Από την στιγμή που έπεσε στην αντίληψη μου η ύπαρξη εκείνου του διαγωνισμού, που θα έστελνε στα ξένα, μακρυά όπως τα φανταζόμασταν τότε, αρχές των 90s, μια πενηντάδα φανατικούς Του, για να τον δουν στην συναυλία, ήξερα πως με κάθε τρόπο, με οποιοδήποτε μέσον, θα βρισκόμουν μέσα στο πούλμαν (αυτής) της χαράς. Κομματάκι δύσκολο εκείνη την εποχή, αφού δεν υπήρχαν μέιλ, SMS, δυνατότητες του ίντερνετ για να πάρεις μέρος, μα έπρεπε να στείλεις γράμμα, σε φάκελο, με στάμπες και διευθύνσεις. Το εύκολο κομμάτι ήταν να βρω όσο το δυνατόν περισσότερα κουπόνια συμμετοχής, που εντέλει με βγάλαν μες τους νικητές και δεν αναγκάστηκα να κρυφτώ στις αποσκευές του διόρωφου Μερτσέντες, όπως πρόσταζε το plan b. Την συναυλία όπως κι αν είχε δεν θα την έχανα, που με τα πόδια να έκανα τα δυόμισι χιλιάδες χιλιόμετρα, μέχρι το Τζέρμανυ.
Ίσαμε να φτάσουμε στην Στουτγκάρδη (Μεγάλη Δευτέρα ξεκινήσαμε, πρώτη ημέρα πρωθυπουργίας Μητσοτάκη pls) από τα μεγάφωνα δεν έπαιξε αλλουνού τραγούδι, άσε που τον είχαμε φιγουράρει στο παρμπρίζ, σε γιγάντιο πόστερ μην και δεν μάθαινε κανένας για που το είχαν βάλει οι τρελοί. Και το ταξίδι το κατάπιαμε μονορούφι, με τραγούδι, κιθάρες, αϋπνία πάνω από τις νότες που βαρούσαν κάποιοι άγνωστοι που τους έλεγαν Πυξ Λαξ, με μοναδικό γνώριμο μου τον (Κύριο, του μιλούσα και στον πληθυντικό, θυμάμαι) Μάνο, που ήξερα πως έπαιζε σε άλλο γκρουπ, τους Dreamer και ήταν ο καλύτερος μου συμβουλάτορας, κάθε Σάββατο που τον πετύχαινα πάντα στην εξόρμηση για βινύλια στα Εξάρχεια. Σε όλο αυτό το δρόμο, μέσα στο εικοσάχρονο μυαλό μου έχτιζα την μορφή που θα συναντούσα πάνω στο stage, εξωπραγματική, απόκοσμη, από άλλο πλανήτη, με τους εξωγήινους να τον περιτριγυρίζουν για να τον αρπάξουν κι εκείνος να αντιστέκεται σθεναρά, πετώντας νότες στην Αρένα, που θα τον κρατούσε στην Γη και δεν θα τον άφηνε ποτέ να φτάσει στα άστρα.
Από τα ξημερώματα μάλιστα της μεγάλης εκείνης ημέρας, είχα φροντίσει να πάρω μια γεύση από το στάδιο, που θα γινόταν το πατιρντί, για να έχω πρώτη γνώμη, από ποια θύρα θα τρυπώσω πρώτος, πως θα φτάσω στην σκηνή τρεχάλα, να έχω ιδέα πόση θα είναι η απόσταση από τον Ζίγκι. Μια μοναχική βόλτα από το γήπεδο, που εντέλει αποδείχτηκε χρυσός, καθώς όταν το απόγιομα ήλθε η ώρα της ομαδικής εκστρατείας στο Halle, το λεωφορείο μας δεν ήρθε ποτέ και λίγο πριν πέσει από το άγχος η χαίτη του ομαδάρχη μας του Κουτουβού, τον παρότρυνα να βολτάρουμε όλοι μαζί με το Μετρό, που πλέον το έπαιζα στα δάχτυλα. Όπερ και την κάναμε τσούρμο με το τρένο...
Φυσικά και με το που μπήκαμε στο στάδιο, τα πάντα γύρω μου χάθηκαν, γνωστοί, άγνωστοι έγιναν ένα, μα πανεύκολα έπιασα πρώτη σειρά, πηδώντας από την κερκίδα μέσα, αφού οι Τσουζάμεν δεν χαρακτηρίζονται και από κανέναν σημαντικό φανατισμό, για να κοντράρουν στο σπριντ τον zerV. Κι όμως μέσα μου δεν είχα καλό προαίσθημα, κάτι με έτρωγε πως δεν θα πάει καλά το πράμα. Κι έτσι έγινε. Με το που χαμηλώνουν τα φώτα και πέφτει το Ground Control to Major Tom, τα έχασα. Ούτε Άλιενς στην πίστα, ούτε διαστημόπλοια, ούτε Αρειανοί να τρέχουν πέρα δώθε, ούτε σκάφανδρα και οξυγόνα. Εκείνος βέβαια αγέρωχος, αδύνατος, με εφαρμοστό σακάκι και πανταλόνι επτά νούμερα μεγαλύτερο, να κάνει τα δικά του. Μικρή απογοήτευση με κυρίευσε, που πήγε ο ήρωας μου, ποιος τον κατάπιε, γιατί αυτός είναι άλλος? Λίγο πριν φτάσει στο Planet Earth Is Blue, νομιζω, οι ματιές μας διασταυρώθηκαν κι εκεί το σόου τερμάτισε.
"Ήρθες να δεις εξωγήινο μαγκίτη ε? Άρπα την τώρα, σε γέλασα, φουκαρά μου. Μπορεί να έπεσα από τον Ουρανό, σας έχω κογιονάρει όλους όμως και περνιέμαι πια για δικός σας. Με αγγίζετε, με ακουμπάτε, με βλέπετε σιμά σας, με ακούτε να τραγουδάω, είμαι αληθινός και όχι Θεός. Δεν παίζουν έτσι οι Θεοί Γιώργη μου μαζί σας, εμείς είμαστε απλά απεσταλμένοι, προνομιούχοι. και κάποια μέρα να δεις πως θα γίνουμε και τρωτοί, θνητοί σαν και του λόγου σας. Είναι η ημέρα που θα ξαναγυρίσουμε στα αστέρια."
Η οπτασία σίγασε. Και πλέον τα μεγάφωνα βαρούσαν Life On Mars. Γύρισα την πλάτη στην σκηνή και απομακρύνθηκα. Ανέβηκα σε μια απόμερη γωνιά του γηπέδου, σε κάτι σκαλοπατάκια απότομα, μοναχός ξανά και άναψα τσιγάρο. Μέσα από τον καπνό, στα εκατό μέτρα πια, τον έκοψα να μου κλείνει το μάτι. "Μην στενοχωριέσαι που Είδωλα και Αστέρια σβήνουν μέσα στην ψυχή σου. Όταν θα την κάνω, μια και καλή, ρίξε μια ματιά ψηλά και θα καταλάβεις."
Κατάλαβα ρε David, Κατάλαβα...
Ίσαμε να φτάσουμε στην Στουτγκάρδη (Μεγάλη Δευτέρα ξεκινήσαμε, πρώτη ημέρα πρωθυπουργίας Μητσοτάκη pls) από τα μεγάφωνα δεν έπαιξε αλλουνού τραγούδι, άσε που τον είχαμε φιγουράρει στο παρμπρίζ, σε γιγάντιο πόστερ μην και δεν μάθαινε κανένας για που το είχαν βάλει οι τρελοί. Και το ταξίδι το κατάπιαμε μονορούφι, με τραγούδι, κιθάρες, αϋπνία πάνω από τις νότες που βαρούσαν κάποιοι άγνωστοι που τους έλεγαν Πυξ Λαξ, με μοναδικό γνώριμο μου τον (Κύριο, του μιλούσα και στον πληθυντικό, θυμάμαι) Μάνο, που ήξερα πως έπαιζε σε άλλο γκρουπ, τους Dreamer και ήταν ο καλύτερος μου συμβουλάτορας, κάθε Σάββατο που τον πετύχαινα πάντα στην εξόρμηση για βινύλια στα Εξάρχεια. Σε όλο αυτό το δρόμο, μέσα στο εικοσάχρονο μυαλό μου έχτιζα την μορφή που θα συναντούσα πάνω στο stage, εξωπραγματική, απόκοσμη, από άλλο πλανήτη, με τους εξωγήινους να τον περιτριγυρίζουν για να τον αρπάξουν κι εκείνος να αντιστέκεται σθεναρά, πετώντας νότες στην Αρένα, που θα τον κρατούσε στην Γη και δεν θα τον άφηνε ποτέ να φτάσει στα άστρα.
Από τα ξημερώματα μάλιστα της μεγάλης εκείνης ημέρας, είχα φροντίσει να πάρω μια γεύση από το στάδιο, που θα γινόταν το πατιρντί, για να έχω πρώτη γνώμη, από ποια θύρα θα τρυπώσω πρώτος, πως θα φτάσω στην σκηνή τρεχάλα, να έχω ιδέα πόση θα είναι η απόσταση από τον Ζίγκι. Μια μοναχική βόλτα από το γήπεδο, που εντέλει αποδείχτηκε χρυσός, καθώς όταν το απόγιομα ήλθε η ώρα της ομαδικής εκστρατείας στο Halle, το λεωφορείο μας δεν ήρθε ποτέ και λίγο πριν πέσει από το άγχος η χαίτη του ομαδάρχη μας του Κουτουβού, τον παρότρυνα να βολτάρουμε όλοι μαζί με το Μετρό, που πλέον το έπαιζα στα δάχτυλα. Όπερ και την κάναμε τσούρμο με το τρένο...
Φυσικά και με το που μπήκαμε στο στάδιο, τα πάντα γύρω μου χάθηκαν, γνωστοί, άγνωστοι έγιναν ένα, μα πανεύκολα έπιασα πρώτη σειρά, πηδώντας από την κερκίδα μέσα, αφού οι Τσουζάμεν δεν χαρακτηρίζονται και από κανέναν σημαντικό φανατισμό, για να κοντράρουν στο σπριντ τον zerV. Κι όμως μέσα μου δεν είχα καλό προαίσθημα, κάτι με έτρωγε πως δεν θα πάει καλά το πράμα. Κι έτσι έγινε. Με το που χαμηλώνουν τα φώτα και πέφτει το Ground Control to Major Tom, τα έχασα. Ούτε Άλιενς στην πίστα, ούτε διαστημόπλοια, ούτε Αρειανοί να τρέχουν πέρα δώθε, ούτε σκάφανδρα και οξυγόνα. Εκείνος βέβαια αγέρωχος, αδύνατος, με εφαρμοστό σακάκι και πανταλόνι επτά νούμερα μεγαλύτερο, να κάνει τα δικά του. Μικρή απογοήτευση με κυρίευσε, που πήγε ο ήρωας μου, ποιος τον κατάπιε, γιατί αυτός είναι άλλος? Λίγο πριν φτάσει στο Planet Earth Is Blue, νομιζω, οι ματιές μας διασταυρώθηκαν κι εκεί το σόου τερμάτισε.
"Ήρθες να δεις εξωγήινο μαγκίτη ε? Άρπα την τώρα, σε γέλασα, φουκαρά μου. Μπορεί να έπεσα από τον Ουρανό, σας έχω κογιονάρει όλους όμως και περνιέμαι πια για δικός σας. Με αγγίζετε, με ακουμπάτε, με βλέπετε σιμά σας, με ακούτε να τραγουδάω, είμαι αληθινός και όχι Θεός. Δεν παίζουν έτσι οι Θεοί Γιώργη μου μαζί σας, εμείς είμαστε απλά απεσταλμένοι, προνομιούχοι. και κάποια μέρα να δεις πως θα γίνουμε και τρωτοί, θνητοί σαν και του λόγου σας. Είναι η ημέρα που θα ξαναγυρίσουμε στα αστέρια."
Η οπτασία σίγασε. Και πλέον τα μεγάφωνα βαρούσαν Life On Mars. Γύρισα την πλάτη στην σκηνή και απομακρύνθηκα. Ανέβηκα σε μια απόμερη γωνιά του γηπέδου, σε κάτι σκαλοπατάκια απότομα, μοναχός ξανά και άναψα τσιγάρο. Μέσα από τον καπνό, στα εκατό μέτρα πια, τον έκοψα να μου κλείνει το μάτι. "Μην στενοχωριέσαι που Είδωλα και Αστέρια σβήνουν μέσα στην ψυχή σου. Όταν θα την κάνω, μια και καλή, ρίξε μια ματιά ψηλά και θα καταλάβεις."
Κατάλαβα ρε David, Κατάλαβα...
zerVo