του Babak Anvari. Με τους Narges Rashidi, Avin Manshadi, Bobby Naderi, Arash Marandi, Aram Ghasemy, Soussan Farrokhnia, Ray Haratian
Επόμενος στόχος;
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Ξεχάστε αυτά που νομίζατε ότι ξέρατε για τον ιρανικό κινηματογράφο
Λοιπόν, επειδή βασικό ρόλο για την κατανόηση της ταινίας έχει να καταλάβουμε τι ακριβώς είναι τα djinn (που αναφέρονται στο Κοράνι), μετά από ψάξιμο στο διαδίκτυο βρήκαμε το παρακάτω απόσπασμα από ένα κείμενο του Παναγιώτη Κάρδαρη, δημοσιευμένο στο http://pointfromview.blogspot.gr/ το 2012. Το παραθέτουμε αυτούσιο:
«ΙΣΛΑΜ ΚΑΙ ΤΖΙΝΙ - Αργότερα, όταν ο Μωαμεθανισμός έγινε η Νέα Θρησκεία των Αράβων, το Ισλάμ κράτησε στους κόλπους τους την πίστη στα Τζίνι, το Κοράνι μάλιστα αφιερώνει στα πλάσματα αυτά, πέραν των διάσπαρτων αναφορών, ένα αυτοτελές κεφάλαιο, την Σούρα Ελ-Τζιν. Αλλά και οι Χαντίθ, οι προφορικές παραδόσεις περί του Μωάμεθ και της καινούργιας του Θεοφιλοσοφίας, έχουν συμπεριλάβει στις διδασκαλίες τους τα τρομερά Τζίνι. Έτσι πληροφορούμαστε ότι ο Ισλαμικός κόσμος και επισήμως αναγνωρίζει την ύπαρξη αυτών των πνευμάτων που έχουν δημιουργηθεί από άκαπνη φωτιά, πριν ακόμα ο Αλλάχ ο Παντοδύναμος πλάσει τον άνθρωπο από χώμα. Υπάρχουν σύμφωνα με το Ιερό Βιβλίο των Μουσουλμάνων και καλά αλλά και ασεβή τζίνι. Τα πρώτα είναι καλότυχα και αγαθά, τα δεύτερα όμως είναι ακόλουθοι του Φοβερού Ιμπλίς, του διαβόλου, που αρνήθηκε την Εντολή του Αλλάχ να προσκυνήσει τον Άνθρωπο. Ο Μωάμεθ προειδοποιεί τους πιστούς να αποφεύγουν την κατεργαριά και την πονηριά τους, κρατώντας τα παιδιά τους προστατευμένα, ιδιαίτερα την νύχτα όπου παραμονεύουν προκειμένου να βλάψουν τα γεννήματα των ανθρώπων. Αυτά στο τέλος των καιρών θα γίνουν με τον κύριό τους, τον αποστάτη, οι φλόγες της κόλασης». Κρατήστε τα παραπάνω στοιχεία λοιπόν προς το παρόν και πάμε παρακάτω.
Η ταινία Under The Shadow είναι η πρώτη μεγάλου μήκους του ιρανικής καταγωγής σκηνοθέτη Babak Anvari, ο οποίος ζει και εργάζεται στο Λονδίνο. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο προηγούμενο φεστιβάλ του Σάντανς, αγοράστηκε από το Netflix για να προβληθεί από την πλατφόρμα του και είναι η επίσημη πρόταση της Μεγάλης Βρετανίας για την κατηγορία του ξενόγλωσσου Όσκαρ. Εδώ, να ευχαριστήσω δημόσια τον Παναγιώτη Τιμογιαννάκη για τη βοήθειά του στο να ξεδιαλύνω τι ακριβώς σημαίνει «ξενόγλωσσο Όσκαρ» και ποιες ταινίες έχουν δικαίωμα να υποβληθούν στη συγκεκριμένη κατηγορία: ταινίες μη γυρισμένες στα αγγλικά – πολύ απλό, αλλά είχα μπερδευτεί, τ' ομολογώ! Τα γυρίσματα δεν έγιναν στο Ιράν αλλά στην Ιορδανία. Τέλος, η ταινία προβλήθηκε πρόσφατα στο φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» του περιοδικού «Σινεμά» στην Αθήνα, όπου τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου σεναρίου.
Η υπόθεση: Τεχεράνη, 1988: Ο πόλεμος Ιράν - Ιράκ συνεχίζεται για όγδοη χρονιά. Θα είναι η τελευταία χρονιά του πολέμου. Οι κάτοικοι όμως της ιρανικής πρωτεύουσας δεν το γνωρίζουν ακόμα αυτό... Η Σιντέχ είναι μια νεαρή, παντρεμένη γυναίκα, η οποία προσπαθεί να επιστρέψει στις ιατρικές σπουδές της. Οι προσπάθειές της, όμως, αποβαίνουν άκαρπες, λόγω του ακτιβιστικού και αριστερού παρελθόντος της κατά τη διάρκεια της Ιρανικής Επανάστασης. Πόλεμος από τη μια, θεοκρατικό καθεστώς από την άλλη, η πρόσφατη απώλεια της μητέρας της και η άρνηση να κάνει αυτό που αγαπάει οδηγούν την Σιντέχ στο να έχει άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν ο (γιατρός!) σύζυγός της καλείται να υπηρετήσει στο μέτωπο και οι επιδρομές των ιρακινών γίνονται ολοένα και πιο έντονες.
Φίλοι και συγγενείς αποχωρούν ατάκτως από την πόλη, η Σιντέχ όμως αρνείται να εγκαταλείψει το διαμέρισμα στο οποίο μένει μαζί με τη μικρή της κόρη, Ντόρσα, ακόμα κι όταν, σε αεροπορική επιδρομή, μια οβίδα σφηνώνεται στην ταράτσα της πολυκατοικίας τους! Η Ντόρσα ανεβάζει πυρετό και είναι ολοφάνερα άρρωστη. Μπορεί η κατάσταση της Ντόρσα να ερμηνευτεί λογικά; Ή μήπως έχει να κάνει με τη χαμένη, αγαπημένη της κούκλα; Φταίνε τα απόκοσμα πνεύματα, τα djinn, που μπήκαν στο διαμέρισμα μέσω της οβίδας; Ή τέλος η Σιντέχ απλά τρελαίνεται;
Η άποψή μας: Με διθυράμβους έρχεται στη χώρα μας τούτη η ταινία. Που, εν μέρει, είναι δικαιολογημένοι. Κι αυτό το «εν μέρει» έχει να κάνει με το πρώτο επίπεδο θέασης. Ως ταινία τρόμου, λοιπόν, το όλο πράγμα λειτουργεί και δεν θα αφήσει ανικανοποίητους τους λάτρεις του είδους. Διαθέτει την κατάλληλη ατμόσφαιρα, είναι υποβλητική, βασίζεται σε κλασικές, δοκιμασμένες συνταγές, προσθέτει νέους δαίμονες, τα djinn (για τα οποία κάνουμε εκτενή αναφορά στον πρόλογο του κειμένου), που είναι άγνωστοι στους μη μωαμεθανούς, δυτικούς θεατές (στους οποίους απευθύνεται η ταινία – έχει σημασία αυτό) και η αφήγησή της κυλά χωρίς κοιλιές στους νεκρούς χρόνους και υπερβολές με έντονο μοντάζ και άλλα τεχνικά κόλπα.
Ο μεγάλος Πολάνσκι είναι μια σαφής αναφορά της ταινίας, και δη το φοβερό και τρομερό «Αποστροφή» (Repulsion, 1965). Οπότε, περνάμε σιγά – σιγά στο δεύτερο επίπεδο. Μια γυναίκα στα όρια της τρέλας εξαιτίας μιας συντηρητικής, θεοκρατούμενης κοινωνίας. Ok, το βλέπουμε και αυτό. Η Σιντέχ έχει να αντιμετωπίσει πολλά. Της απαγορεύεται να δουλέψει. Της απαγορεύεται να ντύνεται όπως θέλει – το τσαντόρ είναι επιβεβλημένο κι όταν κάποια στιγμή το ξεχνάει (είναι άμεση η ανάγκη να τρέξει στους δρόμους της Τεχεράνης) κινδυνεύει να τιμωρηθεί με βουρδουλιές! Της απαγορεύεται να κάνει ό,τι θέλει: το παλιό της βίντεο κρύβεται όταν επισκέπτεται το σπίτι μάστορας, καθότι δυτικόν και απαγορευμένο – όπως και οι βιντεοταινίες με την Jane Fonda και την περίφημη μόδα του αερόμπικ εκεί στη δεκαετία του '80. Αμφισβητείται ακόμα ακόμα και το μητρικό της φίλτρο, από τον ίδιο της τον σύζυγο - ή μήπως αυτός που ακούγεται στο τηλέφωνο δεν είναι ο σύζυγός της αλλά οι ίδιες οι δικές της τύψεις και αγωνίες;
Αλλά εδώ ο νεαρός σκηνοθέτης αρχίζει να κάνει πράγματα που... ελέγχονται. Φορτώνει την ταινία με σύμβολα και αναφορές προκειμένου να τη «βαρύνει», να την κάνει κάτι πολύ περισσότερο από αυτό που είναι. Να κερδίσει και τους κριτικούς, μιας που είναι δεδομένο ότι κερδίζει τους θεατές. Πχ, είναι αχρείαστη για τον γράφοντα η αναφορά στο αριστερό παρελθόν της κοπέλας. Απλά, δίνει ένα ακόμα άλλοθι – στοιχείο προς εκμετάλλευση, όχι απαραίτητα αποπροσανατολισμού, και το εντάσσει και έξυπνα στο σώμα του σεναρίου αλλά πάλι, μια δυσπιστία τη διατηρούμε. Anyway.
Αν σας άρεσε το (ανώτερο κατ' εμέ) Babadook θα κάνετε πάρτι και με αυτήν την ταινία, που πέρα όλων των άλλων, έχει και μια πολύ καλή ηθοποιό στον πρωταγωνιστικό ρόλο, να δίνει εξαιρετική ερμηνεία. Πολλά τα ερωτήματα (ίσως πάρα πολλά), ανοιχτές οι απαντήσεις, το σίγουρο είναι πως μόνο αδιάφορη δεν είναι η συγκεκριμένη ταινία. Κι αυτό λέει κάτι.
Η υπόθεση: Τεχεράνη, 1988: Ο πόλεμος Ιράν - Ιράκ συνεχίζεται για όγδοη χρονιά. Θα είναι η τελευταία χρονιά του πολέμου. Οι κάτοικοι όμως της ιρανικής πρωτεύουσας δεν το γνωρίζουν ακόμα αυτό... Η Σιντέχ είναι μια νεαρή, παντρεμένη γυναίκα, η οποία προσπαθεί να επιστρέψει στις ιατρικές σπουδές της. Οι προσπάθειές της, όμως, αποβαίνουν άκαρπες, λόγω του ακτιβιστικού και αριστερού παρελθόντος της κατά τη διάρκεια της Ιρανικής Επανάστασης. Πόλεμος από τη μια, θεοκρατικό καθεστώς από την άλλη, η πρόσφατη απώλεια της μητέρας της και η άρνηση να κάνει αυτό που αγαπάει οδηγούν την Σιντέχ στο να έχει άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν ο (γιατρός!) σύζυγός της καλείται να υπηρετήσει στο μέτωπο και οι επιδρομές των ιρακινών γίνονται ολοένα και πιο έντονες.
Φίλοι και συγγενείς αποχωρούν ατάκτως από την πόλη, η Σιντέχ όμως αρνείται να εγκαταλείψει το διαμέρισμα στο οποίο μένει μαζί με τη μικρή της κόρη, Ντόρσα, ακόμα κι όταν, σε αεροπορική επιδρομή, μια οβίδα σφηνώνεται στην ταράτσα της πολυκατοικίας τους! Η Ντόρσα ανεβάζει πυρετό και είναι ολοφάνερα άρρωστη. Μπορεί η κατάσταση της Ντόρσα να ερμηνευτεί λογικά; Ή μήπως έχει να κάνει με τη χαμένη, αγαπημένη της κούκλα; Φταίνε τα απόκοσμα πνεύματα, τα djinn, που μπήκαν στο διαμέρισμα μέσω της οβίδας; Ή τέλος η Σιντέχ απλά τρελαίνεται;
Η άποψή μας: Με διθυράμβους έρχεται στη χώρα μας τούτη η ταινία. Που, εν μέρει, είναι δικαιολογημένοι. Κι αυτό το «εν μέρει» έχει να κάνει με το πρώτο επίπεδο θέασης. Ως ταινία τρόμου, λοιπόν, το όλο πράγμα λειτουργεί και δεν θα αφήσει ανικανοποίητους τους λάτρεις του είδους. Διαθέτει την κατάλληλη ατμόσφαιρα, είναι υποβλητική, βασίζεται σε κλασικές, δοκιμασμένες συνταγές, προσθέτει νέους δαίμονες, τα djinn (για τα οποία κάνουμε εκτενή αναφορά στον πρόλογο του κειμένου), που είναι άγνωστοι στους μη μωαμεθανούς, δυτικούς θεατές (στους οποίους απευθύνεται η ταινία – έχει σημασία αυτό) και η αφήγησή της κυλά χωρίς κοιλιές στους νεκρούς χρόνους και υπερβολές με έντονο μοντάζ και άλλα τεχνικά κόλπα.
Ο μεγάλος Πολάνσκι είναι μια σαφής αναφορά της ταινίας, και δη το φοβερό και τρομερό «Αποστροφή» (Repulsion, 1965). Οπότε, περνάμε σιγά – σιγά στο δεύτερο επίπεδο. Μια γυναίκα στα όρια της τρέλας εξαιτίας μιας συντηρητικής, θεοκρατούμενης κοινωνίας. Ok, το βλέπουμε και αυτό. Η Σιντέχ έχει να αντιμετωπίσει πολλά. Της απαγορεύεται να δουλέψει. Της απαγορεύεται να ντύνεται όπως θέλει – το τσαντόρ είναι επιβεβλημένο κι όταν κάποια στιγμή το ξεχνάει (είναι άμεση η ανάγκη να τρέξει στους δρόμους της Τεχεράνης) κινδυνεύει να τιμωρηθεί με βουρδουλιές! Της απαγορεύεται να κάνει ό,τι θέλει: το παλιό της βίντεο κρύβεται όταν επισκέπτεται το σπίτι μάστορας, καθότι δυτικόν και απαγορευμένο – όπως και οι βιντεοταινίες με την Jane Fonda και την περίφημη μόδα του αερόμπικ εκεί στη δεκαετία του '80. Αμφισβητείται ακόμα ακόμα και το μητρικό της φίλτρο, από τον ίδιο της τον σύζυγο - ή μήπως αυτός που ακούγεται στο τηλέφωνο δεν είναι ο σύζυγός της αλλά οι ίδιες οι δικές της τύψεις και αγωνίες;
Αλλά εδώ ο νεαρός σκηνοθέτης αρχίζει να κάνει πράγματα που... ελέγχονται. Φορτώνει την ταινία με σύμβολα και αναφορές προκειμένου να τη «βαρύνει», να την κάνει κάτι πολύ περισσότερο από αυτό που είναι. Να κερδίσει και τους κριτικούς, μιας που είναι δεδομένο ότι κερδίζει τους θεατές. Πχ, είναι αχρείαστη για τον γράφοντα η αναφορά στο αριστερό παρελθόν της κοπέλας. Απλά, δίνει ένα ακόμα άλλοθι – στοιχείο προς εκμετάλλευση, όχι απαραίτητα αποπροσανατολισμού, και το εντάσσει και έξυπνα στο σώμα του σεναρίου αλλά πάλι, μια δυσπιστία τη διατηρούμε. Anyway.
Αν σας άρεσε το (ανώτερο κατ' εμέ) Babadook θα κάνετε πάρτι και με αυτήν την ταινία, που πέρα όλων των άλλων, έχει και μια πολύ καλή ηθοποιό στον πρωταγωνιστικό ρόλο, να δίνει εξαιρετική ερμηνεία. Πολλά τα ερωτήματα (ίσως πάρα πολλά), ανοιχτές οι απαντήσεις, το σίγουρο είναι πως μόνο αδιάφορη δεν είναι η συγκεκριμένη ταινία. Κι αυτό λέει κάτι.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Νοεμβρίου 2016 από την Seven Films
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική