του Yann Gozlan. Με τους Pierre Niney, Ana Girardot, Andre Marcon, Valeria Cavalli, Thibault Vincon, Marc Barbe, Laurent Grevill, Sacha Mijovic
Best... seller
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Στη σκιά του Φάουστ!
Ρε γμτ, είναι πολύ σπαστικό όταν έχεις μια καλή ιδέα και ο εγκέφαλος δεν σε βοηθάει να την προχωρήσεις, έτσι δεν είναι; Τι θέλω να πω; Να, τούτη η ταινία, μου θύμισε κι άλλες ταινίες τις οποίες έχω δει σίγουρα – και 100% θα υπάρχουν κι άλλες που δεν έχω δει – όπου κάποιος συγγραφέας «κλέβει» το κείμενο ενός άλλου και το παρουσιάζει ως δικό του και γίνεται γκραν σουξέ εντ σόου ον. Έλα μου όμως πως σε κάθε «ψαχτήρι» κι αν ανέτρεξα, ξεκινώντας από το... μυαλό μου, δεν βρήκα κάτι! Όλα τα ψαχτήρια παραπέμπουν σε ταινίες με τύπους που δανείζονται άλλη ταυτότητα, που παρουσιάζονται ως κάποιος άλλος. Και αυτό σωστό. Ταινίες με οικειοποίηση συγγραφικού έργου άλλου, όμως; Ελάτε, αφού έχουμε δει. Να, σαν να μου έρχεται μια ταινία όπου ένας καθηγητής λογοτεχνίας, που έχει να γράψει best seller εδώ και αιώνες, διαβάζει ένα draft κάποιου φοιτητή του και το ζηλεύει και φτάνει μέχρι να τον δολοφονήσει! Ο Kenneth Branagh έπαιζε ή μήπως όχι; Ουφ, τελικά πήγα με χρήση keywords στο imdb, έβαλα το plagiarism – η ταινία που θυμόμουνα ονομάζεται «Messages Deleted» (2010) με τον Matthew Lillard και ανάθεμά με αν... θυμάμαι πού και υπό ποίες συνθήκες την έχω δει – και βγήκαν μπόλικες ανάλογες. Ας πούμε το The Words (2012), που δεν βγήκε στις αίθουσες στη χώρα μας και σίγουρα δεν το έχω δει. Ή το «Μυστικό παράθυρο» (Secret Window, 2004), που το είδα και ναι, παραπέμπει κατά μία έννοια στην ταινία μας! Και το «A Murder of Crows» (1998) έχει ανάλογη θεματική – αυτό σίγουρα το είδα σε dvd! Άντε, τελικά βρήκαμε πράμα!
Το Un Homme Ideal είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Yann Gozlan μετά το «Captifs» (2010). Στη Γαλλία την είδαν πάνω από μισό εκατομμύριο θεατές. Και διαθέτει στον πρωταγωνιστικό ρόλο τον 27χρονο Pierre Niney, του οποίου το μέλλον προδιαγράφεται εντελώς ελπιδοφόρο και εντυπωσιακό!
Η υπόθεση: Ο Ματιέ είναι ένας νεαρός επίδοξος συγγραφέας. Γράφει συνεχώς, πιστεύει πως διαθέτει ταλέντο αλλά κανένας εκδοτικός οίκος δεν δέχεται να εκδώσει κάτι που έχει την υπογραφή του. Προκειμένου να βγάζει τα προς το ζην, εργάζεται περιστασιακά σε ένα συνεργείο μετακομίσεων. Όταν από τη δουλειά αναλαμβάνει να αδειάσει το σπίτι ενός γηραιού κυρίου που πεθαίνει μόνος του, χωρίς να έχει κανέναν συγγενή, ανακαλύπτει στα πράγματα του νεκρού ένα ημερολόγιο. Ο Ματιέ το διαβάζει και παθαίνει πλάκα: είναι καταπληκτικό! Και ως ιδέα και ως εκτέλεση. Μετά από μια μικρή εσωτερική πάλη, έχοντας ηθικούς ενδοιασμούς, τελικά το αποφασίζει: αντιγράφει στο λάπτοπ του το χειρόγραφο ημερολόγιο, του δίνει τίτλο και το στέλνει σε έναν εκδοτικό οίκο ως δικό του! Οικειοποιείται το βιβλίο ενός νεκρού.
Ο επικεφαλής του εκδοτικού οίκου συναρπάζεται, το βιβλίο εκδίδεται, οι κριτικές είναι διθυραμβικές, οι πωλήσεις εξίσου και ο Ματιέ ανακηρύσσεται ως το next big thing της γαλλικής λογοτεχνίας. Φήμη, δόξα, λεφτά, όλα σε μια στιγμή γίνονται δικά του, όπως και η γυναίκα των ονείρων του, η Αλίς. Τρία χρόνια μετά, ο δεσμευμένος με την Αλίς Ματιέ βιώνει την απόλυτη ντόλτσε βίτα. Περνάει τον περισσότερο χρόνο του στην παραθαλάσσια βίλα των γονιών της Αλίς, στην Κυανή Ακτή, ψάχνοντας απεγνωσμένα το θέμα του επόμενου βιβλίου του. Η πίεση από τον εκδότη είναι έντονη για λίγες έστω αράδες του πολυαναμενόμενου νέου πονήματος. Και σαν να μην έφτανε αυτή, εμφανίζεται κάποιος που εκβιάζει τον Ματιέ καθώς, όπως φαίνεται, γνωρίζει την αλήθεια...
Η άποψή μας: Νύχτα σε δρόμο χωρίς φωτισμό. Ένα ακριβό αμάξι μεγάλου κυβισμού τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ο οδηγός του είναι αναστατωμένος. Σίγουρα και απελπισμένος. Έχει ξεμείνει από λύσεις. No way out. Ναι, ο βράχος φαίνεται καλή ευκαιρία. Ναι, θα καρφώσει το αμάξι επάνω του και όλα θα τελειώσουν, χωρίς να βασανίζεται πια. Cut. Αυτή είναι η αρχική σκηνή τούτου του πολύ όμορφου, παλαιάς κοπής... νεονουάρ! Ένα νεονουάρ που κάνει πάρα πολλά πράγματα πολύ σωστά. Δεν ανοίγεται σε άπειρους ομόκεντρους κύκλους, δεν ολισθαίνει από την κεντρική ιδέα, δεν παρεκτρέπεται σε επιμέρους καταστάσεις. Αυτό που βλέπεις αυτό παίρνεις. Και είναι στη διάθεση και στην ευχέρεια τη δική σου ως θεατή να κάνεις τις απαραίτητες συγκρίσεις. Βασικά, με το δικό σου ηθικό ρεζερβουάρ: εσύ τι θα έκανες στη θέση του Ματιέ; Θα χρησιμοποιούσες ως δικό σου ένα χειρόγραφο το οποίο δεν σου ανήκει; Και μέχρι πού θα έφτανες για να μην αποκαλυφθεί η τόσο ταπεινωτική για σένα αλήθεια;
Όλο το κλίμα της ταινίας από την αρχή ως το τέλος είναι ολοφάνερο ότι σε βάζει σε mood Patricia Highsmith. Ο Ματιέ μοιάζει πάρα πολύ με τον βασικό της αντιήρωα σε πολλά βιβλία της, τον Τομ Ρίπλεϊ, έτσι όπως ενσαρκώθηκε στη μεγάλη οθόνη τόσο από τον Alain Delon στο «Γυμνοί στον ήλιο» (Plein soleil, 1960) όσο και από τον Matt Damon στο «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» (The Talented Mr. Ripley, 1999) – ταινιάρες και οι δύο! Αλλά μοιάζει και με τον ήρωα του Woody Allen στο «Match Point». Και αυτό που καταφέρνουν τόσο ο Woody όσο και ο σκηνοθέτης τούτης της ταινίας είναι να οδηγήσουν το θεατή να συμπαθήσει (το λιγότερο) έναν τόσο προβληματικό και ηθικά επιλήψιμο ήρωα! Σχεδόν ευχόμαστε να τη βγάλει καθαρή, να ζήσει και να ευτυχίσει, παρά το γεγονός ότι «παραβιάζει» σχεδόν όλη τη λίστα των Δέκα Εντολών! Μεγάλο επίτευγμα αυτό και σίγουρα «ευθύνεται» πέρα από το σενάριο και τη σκηνοθεσία και ο πρωταγωνιστής της ταινίας.
Ο Pierre Niney μετά την εξαιρετική ερμηνεία του στο «Yves Saint Laurent» (2014) δείχνει και εδώ πως τόσο εμφανισιακά όσο και ερμηνευτικά είναι από τους καλύτερους της γενιάς του. Η ταινία σε κρατάει από το πρώτο ως το εντελώς ειρωνικό τελευταίο της λεπτό. Ο ρυθμός της είναι εξαιρετικός, τα γεγονότα κάποια στιγμή παίρνουν μορφή χιονοστιβάδας, οι εκπλήξεις και οι ανατροπές είναι πανταχού παρούσες. Κάθε φορά που ο Ματιέ καλείται να πάρει μια ηθική απόφαση, πάντα επιλέγει την... ανήθικη. Ένας μέτριος άνθρωπος είναι με αμφισβητούμενο ταλέντο (το «παίζει» έξυπνα ο σκηνοθέτης αυτό μέχρι το φινάλε), που προσπαθεί να διορθώσει κάθε λάθος του με κάποιο καινούριο. Και όλο και βρίσκεται σε χειρότερη θέση από την προηγούμενη και όλο και ο κλοιός γύρω του σφίγγει και όλο και περισσότερο καταλαβαίνει την πικρή αλήθεια για τον εαυτό του – θέλει να ενδώσει αλλά το αίσθημα της αυτοσυντήρησης είναι μεγαλύτερο, οπότε σαν αγρίμι θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να επιβιώσει. Κι όλα αυτά μέσα σε ένα πλαίσιο όπου προφανώς και ο κόσμος γύρω του δεν είναι αγγελικά πλασμένος, έτσι; Απολαμβάνω μια ζωή χαρισάμενη πατώντας πάνω σε ένα πτώμα και φοβάμαι πως ανά πάσα στιγμή θα με ανακαλύψουν, θα δουν μέσα μου και θα καταλάβουν πόσο λίγος, πόσο κάλπης, πόσο ψεύτης είμαι. Ε, όταν πια πλησιάσουν σε απόσταση αναπνοής, καλύτερα να εξαφανιστώ. Σπουδαίο νεονουάρ, με αποδεκτές και λογικές μέσα στο πλαίσιο της ταινίας αναληθοφάνειες, που θα λατρέψετε.
ΥΓ: Δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο για κάποιον που γράφει από έναν κέρσορα στην αρχή μιας άδειας σελίδας στην οθόνη του υπολογιστή, που αναβοσβήνει. Σαν τη φλόγα που τρεμοσβήνει ένα πράμα...
Η υπόθεση: Ο Ματιέ είναι ένας νεαρός επίδοξος συγγραφέας. Γράφει συνεχώς, πιστεύει πως διαθέτει ταλέντο αλλά κανένας εκδοτικός οίκος δεν δέχεται να εκδώσει κάτι που έχει την υπογραφή του. Προκειμένου να βγάζει τα προς το ζην, εργάζεται περιστασιακά σε ένα συνεργείο μετακομίσεων. Όταν από τη δουλειά αναλαμβάνει να αδειάσει το σπίτι ενός γηραιού κυρίου που πεθαίνει μόνος του, χωρίς να έχει κανέναν συγγενή, ανακαλύπτει στα πράγματα του νεκρού ένα ημερολόγιο. Ο Ματιέ το διαβάζει και παθαίνει πλάκα: είναι καταπληκτικό! Και ως ιδέα και ως εκτέλεση. Μετά από μια μικρή εσωτερική πάλη, έχοντας ηθικούς ενδοιασμούς, τελικά το αποφασίζει: αντιγράφει στο λάπτοπ του το χειρόγραφο ημερολόγιο, του δίνει τίτλο και το στέλνει σε έναν εκδοτικό οίκο ως δικό του! Οικειοποιείται το βιβλίο ενός νεκρού.
Ο επικεφαλής του εκδοτικού οίκου συναρπάζεται, το βιβλίο εκδίδεται, οι κριτικές είναι διθυραμβικές, οι πωλήσεις εξίσου και ο Ματιέ ανακηρύσσεται ως το next big thing της γαλλικής λογοτεχνίας. Φήμη, δόξα, λεφτά, όλα σε μια στιγμή γίνονται δικά του, όπως και η γυναίκα των ονείρων του, η Αλίς. Τρία χρόνια μετά, ο δεσμευμένος με την Αλίς Ματιέ βιώνει την απόλυτη ντόλτσε βίτα. Περνάει τον περισσότερο χρόνο του στην παραθαλάσσια βίλα των γονιών της Αλίς, στην Κυανή Ακτή, ψάχνοντας απεγνωσμένα το θέμα του επόμενου βιβλίου του. Η πίεση από τον εκδότη είναι έντονη για λίγες έστω αράδες του πολυαναμενόμενου νέου πονήματος. Και σαν να μην έφτανε αυτή, εμφανίζεται κάποιος που εκβιάζει τον Ματιέ καθώς, όπως φαίνεται, γνωρίζει την αλήθεια...
Η άποψή μας: Νύχτα σε δρόμο χωρίς φωτισμό. Ένα ακριβό αμάξι μεγάλου κυβισμού τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ο οδηγός του είναι αναστατωμένος. Σίγουρα και απελπισμένος. Έχει ξεμείνει από λύσεις. No way out. Ναι, ο βράχος φαίνεται καλή ευκαιρία. Ναι, θα καρφώσει το αμάξι επάνω του και όλα θα τελειώσουν, χωρίς να βασανίζεται πια. Cut. Αυτή είναι η αρχική σκηνή τούτου του πολύ όμορφου, παλαιάς κοπής... νεονουάρ! Ένα νεονουάρ που κάνει πάρα πολλά πράγματα πολύ σωστά. Δεν ανοίγεται σε άπειρους ομόκεντρους κύκλους, δεν ολισθαίνει από την κεντρική ιδέα, δεν παρεκτρέπεται σε επιμέρους καταστάσεις. Αυτό που βλέπεις αυτό παίρνεις. Και είναι στη διάθεση και στην ευχέρεια τη δική σου ως θεατή να κάνεις τις απαραίτητες συγκρίσεις. Βασικά, με το δικό σου ηθικό ρεζερβουάρ: εσύ τι θα έκανες στη θέση του Ματιέ; Θα χρησιμοποιούσες ως δικό σου ένα χειρόγραφο το οποίο δεν σου ανήκει; Και μέχρι πού θα έφτανες για να μην αποκαλυφθεί η τόσο ταπεινωτική για σένα αλήθεια;
Όλο το κλίμα της ταινίας από την αρχή ως το τέλος είναι ολοφάνερο ότι σε βάζει σε mood Patricia Highsmith. Ο Ματιέ μοιάζει πάρα πολύ με τον βασικό της αντιήρωα σε πολλά βιβλία της, τον Τομ Ρίπλεϊ, έτσι όπως ενσαρκώθηκε στη μεγάλη οθόνη τόσο από τον Alain Delon στο «Γυμνοί στον ήλιο» (Plein soleil, 1960) όσο και από τον Matt Damon στο «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» (The Talented Mr. Ripley, 1999) – ταινιάρες και οι δύο! Αλλά μοιάζει και με τον ήρωα του Woody Allen στο «Match Point». Και αυτό που καταφέρνουν τόσο ο Woody όσο και ο σκηνοθέτης τούτης της ταινίας είναι να οδηγήσουν το θεατή να συμπαθήσει (το λιγότερο) έναν τόσο προβληματικό και ηθικά επιλήψιμο ήρωα! Σχεδόν ευχόμαστε να τη βγάλει καθαρή, να ζήσει και να ευτυχίσει, παρά το γεγονός ότι «παραβιάζει» σχεδόν όλη τη λίστα των Δέκα Εντολών! Μεγάλο επίτευγμα αυτό και σίγουρα «ευθύνεται» πέρα από το σενάριο και τη σκηνοθεσία και ο πρωταγωνιστής της ταινίας.
Ο Pierre Niney μετά την εξαιρετική ερμηνεία του στο «Yves Saint Laurent» (2014) δείχνει και εδώ πως τόσο εμφανισιακά όσο και ερμηνευτικά είναι από τους καλύτερους της γενιάς του. Η ταινία σε κρατάει από το πρώτο ως το εντελώς ειρωνικό τελευταίο της λεπτό. Ο ρυθμός της είναι εξαιρετικός, τα γεγονότα κάποια στιγμή παίρνουν μορφή χιονοστιβάδας, οι εκπλήξεις και οι ανατροπές είναι πανταχού παρούσες. Κάθε φορά που ο Ματιέ καλείται να πάρει μια ηθική απόφαση, πάντα επιλέγει την... ανήθικη. Ένας μέτριος άνθρωπος είναι με αμφισβητούμενο ταλέντο (το «παίζει» έξυπνα ο σκηνοθέτης αυτό μέχρι το φινάλε), που προσπαθεί να διορθώσει κάθε λάθος του με κάποιο καινούριο. Και όλο και βρίσκεται σε χειρότερη θέση από την προηγούμενη και όλο και ο κλοιός γύρω του σφίγγει και όλο και περισσότερο καταλαβαίνει την πικρή αλήθεια για τον εαυτό του – θέλει να ενδώσει αλλά το αίσθημα της αυτοσυντήρησης είναι μεγαλύτερο, οπότε σαν αγρίμι θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να επιβιώσει. Κι όλα αυτά μέσα σε ένα πλαίσιο όπου προφανώς και ο κόσμος γύρω του δεν είναι αγγελικά πλασμένος, έτσι; Απολαμβάνω μια ζωή χαρισάμενη πατώντας πάνω σε ένα πτώμα και φοβάμαι πως ανά πάσα στιγμή θα με ανακαλύψουν, θα δουν μέσα μου και θα καταλάβουν πόσο λίγος, πόσο κάλπης, πόσο ψεύτης είμαι. Ε, όταν πια πλησιάσουν σε απόσταση αναπνοής, καλύτερα να εξαφανιστώ. Σπουδαίο νεονουάρ, με αποδεκτές και λογικές μέσα στο πλαίσιο της ταινίας αναληθοφάνειες, που θα λατρέψετε.
ΥΓ: Δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο για κάποιον που γράφει από έναν κέρσορα στην αρχή μιας άδειας σελίδας στην οθόνη του υπολογιστή, που αναβοσβήνει. Σαν τη φλόγα που τρεμοσβήνει ένα πράμα...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Οκτωβρίου 2016 από την Filmtrade
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική