του Dani de la Torre. Με τους Luis Tosar, Javier Gutierrez, Goya Toledo, Elvira Minguez, Paula del Rio, Fernando Cayo, Marco Sanz, Ricardo de Barreiro, Antonio Mourelos, Luis Zahera, Maria Mera
«Locke» meets «Phone Booth» meets «Leathal Weapon»!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Αλήτες τραπεζίτες!
Το El Desconocido (Retribution) δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από ανάλογες χολιγουντιανές παραγωγές – κι ας γυρίστηκε στην Ισπανία. Εξάλλου, το σήμα της Warner πριν αρχίσουν να εμφανίζονται οι πρώτες σκηνές, υποδηλώνει την υποστήριξη ενός major κινηματογραφικού στούντιου, που προφανέστατα διείδε τις εμπορικές προοπτικές του συγκεκριμένου εγχειρήματος. Την πρώτη της παγκόσμια «εμφάνιση» η ταινία την έκανε στο φεστιβάλ Βενετίας του 2015, όπου συμμετείχε στο παράλληλο του διαγωνιστικού τμήμα «Venice Days». Και το 2016 ήταν υποψήφια για οχτώ βραβεία Goya (τα ισπανικά Όσκαρ) κερδίζοντας τελικά δύο: μοντάζ και ήχου.
Ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης Dani de la Torre δίνει διαπιστευτήρια που λογικά θα του ανοίξουν διάπλατα την πόρτα του Χόλιγουντ. Δεν ξέρω αν οι Έλληνες συνάδελφοί του Ανδρέας Λαμπρόπουλος και Κώστας Σκύφτας, που γύρισαν το «Short Fuse» θα έχουν την ίδια τύχη – την ελληνική ταινία δεν κατάφερα να τη δω – όσοι την έχετε δει, μπορεί ενδεχομένως να βρείτε κάποιες ομοιότητες με τούτη εδώ την ισπανική ταινία, που έχει χρησιμοποιήσει και γαλλικά κεφάλαια για να γυριστεί...
Η υπόθεση: Ο Κάρλος είναι υψηλόβαθμο στέλεχος μιας ισπανικής τράπεζας. Παντρεμένος και με δύο παιδιά, ζει μια ζωή πλούσια και άνετη αλλά συνάμα αγχώδη – και η σχέση του με τη γυναίκα του δεν βρίσκεται και στα καλύτερά της. Μία μέρα, όπως κάθε εργάσιμη μέρα, ετοιμάζεται να πάει στη δουλειά του. Αποφασίζει να πάρει και τα παιδιά του μαζί για να τα αφήσει στο σχολείο τους καθ' οδόν για τη δουλειά του. Καθώς οδηγεί, δέχεται μια ανώνυμη κλήση από ένα κινητό τηλέφωνο το οποίο δεν είναι δικό του και το οποίο βρίσκει μέσα στο αυτοκίνητο. Μια άγνωστη ανδρική φωνή τον πληροφορεί ότι υπάρχει βόμβα κάτω από το κάθισμά του και ότι έχει λίγες ώρες να συγκεντρώσει ένα μεγάλο και πολύ συγκεκριμένο χρηματικό ποσό. Διαφορετικά, το αυτοκίνητό του θα ανατιναχθεί. Ο Κάρλος αναρωτιέται: μήπως πρόκειται για φάρσα; Ποιός είναι αυτός ο άγνωστος που τον απειλεί. Και γιατί το κάνει; Γιατί τον έχει επιλέξει;
Η άποψή μας: Από τα πρώτα πλάνα ο σκηνοθέτης δείχνει τις προθέσεις του: ναι ρε μάγκες, θα σας εντυπωσιάσω με κάθε τρόπο, αλλά θα έχω και αφηγηματική οικονομία. Δεν θα πλατειάσω, δεν θα ξεφύγω από τον στόχο μου – και θα χώσω και κοινωνικό μήνυμα, έτσι για το γαμώτο. Η ταινία είναι σχεδόν αποχρωματισμένη: κυριαρχεί ένα σκοτεινό κυπαρρισί που θαρρείς πως δεν επιτρέπει κανένα άλλο χρώμα να κάνει την εμφάνισή του. Εντάξει, το αίμα συνεχίζει να είναι κόκκινο, όσο κι αν αποχρωματίζει κανείς μια σκηνή...
Ο Dani de la Torre έχει να λειτουργούν υπέρ του τη δεδομένη σκηνοθετική βιρτουοζιτέ του, έναν ηθοποιό, τον Luis Tosar, που με μεγάλη ευχέρεια φέρει εις πέρας και ζωντανεύει πολλάκις σε διάφορες ταινίες, χαρακτήρες οι οποίοι είναι ηθικά «ελέγξιμοι» ή εν πάση περιπτώσει κινούνται στα ρηχά νερά της μη ακεραιότητας κι ένα σενάριο που ξεδιπλώνει αργά τις αρετές του και τις ανατροπές του. Εννοείται πως χωρίς το αγωνιώδες μοντάζ το τελικό αποτέλεσμα δεν θα ήταν το ίδιο. Ο σκηνοθέτης λοιπόν μας βάζει εμάς τους θεατές να παρακολουθούμε με αμείωτο σασπένς μια κατάσταση στην οποία πρωταγωνιστεί ένας χαρακτήρας, που δεν μπορούμε να τον συμπαθήσουμε. Τον κρίνουμε ηθικά όσο περνάει η ώρα, την ίδια... ώρα που κι εκείνος αναπροσδιορίζει τις αρχές του. Ναι, ένας καθίκης είναι, αποτυχημένος ως σύζυγος, αποτυχημένος ως πατέρας, αποτυχημένος ως άνθρωπος. Μόνο ως τραπεζίτης είναι πετυχημένος!
Μόνο ως μίσθερνο όργανο του καπιταλισμού κατορθώνει να πάρει εύσημα, καθώς βγάζει χρήματα (πάρα πολλά χρήματα) για την τράπεζά του, γνωρίζοντας πως χαντακώνει ανθρώπινες ζωές φτωχών ανθρώπων οι οποίοι έχουν προσδοκίες για κάτι καλύτερο. Και όχι, το να ξεπλένεις το αίμα στα χέρια σου με το νερό της βροχής (εξαιρετική σκηνή) δεν μπορεί να είναι ανάλογο με το «νίπτω τα χείρας μου» του Πόντιου Πιλάτου! Ο Dani de la Torre για το μεγαλύτερο τμήμα της ταινίας κατορθώνει να κρατάει αυτήν την κρίσιμη ισορροπία ανάμεσα στο θρίλερ και την κοινωνική καταγγελία, κάτι καθόλου εύκολο. Εντέλει, όμως, δεν «ξεφεύγει» από την παγίδα και σε κάποιες στιγμές το σενάριο «ακούγεται» ελαφρώς διδακτικό και εύκολο. Και η τελική λύση δεν είναι και η πιο επιτυχημένη, άσε που ως θεατές δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι ακριβώς γίνεται – είναι λίγο θολά τα πράγματα, όπως το νερό όπου λαμβάνει χώρα το φινάλε. Όμως, όπως και να το κάνουμε, αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία, ένα χορταστικό θρίλερ, γυρισμένο στην υπέροχη πόλη Κορούνια (ξέρετε, οι ποδοσφαιρόφιλοι, εκεί που έχει την έδρα της η Ντεπορτίβο Λα Κορούνια!) που θα σας κρατήσει σε αγωνία σε όλη του τη διάρκεια και κάνει και τις (πετυχημένες στην πλειοψηφία τους) κοινωνικοπολιτικές νύξεις. Μια χαρά ταινία λοιπόν!
Η υπόθεση: Ο Κάρλος είναι υψηλόβαθμο στέλεχος μιας ισπανικής τράπεζας. Παντρεμένος και με δύο παιδιά, ζει μια ζωή πλούσια και άνετη αλλά συνάμα αγχώδη – και η σχέση του με τη γυναίκα του δεν βρίσκεται και στα καλύτερά της. Μία μέρα, όπως κάθε εργάσιμη μέρα, ετοιμάζεται να πάει στη δουλειά του. Αποφασίζει να πάρει και τα παιδιά του μαζί για να τα αφήσει στο σχολείο τους καθ' οδόν για τη δουλειά του. Καθώς οδηγεί, δέχεται μια ανώνυμη κλήση από ένα κινητό τηλέφωνο το οποίο δεν είναι δικό του και το οποίο βρίσκει μέσα στο αυτοκίνητο. Μια άγνωστη ανδρική φωνή τον πληροφορεί ότι υπάρχει βόμβα κάτω από το κάθισμά του και ότι έχει λίγες ώρες να συγκεντρώσει ένα μεγάλο και πολύ συγκεκριμένο χρηματικό ποσό. Διαφορετικά, το αυτοκίνητό του θα ανατιναχθεί. Ο Κάρλος αναρωτιέται: μήπως πρόκειται για φάρσα; Ποιός είναι αυτός ο άγνωστος που τον απειλεί. Και γιατί το κάνει; Γιατί τον έχει επιλέξει;
Η άποψή μας: Από τα πρώτα πλάνα ο σκηνοθέτης δείχνει τις προθέσεις του: ναι ρε μάγκες, θα σας εντυπωσιάσω με κάθε τρόπο, αλλά θα έχω και αφηγηματική οικονομία. Δεν θα πλατειάσω, δεν θα ξεφύγω από τον στόχο μου – και θα χώσω και κοινωνικό μήνυμα, έτσι για το γαμώτο. Η ταινία είναι σχεδόν αποχρωματισμένη: κυριαρχεί ένα σκοτεινό κυπαρρισί που θαρρείς πως δεν επιτρέπει κανένα άλλο χρώμα να κάνει την εμφάνισή του. Εντάξει, το αίμα συνεχίζει να είναι κόκκινο, όσο κι αν αποχρωματίζει κανείς μια σκηνή...
Ο Dani de la Torre έχει να λειτουργούν υπέρ του τη δεδομένη σκηνοθετική βιρτουοζιτέ του, έναν ηθοποιό, τον Luis Tosar, που με μεγάλη ευχέρεια φέρει εις πέρας και ζωντανεύει πολλάκις σε διάφορες ταινίες, χαρακτήρες οι οποίοι είναι ηθικά «ελέγξιμοι» ή εν πάση περιπτώσει κινούνται στα ρηχά νερά της μη ακεραιότητας κι ένα σενάριο που ξεδιπλώνει αργά τις αρετές του και τις ανατροπές του. Εννοείται πως χωρίς το αγωνιώδες μοντάζ το τελικό αποτέλεσμα δεν θα ήταν το ίδιο. Ο σκηνοθέτης λοιπόν μας βάζει εμάς τους θεατές να παρακολουθούμε με αμείωτο σασπένς μια κατάσταση στην οποία πρωταγωνιστεί ένας χαρακτήρας, που δεν μπορούμε να τον συμπαθήσουμε. Τον κρίνουμε ηθικά όσο περνάει η ώρα, την ίδια... ώρα που κι εκείνος αναπροσδιορίζει τις αρχές του. Ναι, ένας καθίκης είναι, αποτυχημένος ως σύζυγος, αποτυχημένος ως πατέρας, αποτυχημένος ως άνθρωπος. Μόνο ως τραπεζίτης είναι πετυχημένος!
Μόνο ως μίσθερνο όργανο του καπιταλισμού κατορθώνει να πάρει εύσημα, καθώς βγάζει χρήματα (πάρα πολλά χρήματα) για την τράπεζά του, γνωρίζοντας πως χαντακώνει ανθρώπινες ζωές φτωχών ανθρώπων οι οποίοι έχουν προσδοκίες για κάτι καλύτερο. Και όχι, το να ξεπλένεις το αίμα στα χέρια σου με το νερό της βροχής (εξαιρετική σκηνή) δεν μπορεί να είναι ανάλογο με το «νίπτω τα χείρας μου» του Πόντιου Πιλάτου! Ο Dani de la Torre για το μεγαλύτερο τμήμα της ταινίας κατορθώνει να κρατάει αυτήν την κρίσιμη ισορροπία ανάμεσα στο θρίλερ και την κοινωνική καταγγελία, κάτι καθόλου εύκολο. Εντέλει, όμως, δεν «ξεφεύγει» από την παγίδα και σε κάποιες στιγμές το σενάριο «ακούγεται» ελαφρώς διδακτικό και εύκολο. Και η τελική λύση δεν είναι και η πιο επιτυχημένη, άσε που ως θεατές δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι ακριβώς γίνεται – είναι λίγο θολά τα πράγματα, όπως το νερό όπου λαμβάνει χώρα το φινάλε. Όμως, όπως και να το κάνουμε, αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία, ένα χορταστικό θρίλερ, γυρισμένο στην υπέροχη πόλη Κορούνια (ξέρετε, οι ποδοσφαιρόφιλοι, εκεί που έχει την έδρα της η Ντεπορτίβο Λα Κορούνια!) που θα σας κρατήσει σε αγωνία σε όλη του τη διάρκεια και κάνει και τις (πετυχημένες στην πλειοψηφία τους) κοινωνικοπολιτικές νύξεις. Μια χαρά ταινία λοιπόν!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Ιουνίου 2016 από την Strada Films
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική