του Θόδωρου Γιαχουστίδη
Γυναίκες στο επίκεντρο
Η πεντάδα των ταινιών στις οποίες θα αναφερθούμε στη σημερινή μας ανταπόκριση έχουν στο κέντρο του κάδρου τους γυναίκες. Ως ερωτικό αντικείμενο του πόθου ενός πιτσιρικά στην τούρκικη κι ενός μποξέρ στη φιλανδική ταινία. Ως ισχυρή περσόνα, που διεκδικεί το δικαίωμα στον έρωτα στο βρετανικό και που κάνει κατάχρηση εξουσίας στο τσέχικο φιλμ. Κι έχουμε και μία ταινία που μας δείχνει το πορτρέτο τριών γυναικών! Τι να κάνουμε, δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς γυναίκες, έτσι δεν είναι; Πηγή έμπνευσης, μούσες, τα πάντα όλα! Σε άλλα νέα, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο νέος πλανητάρχης (!!!) και κάποιοι έβαλαν φωτιά στο εξοχικό σπίτι του Μπίκα, η τοποθέτηση του οποίου ως επικεφαλής της επιτροπής εξυγίανσης μάλλον «χάλασε» κάποιους που θέλουν το ελληνικό ποδόσφαιρο δέσμιο μιας εγκληματικής οργάνωσης! Α, και μην ξεχάσετε σήμερα Πέμπτη, παράλληλα με το πρόγραμμά σας για το φεστιβάλ, να σημειώσετε εκείνα τα νούμερα του τζόκερ που θα σας κάνουν πλούσιους. Σας το εύχομαι (ψέμααααααααααααα)...
Για μένα ο καλύτερος τρόπος για να «ψηθώ» για μια ταινία είναι να ακούσω να αποθεώνεται με ζέση από ανθρώπους που εκτιμώ και εμπιστεύομαι. Αντιστρόφως, αυτό επιθυμώ να πετυχαίνω μέσα από τα κείμενά μου για τις ταινίες που γράφω: να μεταδώσω τον πυρετικό ενθουσιασμό μου σε ανθρώπους που με διαβάζουν και με εμπιστεύονται. Το Ραούφ (Rauf) των Τούρκων δημιουργών Soner Caner και Baris Kaya αρχικά φάνταζε ως μία ακόμα από τις ταινίες στο επίσημο πρόγραμμα του τμήματος «Ματιές στα Βαλκάνια», που πάντα διαθέτει διαμαντάκια! Ε, δεν χώρεσε στον αρχικό προγραμματισμό μου. Όταν όμως τόσο ο Δημοσθένης, όσο και ο Στράτος και ο Μάριος μου είπαν τόσο πολλά καλά πράγματα για την ταινία αποφάσισα να εκμεταλλευτώ το videoroom (μία από τις αβάντες του να είσαι κριτικός κινηματογράφου, χε χε χε) και να τη δω κι εγώ. Έπαθα πλάκα! Αυτό είναι που λέμε with a little help from my friends είδα μια από τις καλύτερες, πιο πολιτικές, πιο όμορφες, πιο τρυφερές ταινίες του φεστιβάλ!
Η υπόθεση: Ο Ραούφ είναι ένας εννιάχρονος πιτσιρίκος που ζει σε ένα χωριό Κούρδων στη βορειοανατολική Τουρκία. Στα παρακείμενα βουνά οι Κούρδοι αντάρτες πολεμάνε τον αγώνα τον καλό εναντίον των Τούρκων, προκειμένου να αποκτήσουν την πολυπόθητη ανεξαρτησία τους. Κάθε οικογένεια στο χωριό έχει τα δικά της θύματα, τα δικά της παιδιά που μάχονται, χωρίς να γνωρίζουν οι δικοί τους πολλές φορές αν ζουν ή αν έχουν πεθάνει. Καθώς ο πατέρας του Ραούφ βλέπει ότι δεν τα παίρνει τα γράμματα (κι όμως, τα παίρνει...) αποφασίζει να τον στείλει να δουλέψει ως μαθητευόμενος σε έναν μαραγκό, ο οποίος έχει τον άχαρο ρόλο να κατασκευάζει τα φέρετρα που τόσο πολύ μεγάλη ζήτηση έχουν στην περιοχή τους. Ο μαραγκός έχει μια κόρη, την πανέμορφη Ζάνα, με την οποία ο Ραούφ είναι ερωτευμένος! Όταν η Ζάνα ζητήσει από τον Ραούφ στην επικείμενη επίσκεψή του στην παρακείμενη πόλη να της αγοράσει ένα ροζ λουλουδιαστό φουλάρι, ο Ραούφ πιστεύει πως το ροζ χρώμα είναι εκείνο που θα τον βοηθήσει να κερδίσει τη Ζάνα. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: δεν ξέρει πως μοιάζει το ροζ χρώμα...
Η άποψή μας: Τι ταινιάρα είναι αυτή ρε παιδιά! Από τις στιγμές που χαίρεσαι για τις συγκινήσεις που σου προσφέρει η πιο λαϊκή από όλες τις τέχνες, ο κινηματογράφος. Η συγκεκριμένη ταινία ξεκίνησε το μακρύ της ταξίδι από το περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου, όπου συμμετείχε στο τμήμα «Generation Kplus», τμήμα δηλαδή με ταινίες που απευθύνονται σε παιδιά. Μόνο που η ταινία δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά. Καλύτερα: απευθύνεται σε ενήλικες και μπορούν να την παρακολουθήσουν και παιδιά μιας κάποιας ηλικίας. Ουσιαστικά, η ταινία σκιαγραφεί το πορτρέτο της μετάβασης ενός πιτσιρικά από την παιδική ηλικία στην απότομη ενηλικίωση μέσα από τον έρωτα και τον πόλεμο! Γι' αυτό και η εμμονή – επιμονή διέλευσης του ήρωα μέσα από πόρτες ή καδραρισμάτων μέσα από χτίσματα. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας εξελίσσεται το χειμώνα. Τα βουνά είναι χιονισμένα, το λευκό κυριαρχεί και είναι αυτό που αντανακλά από τη μια την απέριττη ομορφιά και από την άλλη την αίσθηση της παγωμάρας και της αναμονής.
Οι δύο σκηνοθέτες δεν κωλώνουν να εκμεταλλευτούν την ομορφιά του τοπίου ούτε να επιμείνουν στη χρήση μιας υπέροχης μουσικής που κάποια στιγμή είναι υπέρ του δέοντος λυρική! Η εξέλιξη της ιστορίας γίνεται γραμμικά, με μια σειρά από επεισόδια που έχουν συνάφεια αλλά λειτουργούν και αυτόνομα. Η ταινία διαθέτει απαραίτητες ανάσες χιούμορ, κυρίως όταν ο Ραούφ βρίσκεται με τα δύο φιλαράκια του και παίζουν ή συζητάνε με την αθωότητα της ηλικίας τους, προσπαθώντας πχ να δώσουν τον ορισμό του έρωτα! Έχει σκηνές εκπληκτικές, όπως εκείνες όπου ο Ραούφ αποφασίζει να πάει στον μαραγκό για να δει την κόρη του με τα πόδια, καθώς λόγω χιονόπτωσης έχουν κλείσει οι δρόμοι και το λεωφορείο που συνήθως τον μεταφέρει μένει εκτός λειτουργίας! Ο Ραούφ ζηλεύει, καθώς βλέπει τη Ζάνα να διαβάζει γράμματα, τα οποία νομίζει πως της τα στέλνει ο αγαπημένος της. Είναι βαθιά νυχτωμένος όμως. Και ο πόλεμος, αόρατος μεν, πανταχού παρών δε. Τα επαναλαμβανόμενα πλάνα με τη γιαγιά που κάθεται αμίλητη έξω σε ένα παγκάκι και κοιτάζει με τα άγρια μάτια της τον ορίζοντα, αναμένοντας το παιδί της, είναι σπουδαία και φορτίζονται προς το φινάλε όταν επιτέλους η γιαγιά μιλάει. Και εξηγεί στο μικρό που θα μπορέσει να δει το ροζ χρώμα.
Το φινάλε αυτό καθ' αυτό είναι από τα πιο συγκινητικά που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια! Έβλεπα την ταινία στο videoroom και δάκρυζα σαν κοριτσάκι! Και δεν είχα την κάλυψη της σκοτεινής αίθουσας, έτσι; Δεν ήξερα πως να κρυφτώ. Τι φινάλε έφτιαξαν οι μπαγάσες! Ο μικρός μεγαλώνει, βιώνει την απώλεια και κάνει τη μέγιστη κίνηση αγάπης! Η σκηνή που βλέπει τα λουλούδια στο βουνό, τα ροζ λουλούδια, είναι απερίγραπτα όμορφη! Και ναι, θα φτιάξει και στη γιαγιά ένα μπαστούνι: η νέα γενιά, σε μια υπέροχη αντιστροφή των συνηθισμένων, θα είναι εκείνη που θα δώσει την απαραίτητη στήριξη και – γιατί όχι; - ένα καλύτερο μέλλον σε όλους τους ανθρώπους! Το ξέρω ότι τελείωσαν οι προβολές της ταινίας αλλά όπου τη βρείτε μην τη χάσετε επ' ουδενί. Ατόφιο, καθάριο, λυτρωτικό σινεμά!
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – δεν έχει ακόμα διανομή για τη χώρα μας)
Η Kelly Reichardt είναι παλιά αγαπημένη του φεστιβάλ μας. Νομίζω πως καθεμιά από τις εφτά μεγάλου μήκους ταινίες της φιλμογραφίας της έχουν προβληθεί στο ΦΚΘ. Η τελευταία της ταινία, το Κάποιες γυναίκες (Certain Women) προβάλλεται στο νέο τμήμα «Δυο, τρία πράγματα που ξέρω γι' αυτήν» (τμήμα, που δεν ξέρουμε αν θα μονιμοποιηθεί ή απλά παίζει το ρόλο του αποκλειστικά και μόνο φέτος). Από τις συμμετοχές της ταινίας σε διάφορα φεστιβάλ ανά τον κόσμο εκείνη που ξεχωρίζει είναι η προβολή της στο πρόσφατο φεστιβάλ του Λονδίνου, όπου κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας – πρόεδρος της κριτικής επιτροπής ήταν η Αθηνά – Ραχήλ Τσαγγάρη!
Η υπόθεση: Με φόντο τον μεγάλο ουρανό του νότου της Μοντάνα, σ’ ένα απέραντο και ασάλευτο τοπίο, κάποιες γυναίκες γεμάτες θέληση αναζητούν τρόπους ν’ αλλάξουν τον κόσμο γύρω τους. Μια δικηγόρος βρίσκεται αντιμέτωπη με σεξιστική συμπεριφορά εντός του γραφείου της, αλλά και με μια συνθήκη ομηρίας. Μια σύζυγος και μητέρα αποφασισμένη να χτίσει το σπίτι των ονείρων της, έρχεται σε αντιπαράθεση με όλους τους άνδρες που βρίσκονται στη ζωή της. Μια μοναχική Ινδιάνα που φροντίζει άλογα σε μια φάρμα αναπτύσσει μια αμφιλεγόμενη σχέση με μια απόφοιτο νομικής η οποία κάνει τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα...
Η άποψή μας: Η ιέρεια του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά φτιάχνει ταινίες που, το ομολογούμε, δεν κόβουμε και φλέβα γι' αυτές. Θέλω να πω, είναι ολοφάνερη (ιδίως εδώ) η αγάπη της για τους παλιούς Ευρωπαίους μάστορες, όπως ο Antonioni, βγάζει εξαιρετικές ερμηνείες από το πρωτοκλασάτο γυναικείο καστ της (καλύτερη όλων η Laura Dern, πρωταγωνίστρια της πρώτης ιστορίας, από κοντά η Michelle Williams, πρωταγωνίστρια της δεύτερης ιστορίας και τρίτη αλλά με επίσης καλές επιδόσεις, η Kristen Stewart, που δεν είναι η πρωταγωνίστρια της τρίτης ιστορίας, αλλά το αντικείμενο του πόθου της γυναίκας σ' αυτήν) αλλά είναι φλατ – ή μήπως είναι η ιδέα μου;
Θέλω να πω πως οι τρεις ταινίες εξελίσσονται, η καθεμιά ξεχωριστά για να δώσει τη σκυτάλη στην επόμενη, κατά μία έννοια διαπλέκονται (πολύ αδρά πάντως) και στο τέλος βλέπουμε το φινάλε καθεμιάς από αυτές. Χωρίς δραματική κορύφωση. Χωρίς κάτι άξιο προσοχής. Ήσυχες ζωές στις οποίες συμβαίνουν κάποια πράγματα ενδεχομένως και συναρπαστικά (αν μη τι άλλο, η υπόθεση ομηρείας δεν είναι κάτι που συμβαίνει κάθε μέρα) αλλά χωρίς να τις αλλάζουν, χωρίς να τις διαφοροποιούν, χωρίς να τις ταρακουνούν. Μόνο η Ινδιάνα βρίσκει τον τρόπο να εξομολογηθεί τον έρωτά της στη νεαρή δικηγόρο χωρίς πάλι να το κάνει ευθέως αλλά πλαγίως, σαν να μην θέλει να εκτεθεί ενώ έχει οδηγήσει ολόκληρη νύχτα για να πετύχει αυτό που θέλει. Και επιστρέφει μετά στην καθημερινή της ρουτίνα. Ok. Δεν ψήνομαι. Να πούμε πως το σενάριο της ταινίας βασίζεται σε διηγήματα της Maile Meloy.
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στις 13.00 στην αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη και η είσοδος σ' αυτήν είναι ελεύθερη με έκδοση μηδενικού εισιτηρίου – δεν έχει ακόμα διανομή για τη χώρα μας)
Ο Jan Hrebejk είναι μάλλον ο πιο διάσημος σύγχρονος Τσέχος σκηνοθέτης. Τον γνωρίσαμε στο ΦΚΘ με την ταινία του Παιχνίδια διχασμού και... εγκυμοσύνης (Musíme si pomáhat, 2000) που αργότερα βγήκε και στις αίθουσες και έκανε μεγάλη (αναλογικά) επιτυχία. Μάλιστα, μέσω αυτής προέκυψε κι ένα θεατρικό, το «Τα παιδιά τα φέρνει ο πελαργός» των Ρέππα – Παπαθανασίου, που σημείωσε πιένες. Πολλές κατοπινές του δημιουργίες παρουσιάστηκαν στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο του φεστιβάλ. Αυτήν τη φορά μας έρχεται με την 20η μεγάλου μήκους ταινία της καριέρας του. Τίτλος της: Η δασκάλα (Ucitelka) και είναι μία από τις ταινίες στις Ειδικές Προβολές του φεστιβάλ.
Η υπόθεση: Μπρατισλάβα, φθινόπωρο του 1983. Είναι η αρχή της σχολικής χρονιάς και η μεσήλικη κυρία Drazdechova μπαίνει στην τάξη. Θα τους διδάξει Τσέχικα, Ρώσικα και κάτι που έχει να κάνει με την ηθική. Ζητά από κάθε μαθητή που ακούει το όνομά του, να σηκώνεται, να παρουσιάζεται και να αναφέρει τι δουλειά κάνουν οι γονείς του! Υψηλόβαθμο στέλεχος του κομουνιστικού κόμματος, χήρα υψηλόβαθμου στρατιωτικού και με αδελφή που ζει στη Μόσχα, η δασκάλα έχει μάθει να παίρνει αυτό που θέλει εμμέσως. Χρησιμοποιεί λοιπόν τους μαθητές της για να χειραγωγήσει τους γονείς για το δικό της προσωπικό συμφέρον. Οι περισσότεροι γονείς υποκύπτουν στην πίεση και της προσφέρουν διάφορες υπηρεσίες και δώρα. Ωστόσο, τρεις οικογένειες αποφασίζουν να πατήσουν πόδι και να προσπαθήσουν να επιλύσουν την κατάσταση μαζί με τη διευθύντρια σε μια μυστική συνάντηση γονέων και κηδεμόνων κι ενώ έχουν συμβεί διάφορα περίεργα πράγματα.
Η άποψή μας: Καθώς παρακολουθούσα την πραγματικά καλοφτιαγμένη αυτή ταινία έψαχνα παράλληλα τρόπους στο μυαλό μου για να την ακυρώσω. Θέλω να πω όσο περνούσε η ώρα σε έκανε να αισθάνεσαι πιο άσχημα από τη στιγμή που είσαι αριστερός (δεν θα πω κομουνιστής, γιατί κάποιους τους τρομάζει πάρα πολύ αυτή η λέξη). Στην ταινία παρουσιάζεται με τη χρήση έξυπνου χιούμορ η κατάχρηση εξουσίας που ασκεί μια συντρόφισσα στους γονείς των παιδιών που διδάσκει. Δεν φτιάχνεις κύριε μαραγκέ το πορτατίφ που χάλασε; Δεν παίρνει καλούς βαθμούς το παιδί σου. Δεν διορθώνεις κύριε υδραυλικέ το πλυντήριο; Δεν παίρνει καλούς βαθμούς το παιδί σου. Δεν στέλνεις το γλυκό που ετοίμασα (εντάξει, που έφτιαξε μια μητέρα ενός άλλου παιδιού!) στην αδελφή μου στη Μόσχα; Δεν παίρνει καλούς βαθμούς το παιδί σου. Δεν μου... κάθεσαι κύριε αντικαθεστωτικέ αστρονόμε, που η γυναίκα σου διέφυγε προς τη δύση; Δεν παίρνει καλούς βαθμούς το παιδί σου.
Μιλάμε πως η Zuzana Maurery, που υποδύεται την εν λόγω δασκάλα, είναι εξαιρετική στο ρόλο της, τόσο πολύ που θέλεις να τη δείρεις! Καθόλου τυχαία λοιπόν η βράβευσή της στο πρόσφατο φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι. Έλεγα λοιπόν: είναι ψέματα όλα όσα δείχνει η ταινία, είναι προπαγάνδα. Έτσι, όμως, θα έπεφτα στη λούμπα της αντίπαλης πλευράς, που ονοματίζει προπαγάνδα οποιαδήποτε ναζιστική θηριωδία. Σκεφτόμουν: κανένα σύστημα δεν είναι τέλειο (αναφέρεται και στην ταινία!) - το ίδιο όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από την αντίπαλη μεριά. Νευρίαζα: μα οι κομουνιστές έχουμε το ηθικό πλεονέκτημα, τι κάνει αυτός, αστικές παπαριές μας αραδιάζει. Χμ, μάλλον έτσι είχαν τα πράγματα στα αλήθεια. Οπότε, άραξα και... απόλαυσα το φιλμ. Που πέρα όλων των άλλων έδειχνε εξαιρετικά το πόσο δύσκολο είναι να καταγγείλεις την εξουσία ξεπερνώντας το φόβο σου. Οι γονείς που καταγγέλλουν τη δασκάλα έχουν να αντιμετωπίσουν χαφιέδες, μυστικούς πράκτορες (!), έναν ολόκληρο κρατικό μηχανισμό και κυρίως τους άλλους γονείς που τα έχουν καλά με την εξουσία, καρπώνονται τα καλά της υποταγής τους κι επειδή είναι ηθικά λερωμένοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να μειώσουν τη δυναμική των καταγγελλόντων.
Έξυπνο το σχόλιο του σκηνοθέτη όπως και να το κάνουμε. Το Κακό προελαύνει όταν καλοί άνθρωποι το βλέπουν και δεν κάνουν κάτι γι' αυτό. Κι ενώ σκεφτόμασταν να μην κάνουμε ούτε καν παρουσίαση της ταινίας εδώ και να τη θάψουμε όταν θα έβγαινε στις αίθουσες για αντικομουνιστική προπαγάνδα (θα ήθελα να δω τι θα έγραφα) κάνει μια πανέξυπνη γυριστή ο σκηνοθέτης στο φινάλε, εκεί που πέφτουν τα γράμματα, τέτοια που μας κάνει να αναφωνήσουμε: είσαι τεράστιος! Δεν έχουν σημασία τα πολιτικά καθεστώτα εντέλει, μας λέει ο Hrebejk. Παντού υπάρχουν άνθρωποι που απλά τα εκμεταλλεύονται. Άνθρωποι για όλες τις εποχές. Άνθρωποι ΟΦΑ (όπου φυσάει ο άνεμος). Σ' ωραίος!
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στις 15.00 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Rosebud.21 μέσα στον ερχόμενο Δεκέμβριο)
Η πρώτη από τις δύο ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος που θα παρουσιάσουμε σήμερα είναι βρετανικής παραγωγής κι έχει τον τίτλο Λαίδη Μάκμπεθ (Lady Macbeth). Και είναι από εκείνες της ταινίες του συγκεκριμένου τμήματος που παίρνει θετικό πρόσημο – πολύ θετικό indeed! Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του θεατρικού σκηνοθέτη William Oldroyd. Είναι βασισμένη στη νουβέλα του 19ου αιώνα «Lady Macbeth of Mtsensk District» του Nikolai Leskov, που αργότερα μεταφέρθηκε σε όπερα και εννοείται πως με τη σειρά της είναι βασισμένη στο αρχετυπικό δράμα του Shakespeare. Στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν κέρδισε το βραβείο των κριτικών της FIPRESCI.
Η υπόθεση: Κάπου στην Αγγλία, το σωτήριον έτος 1865, η Κάθριν είναι μια νεαρή γυναίκα που παντρεύεται στο πλαίσιο μιας εμπορικής συναλλαγής. Ουσιαστικά, ο πατέρας της την πουλάει στον μεγιστάνα του κάρβουνου, Μπόρις, ο οποίος την παντρεύει με τον γιο του, τον Αλεξάντερ, που έχει τα διπλά χρόνια από εκείνη. Ο Μπόρις και ο Αλεξάντερ δεν αφήνουν στην Κάθριν να βγει έξω κι έτσι η νεαρή γυναίκα ζει μέσα σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον. Όταν και οι δύο άρχοντες του σπιτιού φύγουν από αυτό για δουλειές για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Κάθριν αρχίζει να ανασαίνει επιτέλους. Κι όχι μόνον αυτό: γνωρίζει τον έρωτα στο πρόσωπο του σταβλίτη της, του Τζέιμς. Οι δυο τους βιώνουν την κατάσταση ως απόλυτη ευτυχία. Όλα τα καλά πράγματα, όμως, έχουν ένα τέλος. Χμ, η Κάθριν δεν συμφωνεί. Και θα κάνει ότι περνά από το χέρι της για να διατηρήσει τα κεκτημένα της...
Η άποψή μας: Γουάου! Να τι συμβαίνει λοιπόν όταν μια ταινία εποχής ξεπερνά τα δεσμά του είδους της και κινηματογραφείται με εντελώς σύγχρονους τρόπους. Είναι μία από αυτές τις ταινίες που σε αρπάζει από το πρώτο λεπτό και δεν σε αφήνει παρά μόνον μετά τους τίτλους τέλους της. Είναι μια από αυτές τις φεμινιστικές ταινίες που δεν σε πρήζουν με την ατζέντα τους καθώς σε ενθουσιάζουν και περνούν αυτά που θέλουν χωρίς στράτευση. Είναι ταινία αισθητικά άψογη, με τρομερό σενάριο και εξαιρετική σκηνοθεσία. Και είναι από τις ταινίες που χωρίς την πρωταγωνίστρια τους δεν θα ήταν το ίδιο καλές όσο φαίνονται. Η Florence Pugh στη δεύτερη κινηματογραφική της εμφάνιση σε μεγάλου μήκους ταινία αφήνει τα διαπιστευτήριά της και μας συστήνεται υπενθυμίζοντάς μας σε κάθε πλάνο στο οποίο εμφανίζεται πως θα μας απασχολεί για πάρα πολλά χρόνια με το ταλέντο της! Ερμηνεία ζωής πραγματικά! Συλλαμβάνει όλα όσα είναι η Κάθριν που υποδύεται.
Μια κοπέλα που δεν φοβάται. Που έχει λίγη περιέργεια για το σεξ κι ας είναι να γίνει (όπως νομίζει) αρχικά με έναν άνδρα τον οποίο δεν αγαπά – τον σύζυγό της. Που βαριέται απίστευτα! Πρώτη φορά σε ταινία ένιωσα τόσο πολύ το αίσθημα της βαρεμάρας από έναν ήρωα! Χασμουριέται μέσα στο έντονα μπλε άψογο φόρεμά της, δεν ξέρει πώς να σκοτώσει την ώρα της μέσα στο χρυσό κλουβί της, βαριέται! Και μετά, ήρθε ο έρωτας. Και θαρρείς πως την κάνει να ανθίζει. Η μικρή κοπελίτσα που βαριόταν γίνεται μια δυναμική γυναίκα που ορίζει τη ζωή της, που απολαμβάνει αυτά που η ζωή της προσφέρει απλόχερα, που γεύεται με απίστευτη όρεξη τον έρωτα. Κι ας κάνει το πρώτο βήμα ο αυθάδης σταυλικός της: του αντιστέκεται αρχικά, γίνεται δική του στη συνέχεια και μετά παίρνει εκείνη το πάνω χέρι! Οδηγεί τις καταστάσεις, παίρνει τις αποφάσεις, είναι ψύχραιμη, υπολογίστρια και δεν δέχεται να υποταγεί ποτέ ξανά στη ζωή της. Το γεγονός ότι για να διατηρήσει τα κεκτημένα οδηγείται σε ειδεχθείς πράξεις, όχι μόνο μία φορά, και οι θεατές συνεχίζουν να είναι μαζί της, αποτελεί κατόρθωμα της τρομερής νεαρής ηθοποιού με το εκφραστικότατο πρόσωπο!
Κατά μία έννοια μοιάζει με τον Jonathan Rhys Meyers στο ρόλο που έχει στο «Match Point»: έχει εγκληματήσει αλλά οι θεατές δεν θέλουμε να συλληφθεί! Τρομερή ταινία, απολαυστική, υπέροχη, για τις διεκδικήσεις μιας δυναμικής γυναίκας σε έναν σωβινιστικό κόσμο. Στο τέλος, προδομένη από τον εραστή της, θα χρησιμοποιήσει κάθε ένα από τα δικαιώματα που χρησιμοποιούν οι άνδρες για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Και θα πει ψέματα. Και θα μείνει ατιμώρητη. Και μόνη. Μάλλον, όμως, δεν θα βαρεθεί ποτέ ξανά στη ζωή της...
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στις 15.30 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Strada Films με άγνωστη προς το παρόν ημερομηνία εξόδου)
Και κλείνουμε τη σημερινή μας ανταπόκριση με άλλη μια ταινία από το διαγωνιστικό τμήμα. Τίτλος της: Η πιο ευτυχισμένη μέρα του Όλλι Μάκι (Hymyilevä mies) του Juho Kuosmanen από τη Φινλανδία. Μια βιογραφική ταινία βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, η οποία έλαβε μέρος στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του περασμένου φεστιβάλ των Καννών, κερδίζοντας το αντίστοιχο βραβείο καλύτερης ταινίας!
Η υπόθεση: Το καλοκαίρι του 1962, ο Φιλανδός Πρωταθλητής Ευρώπης, ερασιτέχνης πυγμάχος, Όλλι Μάκι, είναι έτοιμος να αγωνιστεί για τον τίτλο του Πρωταθλητή Κόσμου στην κατηγορία φτερού απέναντι στον έχοντα τον τίτλο Αμερικάνο Πρωταθλητή. Ο δρόμος για την επιτυχία, από την επαρχία της Φινλανδίας μέχρι την καρδιά του Ελσίνκι, μοιάζει να είναι στρωμένος. Το μόνο που χρειάζεται ο Όλλι Μάκι είναι να χάσει βάρος και να συγκεντρωθεί στην προπόνηση, υπό την επίβλεψη του πρώην πρωταθλητή πυγμαχίας Έλις Άσκ. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα... Ο Όλλι έχει ερωτευτεί τη Ράιγια!
Η άποψή μας: Κοίτα να δεις τώρα: μια ασπρόμαυρη ταινία γυρισμένη σε φιλμ 16mm και θέμα της την πυγμαχία να βγάζει παρά την τεστοστερόνη που βρίσκεται στα ύψη, μπόλικο συναίσθημα! Αρχικά να πούμε πως ο σκηνοθέτης επέλεξε το ασπρόμαυρο καθώς τα μέρη στα οποία κινούνταν ο Όλλι Μάκι έχουν αλλάξει πάρα πολύ τα τελευταία 50 χρόνια και το έγχρωμο δεν θα μπορούσε να κρύψει τις αλλαγές – το ασπρόμαυρο το πέτυχε αυτό. Το δεύτερο και σημαντικότερο που πέτυχε ο σκηνοθέτης είναι να παρουσιάσει ένα αισθηματικό δράμα (!) μασκαρεμένο ως αθλητική ταινία πυγμαχίας! Ναι, ο Όλλι Μάκι δίνει μπουνιές, προπονείται, κάνει σάουνα για να χάσει κιλά, κινείται πάνω στο ρινγκ, στην πραγματικότητα, όμως, λίγο τον ενδιαφέρει ο αγώνας. Λίγο τον ενδιαφέρει το αποτέλεσμα του αγώνα. Λίγο τον ενδιαφέρει αν θα γίνει εθνικός ήρωας. Δυσανασχετεί που η ζωή του μπαίνει κάτω από το μικροσκόπιο. Δεν του αρέσουν ούτε οι φωτογραφήσεις ούτε οι συνεντεύξεις ούτε οι διαφημίσεις στις οποίες συμμετέχει ούτε οι συναθροίσεις με τους σπόνσορες! Έχει το γνώθι σαυτόν, είναι μοναχικός, βγάζει μια μελαγχολία, θέλει το χρόνο του, θέλει το χώρο του και πάνω απ' όλα, θέλει τη συντοπίτισσα του από τη μικρή πόλη Κοκόλα, τη Ράιγια, την οποία γνωρίζει σε έναν γάμο.
Η ταινία διαθέτει χιούμορ (όλη η συζήτηση μέσα στην εκκλησία για το πως είναι δυνατόν στην κατηγορία φτερού να αγωνίζονται αθλητές με μεγαλύτερο βάρος από εκείνους στην κατηγορία πετεινού!) και εμμέσως μιλάει και για το θέμα της αναπαράστασης και του κινηματογράφου, μέσω του ευρήματος του κινηματογραφικού συνεργείου που παρακολουθεί τον Όλλι Μάκι από κοντά κάνοντάς τον να ετοιμάζεται σε πρόβες για να βγαίνει πιο αληθινός! Ομορφότατη και γλυκύτατη η Oona Airola στο ρόλο της Ράιγια, εξαιρετικός ο Jarkko Lahti στο ρόλο του Όλλι Μάκι και το φινάλε της ταινίας είναι απλά υπέροχο. Μπορεί πάνω στο ρινγκ να έρθει η νίκη ή ήττα όμως... «Έρως ανίκατε μάχαν» και η συνάντηση με το γηραιό ζευγάρι (που είναι οι πραγματικοί Όλλι Μάκι και Ράιγια!) δίνει μια εξαιρετική ατάκα περί ευτυχίας. Τυχερός ο Όλλι Μάκι. Κι ευτυχισμένος για όλους τους σωστούς λόγους...
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στις 18.00 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Weirdwave με άγνωστη προς το παρόν ημερομηνία εξόδου)
Η υπόθεση: Ο Ραούφ είναι ένας εννιάχρονος πιτσιρίκος που ζει σε ένα χωριό Κούρδων στη βορειοανατολική Τουρκία. Στα παρακείμενα βουνά οι Κούρδοι αντάρτες πολεμάνε τον αγώνα τον καλό εναντίον των Τούρκων, προκειμένου να αποκτήσουν την πολυπόθητη ανεξαρτησία τους. Κάθε οικογένεια στο χωριό έχει τα δικά της θύματα, τα δικά της παιδιά που μάχονται, χωρίς να γνωρίζουν οι δικοί τους πολλές φορές αν ζουν ή αν έχουν πεθάνει. Καθώς ο πατέρας του Ραούφ βλέπει ότι δεν τα παίρνει τα γράμματα (κι όμως, τα παίρνει...) αποφασίζει να τον στείλει να δουλέψει ως μαθητευόμενος σε έναν μαραγκό, ο οποίος έχει τον άχαρο ρόλο να κατασκευάζει τα φέρετρα που τόσο πολύ μεγάλη ζήτηση έχουν στην περιοχή τους. Ο μαραγκός έχει μια κόρη, την πανέμορφη Ζάνα, με την οποία ο Ραούφ είναι ερωτευμένος! Όταν η Ζάνα ζητήσει από τον Ραούφ στην επικείμενη επίσκεψή του στην παρακείμενη πόλη να της αγοράσει ένα ροζ λουλουδιαστό φουλάρι, ο Ραούφ πιστεύει πως το ροζ χρώμα είναι εκείνο που θα τον βοηθήσει να κερδίσει τη Ζάνα. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: δεν ξέρει πως μοιάζει το ροζ χρώμα...
Η άποψή μας: Τι ταινιάρα είναι αυτή ρε παιδιά! Από τις στιγμές που χαίρεσαι για τις συγκινήσεις που σου προσφέρει η πιο λαϊκή από όλες τις τέχνες, ο κινηματογράφος. Η συγκεκριμένη ταινία ξεκίνησε το μακρύ της ταξίδι από το περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου, όπου συμμετείχε στο τμήμα «Generation Kplus», τμήμα δηλαδή με ταινίες που απευθύνονται σε παιδιά. Μόνο που η ταινία δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά. Καλύτερα: απευθύνεται σε ενήλικες και μπορούν να την παρακολουθήσουν και παιδιά μιας κάποιας ηλικίας. Ουσιαστικά, η ταινία σκιαγραφεί το πορτρέτο της μετάβασης ενός πιτσιρικά από την παιδική ηλικία στην απότομη ενηλικίωση μέσα από τον έρωτα και τον πόλεμο! Γι' αυτό και η εμμονή – επιμονή διέλευσης του ήρωα μέσα από πόρτες ή καδραρισμάτων μέσα από χτίσματα. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας εξελίσσεται το χειμώνα. Τα βουνά είναι χιονισμένα, το λευκό κυριαρχεί και είναι αυτό που αντανακλά από τη μια την απέριττη ομορφιά και από την άλλη την αίσθηση της παγωμάρας και της αναμονής.
Οι δύο σκηνοθέτες δεν κωλώνουν να εκμεταλλευτούν την ομορφιά του τοπίου ούτε να επιμείνουν στη χρήση μιας υπέροχης μουσικής που κάποια στιγμή είναι υπέρ του δέοντος λυρική! Η εξέλιξη της ιστορίας γίνεται γραμμικά, με μια σειρά από επεισόδια που έχουν συνάφεια αλλά λειτουργούν και αυτόνομα. Η ταινία διαθέτει απαραίτητες ανάσες χιούμορ, κυρίως όταν ο Ραούφ βρίσκεται με τα δύο φιλαράκια του και παίζουν ή συζητάνε με την αθωότητα της ηλικίας τους, προσπαθώντας πχ να δώσουν τον ορισμό του έρωτα! Έχει σκηνές εκπληκτικές, όπως εκείνες όπου ο Ραούφ αποφασίζει να πάει στον μαραγκό για να δει την κόρη του με τα πόδια, καθώς λόγω χιονόπτωσης έχουν κλείσει οι δρόμοι και το λεωφορείο που συνήθως τον μεταφέρει μένει εκτός λειτουργίας! Ο Ραούφ ζηλεύει, καθώς βλέπει τη Ζάνα να διαβάζει γράμματα, τα οποία νομίζει πως της τα στέλνει ο αγαπημένος της. Είναι βαθιά νυχτωμένος όμως. Και ο πόλεμος, αόρατος μεν, πανταχού παρών δε. Τα επαναλαμβανόμενα πλάνα με τη γιαγιά που κάθεται αμίλητη έξω σε ένα παγκάκι και κοιτάζει με τα άγρια μάτια της τον ορίζοντα, αναμένοντας το παιδί της, είναι σπουδαία και φορτίζονται προς το φινάλε όταν επιτέλους η γιαγιά μιλάει. Και εξηγεί στο μικρό που θα μπορέσει να δει το ροζ χρώμα.
Το φινάλε αυτό καθ' αυτό είναι από τα πιο συγκινητικά που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια! Έβλεπα την ταινία στο videoroom και δάκρυζα σαν κοριτσάκι! Και δεν είχα την κάλυψη της σκοτεινής αίθουσας, έτσι; Δεν ήξερα πως να κρυφτώ. Τι φινάλε έφτιαξαν οι μπαγάσες! Ο μικρός μεγαλώνει, βιώνει την απώλεια και κάνει τη μέγιστη κίνηση αγάπης! Η σκηνή που βλέπει τα λουλούδια στο βουνό, τα ροζ λουλούδια, είναι απερίγραπτα όμορφη! Και ναι, θα φτιάξει και στη γιαγιά ένα μπαστούνι: η νέα γενιά, σε μια υπέροχη αντιστροφή των συνηθισμένων, θα είναι εκείνη που θα δώσει την απαραίτητη στήριξη και – γιατί όχι; - ένα καλύτερο μέλλον σε όλους τους ανθρώπους! Το ξέρω ότι τελείωσαν οι προβολές της ταινίας αλλά όπου τη βρείτε μην τη χάσετε επ' ουδενί. Ατόφιο, καθάριο, λυτρωτικό σινεμά!
(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – δεν έχει ακόμα διανομή για τη χώρα μας)
Η Kelly Reichardt είναι παλιά αγαπημένη του φεστιβάλ μας. Νομίζω πως καθεμιά από τις εφτά μεγάλου μήκους ταινίες της φιλμογραφίας της έχουν προβληθεί στο ΦΚΘ. Η τελευταία της ταινία, το Κάποιες γυναίκες (Certain Women) προβάλλεται στο νέο τμήμα «Δυο, τρία πράγματα που ξέρω γι' αυτήν» (τμήμα, που δεν ξέρουμε αν θα μονιμοποιηθεί ή απλά παίζει το ρόλο του αποκλειστικά και μόνο φέτος). Από τις συμμετοχές της ταινίας σε διάφορα φεστιβάλ ανά τον κόσμο εκείνη που ξεχωρίζει είναι η προβολή της στο πρόσφατο φεστιβάλ του Λονδίνου, όπου κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας – πρόεδρος της κριτικής επιτροπής ήταν η Αθηνά – Ραχήλ Τσαγγάρη!
Η υπόθεση: Με φόντο τον μεγάλο ουρανό του νότου της Μοντάνα, σ’ ένα απέραντο και ασάλευτο τοπίο, κάποιες γυναίκες γεμάτες θέληση αναζητούν τρόπους ν’ αλλάξουν τον κόσμο γύρω τους. Μια δικηγόρος βρίσκεται αντιμέτωπη με σεξιστική συμπεριφορά εντός του γραφείου της, αλλά και με μια συνθήκη ομηρίας. Μια σύζυγος και μητέρα αποφασισμένη να χτίσει το σπίτι των ονείρων της, έρχεται σε αντιπαράθεση με όλους τους άνδρες που βρίσκονται στη ζωή της. Μια μοναχική Ινδιάνα που φροντίζει άλογα σε μια φάρμα αναπτύσσει μια αμφιλεγόμενη σχέση με μια απόφοιτο νομικής η οποία κάνει τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα...
Η άποψή μας: Η ιέρεια του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά φτιάχνει ταινίες που, το ομολογούμε, δεν κόβουμε και φλέβα γι' αυτές. Θέλω να πω, είναι ολοφάνερη (ιδίως εδώ) η αγάπη της για τους παλιούς Ευρωπαίους μάστορες, όπως ο Antonioni, βγάζει εξαιρετικές ερμηνείες από το πρωτοκλασάτο γυναικείο καστ της (καλύτερη όλων η Laura Dern, πρωταγωνίστρια της πρώτης ιστορίας, από κοντά η Michelle Williams, πρωταγωνίστρια της δεύτερης ιστορίας και τρίτη αλλά με επίσης καλές επιδόσεις, η Kristen Stewart, που δεν είναι η πρωταγωνίστρια της τρίτης ιστορίας, αλλά το αντικείμενο του πόθου της γυναίκας σ' αυτήν) αλλά είναι φλατ – ή μήπως είναι η ιδέα μου;
Θέλω να πω πως οι τρεις ταινίες εξελίσσονται, η καθεμιά ξεχωριστά για να δώσει τη σκυτάλη στην επόμενη, κατά μία έννοια διαπλέκονται (πολύ αδρά πάντως) και στο τέλος βλέπουμε το φινάλε καθεμιάς από αυτές. Χωρίς δραματική κορύφωση. Χωρίς κάτι άξιο προσοχής. Ήσυχες ζωές στις οποίες συμβαίνουν κάποια πράγματα ενδεχομένως και συναρπαστικά (αν μη τι άλλο, η υπόθεση ομηρείας δεν είναι κάτι που συμβαίνει κάθε μέρα) αλλά χωρίς να τις αλλάζουν, χωρίς να τις διαφοροποιούν, χωρίς να τις ταρακουνούν. Μόνο η Ινδιάνα βρίσκει τον τρόπο να εξομολογηθεί τον έρωτά της στη νεαρή δικηγόρο χωρίς πάλι να το κάνει ευθέως αλλά πλαγίως, σαν να μην θέλει να εκτεθεί ενώ έχει οδηγήσει ολόκληρη νύχτα για να πετύχει αυτό που θέλει. Και επιστρέφει μετά στην καθημερινή της ρουτίνα. Ok. Δεν ψήνομαι. Να πούμε πως το σενάριο της ταινίας βασίζεται σε διηγήματα της Maile Meloy.
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στις 13.00 στην αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη και η είσοδος σ' αυτήν είναι ελεύθερη με έκδοση μηδενικού εισιτηρίου – δεν έχει ακόμα διανομή για τη χώρα μας)
Ο Jan Hrebejk είναι μάλλον ο πιο διάσημος σύγχρονος Τσέχος σκηνοθέτης. Τον γνωρίσαμε στο ΦΚΘ με την ταινία του Παιχνίδια διχασμού και... εγκυμοσύνης (Musíme si pomáhat, 2000) που αργότερα βγήκε και στις αίθουσες και έκανε μεγάλη (αναλογικά) επιτυχία. Μάλιστα, μέσω αυτής προέκυψε κι ένα θεατρικό, το «Τα παιδιά τα φέρνει ο πελαργός» των Ρέππα – Παπαθανασίου, που σημείωσε πιένες. Πολλές κατοπινές του δημιουργίες παρουσιάστηκαν στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο του φεστιβάλ. Αυτήν τη φορά μας έρχεται με την 20η μεγάλου μήκους ταινία της καριέρας του. Τίτλος της: Η δασκάλα (Ucitelka) και είναι μία από τις ταινίες στις Ειδικές Προβολές του φεστιβάλ.
Η υπόθεση: Μπρατισλάβα, φθινόπωρο του 1983. Είναι η αρχή της σχολικής χρονιάς και η μεσήλικη κυρία Drazdechova μπαίνει στην τάξη. Θα τους διδάξει Τσέχικα, Ρώσικα και κάτι που έχει να κάνει με την ηθική. Ζητά από κάθε μαθητή που ακούει το όνομά του, να σηκώνεται, να παρουσιάζεται και να αναφέρει τι δουλειά κάνουν οι γονείς του! Υψηλόβαθμο στέλεχος του κομουνιστικού κόμματος, χήρα υψηλόβαθμου στρατιωτικού και με αδελφή που ζει στη Μόσχα, η δασκάλα έχει μάθει να παίρνει αυτό που θέλει εμμέσως. Χρησιμοποιεί λοιπόν τους μαθητές της για να χειραγωγήσει τους γονείς για το δικό της προσωπικό συμφέρον. Οι περισσότεροι γονείς υποκύπτουν στην πίεση και της προσφέρουν διάφορες υπηρεσίες και δώρα. Ωστόσο, τρεις οικογένειες αποφασίζουν να πατήσουν πόδι και να προσπαθήσουν να επιλύσουν την κατάσταση μαζί με τη διευθύντρια σε μια μυστική συνάντηση γονέων και κηδεμόνων κι ενώ έχουν συμβεί διάφορα περίεργα πράγματα.
Η άποψή μας: Καθώς παρακολουθούσα την πραγματικά καλοφτιαγμένη αυτή ταινία έψαχνα παράλληλα τρόπους στο μυαλό μου για να την ακυρώσω. Θέλω να πω όσο περνούσε η ώρα σε έκανε να αισθάνεσαι πιο άσχημα από τη στιγμή που είσαι αριστερός (δεν θα πω κομουνιστής, γιατί κάποιους τους τρομάζει πάρα πολύ αυτή η λέξη). Στην ταινία παρουσιάζεται με τη χρήση έξυπνου χιούμορ η κατάχρηση εξουσίας που ασκεί μια συντρόφισσα στους γονείς των παιδιών που διδάσκει. Δεν φτιάχνεις κύριε μαραγκέ το πορτατίφ που χάλασε; Δεν παίρνει καλούς βαθμούς το παιδί σου. Δεν διορθώνεις κύριε υδραυλικέ το πλυντήριο; Δεν παίρνει καλούς βαθμούς το παιδί σου. Δεν στέλνεις το γλυκό που ετοίμασα (εντάξει, που έφτιαξε μια μητέρα ενός άλλου παιδιού!) στην αδελφή μου στη Μόσχα; Δεν παίρνει καλούς βαθμούς το παιδί σου. Δεν μου... κάθεσαι κύριε αντικαθεστωτικέ αστρονόμε, που η γυναίκα σου διέφυγε προς τη δύση; Δεν παίρνει καλούς βαθμούς το παιδί σου.
Μιλάμε πως η Zuzana Maurery, που υποδύεται την εν λόγω δασκάλα, είναι εξαιρετική στο ρόλο της, τόσο πολύ που θέλεις να τη δείρεις! Καθόλου τυχαία λοιπόν η βράβευσή της στο πρόσφατο φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι. Έλεγα λοιπόν: είναι ψέματα όλα όσα δείχνει η ταινία, είναι προπαγάνδα. Έτσι, όμως, θα έπεφτα στη λούμπα της αντίπαλης πλευράς, που ονοματίζει προπαγάνδα οποιαδήποτε ναζιστική θηριωδία. Σκεφτόμουν: κανένα σύστημα δεν είναι τέλειο (αναφέρεται και στην ταινία!) - το ίδιο όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από την αντίπαλη μεριά. Νευρίαζα: μα οι κομουνιστές έχουμε το ηθικό πλεονέκτημα, τι κάνει αυτός, αστικές παπαριές μας αραδιάζει. Χμ, μάλλον έτσι είχαν τα πράγματα στα αλήθεια. Οπότε, άραξα και... απόλαυσα το φιλμ. Που πέρα όλων των άλλων έδειχνε εξαιρετικά το πόσο δύσκολο είναι να καταγγείλεις την εξουσία ξεπερνώντας το φόβο σου. Οι γονείς που καταγγέλλουν τη δασκάλα έχουν να αντιμετωπίσουν χαφιέδες, μυστικούς πράκτορες (!), έναν ολόκληρο κρατικό μηχανισμό και κυρίως τους άλλους γονείς που τα έχουν καλά με την εξουσία, καρπώνονται τα καλά της υποταγής τους κι επειδή είναι ηθικά λερωμένοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να μειώσουν τη δυναμική των καταγγελλόντων.
Έξυπνο το σχόλιο του σκηνοθέτη όπως και να το κάνουμε. Το Κακό προελαύνει όταν καλοί άνθρωποι το βλέπουν και δεν κάνουν κάτι γι' αυτό. Κι ενώ σκεφτόμασταν να μην κάνουμε ούτε καν παρουσίαση της ταινίας εδώ και να τη θάψουμε όταν θα έβγαινε στις αίθουσες για αντικομουνιστική προπαγάνδα (θα ήθελα να δω τι θα έγραφα) κάνει μια πανέξυπνη γυριστή ο σκηνοθέτης στο φινάλε, εκεί που πέφτουν τα γράμματα, τέτοια που μας κάνει να αναφωνήσουμε: είσαι τεράστιος! Δεν έχουν σημασία τα πολιτικά καθεστώτα εντέλει, μας λέει ο Hrebejk. Παντού υπάρχουν άνθρωποι που απλά τα εκμεταλλεύονται. Άνθρωποι για όλες τις εποχές. Άνθρωποι ΟΦΑ (όπου φυσάει ο άνεμος). Σ' ωραίος!
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στις 15.00 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Rosebud.21 μέσα στον ερχόμενο Δεκέμβριο)
Η πρώτη από τις δύο ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος που θα παρουσιάσουμε σήμερα είναι βρετανικής παραγωγής κι έχει τον τίτλο Λαίδη Μάκμπεθ (Lady Macbeth). Και είναι από εκείνες της ταινίες του συγκεκριμένου τμήματος που παίρνει θετικό πρόσημο – πολύ θετικό indeed! Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του θεατρικού σκηνοθέτη William Oldroyd. Είναι βασισμένη στη νουβέλα του 19ου αιώνα «Lady Macbeth of Mtsensk District» του Nikolai Leskov, που αργότερα μεταφέρθηκε σε όπερα και εννοείται πως με τη σειρά της είναι βασισμένη στο αρχετυπικό δράμα του Shakespeare. Στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν κέρδισε το βραβείο των κριτικών της FIPRESCI.
Η υπόθεση: Κάπου στην Αγγλία, το σωτήριον έτος 1865, η Κάθριν είναι μια νεαρή γυναίκα που παντρεύεται στο πλαίσιο μιας εμπορικής συναλλαγής. Ουσιαστικά, ο πατέρας της την πουλάει στον μεγιστάνα του κάρβουνου, Μπόρις, ο οποίος την παντρεύει με τον γιο του, τον Αλεξάντερ, που έχει τα διπλά χρόνια από εκείνη. Ο Μπόρις και ο Αλεξάντερ δεν αφήνουν στην Κάθριν να βγει έξω κι έτσι η νεαρή γυναίκα ζει μέσα σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον. Όταν και οι δύο άρχοντες του σπιτιού φύγουν από αυτό για δουλειές για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Κάθριν αρχίζει να ανασαίνει επιτέλους. Κι όχι μόνον αυτό: γνωρίζει τον έρωτα στο πρόσωπο του σταβλίτη της, του Τζέιμς. Οι δυο τους βιώνουν την κατάσταση ως απόλυτη ευτυχία. Όλα τα καλά πράγματα, όμως, έχουν ένα τέλος. Χμ, η Κάθριν δεν συμφωνεί. Και θα κάνει ότι περνά από το χέρι της για να διατηρήσει τα κεκτημένα της...
Η άποψή μας: Γουάου! Να τι συμβαίνει λοιπόν όταν μια ταινία εποχής ξεπερνά τα δεσμά του είδους της και κινηματογραφείται με εντελώς σύγχρονους τρόπους. Είναι μία από αυτές τις ταινίες που σε αρπάζει από το πρώτο λεπτό και δεν σε αφήνει παρά μόνον μετά τους τίτλους τέλους της. Είναι μια από αυτές τις φεμινιστικές ταινίες που δεν σε πρήζουν με την ατζέντα τους καθώς σε ενθουσιάζουν και περνούν αυτά που θέλουν χωρίς στράτευση. Είναι ταινία αισθητικά άψογη, με τρομερό σενάριο και εξαιρετική σκηνοθεσία. Και είναι από τις ταινίες που χωρίς την πρωταγωνίστρια τους δεν θα ήταν το ίδιο καλές όσο φαίνονται. Η Florence Pugh στη δεύτερη κινηματογραφική της εμφάνιση σε μεγάλου μήκους ταινία αφήνει τα διαπιστευτήριά της και μας συστήνεται υπενθυμίζοντάς μας σε κάθε πλάνο στο οποίο εμφανίζεται πως θα μας απασχολεί για πάρα πολλά χρόνια με το ταλέντο της! Ερμηνεία ζωής πραγματικά! Συλλαμβάνει όλα όσα είναι η Κάθριν που υποδύεται.
Μια κοπέλα που δεν φοβάται. Που έχει λίγη περιέργεια για το σεξ κι ας είναι να γίνει (όπως νομίζει) αρχικά με έναν άνδρα τον οποίο δεν αγαπά – τον σύζυγό της. Που βαριέται απίστευτα! Πρώτη φορά σε ταινία ένιωσα τόσο πολύ το αίσθημα της βαρεμάρας από έναν ήρωα! Χασμουριέται μέσα στο έντονα μπλε άψογο φόρεμά της, δεν ξέρει πώς να σκοτώσει την ώρα της μέσα στο χρυσό κλουβί της, βαριέται! Και μετά, ήρθε ο έρωτας. Και θαρρείς πως την κάνει να ανθίζει. Η μικρή κοπελίτσα που βαριόταν γίνεται μια δυναμική γυναίκα που ορίζει τη ζωή της, που απολαμβάνει αυτά που η ζωή της προσφέρει απλόχερα, που γεύεται με απίστευτη όρεξη τον έρωτα. Κι ας κάνει το πρώτο βήμα ο αυθάδης σταυλικός της: του αντιστέκεται αρχικά, γίνεται δική του στη συνέχεια και μετά παίρνει εκείνη το πάνω χέρι! Οδηγεί τις καταστάσεις, παίρνει τις αποφάσεις, είναι ψύχραιμη, υπολογίστρια και δεν δέχεται να υποταγεί ποτέ ξανά στη ζωή της. Το γεγονός ότι για να διατηρήσει τα κεκτημένα οδηγείται σε ειδεχθείς πράξεις, όχι μόνο μία φορά, και οι θεατές συνεχίζουν να είναι μαζί της, αποτελεί κατόρθωμα της τρομερής νεαρής ηθοποιού με το εκφραστικότατο πρόσωπο!
Κατά μία έννοια μοιάζει με τον Jonathan Rhys Meyers στο ρόλο που έχει στο «Match Point»: έχει εγκληματήσει αλλά οι θεατές δεν θέλουμε να συλληφθεί! Τρομερή ταινία, απολαυστική, υπέροχη, για τις διεκδικήσεις μιας δυναμικής γυναίκας σε έναν σωβινιστικό κόσμο. Στο τέλος, προδομένη από τον εραστή της, θα χρησιμοποιήσει κάθε ένα από τα δικαιώματα που χρησιμοποιούν οι άνδρες για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Και θα πει ψέματα. Και θα μείνει ατιμώρητη. Και μόνη. Μάλλον, όμως, δεν θα βαρεθεί ποτέ ξανά στη ζωή της...
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στις 15.30 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Strada Films με άγνωστη προς το παρόν ημερομηνία εξόδου)
Και κλείνουμε τη σημερινή μας ανταπόκριση με άλλη μια ταινία από το διαγωνιστικό τμήμα. Τίτλος της: Η πιο ευτυχισμένη μέρα του Όλλι Μάκι (Hymyilevä mies) του Juho Kuosmanen από τη Φινλανδία. Μια βιογραφική ταινία βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, η οποία έλαβε μέρος στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του περασμένου φεστιβάλ των Καννών, κερδίζοντας το αντίστοιχο βραβείο καλύτερης ταινίας!
Η υπόθεση: Το καλοκαίρι του 1962, ο Φιλανδός Πρωταθλητής Ευρώπης, ερασιτέχνης πυγμάχος, Όλλι Μάκι, είναι έτοιμος να αγωνιστεί για τον τίτλο του Πρωταθλητή Κόσμου στην κατηγορία φτερού απέναντι στον έχοντα τον τίτλο Αμερικάνο Πρωταθλητή. Ο δρόμος για την επιτυχία, από την επαρχία της Φινλανδίας μέχρι την καρδιά του Ελσίνκι, μοιάζει να είναι στρωμένος. Το μόνο που χρειάζεται ο Όλλι Μάκι είναι να χάσει βάρος και να συγκεντρωθεί στην προπόνηση, υπό την επίβλεψη του πρώην πρωταθλητή πυγμαχίας Έλις Άσκ. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα... Ο Όλλι έχει ερωτευτεί τη Ράιγια!
Η άποψή μας: Κοίτα να δεις τώρα: μια ασπρόμαυρη ταινία γυρισμένη σε φιλμ 16mm και θέμα της την πυγμαχία να βγάζει παρά την τεστοστερόνη που βρίσκεται στα ύψη, μπόλικο συναίσθημα! Αρχικά να πούμε πως ο σκηνοθέτης επέλεξε το ασπρόμαυρο καθώς τα μέρη στα οποία κινούνταν ο Όλλι Μάκι έχουν αλλάξει πάρα πολύ τα τελευταία 50 χρόνια και το έγχρωμο δεν θα μπορούσε να κρύψει τις αλλαγές – το ασπρόμαυρο το πέτυχε αυτό. Το δεύτερο και σημαντικότερο που πέτυχε ο σκηνοθέτης είναι να παρουσιάσει ένα αισθηματικό δράμα (!) μασκαρεμένο ως αθλητική ταινία πυγμαχίας! Ναι, ο Όλλι Μάκι δίνει μπουνιές, προπονείται, κάνει σάουνα για να χάσει κιλά, κινείται πάνω στο ρινγκ, στην πραγματικότητα, όμως, λίγο τον ενδιαφέρει ο αγώνας. Λίγο τον ενδιαφέρει το αποτέλεσμα του αγώνα. Λίγο τον ενδιαφέρει αν θα γίνει εθνικός ήρωας. Δυσανασχετεί που η ζωή του μπαίνει κάτω από το μικροσκόπιο. Δεν του αρέσουν ούτε οι φωτογραφήσεις ούτε οι συνεντεύξεις ούτε οι διαφημίσεις στις οποίες συμμετέχει ούτε οι συναθροίσεις με τους σπόνσορες! Έχει το γνώθι σαυτόν, είναι μοναχικός, βγάζει μια μελαγχολία, θέλει το χρόνο του, θέλει το χώρο του και πάνω απ' όλα, θέλει τη συντοπίτισσα του από τη μικρή πόλη Κοκόλα, τη Ράιγια, την οποία γνωρίζει σε έναν γάμο.
Η ταινία διαθέτει χιούμορ (όλη η συζήτηση μέσα στην εκκλησία για το πως είναι δυνατόν στην κατηγορία φτερού να αγωνίζονται αθλητές με μεγαλύτερο βάρος από εκείνους στην κατηγορία πετεινού!) και εμμέσως μιλάει και για το θέμα της αναπαράστασης και του κινηματογράφου, μέσω του ευρήματος του κινηματογραφικού συνεργείου που παρακολουθεί τον Όλλι Μάκι από κοντά κάνοντάς τον να ετοιμάζεται σε πρόβες για να βγαίνει πιο αληθινός! Ομορφότατη και γλυκύτατη η Oona Airola στο ρόλο της Ράιγια, εξαιρετικός ο Jarkko Lahti στο ρόλο του Όλλι Μάκι και το φινάλε της ταινίας είναι απλά υπέροχο. Μπορεί πάνω στο ρινγκ να έρθει η νίκη ή ήττα όμως... «Έρως ανίκατε μάχαν» και η συνάντηση με το γηραιό ζευγάρι (που είναι οι πραγματικοί Όλλι Μάκι και Ράιγια!) δίνει μια εξαιρετική ατάκα περί ευτυχίας. Τυχερός ο Όλλι Μάκι. Κι ευτυχισμένος για όλους τους σωστούς λόγους...
(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στις 18.00 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Weirdwave με άγνωστη προς το παρόν ημερομηνία εξόδου)