεται ο μεγάλος και τρανός Θείος Ουόλτ (Saving Mr. Banks) είτε μια πάμπλουτη ξανθιά Τεξανή σαραντάρα (The Blind Side). Βασικό συστατικό της αφήγησης του Hancock είναι ο ρυθμός, που δεν καταλαγιάζει ποτέ, διατηρώντας πανύψηλα λέβελ τέμπο χωρίς αυξομειώσεις, με συνέπεια το δίωρο να εξαντλείται ωσότου πεις κίμινο. Είναι πραγματικό επίτευγμα για ένα κινηματογραφικό πόνημα, που διαρκώς σου περνάει μηνύματα, να το κατορθώνει, χωρίς να βαρύνει η ματιά δευτερόλεπτο. Και σκηνοθετικά - είναι κρίμα κι άδικο για τον JLH, που τουλάχιστον για φέτος το Οσκαρικό directing ανέβασε τέτοια στάθμη ποιότητας - μέσα από έντεχνες παρεμβολές που ακατάσχετα παρέχουν πληροφορίες για το πως και το γιατί, είναι η αλήθεια πως το The Founder πιάνει πολύ υψηλό βαθμό.
Όπως δεκάρι αποσπά για μια ακόμη φορά η One Man Show ερμηνεία του Michael Keaton, που συγκλονίζει μέσα από την απολυτότητα της έκφρασης του ως ο πλεονέκτης, φαταούλας, τζογαδόρος, πανέτοιμος για όλα, όχι όμως και για την ήττα Μίστερ Κροκ, που ξέρει καλά να σφυγμομετρά τους συμπατριώτες του, ώστε να τους προσφέρει εκείνο ακριβώς που επιζητούν. Όχι γευστικά, ούτε πρακτικώς οικονομικά, αυτά είναι συνεπακόλουθα του όλου στησίματος. Μα εμβληματικά! Παρεμβάλλοντας την υπέρλαμπρη επιγραφή του μαγαζιού του, ανάμεσα στα ήδη υπάρχοντας σήματα λατρείας του μέσου Αμερικάνου. Σταυρός - Σημαία - Σταυρός - Σημαία - Σταυρός - Σημαία. Συνεπώς κάπου μεταξύ των παυλών, πια, μπορεί να προσθέσεις το κατακόκκινο Μ ως εναλλακτική, ολοκαίνουργη παντιέρα πίστης και ηθικής!
Η ερμηνεία του πρώτου και αγαπημένου Μπάτμαν, όπως άλλωστε και το έργο στο σύνολο του, δεν κρίθηκαν ικανά από την Αμερικάνικη Ακαδημία Τεχνών και Σινεμά για να βρεθούν στις nods των επικρατέστερων της χρονιάς 2016. Άδικο! Αλλά και λογικό. Ολάκερη η βιομηχανία του υπερθεάματος βλέπεις, πίσω από το φιλελεύθερο προσωπείο της, αν θα μπορούσε να διαλέξει μια φάτσα να κρεμάσει κάδρο στον τοίχο, ωσάν του Βασιλέα, μια σαν και του Κροκ θα διάλεγε, που συμβολίζει τα ιδανικά της. Οπότε το πόνημα που τον κριτικάρει, όσο κι αν το δικαιούται, ε. θα ήταν και κομματάκι χοντρό στην in The Land Of The Free, να πάρει πάνω του και το παραμικρό αξίωμα...
Το ξημέρωμα μιας εξ αυτών, θα τον βρει παντελώς απροετοίμαστο, αφού από την μία και μοναδική του υπάλληλο - γραμματέα - υπεύθυνη λογιστηρίου, θα πληροφορηθεί πως ένα μικρό ρεστοράν στο Σαν Μπερναρτνίνο της Καλιφόρνια, έχει παραγγείλει έναν υψηλό για το μέγεθος του, αριθμό συσκευών. Παραγγελία που θα ξυπνήσει μέσα του το ένστικτο πως σε εκείνη την κωμόπολη λίγο έξω από το Λος Άντζελες, κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει, για να σχηματίζει ο κόσμος ουρές για να απολαύσει ένα χάμπουργκερ. Και πραγματικά η απόφαση του να το δει με τα ίδια του τα μάτια, θα τον αφήσει άφωνο, καθώς τα εμπνευσμένα και εργατικά αδέλφια Μακ Ντόναλντ, έχουν στήσει την απόλυτη επιχείρηση γρήγορου φαγητού, εκεί που μπορεί ο καθένας απολαύσει ένα γευστικό γεύμα, χορταίνοντας με ελάχιστα μόλις σεντς, μα το κυριότερο βλέποντας την παραγγελία του να εκτελείται μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα!
Χρήμα, παράδες, πακτωλό δολαρίων θα δει μπροστά του, καμαρώνοντας το περίπτερο που σερβίρονται τα λαχταριστά σάντουιτς, ο Ρέι. Γιατί μπορεί οι δυο Καλιφορνέζοι να υλοποίησαν την ιδέα και να έχουν φτιάξει μαγαζί τρανό, που τους αποφέρει ζεστό χρήμα, η σκέψη όμως είναι αυτή η ευφυής σύλληψη να ταξιδέψει σε ολάκερη την Αμερική, αν είναι δυνατόν να ξεπεράσει τα σύνορα της. Προς το παρόν, ακόμη κι αν χρειαστεί να βάλει το σπίτι του σε υποθήκη, ένα, δύο, τρία franchise πρέπει να φυτρώσουν και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Κάνοντας το ολόχρυσο όνομα McDonalds, κάτω από την μαρκίζα με τις αψίδες, διάσημο και γνωστό.
Αυτό είναι λοιπόν το χρονικό της δράσης του ανθρώπου που έστησε όλη αυτή την παγκόσμια αυτοκρατορία - ευτυχώς τα μέρη μας υπήρξαν φωτεινή εξαίρεση, στην γενική αντίληψη πως οι πίκλες τρυπάνε στομάχια - ανοίγοντας αλυσίδες με το καινούργιο έμβλημα της Pax Americana όπου μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Πρόσεξε με, δεν είναι αυτός ο Μακ Ντόναλντ, ούτε αυτός σκέφτηκε την έννοια του φαστ φουντ, άλλοι γλύτωσαν τον κοσμάκη από αναμονές ωρών για να γευτούν, περαστικοί, το μεσημεριανό τους. Αυτός όμως είναι εκείνος που επέκτεινε, στα πέρατα της γης το κόλπο γκρόσο, πιάνοντας όπως είναι φυσικό το τζακ ποτ. Βεβαίως για να γίνει κάτι τέτοιο και οι βασικές ηθικές αξίες πήγαν περίπατο και τα αντρίκια λόγω τιμής μεταξύ των συνεργατών και το επίπεδο της εστίασης κατέβηκε ολοταχώς, ένεκα των περιορισμών στα κόστη και φυσικά στο φινάλε, πατήθηκαν πτώματα για να αναδειχθεί ο κορυφαίος, ο νικητής, εκείνος που ο νόμος της ζούγκλας ορίζει σαν τον θριαμβευτή και τροπαιούχο.
Ο οπορτουνισμός σε όλο του το μεγαλείο, όπως και η πραγματική όψη του Αμέρικαν Ντριμ, που ζει και βασιλεύει χάρη στην χαλαρότητα των Νόμων, δίνοντας την αληθινή διάσταση στην σημασία του καπιταλισμού και της μετεξέλιξης του, όπως την εκφράζει η ιμπεριαλιστική κουλτούρα της Υπερδύναμης, με υπέροχο τρόπο αποτυπώνεται μέσα από τις εικόνες της πιο πρόσφατης δημιουργίας του John Lee Hancock. Σκηνοθέτη που να θυμηθούμε ακόμη δεν έχει υποπέσει σε ντιρεκτορική φλόπα, φροντίζοντας να μελετήσει αυτό ακριβώς το Όνειρο, μέσα από τις πειραγμένες biopic του, είτε στο επίκεντρο τους βρίσκεται ο μεγάλος και τρανός Θείος Ουόλτ (Saving Mr. Banks) είτε μια πάμπλουτη ξανθιά Τεξανή σαραντάρα (The Blind Side). Βασικό συστατικό της αφήγησης του Hancock είναι ο ρυθμός, που δεν καταλαγιάζει ποτέ, διατηρώντας πανύψηλα λέβελ τέμπο χωρίς αυξομειώσεις, με συνέπεια το δίωρο να εξαντλείται ωσότου πεις κίμινο. Είναι πραγματικό επίτευγμα για ένα κινηματογραφικό πόνημα, που διαρκώς σου περνάει μηνύματα, να το κατορθώνει, χωρίς να βαρύνει η ματιά δευτερόλεπτο. Και σκηνοθετικά - είναι κρίμα κι άδικο για τον JLH, που τουλάχιστον για φέτος το Οσκαρικό directing ανέβασε τέτοια στάθμη ποιότητας - μέσα από έντεχνες παρεμβολές που ακατάσχετα παρέχουν πληροφορίες για το πως και το γιατί, είναι η αλήθεια πως το The Founder πιάνει πολύ υψηλό βαθμό.
Όπως δεκάρι αποσπά για μια ακόμη φορά η One Man Show ερμηνεία του Michael Keaton, που συγκλονίζει μέσα από την απολυτότητα της έκφρασης του ως ο πλεονέκτης, φαταούλας, τζογαδόρος, πανέτοιμος για όλα, όχι όμως και για την ήττα Μίστερ Κροκ, που ξέρει καλά να σφυγμομετρά τους συμπατριώτες του, ώστε να τους προσφέρει εκείνο ακριβώς που επιζητούν. Όχι γευστικά, ούτε πρακτικώς οικονομικά, αυτά είναι συνεπακόλουθα του όλου στησίματος. Μα εμβληματικά! Παρεμβάλλοντας την υπέρλαμπρη επιγραφή του μαγαζιού του, ανάμεσα στα ήδη υπάρχοντας σήματα λατρείας του μέσου Αμερικάνου. Σταυρός - Σημαία - Σταυρός - Σημαία - Σταυρός - Σημαία. Συνεπώς κάπου μεταξύ των παυλών, πια, μπορεί να προσθέσεις το κατακόκκινο Μ ως εναλλακτική, ολοκαίνουργη παντιέρα πίστης και ηθικής!
Η ερμηνεία του πρώτου και αγαπημένου Μπάτμαν, όπως άλλωστε και το έργο στο σύνολο του, δεν κρίθηκαν ικανά από την Αμερικάνικη Ακαδημία Τεχνών και Σινεμά για να βρεθούν στις nods των επικρατέστερων της χρονιάς 2016. Άδικο! Αλλά και λογικό. Ολάκερη η βιομηχανία του υπερθεάματος βλέπεις, πίσω από το φιλελεύθερο προσωπείο της, αν θα μπορούσε να διαλέξει μια φάτσα να κρεμάσει κάδρο στον τοίχο, ωσάν του Βασιλέα, μια σαν και του Κροκ θα διάλεγε, που συμβολίζει τα ιδανικά της. Οπότε το πόνημα που τον κριτικάρει, όσο κι αν το δικαιούται, ε. θα ήταν και κομματάκι χοντρό στην in The Land Of The Free, να πάρει πάνω του και το παραμικρό αξίωμα...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Φεβρουαρίου 2017 από την Odeon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική