του Lucas Belvaux. Με τους Émilie Dequenne, Loïc Corbery, Sandra Nkaké, Charlotte Talpaert, Anne Coesens
Αγάπα με, τις ώρες που μπορείς!
του zerVo (@moviesltd)
Αποτελεί μάστιγα για κάθε παθιασμένο ειδύλλιο που οραματίζεται πως θα μακροημερεύσει. Είναι εκείνη η στιγμή που ο ένας τη; δυάδας, συνήθως ο πιο ακαδημαϊκά καταρτισμένος, αρχίζει να κοιτάζει αφ υψηλού το έτερον ήμισυ, να το θεωρεί υποδεέστερο σε γνωστικό πεδίο, να το κατηγορεί σαν ελάχιστα ζυμωμένο σε κουλτούρα, να το μειώνει διαρκώς ως αστοιχείωτο και εν ολίγοις, μη αρμόζων να στέκεται δίπλα στην Υψηλότητα του. Στιγμή που πιθανόν η αρχική φλόγα έχει κοπάσει και αναζητούνται πλέον δικαιολογίες για το στρίβειν δια του αρραβώνος, με τον ανώτερου επιπέδου μορφωμένο να την κάνει που λέμε, με αραιά πηδηματάκια. Φουκαρά μου, ψηλομύτη, να ξέρεις, όμως, όταν θα έρθει η ώρα να κάνεις τον απολογισμό αυτής της σχέσης, πόσα κέρδισες και πόσα έχασες, αντικειμενικά θα καταλάβεις πως ο ηττημένος είσαι αποκλειστικά και μόνο εσύ...
Οικτρή απογοήτευση θα νιώσει ο φιλόδοξος καθηγητής φιλοσοφίας και φανατικός διανοούμενος Κλεμέντ, στο άκουσμα της τοποθεσίας που η υπηρεσία του θα τον αποσπάσει για να διδάξει. Το επαρχιακό Αράς, στον απομακρυσμένο Γαλλικό Βορρά, μοιάζει ιδιαίτερα περιοριστικό για τα εκλεπτυσμένα, Παριζιάνικα γούστα του, καθώς θα απολέσει τους αριστοκρατικούς του κύκλους, για να συνυπάρξει με τους γκροτέσκους και απότομους χωριάτες. Μια παρατραβηγμένη άποψη, που τέλος της θα δώσει η εμφάνιση της Τζένιφερ, μιας νεαρής και μοναχικής μητέρας, κομμωτριούλας στο επάγγελμα, που μπορεί να μην έχει βγάλει πανεπιστήμια και να μην γνωρίζει τον Ντοστογιέφσκι, με το διαρκές της κέφι και την ανοιχτή της καρδιά, θα κάνει κομματάκι τον μουρτζούφλη Κλεμέντ να χαμογελάσει.
Βόλτα με τη βόλτα, καφέ με τον καφέ, σινεμά με το σινεμά (σε ταινία της συνονόματης της ηρωίδας Aniston, παρακαλώ) οι δυο τους θα έρθουν πολύ κοντά, αναπτύσσοντας δεσμό ερωτικό, που ενώ φαντάζει παράταιρος εκ πρώτης όψης των εραστών, εντούτοις θα οδηγηθεί σε ένα πάθος φλογερό, που θα οδηγήσει τα καυτά χείλη να εκστομίσουν κουβέντες περί αιώνιας αγάπης. Κι αν για την ταλαιπωρημένη από τις εφήμερες σχέσεις και τα κοροιδιλίκια κοπελίτσα, αυτός ο δεσμός φαντάζει στην βιτρίνα του ως ο ιδανικός, για τον φαντασμένο οπαδό του Κάντιου μοιάζει μάλλον με υποβιβασμός στην δεύτερη εθνική κατηγορία. Φαντάζεσαι περίπου την εξέλιξη, νιώθεις και ποιος θα οδύρεται στο φινάλε, καλέ μου σινεφίλ?
Σωστά μαντεύεις! Πίστεψε με. Ξεφεύγει κατάτι από το σκοτεινό ύφος, των προηγούμενων μουντών, δραματικών και έντονου κοινωνικού προβληματισμού δημιουργιών του Lucas Belvaux, το αισθηματικό ντράμεντι, με την μαρκίζα Pas Son Genre, που στην ουσία παίζει με την έννοια της μάχης των φύλων, προτάσσοντας το αγαπημένο ντουέτο που συνθέτουν δύο εκ διαμέτρου αντίθετης συλλογιστικής, σκέψης και εντέλει συμπεριφοράς ατόμων. Που από την μια μεριά εκπροσωπούν την σοβαρότητα, την φινέτσα, το λούστρο της πρωτεύουσας, σε αντιδιαστολή, με την ανοιχτή ψυχή, τον άκρατο εκδηλωτισμό μα και τις έντονες ανασφάλειες της περιφέρειας. Δυστυχώς για ανθρώπους που προέρχονται από τόσο διαφορετικούς κόσμους, παρόλες τις αμοιβαίες τους υποχωρήσεις, δεν είναι εύκολη η μακρού βίου συνύπαρξη. Πόσο μάλλον όταν το σενάριο και την σκηνοθεσία, υπογράφει ο μονίμως απαισιόδοξος και ουδέποτε φίλος του χάπι εντ Βέλγος (επίσης του 38 Tenoins).
Σε αντίθεση με τους πολύ χαμηλότονους χαρακτήρες που την έχουμε συνηθίσει να ερμηνεύει στο παρελθόν, η Emilie Dequenne, μια από τις πλέον ταλαντούχες υποκριτικές εκπροσώπους της σύγχρονης κινηματογραφικής Γαλλοφωνίας, με περισσή άνεση κερδίζει το βλέμμα, την συμπάθεια, την αγάπη κι εντέλει το παλαμάκι του όχι διστακτικού στην θωριά της θεατή. Σε σούπερ κόντρα ρόλο από όλες εκείνες τις Ροζέτες που έχει υποδυθεί, η Βελγίδα, ξανθαίνει με οξυζενέ το μαλλί, ντύνεται χρώματα και σέξι προκλητικά μίνι φορεματάκια και δεν διστάζει ακόμη και να ανέβει στην πίστα του καραόκε (η κλισέ επαρχιακή διασκέδαση δηλαδή) για να δείξει ικανότητες στο τραγούδι και τον χορό. Μεγάλωσε το αγαπημένο κορίτσι, ακόμη δεν έχει εκτοξευτεί στα στάνταρντς που της αρμόζουν, όμως ακόμη βρίσκεται μόλις στα 35 της και είναι σίγουρο πως ευκαιρίες θα της δοθούν κι άλλες. Στο πλάι της ο κομεντί φρανσέζ Loic Corbery, μια χαρά στέκει ως ο αχαμογέλαστος της Σανς Ελυζέ, που φυσικά δεν συμπαθούν ούτε οι μη μου άπτου γονείς του...
Για πες: Όχι η ρομαντζαδούρα made in America που έχουμε κατά καιρούς μάθει, άλλωστε το φραντσέζικο μπρίο είναι εντελώς διαφορετικό, πιο συναισθηματικό και φυσικά εντόνως αρνούμενο να βάλει ευτυχισμένη τελεία στις ιστορίες του. Σίγουρα μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια αναμένουμε το αγγλόφωνο ριμέικ, με τον James McAvoy να αποδίδει Εκείνον και την Kristen Wiig να παίζει Εκείνην. Λέμε τώρα...
Βόλτα με τη βόλτα, καφέ με τον καφέ, σινεμά με το σινεμά (σε ταινία της συνονόματης της ηρωίδας Aniston, παρακαλώ) οι δυο τους θα έρθουν πολύ κοντά, αναπτύσσοντας δεσμό ερωτικό, που ενώ φαντάζει παράταιρος εκ πρώτης όψης των εραστών, εντούτοις θα οδηγηθεί σε ένα πάθος φλογερό, που θα οδηγήσει τα καυτά χείλη να εκστομίσουν κουβέντες περί αιώνιας αγάπης. Κι αν για την ταλαιπωρημένη από τις εφήμερες σχέσεις και τα κοροιδιλίκια κοπελίτσα, αυτός ο δεσμός φαντάζει στην βιτρίνα του ως ο ιδανικός, για τον φαντασμένο οπαδό του Κάντιου μοιάζει μάλλον με υποβιβασμός στην δεύτερη εθνική κατηγορία. Φαντάζεσαι περίπου την εξέλιξη, νιώθεις και ποιος θα οδύρεται στο φινάλε, καλέ μου σινεφίλ?
Σωστά μαντεύεις! Πίστεψε με. Ξεφεύγει κατάτι από το σκοτεινό ύφος, των προηγούμενων μουντών, δραματικών και έντονου κοινωνικού προβληματισμού δημιουργιών του Lucas Belvaux, το αισθηματικό ντράμεντι, με την μαρκίζα Pas Son Genre, που στην ουσία παίζει με την έννοια της μάχης των φύλων, προτάσσοντας το αγαπημένο ντουέτο που συνθέτουν δύο εκ διαμέτρου αντίθετης συλλογιστικής, σκέψης και εντέλει συμπεριφοράς ατόμων. Που από την μια μεριά εκπροσωπούν την σοβαρότητα, την φινέτσα, το λούστρο της πρωτεύουσας, σε αντιδιαστολή, με την ανοιχτή ψυχή, τον άκρατο εκδηλωτισμό μα και τις έντονες ανασφάλειες της περιφέρειας. Δυστυχώς για ανθρώπους που προέρχονται από τόσο διαφορετικούς κόσμους, παρόλες τις αμοιβαίες τους υποχωρήσεις, δεν είναι εύκολη η μακρού βίου συνύπαρξη. Πόσο μάλλον όταν το σενάριο και την σκηνοθεσία, υπογράφει ο μονίμως απαισιόδοξος και ουδέποτε φίλος του χάπι εντ Βέλγος (επίσης του 38 Tenoins).
Σε αντίθεση με τους πολύ χαμηλότονους χαρακτήρες που την έχουμε συνηθίσει να ερμηνεύει στο παρελθόν, η Emilie Dequenne, μια από τις πλέον ταλαντούχες υποκριτικές εκπροσώπους της σύγχρονης κινηματογραφικής Γαλλοφωνίας, με περισσή άνεση κερδίζει το βλέμμα, την συμπάθεια, την αγάπη κι εντέλει το παλαμάκι του όχι διστακτικού στην θωριά της θεατή. Σε σούπερ κόντρα ρόλο από όλες εκείνες τις Ροζέτες που έχει υποδυθεί, η Βελγίδα, ξανθαίνει με οξυζενέ το μαλλί, ντύνεται χρώματα και σέξι προκλητικά μίνι φορεματάκια και δεν διστάζει ακόμη και να ανέβει στην πίστα του καραόκε (η κλισέ επαρχιακή διασκέδαση δηλαδή) για να δείξει ικανότητες στο τραγούδι και τον χορό. Μεγάλωσε το αγαπημένο κορίτσι, ακόμη δεν έχει εκτοξευτεί στα στάνταρντς που της αρμόζουν, όμως ακόμη βρίσκεται μόλις στα 35 της και είναι σίγουρο πως ευκαιρίες θα της δοθούν κι άλλες. Στο πλάι της ο κομεντί φρανσέζ Loic Corbery, μια χαρά στέκει ως ο αχαμογέλαστος της Σανς Ελυζέ, που φυσικά δεν συμπαθούν ούτε οι μη μου άπτου γονείς του...
Για πες: Όχι η ρομαντζαδούρα made in America που έχουμε κατά καιρούς μάθει, άλλωστε το φραντσέζικο μπρίο είναι εντελώς διαφορετικό, πιο συναισθηματικό και φυσικά εντόνως αρνούμενο να βάλει ευτυχισμένη τελεία στις ιστορίες του. Σίγουρα μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια αναμένουμε το αγγλόφωνο ριμέικ, με τον James McAvoy να αποδίδει Εκείνον και την Kristen Wiig να παίζει Εκείνην. Λέμε τώρα...
Στις δικές μας αίθουσες? Την 1η Οκτωβρίου 2015 από την Filmtrade
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική