της Ελισάβετ Χρονοπούλου. Με τους Γιάννη Κοκιασμένο, Σοφία Γεωργοβασίλη, Διώνη Κουρτάκη
When a man «loves» a woman...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
«Μα τι σε νοιάζουν όλ' αυτά; Γιατί πρέπει να σε νοιάζουν;»
Το αρχικό κείμενο για τη νέα ταινία της Ελισάβετ Χρονοπούλου δημοσιεύτηκε στο Movies Ltd στο πλαίσιο ανταπόκρισης τον περασμένο Νοέμβριο, από το 56ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Το απαραίτητο ρετουσάρισμα για να είναι το κείμενο με τη μορφή που παρουσιάζουμε τις κριτικές μας για τις ταινίες, έγινε στις 8 Μαρτίου, ημερομηνία κατά την οποία γιορτάζεται η Ημέρα της Γυναίκας! Isn't it ironic – don't you think, που θα έλεγε και η Alanis Morissette...
Η Ελισάβετ Χρονοπούλου αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση για τον ελληνικό κινηματογράφο. Από την πρώτη της ταινία, το «Ένα τραγούδι δεν φτάνει» (2003) έχουν περάσει ήδη 13 χρόνια, ενώ η δεύτερή της «Ο Αννίβας προ των πυλών» (2011) δεν είχε τη διανομή που της έπρεπε. Τούτη είναι η μικρότερη το δέμας αλλά η καλύτερή της κατά τη γνώμη μας. Έκανε πρεμιέρα στο 21ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας, ενώ έχει προβληθεί και στο 56ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, όπου και την είδαμε. Στο Hellas Film Box στο Βερολίνο απέσπασε το 1ο βραβείο στο Τμήμα «Νέες Ματιές», ενώ συμμετείχε και στο 39ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Γκέτεμποργκ. Το σενάριο της ταινίας έχει βασιστεί στη συλλογή διηγημάτων της σκηνοθέτιδας, «Φοράει Κοστούμι» (Εκδόσεις Πόλις, 2013).
Η υπόθεση: Ο Δημήτρης και η Όλγα είναι δύο άνθρωποι, ψυχικά τραυματισμένοι, που προσπαθούν ν' αγαπηθούν. Η Όλγα κρύβει ένα μυστικό, που το φοβάται και το μισεί. Ο Δημήτρης βυθίζεται στην εμμονή να μάθει τα πάντα για το μυστικό της. Αυτή αντιστέκεται προσπαθώντας να προστατέψει τη σκοτεινή πλευρά του ψυχισμού της, αυτήν που ούτε η ίδια καταλαβαίνει. Η σχέση τους είναι ταυτόχρονα ένα εξοντωτικό κυνηγητό, που τους δηλητηριάζει, αλλά κι ένα ζεστό καταφύγιο, που τους προστατεύει από τον έξω κόσμο. Μία ερωτική ιστορία βασισμένη στα μυστικά. Ώσπου η αλήθεια καταστρέφει τα πάντα.
Η άποψή μας: Η «Μικρή Άρκτος» ήταν μία από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες που είδαμε στο πλαίσιο του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ή μάλλον για να αποφύγουμε τους αφορισμούς και να περνάμε για καλύτερο κάτι που μας άρεσε εμάς προσωπικά, αυτή είναι η ταινία που μας άγγιξε περισσότερο. Σπουδαία δουλειά, πραγματικά. Ναι ρε παιδί μου, έτσι! Γιατί σινεμά είναι απόλαυση. Γιατί σινεμά είναι και τι λες αλλά και πως το λες. Και η Ελισάβετ Χρονοπούλου ό,τι έχει να πει εδώ δεν το λέει απλά καλά, το λέει υπέροχα. Αφηγείται μια ιστορία πάθους και ερωτικής ζήλιας. Ok, θα πει κάποιος, σιγά τα ωά, το έχουμε ξαναδεί το έργο χιλιάδες φορές. Αμ δε! Δεν το έχετε ξαναδεί έτσι. Κι αυτό επειδή η Χρονοπούλου όχι μόνον αφηγείται την ιστορία της από τη μεριά του άνδρα, αλλά την αφηγείται και με τη ματιά του άνδρα! Κυριολεκτικά!
Ο φακός είναι το ανδρικό μάτι: βλέπουμε αυτό που βλέπει εκείνος, τον οποίο δεν βλέπουμε ποτέ! Μόνο τον ακούμε. Εντάξει, βλέπουμε και τον ευμεγέθη ανδρισμό του, αλλά ok, Κοκιασμένος είναι αυτός, τον είχαμε...θαυμάσει και στη «Στρέλλα»! Πέρα από την πλάκα, ο τρόπος που χρησιμοποιεί την κάμερα η σκηνοθέτιδα είναι άψογος. Είναι η υποκειμενική ματιά του άνδρα, του αρσενικού, στη θέση του οποίου βρίσκεται μια γυναίκα! Το ξέρω, επαναλαμβάνομαι αλλά είναι σπουδαίο. Και είναι τρομερό πως η κάμερα – βλέμμα, πέρα από το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου, πιάνει λεπτομέρειες ασήμαντες μεν που έχουν όμως τεράστια σημασία: το μωσαϊκό στο σπίτι, ο ακάλυπτος με τα μπαλκόνια των φτωχόσπιτων, το Μοναστηράκι έξω από το ξενοδοχείο, η πόλη, η αφιλόξενη αυτή μαυρόασπρη πόλη που μόνο σκληράδα βγάζει, και απόγνωση. Για να καταλάβετε, κάτι ανάλογο εγώ προσωπικά έχω δει μόνο στον «Ηδονοβλεψία» (Peeping Tom, 1960) του Michael Powell, όπου όμως εμφανίζεται ο ηδονοβλεψίας του τίτλου, βλέπουμε το πρόσωπό του. Και στις 7 Απριλίου βγαίνει στις αίθουσες μια ταινία ονόματι «Hardcore Henry», που όμως σ' αυτήν παραμερίζεται η όποια ανάγκη για συναισθηματική εμπλοκή του θεατή, καθώς ο στόχος είναι εκείνος ενός first-person action videogame, που αντί να το «παίζει» ο θεατής, θα το βλέπει...
Μόνο καλά λόγια έχουμε να πούμε λοπόν γι' αυτήν την ταινία της Χρονοπούλου. Για το σενάριό της. Για τη σκηνοθεσία της. Για τις ερμηνείες. Αναφέραμε ήδη τον Κοκιασμένο, που πιάνει απίστευτη απόδοση ερμηνευτικά μόνο με τη φωνή του! Αλλά η ταινία δεν θα μπορούσε να είναι πλήρης χωρίς την απίστευτη παρουσία της Σοφίας Γεωργοβασίλη. Αυτή είναι ερμηνεία με σωστή σκηνοθετική καθοδήγηση κ. Γιάνναρη (εντάξει, έχω φάει κόλλημα, σχωρνάτε με!). Γενναία ερμηνεία, ξεγύμνωμα ψυχής και σώματος, ένα απίστευτο υποκριτικό εργαλείο που παίζει σινεμά κι όχι θέατρο. Όπως λέμε συχνά ως κλισέ: δεν υποδύεται την Όλγα, είναι η Όλγα! Πέρα όλων των άλλων η ταινία μιλάει για την ανάγκη για ιδιωτικότητα και για το πως αυτή μπορεί να υφίσταται στο πλαίσιο μιας ερωτικής σχέσης. Αλλά μιλάει και για τη βία που ακόμα και σήμερα, εν έτι 2016, μπορεί κάποιος άνδρας να ασκήσει σε μια γυναίκα. Δεν θέλουμε να πούμε κάτι παραπάνω για να μην χαλάσουμε την απόλαυση που θα νιώσετε παρακολουθώντας μια πραγματικά σπουδαία ελληνική ταινία.
Μην μπερδευτείτε: δεν μιλάμε για κάτι σαν την ταινία του Παπακαλιάτη (που, να το ξεκαθαρίσουμε, ωραιότατη ταινία ήταν και μπράβο της που έκανε γκελ στον κόσμο) αλλά για μια ταινία που δεν πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες, απευθύνεται σε ενήλικο κοινό και μέσα από το άσπρο και μαύρο της λέει σκληρές αλήθειες που ισχύουν στον πολύχρωμο, μα μουντό, κόσμο μας...
Η υπόθεση: Ο Δημήτρης και η Όλγα είναι δύο άνθρωποι, ψυχικά τραυματισμένοι, που προσπαθούν ν' αγαπηθούν. Η Όλγα κρύβει ένα μυστικό, που το φοβάται και το μισεί. Ο Δημήτρης βυθίζεται στην εμμονή να μάθει τα πάντα για το μυστικό της. Αυτή αντιστέκεται προσπαθώντας να προστατέψει τη σκοτεινή πλευρά του ψυχισμού της, αυτήν που ούτε η ίδια καταλαβαίνει. Η σχέση τους είναι ταυτόχρονα ένα εξοντωτικό κυνηγητό, που τους δηλητηριάζει, αλλά κι ένα ζεστό καταφύγιο, που τους προστατεύει από τον έξω κόσμο. Μία ερωτική ιστορία βασισμένη στα μυστικά. Ώσπου η αλήθεια καταστρέφει τα πάντα.
Η άποψή μας: Η «Μικρή Άρκτος» ήταν μία από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες που είδαμε στο πλαίσιο του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ή μάλλον για να αποφύγουμε τους αφορισμούς και να περνάμε για καλύτερο κάτι που μας άρεσε εμάς προσωπικά, αυτή είναι η ταινία που μας άγγιξε περισσότερο. Σπουδαία δουλειά, πραγματικά. Ναι ρε παιδί μου, έτσι! Γιατί σινεμά είναι απόλαυση. Γιατί σινεμά είναι και τι λες αλλά και πως το λες. Και η Ελισάβετ Χρονοπούλου ό,τι έχει να πει εδώ δεν το λέει απλά καλά, το λέει υπέροχα. Αφηγείται μια ιστορία πάθους και ερωτικής ζήλιας. Ok, θα πει κάποιος, σιγά τα ωά, το έχουμε ξαναδεί το έργο χιλιάδες φορές. Αμ δε! Δεν το έχετε ξαναδεί έτσι. Κι αυτό επειδή η Χρονοπούλου όχι μόνον αφηγείται την ιστορία της από τη μεριά του άνδρα, αλλά την αφηγείται και με τη ματιά του άνδρα! Κυριολεκτικά!
Ο φακός είναι το ανδρικό μάτι: βλέπουμε αυτό που βλέπει εκείνος, τον οποίο δεν βλέπουμε ποτέ! Μόνο τον ακούμε. Εντάξει, βλέπουμε και τον ευμεγέθη ανδρισμό του, αλλά ok, Κοκιασμένος είναι αυτός, τον είχαμε...θαυμάσει και στη «Στρέλλα»! Πέρα από την πλάκα, ο τρόπος που χρησιμοποιεί την κάμερα η σκηνοθέτιδα είναι άψογος. Είναι η υποκειμενική ματιά του άνδρα, του αρσενικού, στη θέση του οποίου βρίσκεται μια γυναίκα! Το ξέρω, επαναλαμβάνομαι αλλά είναι σπουδαίο. Και είναι τρομερό πως η κάμερα – βλέμμα, πέρα από το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου, πιάνει λεπτομέρειες ασήμαντες μεν που έχουν όμως τεράστια σημασία: το μωσαϊκό στο σπίτι, ο ακάλυπτος με τα μπαλκόνια των φτωχόσπιτων, το Μοναστηράκι έξω από το ξενοδοχείο, η πόλη, η αφιλόξενη αυτή μαυρόασπρη πόλη που μόνο σκληράδα βγάζει, και απόγνωση. Για να καταλάβετε, κάτι ανάλογο εγώ προσωπικά έχω δει μόνο στον «Ηδονοβλεψία» (Peeping Tom, 1960) του Michael Powell, όπου όμως εμφανίζεται ο ηδονοβλεψίας του τίτλου, βλέπουμε το πρόσωπό του. Και στις 7 Απριλίου βγαίνει στις αίθουσες μια ταινία ονόματι «Hardcore Henry», που όμως σ' αυτήν παραμερίζεται η όποια ανάγκη για συναισθηματική εμπλοκή του θεατή, καθώς ο στόχος είναι εκείνος ενός first-person action videogame, που αντί να το «παίζει» ο θεατής, θα το βλέπει...
Μόνο καλά λόγια έχουμε να πούμε λοπόν γι' αυτήν την ταινία της Χρονοπούλου. Για το σενάριό της. Για τη σκηνοθεσία της. Για τις ερμηνείες. Αναφέραμε ήδη τον Κοκιασμένο, που πιάνει απίστευτη απόδοση ερμηνευτικά μόνο με τη φωνή του! Αλλά η ταινία δεν θα μπορούσε να είναι πλήρης χωρίς την απίστευτη παρουσία της Σοφίας Γεωργοβασίλη. Αυτή είναι ερμηνεία με σωστή σκηνοθετική καθοδήγηση κ. Γιάνναρη (εντάξει, έχω φάει κόλλημα, σχωρνάτε με!). Γενναία ερμηνεία, ξεγύμνωμα ψυχής και σώματος, ένα απίστευτο υποκριτικό εργαλείο που παίζει σινεμά κι όχι θέατρο. Όπως λέμε συχνά ως κλισέ: δεν υποδύεται την Όλγα, είναι η Όλγα! Πέρα όλων των άλλων η ταινία μιλάει για την ανάγκη για ιδιωτικότητα και για το πως αυτή μπορεί να υφίσταται στο πλαίσιο μιας ερωτικής σχέσης. Αλλά μιλάει και για τη βία που ακόμα και σήμερα, εν έτι 2016, μπορεί κάποιος άνδρας να ασκήσει σε μια γυναίκα. Δεν θέλουμε να πούμε κάτι παραπάνω για να μην χαλάσουμε την απόλαυση που θα νιώσετε παρακολουθώντας μια πραγματικά σπουδαία ελληνική ταινία.
Μην μπερδευτείτε: δεν μιλάμε για κάτι σαν την ταινία του Παπακαλιάτη (που, να το ξεκαθαρίσουμε, ωραιότατη ταινία ήταν και μπράβο της που έκανε γκελ στον κόσμο) αλλά για μια ταινία που δεν πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες, απευθύνεται σε ενήλικο κοινό και μέσα από το άσπρο και μαύρο της λέει σκληρές αλήθειες που ισχύουν στον πολύχρωμο, μα μουντό, κόσμο μας...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Μαρτίου 2016 στην Ταινιοθήκη και το Τριανόν
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική