του Mohamed Hamidi. Με τους Fatsah Bouyahmed, Lambert Wilson, Jamel Debbouze, Julia Piaton, Hajar Masdouki, Ait-Souna Ahmed, Amal El Atrache, Fehd Benchemsi
Αλγέρι - Παρίσι, ένα άρμεγμα δρόμος
του zerVo (@moviesltd)
Μιλάμε τώρα για κοντά δύο χιλιάδες χιλιόμετρα διαδρομή. Για ταξίδι σε άλλη ήπειρο αν συνυπολογίσουμε και το φέρρυ μποτ που καλύπτει το ναυτικό κενό μεταξύ Αφρικής και Γηραιάς Ηπείρου. Αν μέσα σου όμως το κρύβεις καλά το όνειρο να μετεξελιχθείς σε σύγχρονο Οδυσσέα, που εις Παρισίους ορίζει την Ιθάκη του, ε, τότε δεν σε φοβίζει καν το πόσο μακριά μπορεί να βρίσκεται ο τελικός προορισμός. Σε όλα αυτά αν προσθέσουμε και την παντελή γεωγραφική άγνοια μιας και στις παρυφές του όρους Άτλαντα μπορεί τα πιτσιρίκια να διδάσκονται τους τόπους από έναν ψευτο-χάρτη, αλλά στην σκεπτική των γηραιότερων, η Πόλη του Φωτός υπάρχει μόνο ως μια θολή και απροσδιόριστη έννοια, μπορεί να θεωρήσει κάποιος σαν πιθανό να ξεκινήσει την πορεία ετούτη, με τα πόδια, συντροφιά μόνο με το...κατοικίδιο του!
Φτωχός αλλά ευτυχισμένος μοιάζει ο Αλγερίνος αγρότης Φατάχ, που με τα λιγοστά έσοδα που βγάζει πουλώντας την πραμάτεια του, στην αγορά του μικρού του χωριού, καταφέρνει να τα φέρει βόλτα και να φροντίσει την φαμίλια του, την όμορφη συμβία του και τις δύο ανήλικες θυγατέρες του. Τον περισσότερο χρόνο της ημέρας του όμως τον περνά δίπλα στην μεγάλη του αγάπη, την Ζακλίν, την καλή του αγελάδα, που δεν του προσφέρει μόνο το γάλα της, αλλά και την καλή της συντροφιά, την φιλία και την συμπαράσταση της, όπως μέσα στο αγαθό του μυαλό πιστεύει ο ιδιοκτήτης της...
Μια ξεχωριστή σχέση που έχει προκαλέσει και την χλεύη των γειτόνων, που ολημερίς κοροϊδεύουν τον φουκαρά κτηνοτρόφο. Μέχρι την στιγμή που άπαντες θα καταπιούν την γλώσσα τους, όταν αυτός θα δεχτεί - με σφραγίδα του επίσημου Γαλλικού κράτους - πρόκληση για να συμμετάσχει αυτός και το ζωντανό του στην μεγάλη Αγροτική έκθεση του Παρισιού. Να μην ταξιδέψει δεν παίζει, ούτε καν το σκέφτεται. Το πως θα σχεδιάσει λοιπόν ο άφραγκος και ταλαίπωρος Φατάχ την βόλτα του ίσαμε την φημισμένη μεγαλούπολη είναι ένα θέμα, ειδικά αν δεν έχει ποτέ του διαβεί ούτε τα σύνορα του λιγοστών κατοίκων, σκονισμένου χωριού του.
Πλάκα έχει η ιδέα. γενικότερα πλάκα έχουν όλες σχεδόν οι Φραντσέζικες κωμικές ιδέες. Το ζήτημα μάλιστα δεν είναι το πως θα εκκινήσεις την αφήγηση τους, αλλά το πως θα τις φτάσεις μέχρι τέλους και πακετάρωντας τις να τις σερβίρεις ως ολοκληρωμένες διασκεδαστικές ταινίες. Έτσι λοιπόν ακριβώς συμβαίνει και στην ηθογραφική road movie La Vache, που ξεκινά με όλες τις θετικές και όμορφες προθέσεις, κατά την διάρκεια του πρώτου ημιχρόνου της βγάζει το ζητούμενο γέλιο και μάλιστα αβίαστα, όσο ο χρόνος κυλά όμως, για ακόμη μια φορά οι αξιόλογες εμπνεύσεις υποχωρούν, ξεκινούν οι επαναλήψεις και με σταθερό τέμπο οδηγούμαστε και πάλι σε ένα ρηχό και προβλέψιμο φινάλε.
Αφετηρία της πλοκής για τον Βορειοαφρικανό σκηνοθέτη Mohamed Hamidi, είναι οι διαφορές των ηθών που χωρίζουν την προοδευτική Δύση από την μπλοκαρισμένη στο μια φορά κι έναν καιρό Ανατολή. Στην περίπτωση μας την πάλαι ποτέ μητέρα όλου του Αραβικού Μεσογειακού τόξου Γαλλία και μια από τις χώρες που επί χρόνια βρισκόταν υπό την κηδεμονία της και παραμένει εγκλωβισμένη στις εθιμικές προσταγές της θρησκείας της. Όχι εξαλλοσύνες, όχι αλκοόλ, όχι χοιρινό, όχι συμμετοχή στις φανφάρες των απίστων, όχι ξενοκοιτάγματα, μόνο Ινσαλά και Άγιος ο Θεός. Λογικό κι επόμενο λοιπόν με αυτές τις βασικές και απαράβατες αρχές, η κοινωνίες να λειτουργούν χωρίς τις τεχνολογικές βοήθειες που μοιάζουν με επιστημονικά φανταστικές και τα μέλη τους να συμπεριφέρονται άμα τις συναντήσουν, σαν τον Χατζηχρήστο κάποτε, όταν ξεμύτισε για πρώτη φορά από την Μακρακώμη.
Σε αυτό το σημείο λοιπόν, στον ανθρώπινο παράγοντα του αθεράπευτου Χίλμπιλι, εστιάζει η ζεστή και ενίοτε συγκινητική, έστω και με κομπιάσματα, κομεντί, που περισσότερο επιθυμεί να αναδείξει - ορθά εκτιμώ - το δεδομένο γεγονός πως όποιος ασπάζεται το Κοράνι, αυτομάτως δεν είναι και τρομοκράτης, μαζικός δολοφόνος και όλα τα μακάβρια συναφή. Μα είναι κι αυτός ένα άνθρωπος, συνήθως γελαστός κι ευχάριστος, ανοιχτόκαρδος και φιλικός που η στέρηση όλων των μοντέρνων καινοτομιών, πολλές φορές τον κάνει να επιθυμεί να τις βιώσει, έστω για λιγάκι. Να τις δανειστεί, να τις ζήσει και να επιστρέψει με την θέληση του στο πατρικό του και στην γνώριμη ρουτινιάρικη καθημερινότητα του, όπως έχει μάθει επί τόσες δεκαετίες. Σε αυτό το κλίμα συμπάθειας, ο παντελώς άγνωστος μου πρωταγωνιστής Fatsah Bouyahmed, κερδίζει το στοίχημα δείχνοντας απόλυτα ειλικρινής και αληθινός σε ολάκερο το σλαπστικό διάβα του ίσαμε το Παρίσι, πλάι στην κοκόνα του, που και βέβαια θα το σηκώσει το βραβείο. Για εκείνην την Λαβασκιρί σημασία έχει ο έπαινος που θα την κάμει ξεχωριστή σε όλη την μικρή Αλγερινή κοινωνία για τον ταλαίπωρο Φατάχ, κέρδος θα είναι το δεκαπενθήμερο στην Χώρα των Θαυμάτων που θα τον γεμίσει με τόσες εμπειρίες και αναμνήσεις, για να διηγείται ο δύσμοιρος σε όλη, όση, ζωή του απομένει.
Μια ξεχωριστή σχέση που έχει προκαλέσει και την χλεύη των γειτόνων, που ολημερίς κοροϊδεύουν τον φουκαρά κτηνοτρόφο. Μέχρι την στιγμή που άπαντες θα καταπιούν την γλώσσα τους, όταν αυτός θα δεχτεί - με σφραγίδα του επίσημου Γαλλικού κράτους - πρόκληση για να συμμετάσχει αυτός και το ζωντανό του στην μεγάλη Αγροτική έκθεση του Παρισιού. Να μην ταξιδέψει δεν παίζει, ούτε καν το σκέφτεται. Το πως θα σχεδιάσει λοιπόν ο άφραγκος και ταλαίπωρος Φατάχ την βόλτα του ίσαμε την φημισμένη μεγαλούπολη είναι ένα θέμα, ειδικά αν δεν έχει ποτέ του διαβεί ούτε τα σύνορα του λιγοστών κατοίκων, σκονισμένου χωριού του.
Πλάκα έχει η ιδέα. γενικότερα πλάκα έχουν όλες σχεδόν οι Φραντσέζικες κωμικές ιδέες. Το ζήτημα μάλιστα δεν είναι το πως θα εκκινήσεις την αφήγηση τους, αλλά το πως θα τις φτάσεις μέχρι τέλους και πακετάρωντας τις να τις σερβίρεις ως ολοκληρωμένες διασκεδαστικές ταινίες. Έτσι λοιπόν ακριβώς συμβαίνει και στην ηθογραφική road movie La Vache, που ξεκινά με όλες τις θετικές και όμορφες προθέσεις, κατά την διάρκεια του πρώτου ημιχρόνου της βγάζει το ζητούμενο γέλιο και μάλιστα αβίαστα, όσο ο χρόνος κυλά όμως, για ακόμη μια φορά οι αξιόλογες εμπνεύσεις υποχωρούν, ξεκινούν οι επαναλήψεις και με σταθερό τέμπο οδηγούμαστε και πάλι σε ένα ρηχό και προβλέψιμο φινάλε.
Αφετηρία της πλοκής για τον Βορειοαφρικανό σκηνοθέτη Mohamed Hamidi, είναι οι διαφορές των ηθών που χωρίζουν την προοδευτική Δύση από την μπλοκαρισμένη στο μια φορά κι έναν καιρό Ανατολή. Στην περίπτωση μας την πάλαι ποτέ μητέρα όλου του Αραβικού Μεσογειακού τόξου Γαλλία και μια από τις χώρες που επί χρόνια βρισκόταν υπό την κηδεμονία της και παραμένει εγκλωβισμένη στις εθιμικές προσταγές της θρησκείας της. Όχι εξαλλοσύνες, όχι αλκοόλ, όχι χοιρινό, όχι συμμετοχή στις φανφάρες των απίστων, όχι ξενοκοιτάγματα, μόνο Ινσαλά και Άγιος ο Θεός. Λογικό κι επόμενο λοιπόν με αυτές τις βασικές και απαράβατες αρχές, η κοινωνίες να λειτουργούν χωρίς τις τεχνολογικές βοήθειες που μοιάζουν με επιστημονικά φανταστικές και τα μέλη τους να συμπεριφέρονται άμα τις συναντήσουν, σαν τον Χατζηχρήστο κάποτε, όταν ξεμύτισε για πρώτη φορά από την Μακρακώμη.
Σε αυτό το σημείο λοιπόν, στον ανθρώπινο παράγοντα του αθεράπευτου Χίλμπιλι, εστιάζει η ζεστή και ενίοτε συγκινητική, έστω και με κομπιάσματα, κομεντί, που περισσότερο επιθυμεί να αναδείξει - ορθά εκτιμώ - το δεδομένο γεγονός πως όποιος ασπάζεται το Κοράνι, αυτομάτως δεν είναι και τρομοκράτης, μαζικός δολοφόνος και όλα τα μακάβρια συναφή. Μα είναι κι αυτός ένα άνθρωπος, συνήθως γελαστός κι ευχάριστος, ανοιχτόκαρδος και φιλικός που η στέρηση όλων των μοντέρνων καινοτομιών, πολλές φορές τον κάνει να επιθυμεί να τις βιώσει, έστω για λιγάκι. Να τις δανειστεί, να τις ζήσει και να επιστρέψει με την θέληση του στο πατρικό του και στην γνώριμη ρουτινιάρικη καθημερινότητα του, όπως έχει μάθει επί τόσες δεκαετίες. Σε αυτό το κλίμα συμπάθειας, ο παντελώς άγνωστος μου πρωταγωνιστής Fatsah Bouyahmed, κερδίζει το στοίχημα δείχνοντας απόλυτα ειλικρινής και αληθινός σε ολάκερο το σλαπστικό διάβα του ίσαμε το Παρίσι, πλάι στην κοκόνα του, που και βέβαια θα το σηκώσει το βραβείο. Για εκείνην την Λαβασκιρί σημασία έχει ο έπαινος που θα την κάμει ξεχωριστή σε όλη την μικρή Αλγερινή κοινωνία για τον ταλαίπωρο Φατάχ, κέρδος θα είναι το δεκαπενθήμερο στην Χώρα των Θαυμάτων που θα τον γεμίσει με τόσες εμπειρίες και αναμνήσεις, για να διηγείται ο δύσμοιρος σε όλη, όση, ζωή του απομένει.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 11 Αυγούστου 2016 από την Feelgood Ent.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική