Cannes Film Festival 2016 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

Ήρθε η ώρα των βραβείων!

Σε λίγες ώρες από τώρα (καλά, εννοείται ότι κάποιοι από εσάς ίσως να διαβάσετε αυτό το κείμενο... κατόπιν εορτής) το 69ο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών θα περάσει στην ιστορία, με την τελετή λήξης και την απονομή των βραβείων. Μπορεί να μην είδαμε όλες τις ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος, αλλά θα επιχειρήσουμε τη δική μας πρόβλεψη με βάση τόσο όσα είδαμε όσο και όσα διαβάσαμε και ακούσαμε. Έχουμε και λέμε λοιπόν:

- Χρυσός Φοίνικας: «Toni Erdmann» της Maren Ade
- Grand Prix: «Paterson» του Jim Jarmusch
- Βραβείο Σκηνοθεσίας: Andrea Arnold για το «American Honey»
- Βραβείο Σεναρίου: Asghar Farhadi για το «Forushande» (εδώ θα μπορούσαν να «παίξουν» και οι δύο ταινίες από τη Ρουμανία)
- Βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας: Sonia Braga για το «Aquarius» ή Isabelle Huppert για το «Elle» - outsider η Ruth Negga για το «Loving»
- Βραβείο καλύτερης ανδρικής ερμηνείας: Joel Edgerton για το «Loving» ή Peter Simonischek για το «Toni Erdmann» - outsider ο Shia LaBeouf για το «American Honey»
- Βραβείο της επιτροπής: «Aquarius» του Kleber Mendonça Filho
- Βραβείο καλλιτεχνικής επίτευξης: Natasha Braier για τη διεύθυνση φωτογραφίας της ταινίας «The Neon Demon»

Οπότε, πάμε τώρα να αναφερθούμε στις τέσσερις τελευταίες ταινίες που είδαμε στο φετινό φεστιβάλ των Καννών και να συνεχίσουμε κι εμείς τη ζωή μας – έχει και την ψήφιση του «κόφτη» στη Βουλή σήμερα, να μην ξεχνιόμαστε...

Paterson Cannes 2016


Το ξέρατε ότι ο λατρεμένος Jim Jarmusch έχει κερδίσει Χρυσή Κάμερα στις Κάννες για τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, το «Πέρα από τον Παράδεισο» (Stranger than Paradise, 1984), ότι έχει κερδίσει το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής για τα «Σπασμένα λουλούδια» (Broken Flowers, 2005), ότι έχει κερδίσει Χρυσό Φοίνικα για μικρού μήκους ταινία για το «Coffee and Cigarettes III» (1993) αλλά ότι δεν έχει κερδίσει ποτέ του Χρυσό Φοίνικα; Λέτε να τα καταφέρει με αυτήν, την 12η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του; Την πιο προσωπική του, την πιο χαμηλότονη, την πιο γλυκιά; Την πρώτη του σε παραγωγή των στούντιο της Amazon; Προσωπικά, δεν θα μας χαλούσε καθόλου να έβγαινε απόψε μεγάλος νικητής ο «Paterson»!

Η υπόθεση: Ο Πάτερσον είναι ένας οδηγός λεωφορείου στην πόλη... Πάτερσον του Νιου Τζέρσεϊ! Κάθε μέρα ο Πάτερσον ακολουθεί την ίδια ρουτίνα: κάνει τη βάρδιά του περιτριγυρίζοντας την πόλη και κρυφακούγοντας τις κουβέντες των ανθρώπων που ανεβαίνουν στο λεωφορείο. Μετά, θα γράψει ποίηση στο σημειωματάριό του, θα βγάλει βόλτα του αγγλικό μπουλντόγκ του, θα σταματήσει στο ίδιο μπαρ για να πιει μία και μόνο μπύρα και να συνδιαλλαγεί με τους θαμώνες και τον ιδιοκτήτη και θα γυρίσει στο διαμέρισμα στο οποίο διαμένει με την υπέροχη σύζυγό του, τη Λάουρα. Η Λάουρα από την άλλη έχει μια καθημερινότητα που διαρκώς αλλάζει. Είναι δημιουργική και εφευρετική και χαρούμενη κάθε μέρα. Έχει εμμονή λίγο με τους άσπρους και μαύρους κύκλους (μην είναι και Παοκσάκι...) και τη μία φτιάχνει κουρτίνες, την άλλη μια καινούργια, παράξενη συνταγή, την παράλλη εκατομμύρια cupcakes. Ένα τόσο διαφορετικό ζευγάρι κι όμως αγαπιούνται πραγματικά. Εκείνη υποστηρίζει την ποίησή του κι ας μην της έχει διαβάσει ούτε έναν στίχο κι εκείνος υποστηρίζει κάθε της δημιουργική έμπνευση. Θα μπορούσε αυτή να είναι η ευτυχία;

Η άποψή μας: Αυτή λοιπόν είναι η πιο «μικρή» ταινία στη φιλμογραφία του τεράστιου Τζιμ! Μια ταινία που υμνεί την καθημερινότητα. Μια ταινία που σφύζει ζωή και ποίηση. Παρακολουθώντας τη ζωή του ζευγαριού για μια βδομάδα βλέπουμε πως αυτή δεν μπορεί να είναι συνέχεια τέλεια! Ποιος ζει μια ζωή που είναι συνέχεια τέλεια; Ποιος θα άντεχε να ζει μια τέτοια ζωή; Πώς θα εκτιμήσεις το καλό αν δεν βιώσεις το κακό; Απλά, πχ στη σημερινή Ελλάδα βιώνουμε μονίμως το κακό, γι' αυτό οι καταθλίψεις, γι' αυτό το βλέμμα το «θα σου γ@μήσω ότι έχεις και δεν έχεις», γι' αυτό η «ανορεξία», γι' αυτό η νοητική απόδραση στην ουτοπία. Το έλεγαν οι Frankie Goes To Hollywood παλιότερα σε ένα τραγούδι τους: «just give us some money/ our lifes could be sunny too». Ο Πάτερσον λοιπόν είναι πιο γειωμένος, πιο απαισιόδοξος και βρίσκει διέξοδο στην ποίηση. Στην ποίηση που μπορεί να βγει από ένα ματσάκι σπίρτα με μπλε κορυφές! Στην ποίηση της καθημερινότητας. Η Λάουρα είναι πιο αισιόδοξη, πιο χαμογελαστή, πιο έξω καρδιά, πιο δημιουργική, πιο πρακτική. Μπορεί να βρει χαρά με το οτιδήποτε! Δεν είναι βλαμμένη η κοπέλα ούτε χαζοχαρούμενη: απλά βλέπει πάντα το ποτήρι μισογεμάτο και ποτέ μισοάδειο.

Σε κάποια σημεία ο Jarmusch θυμίζει... Kaurismaki σε τούτη την ταινία. Πχ η δήλωση του ερωτευμένου αφροαμερικάνου μέσα στο μπαρ που την «βλέπει» «Ρωμαίος» από το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» αλλά η... Ιουλιέτα απλά δεν ανταποκρίνεται, πως «τι είναι η ζωή αν δεν έχουμε αγάπη;» είναι μια δήλωση κατευθείαν από το σύμπαν του Φινλανδού δημιουργού. Όλη του η ταινία κυλάει σαν να βρισκόμαστε σε μαζική ύπνωση. Κάθε φορά που ο Πάτερσον γράφει ένα ποίημα, ακούμε τη φωνή του να το αφηγείται αλλά το βλέπουμε να γράφεται και επί της μεγάλης οθόνης: ναι, το ποίημα γράφεται πάνω στο πανί, πάνω σε αυτήν την τεράστια λευκή επιφάνεια που ζωντανεύει εικόνες φτιαγμένες από φως! Αυτές οι στιγμές της ποίησης είναι οι πιο μελαγχολικές κι όμως, τόσο μα τόσο μαγικές. Βέβαια, ειρωνικότατα, ο Jarmusch κάνει ένα σχόλιο στο φινάλε σχετικά με την ποίηση, καθώς το σημειωματάριο του Πάτερσον θα έχει απροσδόκητη τύχη. Η ποίηση λοιπόν είναι εφήμερη, η ζωή είναι εφήμερη αλλά την ίδια στιγμή είναι αιώνιες, ε;

Ο Adam Driver (χα, το επίθετο του σημαίνει «οδηγός» και υποδύεται έναν οδηγό – τυχαίο;) έχει τη φωνή και τη φάτσα για το ρόλο αλλά δεν καλείται να δώσει και καμιά ερμηνεία ζωής. Εκείνη που λάμπει από ομορφιά, ταλέντο και δίψα για ζωή είναι η Golshifteh Farahani στο ρόλο της Λάουρας. Πάει και τελείωσε, οι Ιρανές είναι οι πιο όμορφες γυναίκες στον πλανήτη! Νοσταλγικό, γλυκόπικρο, ονειρικό, το «Paterson» δείχνει το αταίριαστον του σκηνοθέτη με την εποχή του. Μα αυτό δεν έκανε πάντα;

The Neon Demon Cannes 2016

O Nicolas Winding Refn έχει ένα όνειρο: να γίνει ο πιο «ενοχλητικός» Δανός σκηνοθέτης! Έχει να αντιμετωπίσει τον Lars von Trier για τον επίζηλο τίτλο. Η κόντρα τους έχει πολύ πλάκα! Στις Κάννες ο Refn δήλωσε μεταξύ των άλλων ότι ο Trier την «έπεσε» στη γυναίκα του! Ωραίες στιγμές! Την ίδια ώρα, μετά το «Drive» φτιάχνει ταινίες οι οποίες προκαλούν μεγάλες και βίαιες αντιδράσεις από το κοινό – των Καννών τουλάχιστον! To «Μόνο ο Θεός συγχωρεί» πριν τρία χρόνια γιουχαϊστηκε εντόνως στις Κάννες. Νομίζω πως η τελευταία του ταινία, επίσης στο διαγωνιστικό τμήμα, το «Neon Demon», γιουχαϊστηκε ακόμα περισσότερο! Τι «αυνανιστή» φώναζαν οι έξαλλοι, κατά βάση Γάλλοι κριτικοί (να πω και «κριτικοί»; - ανοίγω παρένθεση – τι κακό κι αυτό το φετινό; - μας τέλειωσε το «Ραούλ» και τώρα οι λάτρεις του φεστιβάλ, τα Γαλλάκια, μόλις έβλεπαν το σήμα του φεστιβάλ πριν από κάθε προβολή χειροκροτούσαν μανιασμένα – μετά χειροκροτούσαν και κάθε εταιρία της οποίας το λογότυπο έβγαινε πριν τα credits, εταιρίες που συμμετείχαν στην παραγωγή της ταινίας – τι μ@λ@κί@ τους έπιασε; - γι' αυτό μιλάω για «κριτικούς», άντε κλείνω την παρένθεση), τι γιούχα, τι βρίσιμο έφαγε ο άνθρωπος, δεν λέγεται. Αδίκως εν πολλοίς θα πω εγώ. Και θα εξηγηθώ λίιιιγο παρακάτω.

Η υπόθεση: Η Τζέσι είναι ένα 16χρονο επαρχιωτόπουλο, που φτάνει στο Λος Άντζελες με μεγάλα όνειρα. Δεν ξέρει να γράφει, δεν ξέρει να τραγουδάει, το μόνο που έχει ως εφόδιο της για να τα «καταφέρει» είναι η ομορφιά της. Και ναι, είναι εκθαμβωτικά όμορφη! Με βάση της ένα δωμάτιο σε ένα φτηνό μοτέλ και με «διαβατήριο» μερικές ερασιτεχνικές φωτογραφίες που της βγάζει ένας νεαρός που την ερωτεύεται, πηγαίνει σε ένα γραφείο μοντέλων. Η διευθύντρια εκεί πείθεται με την πρώτη: η Τζέσι μπορεί να γίνει το επόμενο «it girl», μιας που έχει την ανεπιτήδευτη, φυσική ομορφιά που οι πάντες αναζητούν. Δεν έχει καμία σχέση με τις πλαστικές μοντέλες που κυριαρχούν στο χώρο. Αρκεί βέβαια, όταν την ρωτάνε, να απαντάει ότι είναι 19 ετών. Κατευθείαν, η εύκολη και γρήγορη ανέλιξή της στο χώρο δημιουργεί έχθρες. Μόνη της σύμμαχος φαίνεται να είναι μια μακιγιέρ, η Ρούμπι, που τη βοηθάει από την πρώτη στιγμή. Η Τζέσι ξέρει πως να προστατεύει τον εαυτό της. Κάποια στιγμή, όμως, το μυαλό της παίρνει αέρα. Και σε συνδυασμό με το μίσος που πλέον νιώθουν οι... συναδέλφισσές της απέναντί της, οδηγούν σε κανιβαλισμό – κυριολεκτικά...

Η άποψή μας: «Beauty isn't everything. It's the only thing» λέει ο Alessandro Nivola, που υποδύεται έναν σχεδιαστή μόδας στην ταινία. Και δίνει την κεντρική ιδέα της ταινίας. Όλα τα υπόλοιπα που συμβαίνουν λίγη σημασία έχουν. Η ομορφιά είναι τα πάντα, λοιπόν. Ο Refn αποθεώνει την ομορφιά. Αποθεώνει την επιφάνεια. Και το κάνει με κάθε τρόπο που διαθέτει στη φαρέτρα του. Και να 'σου τα slomo, και δώστου οι ονειρικοί φωτισμοί, και να τα στησίματα σαν διαφήμιση. Αποθεώνει την ομορφιά λοιπόν – αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και καλά στα μυαλά του! Γιατί ποιος με σώας τας φρένας θα γύριζε σκηνή όπου ένα... τζάγκουαρ κάνει άνω κάτω το δωμάτιο ενός μοτέλ; Η λογική του παραλόγου! Η λογική της διαφήμισης! Ο Refn έχωσε αυτήν τη σκηνή στην ταινία γιατί είναι μια όμορφη σκηνή! Τώρα, αν ντε και καλά θέλετε να ψάξετε και για νοήματα κι αυτά μπορούν να προκύψουν άμα λάχει. Αποθεώνοντας την ομορφιά την κριτικάρει καθώς όλοι μας, μα όλοι μας έχουμε εμμονή με αυτήν. Κάνουμε ότι μπορούμε για να είμαστε «όμορφοι», μας αρέσουν τα «ωραία» πράγματα (βλέπετε, λέω πράγματα, δεν λέω ιδέες...), μας αρέσει να περνάμε γαμάτα. Επί σχεδόν δύο ώρες ο Refn μας προσφέρει ομορφιά, ατόφια ομορφιά. Κι έχει στον πρωταγωνιστικό ρόλο την Elle Fanning, που δεν ξέρω πως είναι το κορίτσι από κοντά, αλλά την παρουσιάζει ως θεά!

Ο φακός την λατρεύει και ο Refn την κολακεύει σε κάθε πλάνο! Σαν την Αφροδίτη του Μποτιτσέλι ένα πράγμα! Ανόθευτη ομορφιά, που δεν χρειάζεται να εξηγηθεί, που δεν χρειάζεται να αναλυθεί, που δεν χρειάζεται να προσπαθήσει. Υφίσταται και σαγηνεύει τους πάντες. Οι σκηνές που βλέπουμε το πρόσωπό της μακιγιαρισμένο και ιδίως εκείνη με την πρώτη της επαγγελματική φωτογράφιση, όπου ο φωτογράφος «χαλάει» το μακιγιάζ της γεμίζοντας το λαιμό της με χρυσό χρώμα είναι σκέτη ποίηση! Ως σωστός προβοκάτορας, όμως, ο Refn προφανώς και θέλει να μας κάνει να αισθανθούμε άβολα. Ομορφιά, ομορφιά, αλλά πετάει και μια σκηνή νεκροφιλίας. Όταν η Ρούμπι (μα το θεό, η Jena Malone που την υποδύεται, όταν την κινηματογραφεί ως προφίλ ο Refn μοιάζει ντάλε κουάλε με την Nicole Kidman!) δεν μπορεί να αποκτήσει το αντικείμενο του πόθου της, την παρθένα (!!!) Τζέσι, την φαντασιώνεται καθώς γαμάει ένα γυναικείο πτώμα! Πώς να αντέξει ένας καθωσπρέπει αστός μια τέτοια σκηνή; Ή πως να αντέξει τη σκηνή όπου το ένα από τα δύο μοντέλα που «τρώνε» την Τζέσι, ξερνάει το ένα της μάτι; Ε; Χάρμα οφθαλμών η ταινία – κυριολεκτικά – και ο Cliff Martinez γράφει ένα εξαιρετικό σάουντρακ, που βρωμάει εϊτίλα. Αλλά πέρα από τα εκατοντάδες θετικά που μπορεί να γράψει κανείς για την ταινία, εντάξει, ο άνθρωπος δεν είναι καλά στα μυαλά του. Κι ίσως αυτό να μην είναι εντελώς κακό ξέρετε.

ΥΓ: Ευτυχώς που δεν μπόρεσε να πρωταγωνιστήσει στην ταινία η Carey Mulligan κι έπαιξε η Elle Fanning. Γιατί η ομορφιά της μικρής ήταν ένα από τα στοιχεία που μας έκανε να γουστάρουμε την ταινία – με επιφυλάξεις...

Personal Shopper vertical Cannes 2016

Παρά τα επιμέρους προβλήματά της, αυτή η δεύτερη συνεργασία του Olivier Assayas με την Kristen Stewart στο «Personal Shopper» δεν στερείται αρετών. Υπολείπεται σαφώς σε σχέση με «Τα σύννεφα του Σιλς Μαρία» αλλά και πάλι δεν μπορώ να καταλάβω γιατί έφαγε τόσο κραξίδι. Τι να πεις, σημεία των καιρών...

Η υπόθεση: Η Μορίν είναι μια νεαρή Αμερικανίδα που πηγαίνει στο Παρίσι. Εκεί πέθανε ο δίδυμος αδελφός της, ο Λιούις. Και οι δυο τους έπασχαν από αδύναμη καρδιά και είχαν υποσχεθεί ο ένας στον άλλο πως όποιος «έφευγε» πρώτος, θα έβρισκε τρόπο να επικοινωνήσει με τον δίδυμό του από το επέκεινα. Η Μορίν, όπως και ο αδελφός της, είναι μέντιουμ. Έχει τρόπο δηλαδή να επικοινωνεί με τους νεκρούς. Περιμένοντας για σημάδι από τον αδελφό της βγάζει τα προς το ζην ως προσωπική βοηθός για την Κίρα, μια διασημότητα των media. Κουβαλάει επώνυμα ρούχα, παπούτσια, κοσμήματα για την Κίρα, που τα φοράει και τα επιστρέφει πίσω. Η Μορίν δεν επιτρέπεται να φορέσει τίποτε από όλα αυτά: προορίζονται μόνο για την Κίρα. Αυτή είναι μια δουλειά που η Μορίν μισεί. Με τη βοήθεια της πρώην κοπέλας του αδελφού της προσπαθεί να τα βγάλει πέρα σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο της ζωής της, στην οποία διέρχεται μια προσωπική και πνευματική κρίση. Κι ένα βίαιο γεγονός θα κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα.

Η άποψή μας: Λοιπόν, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιστορία με φαντάσματα αλά art style. Στις Κάννες, βέβαια, λατρεύεται μόνο ότι είναι αρκούντως ρεαλιστικό. Το... σουρεαλιστικό δεν τους κάνει, τους μυρίζει και τους βρωμάει. Τέλος πάντων. Παρά την αδυναμία του σεναρίου – το υπογράφει ο ίδιος ο Assayas – η σκηνοθεσία είναι μια χαρά. Εκείνο, όμως, που ξεχωρίζει με διαφορά είναι η σημαντική βελτίωση της Stewart ως ηθοποιού. Κρατάει την ταινία επάνω της χωρίς να βοηθιέται από το σενάριο. Καμία σχέση με την Bella από τη σειρά ταινιών «Λυκόφως» λοιπόν! Εδώ είναι μια ώριμη ηθοποιός, τόσο ώριμη και τόσο απελευθερωμένη από το καταπιεστικό Χόλιγουντ που μας χαρίζει και δυο γυμνές εμφανίσεις και μια σκηνή αυνανισμού. Και δεν κάνω πλάκα: θεωρώ πως δεν θα δεχόταν με τίποτα να κάνει κάτι τέτοιο σε ταινία του Χόλιγουντ. Ο Assayas έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη της και αυτή του παραδίδει τον καλύτερο εαυτό της ψυχή τε και σώματι! Η ταινία του είναι κουλή αλλά δεν είναι ποτέ βαρετή. Ιδίως από τη στιγμή που η Μορίν αρχίζει να υπακούει στα sms – διαταγές που τις στέλνονται από άγνωστο αποστολέα, το πράγμα αποκτά κι ένα ενδιαφέρον θριλερίστικο.

Εντέλει, μια ήσσονος σημασίας ταινία που παγιώνει πλέον ότι η Stewart είναι μια πολύ ταλαντούχα ηθοποιός και που δείχνει ότι ο Assayas διέρχεται δημιουργική κρίση – αλλά όχι τέτοια που να οδηγεί σε τόσο μεγάλο κράξιμο στις κριτικές και από το κοινό των Καννών.

La Tortue Rouge Cannes 2016

O Michael Dudok de Wit είναι Ολλανδός σκηνοθέτης κινουμένων σχεδίων γνωστός για τον περφεξιονισμό του. Έχει τιμηθεί μάλιστα με Όσκαρ ταινίας κινουμένων σχεδίων μικρού μήκους για το 8λεπτο «Father and Daughter» το 2000. Το Studio Ghibli είναι ένα από τα πιο διάσημα στούντιο παραγωγής ταινιών κινουμένων σχεδίων στην Ιαπωνία. Δεν είναι Ντίσνεϊ – οι άνθρωποι κάνουν τέχνη στοχεύοντας σε ένα ενήλικο κοινό. Η πρώτη συμπαραγωγή του Studio Ghibli με την Ευρώπη και δη τη Γαλλία είναι η ταινία «La tortue rouge», την οποία σκηνοθέτησε ο Michael Dudok de Wit, ασχολούμενος μαζί της για μια δεκαετία! Το τελικό αποτέλεσμα είναι υπέροχο και η ταινία στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» τιμήθηκε με το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής!

Η υπόθεση: Καταμεσής της θάλασσας κατά τη διάρκεια μιας σφοδρής καταιγίδας ένας άντρας παλεύει με τα κύματα. Προφανώς είναι ναυαγός, το πλοίο στο οποίο επέβαινε βυθίστηκε και ο ίδιος προσπαθεί να παραμείνει στη ζωή. Εντέλει καταλήγει αναίσθητος στις ακτές ενός έρημου νησιού. Μόνος, με παρέα μόνο καβούρια, πουλιά και γενικώς μια πλούσια χλωρίδα και πανίδα, ο ναυαγός προσπαθεί να φτιάξει με μπαμπού σχεδία για να φύγει από το νησί και να επιστρέψει στον πολιτισμό. Κάθε φορά που το επιχειρεί, όμως, κι ενώ απομακρύνεται για κάμποσα μέτρα από την ακτή, μια δύναμη του διαλύει τη σχεδία. Στην πολλοστή του προσπάθεια αντιλαμβάνεται πως η δύναμη που δεν τον αφήνει να φύγει από το νησί είναι μια τεράστια κόκκινη χελώνα. Αγανακτισμένος, ο ναυαγός σκοτώνει τη χελώνα. Μετά την πράξη του, όμως, νιώθει ενοχές. Κοιμάται κι όταν ξυπνάει την άλλη μέρα βλέπει πως η χελώνα έχει εξαφανιστεί και στη θέση της βρίσκει μια υπέροχη, όμορφη, νέα γυναίκα με κατακόκκινα μαλλιά. Έχοντας πλέον συντροφιά και σύντροφο, ο ναυαγός βλέπει την προοπτική του να παραμείνει στο νησί με τελείως διαφορετικά μάτια.

Η άποψή μας: 80 λεπτά ταινία χωρίς να ακούγεται ούτε μία λέξη! 80 υπέροχα λεπτά κινουμένων σχεδίων. Γεμάτα συμβολισμούς, όνειρα, ενήλικα θέματα. Ένα μαγευτικό έργο τέχνης. Με τι εμπορικές προοπτικές όμως; Αυτό είναι ένα ερώτημα. Δεν ξέρω πχ κατά πόσο η πεντάχρονη κόρη μου θα εκτιμούσε τούτη τη θαυμάσια ιστορία, όπου όμως κανείς δεν μιλάει, δεν υπάρχει λόγος: μόνο εικόνα – και μουσική. Πολλές φορές, βεβαίως, υποτιμούμε τις διανοητικές ικανότητες της πιτσιρικαρίας. Θα μπορούσε να αντιδράσει μια χαρά και μάλιστα μετά να ξεκινούσαμε μια κουβέντα για το πως βίωσε την ταινία, αν της άρεσαν τα καβουράκια που λειτουργούν ολίγον τι ως comic relief, αν τρόμαξε όταν ο άντρας έπεσε στον μικρό κολπίσκο με φαινομενικά καμία δυνατότητα διαφυγής, πως της φάνηκε η μετατροπή της κόκκινης χελώνας σε γυναίκα με κόκκινα μαλλιά. Κάθε παραπάνω κουβέντα χαλάει την ποίηση ενός πραγματικού αριστουργήματος. Μια παραβολή για την ίδια τη ζωή, ένας ύμνος στο δημιουργικό πνεύμα, μια αληθινή ματιά πάνω στον έρωτα και την οικογένεια. Πραγματικά συγκλονιστικό.

Άντε, να πούμε και του χρόνου; Εδώ για 99 χρόνια η Ελλάδα θα είναι υπόδουλη, ένα προτεκτοράτο. Εδώ δεν ξέρουμε πού θα βρισκόμαστε αύριο. Είθε να είμαστε στις Κάννες. Όχι για τα πάρτι – έλεος – αλλά για τις ταινίες. Αυτά.

Θοδωρής Γιαχουστίδης

Cannes Film Festival 2016 Live