Μήδεια, Κρείσσων των Εμών Βουλευμάτων
του Νίκου Γραμματικού. Με τους Γιούκι Κροντηρά, Βαγγέλη Μουρίκη, Τάσο Νούσια, Σοφία Βογιατζάκη, Αντώνη Αντωνίου, Μηνά Χατζησάββα, Γιάννη Ζουγανέλη, Δήμητρα Χατούπη, Γιώργο Γιαννόπουλο
Αναζητώντας τη Μήδεια!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
«Δεν υπάρχει οργή πιο φοβερή και αθεράπευτη
από αυτή που γεννιέται ανάμεσα σε ανθρώπους που είχαν αγαπηθεί»
Μιας που έχουμε να κάνουμε με μια παράξενη ταινία, ένα ντοκιμαντέρ με μπόλικα στοιχεία δραματοποίησης, θα χρησιμοποιήσουμε πολλά από τα στοιχεία που μας παρέχονται... μπόλικα, στο εξαιρετικά πλούσιο δελτίο τύπου το οποίο μας εστάλη από την εταιρία διανομής, όπου ουσιαστικά έχουμε το σημείωμα του σκηνοθέτη και την πρόθεση του σκηνοθέτη – βοηθούν πολύ στην κατανόηση του τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε:
Σημείωμα σκηνοθέτη: Γεννήθηκα στη Σαλαμίνα. Πιτσιρικάς έπαιζα κρυφτό σ’ ένα σπήλαιο, που αργότερα έμαθα ότι ήταν το σπήλαιο του Ευριπίδη. Κάπου στη δεκαετία του ’80, ένας Ιάπωνας ναυπηγός εμφανίστηκε στη Σαλαμίνα για να προσκυνήσει τα χώματα, όπου είχε γεννηθεί ο Ευριπίδης. Μαζί με κάποιους φίλους τον συνοδέψαμε στο όρος Αιγάλεω, γιατί επέμενε να δει το σημείο απ’ όπου παρακολούθησε ο Ξέρξης τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ο άνθρωπος αυτός απήγγειλε τη «Μήδεια» στο πρωτότυπο (!), εικόνα που έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στη μνήμη μου – εικόνα που «τρύπωσε» στην 3η μεγάλου μήκους ταινία μου, τους «Απόντες». Κατά κάποιον τρόπο πάντοτε ήθελα να μεταδώσω και στους άλλους αυτό που είχα μέσα μου για τον Ευριπίδη. Το ερέθισμα μού το έδωσε το ντοκιμαντέρ «Looking for Richard» του Αλ Πατσίνο. Με ένα ανάλογο σκεπτικό ζήτησα από στενούς μου συνεργάτες και φίλους από το παρελθόν – τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, τη Γιούλα Ζωϊοπούλου, τον Βαγγέλη Μουρίκη, τον Κωστή Γκίκα – να με ακολουθήσουν σ’ αυτό το ταξίδι, στην αναζήτηση της Μήδειας: Ένα δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ που θα μας χρησιμέψει ως όχημα για να «ανακαλύψουμε» ξανά το έργο, προσεγγίζοντάς το από διαφορετικές γωνίες, να το κάνουμε κομμάτια και να το ανασυνθέσουμε, να διατυπώσουμε τι είναι τελικά αυτό που μπορεί να μας συγκινεί ακόμα και σήμερα και να το μοιραστούμε με τους άλλους.
Πρόθεση του σκηνοθέτη: Πρόθεσή μας είναι να «κινηματογραφήσουμε» το λόγο του Ευριπίδη, να αποδείξουμε ότι τα θέματα που εξερευνά στην τραγωδία του «Μήδεια» είναι διαχρονικά, να προσπαθήσουμε να «κοιτάξουμε» μέσα από τους ήρωες του έργου και, αν τολμάμε, να διδαχτούμε από τα λάθη τους.
Η θέση του αδύναμου ενώπιον της Αρχής (Μήδεια: «Κρέοντα, μη με φοβάσαι»).
Ο ρόλος του Ξένου (η Μήδεια είναι αδύναμη μπροστά στον βασιλιά Κρέοντα για τον επιπρόσθετο λόγο ότι είναι Ξένη).
Ο λόγος της τιμής, η δύναμη, ο πλούτος, το πάθος ή η λογική.
Η εκδίκηση είναι ένα άλλο κυρίαρχο θέμα στο έργο του Ευριπίδη.
Εσωτερική σύγκρουση: η Μήδεια βιώνει το χειρότερο είδος ψυχικής πάλης που ένας άνθρωπος μπορεί να βιώσει.
Ευτυχία/ καταξίωση: ένα από τα κύρια σημεία εστίασης του έργου είναι η σύγκρουση μεταξύ του «ορθολογιστή» Ιάσονα και της «κυριευμένης από τα πάθη της» Μήδειας, που αγγίζει ένα από τα σύγχρονα διλήμματα για το αν η οικογενειακή ευτυχία μπορεί να συνυπάρξει με την κοινωνική καταξίωση.
Η κινηματογράφηση του ντοκιμαντέρ έγινε στους δρόμους της σύγχρονης Αθήνας και η δραματοποίηση του έργου έγινε σε διάφορες άλλες περιοχές, όπως σ’ ένα λατομείο δίπλα σ’ ένα νεκροταφείο πλοίων, στο ίδιο ακριβώς σημείο, όπου το 480 π.Χ. έλαβε χώρα η μάχη της Σαλαμίνας, ακριβώς την ίδια μέρα που σύμφωνα με το μύθο γεννήθηκε ο Ευριπίδης.
Η υπόθεση: Στηριζόμενος στην παραδοχή του Ευριπίδη πως «το θυμικό είναι ισχυρότερο από τη λογική», ο Νίκος Γραμματικός βυθίζεται, με αλαζονεία, όπως ομολογεί ο ίδιος, στην τραγωδία της Μήδειας για να ξεπεράσει ένα προσωπικό θλιβερό γεγονός. Χωρίς σενάριο στην αρχή και ύστερα από μια «μάχη» επτά χρόνων, καταθέτει μια ταινία όπου τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ και έρευνας, διαρκώς μετατοπίζονται. Πρόκειται κατά μία έννοια για μία κινηματογραφική περιπέτεια βασισμένη στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη. Διαδραματίζεται κατά ένα μέρος στους δρόμους της σύγχρονης Αθήνας και παίρνει τη μορφή μιας συναρπαστικής, σχεδόν αστυνομικής έρευνας, στην οποία ντετέκτιβ δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον σκηνοθέτη. Το Χορό απαρτίζουν μαθήτριες της Δραματικής Σχολής Δήλος, ενώ επιστημονικός σύμβουλος είναι ο Καθηγητής Φιλολογίας στο ΑΠΘ, Νίκος Χ. Χουρμουζιάδης, ο οποίος και εμφανίζεται στην ταινία. Μεγάλο μέρος των γυρισμάτων έγιναν στη Σαλαμίνα, τόπο καταγωγής του σκηνοθέτη, τόπο γέννησης του Ευριπίδη, τόπο όπου ακόμα υπάρχει η σπηλιά την οποία επισκέπτονταν ο αρχαίος τραγωδός.
Η άποψή μας: Δεν μας έμεινε να πούμε και πολλά μετά από όλα τα παραπάνω! Αυτό που σε «πιάνει» από τα πρώτα κιόλας πλάνα της ταινίας είναι η ανάγκη. Η ανάγκη του δημιουργού να γυρίσει αυτήν την ταινία. Δεν ξέρει τι ταινία ακριβώς θα κάνει, δεν έχει πλάνο, δεν έχει σχέδιο, βαδίζει αρχικά «κουτουρού». Πάμε κι ότι μας βγάλει! 7 χρόνια μετά (!!!) μας το παρουσιάζει το πόνημά του έτοιμο. Τη χρονιά ολοκλήρωσής της, το 2014, η ταινία συμμετέχει στις υποψηφιότητες της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Δύο χρόνια μετά, δοκιμάζεται επιτέλους και στις κινηματογραφικές αίθουσες. Ή την αίθουσα καλύτερα. Μία και μοναδική στην Αθήνα. Ούτε που ξέρω αν και πότε θα προβληθεί στη Θεσσαλονίκη – το εύχομαι πάντως. Γιατί; Ρε παιδιά, 7 ολόκληρα χρόνια από τη ζωή του αφιέρωσε ένας από τους καλύτερους Έλληνες σκηνοθέτες για να «απαλλαγεί» από τα φαντάσματα που τον στοίχειωναν! Ο δημιουργός δύο από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες όλων των εποχών – και μιλάω τόσο για τους «Απόντες» όσο και για τον «Βασιλιά» – παλεύει με Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες, με Συμπληγάδες Πέτρες και Χρυσόμαλλο Δέρας, για να φέρει εις πέρας την αποστολή του.
Μια δημιουργία που ισορροπεί σε τεντωμένο σχοινί, που ανά πάσα στιγμή φαίνεται έτοιμη να ναυαγήσει, να μην μπορεί να καταφέρει να ολοκληρωθεί για να δώσει τον αγώνα τον καλό. Οι διάλογοι Γραμματικού – Μουρίκη για το αν πρέπει να συνεχιστεί η ταινία ή να διακοπεί είναι απίστευτα φορτισμένοι, κι ας τους βλέπουμε εμείς, οι θεατές με κάπως σκωπτική διάθεση! Έλλειψη χρημάτων (κλασικό αυτό), ψυχικό άδειασμα, αμφιβολίες για το πού πάει η ταινία και το... σκάφος κινδυνεύει. Αλλά όχι. Με πείσμα και against all odds ο Γραμματικός τα καταφέρνει. Κι όχι μόνον αυτό: μας παραδίδει μια εξαιρετικά γοητευτική ταινία, έναν κινηματογραφικό άθλο που όμοιό του δεν έχουμε ξαναδεί από Έλληνα δημιουργό. Ναι, μπορούμε να μιλήσουμε για το θεϊκό επίτευγμα του Ευριπίδη μέσα σε μια καντίνα! Ναι, μπορούμε να σχολιάσουμε την φοβερή και τρομερή «Μήδεια» έξω από το σταθμό του Μετρό στο Μοναστηράκι. Ναι, ο καθένας μπορεί να κάνει τις αναγωγές του με το σήμερα, να φέρει την τραγωδία στα μέτρα του και να βρει φράσεις να χαρακτηρίσει το έργο λέγοντας πχ «Ο Ιάσονας είναι ο γαμπρός μου»! Η μεγάλη τέχνη είναι εκείνη η τέχνη που γίνεται κτήμα μας κι όχι εκείνη που μας κάνει να νιώθουμε υποδεέστεροι, η μη προσπελάσιμη, η μη απτή, η μη προσβάσιμη. Η τέχνη «βλέπετε αλλά μην αγγίζετε» (το έχω δει και σε γκόμενες αυτό, πολλάκις, μουάχαχαχαχα).
Υπάρχει απίστευτος σεβασμός στο πρωτότυπο έργο, βγαίνει αβίαστα συγκίνηση σε σκηνές όπως εκείνη με τον Χουρμουζιάδη να κλαίει στη σπηλιά ή εκείνη με τη συζήτηση με τον Γιώργο Γαννόπουλο στο πλοίο από Αθήνα για Σαλαμίνα. Υπάρχει και μπόλικο χιούμορ: «Ο Δίας φταίει. Γαμήθηκε ο Δίας»! Υπάρχει ο αίλουρος υποκριτικά Μουρίκης στο ρόλο του... Μουρίκη αλλά και του Ιάσονα. Υπάρχει η εξαιρετική Γιούκι Κροντηρά που υποδύεται τη Μήδεια στα δραματοποιημένα μέρη. Υπάρχει η φοβερή και παρεξηγημένη Σοφία Βογιατζάκη. Υπάρχει πάθος. Υπάρχει δέος. Υπάρχει ανάγκη. Αν νιώσετε κι εσείς την ανάγκη να δείτε την ταινία δεν θα το μετανιώσετε. Μπράβο στον Γραμματικό και τώρα που επιτέλους απαλλάχθηκε (;) καιρός είναι να δούμε και μια ακόμα ταινία μυθοπλασίας από αυτόν, σωστά; 11 χρόνια έχουν περάσει από την «Αγρύπνια»! Α, δεν πειράζει, κι εγώ λίγο «κουτουρού» γράφω: θα πρέπει να επισημάνω τη χρήση και κινουμένων σχεδίων και σκηνών από άλλες ταινίες του σκηνοθέτη και πως ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου και πάλι έκανε το θαύμα του με τη μουσική και με το τραγούδι στους τίτλους τέλους με το ένα σανδάλι...
Πρόθεση του σκηνοθέτη: Πρόθεσή μας είναι να «κινηματογραφήσουμε» το λόγο του Ευριπίδη, να αποδείξουμε ότι τα θέματα που εξερευνά στην τραγωδία του «Μήδεια» είναι διαχρονικά, να προσπαθήσουμε να «κοιτάξουμε» μέσα από τους ήρωες του έργου και, αν τολμάμε, να διδαχτούμε από τα λάθη τους.
Η θέση του αδύναμου ενώπιον της Αρχής (Μήδεια: «Κρέοντα, μη με φοβάσαι»).
Ο ρόλος του Ξένου (η Μήδεια είναι αδύναμη μπροστά στον βασιλιά Κρέοντα για τον επιπρόσθετο λόγο ότι είναι Ξένη).
Ο λόγος της τιμής, η δύναμη, ο πλούτος, το πάθος ή η λογική.
Η εκδίκηση είναι ένα άλλο κυρίαρχο θέμα στο έργο του Ευριπίδη.
Εσωτερική σύγκρουση: η Μήδεια βιώνει το χειρότερο είδος ψυχικής πάλης που ένας άνθρωπος μπορεί να βιώσει.
Ευτυχία/ καταξίωση: ένα από τα κύρια σημεία εστίασης του έργου είναι η σύγκρουση μεταξύ του «ορθολογιστή» Ιάσονα και της «κυριευμένης από τα πάθη της» Μήδειας, που αγγίζει ένα από τα σύγχρονα διλήμματα για το αν η οικογενειακή ευτυχία μπορεί να συνυπάρξει με την κοινωνική καταξίωση.
Η κινηματογράφηση του ντοκιμαντέρ έγινε στους δρόμους της σύγχρονης Αθήνας και η δραματοποίηση του έργου έγινε σε διάφορες άλλες περιοχές, όπως σ’ ένα λατομείο δίπλα σ’ ένα νεκροταφείο πλοίων, στο ίδιο ακριβώς σημείο, όπου το 480 π.Χ. έλαβε χώρα η μάχη της Σαλαμίνας, ακριβώς την ίδια μέρα που σύμφωνα με το μύθο γεννήθηκε ο Ευριπίδης.
Η υπόθεση: Στηριζόμενος στην παραδοχή του Ευριπίδη πως «το θυμικό είναι ισχυρότερο από τη λογική», ο Νίκος Γραμματικός βυθίζεται, με αλαζονεία, όπως ομολογεί ο ίδιος, στην τραγωδία της Μήδειας για να ξεπεράσει ένα προσωπικό θλιβερό γεγονός. Χωρίς σενάριο στην αρχή και ύστερα από μια «μάχη» επτά χρόνων, καταθέτει μια ταινία όπου τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ και έρευνας, διαρκώς μετατοπίζονται. Πρόκειται κατά μία έννοια για μία κινηματογραφική περιπέτεια βασισμένη στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη. Διαδραματίζεται κατά ένα μέρος στους δρόμους της σύγχρονης Αθήνας και παίρνει τη μορφή μιας συναρπαστικής, σχεδόν αστυνομικής έρευνας, στην οποία ντετέκτιβ δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον σκηνοθέτη. Το Χορό απαρτίζουν μαθήτριες της Δραματικής Σχολής Δήλος, ενώ επιστημονικός σύμβουλος είναι ο Καθηγητής Φιλολογίας στο ΑΠΘ, Νίκος Χ. Χουρμουζιάδης, ο οποίος και εμφανίζεται στην ταινία. Μεγάλο μέρος των γυρισμάτων έγιναν στη Σαλαμίνα, τόπο καταγωγής του σκηνοθέτη, τόπο γέννησης του Ευριπίδη, τόπο όπου ακόμα υπάρχει η σπηλιά την οποία επισκέπτονταν ο αρχαίος τραγωδός.
Η άποψή μας: Δεν μας έμεινε να πούμε και πολλά μετά από όλα τα παραπάνω! Αυτό που σε «πιάνει» από τα πρώτα κιόλας πλάνα της ταινίας είναι η ανάγκη. Η ανάγκη του δημιουργού να γυρίσει αυτήν την ταινία. Δεν ξέρει τι ταινία ακριβώς θα κάνει, δεν έχει πλάνο, δεν έχει σχέδιο, βαδίζει αρχικά «κουτουρού». Πάμε κι ότι μας βγάλει! 7 χρόνια μετά (!!!) μας το παρουσιάζει το πόνημά του έτοιμο. Τη χρονιά ολοκλήρωσής της, το 2014, η ταινία συμμετέχει στις υποψηφιότητες της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Δύο χρόνια μετά, δοκιμάζεται επιτέλους και στις κινηματογραφικές αίθουσες. Ή την αίθουσα καλύτερα. Μία και μοναδική στην Αθήνα. Ούτε που ξέρω αν και πότε θα προβληθεί στη Θεσσαλονίκη – το εύχομαι πάντως. Γιατί; Ρε παιδιά, 7 ολόκληρα χρόνια από τη ζωή του αφιέρωσε ένας από τους καλύτερους Έλληνες σκηνοθέτες για να «απαλλαγεί» από τα φαντάσματα που τον στοίχειωναν! Ο δημιουργός δύο από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες όλων των εποχών – και μιλάω τόσο για τους «Απόντες» όσο και για τον «Βασιλιά» – παλεύει με Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες, με Συμπληγάδες Πέτρες και Χρυσόμαλλο Δέρας, για να φέρει εις πέρας την αποστολή του.
Μια δημιουργία που ισορροπεί σε τεντωμένο σχοινί, που ανά πάσα στιγμή φαίνεται έτοιμη να ναυαγήσει, να μην μπορεί να καταφέρει να ολοκληρωθεί για να δώσει τον αγώνα τον καλό. Οι διάλογοι Γραμματικού – Μουρίκη για το αν πρέπει να συνεχιστεί η ταινία ή να διακοπεί είναι απίστευτα φορτισμένοι, κι ας τους βλέπουμε εμείς, οι θεατές με κάπως σκωπτική διάθεση! Έλλειψη χρημάτων (κλασικό αυτό), ψυχικό άδειασμα, αμφιβολίες για το πού πάει η ταινία και το... σκάφος κινδυνεύει. Αλλά όχι. Με πείσμα και against all odds ο Γραμματικός τα καταφέρνει. Κι όχι μόνον αυτό: μας παραδίδει μια εξαιρετικά γοητευτική ταινία, έναν κινηματογραφικό άθλο που όμοιό του δεν έχουμε ξαναδεί από Έλληνα δημιουργό. Ναι, μπορούμε να μιλήσουμε για το θεϊκό επίτευγμα του Ευριπίδη μέσα σε μια καντίνα! Ναι, μπορούμε να σχολιάσουμε την φοβερή και τρομερή «Μήδεια» έξω από το σταθμό του Μετρό στο Μοναστηράκι. Ναι, ο καθένας μπορεί να κάνει τις αναγωγές του με το σήμερα, να φέρει την τραγωδία στα μέτρα του και να βρει φράσεις να χαρακτηρίσει το έργο λέγοντας πχ «Ο Ιάσονας είναι ο γαμπρός μου»! Η μεγάλη τέχνη είναι εκείνη η τέχνη που γίνεται κτήμα μας κι όχι εκείνη που μας κάνει να νιώθουμε υποδεέστεροι, η μη προσπελάσιμη, η μη απτή, η μη προσβάσιμη. Η τέχνη «βλέπετε αλλά μην αγγίζετε» (το έχω δει και σε γκόμενες αυτό, πολλάκις, μουάχαχαχαχα).
Υπάρχει απίστευτος σεβασμός στο πρωτότυπο έργο, βγαίνει αβίαστα συγκίνηση σε σκηνές όπως εκείνη με τον Χουρμουζιάδη να κλαίει στη σπηλιά ή εκείνη με τη συζήτηση με τον Γιώργο Γαννόπουλο στο πλοίο από Αθήνα για Σαλαμίνα. Υπάρχει και μπόλικο χιούμορ: «Ο Δίας φταίει. Γαμήθηκε ο Δίας»! Υπάρχει ο αίλουρος υποκριτικά Μουρίκης στο ρόλο του... Μουρίκη αλλά και του Ιάσονα. Υπάρχει η εξαιρετική Γιούκι Κροντηρά που υποδύεται τη Μήδεια στα δραματοποιημένα μέρη. Υπάρχει η φοβερή και παρεξηγημένη Σοφία Βογιατζάκη. Υπάρχει πάθος. Υπάρχει δέος. Υπάρχει ανάγκη. Αν νιώσετε κι εσείς την ανάγκη να δείτε την ταινία δεν θα το μετανιώσετε. Μπράβο στον Γραμματικό και τώρα που επιτέλους απαλλάχθηκε (;) καιρός είναι να δούμε και μια ακόμα ταινία μυθοπλασίας από αυτόν, σωστά; 11 χρόνια έχουν περάσει από την «Αγρύπνια»! Α, δεν πειράζει, κι εγώ λίγο «κουτουρού» γράφω: θα πρέπει να επισημάνω τη χρήση και κινουμένων σχεδίων και σκηνών από άλλες ταινίες του σκηνοθέτη και πως ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου και πάλι έκανε το θαύμα του με τη μουσική και με το τραγούδι στους τίτλους τέλους με το ένα σανδάλι...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Νοεμβρίου 2016 από την Filmcenter Τριανόν
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική