της Alicia Scherson. Με τους Manuela Martelli, Rutger Hauer, Luigi Ciardo, Nicolas Vaporidis, Alessandro Giallocosta, Pino Calabrese
Girlhood?
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Έρημά μου νιάτα, πού τσαλακωθήκατε
Τώρα, πείτε μου αν έχω άδικο: είναι τυχαίο το γεγονός ότι η «Νιότη» του Paolo Sorentino πριν βγει στις αίθουσες ως «Youth» (ή La giovinezza ιταλιστί) είχε ως... working title το «Il Futuro»; Εντάξει, η ταινία της Scherson προηγήθηκε εκείνης του Sorentino δύο ολόκληρα χρόνια. Το γεγονός, πάντως, ότι η ελληνική εταιρία διανομής αποφάσισε να τη βγάλει τώρα στις αίθουσες, την ίδια ακριβώς ημερομηνία με την ταινία του Sorentino, μάλλον δηλώνει την επιθυμία της να «τσιμπήσει» κανένα εισιτήριο από την περισσότερο προβεβλημένη «συντρόφισσά» της. Ιταλία, νεότητα, γυναικείο γυμνό, τέχνη ή «τέχνη» μερικές μόνο από τις ομοιότητες και έδεσε το γλυκό.
Αυτή είναι η 3η μεγάλου μήκους ταινία της Χιλιανής σκηνοθέτιδας Alicia Scherson, μετά τις ταινίες «Play» (2005) και «Turistas» (2009). Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο βιβλίο του συμπατριώτη της Scherson, συγγραφέα Roberto Bolaño (ο οποίος πέθανε πριν 12 χρόνια σε ηλικία 50 ετών). Τίτλος του βιβλίου: «Una novelita lumpen», ήτοι, μια μικρή λούμπεν νουβέλα. Να μην αναλύσουμε εδώ την έννοια του λούμπεν γενικότερα και του προλεταριάτου ειδικότερα, έτσι; Τίτλος πολλά υποσχόμενος, που βοηθάει (κάπως...) στην «ανάγνωση» της ταινίας, μιας ταινίας, πάντως, που «πετάει» τον μέσο θεατή έξω από αυτήν. Η ταινία προβλήθηκε μεταξύ των άλλων στα κινηματογραφικά φεστιβάλ του Sundance και του Rotterdam – μάλιστα, στην ολλανδική πόλη η ταινία τιμήθηκε και με βραβείο. Είμαι πραγματικά περίεργος να δω πόσα εισιτήρια θα κόψει η συγκεκριμένη ταινία στη χώρα μας.
Η υπόθεση: Η Μπιάνκα και ο Τομάς, δύο αδέλφια στην εφηβεία, χάνουν τους γονείς τους σε ένα τραγικό αυτοκινητιστικό δυστύχημα και μένουν μόνα στη Ρώμη, αναγκασμένα να αντιμετωπίσουν τη ζωή με όποιον τρόπο μπορούν, χωρίς να έχουν κανέναν στον οποίο να μπορούν να στραφούν για βοήθεια. Μια μέρα, ο Τομάς φέρνει σπίτι δύο φίλους του από το γυμναστήριο, οι οποίοι καταλήγουν να μετακομίσουν στο υπνοδωμάτιο των γονιών τους. Όταν κάποια στιγμή τα χρήματα αρχίζουν να τελειώνουν, οι δύο νέοι τους συγκάτοικοι συλλαμβάνουν ένα σχέδιο για να αλλάξουν την τύχη τους: να ληστέψουν έναν παλαίμαχο, τυφλό ηθοποιό και πρώην Μίστερ Υφήλιο με το όνομα Μασίστας, ο οποίος συνήθιζε να υποδύεται τον Ηρακλή σε b-movies του ’60.
Ο Μασίστας φυλά όλη του την περιουσία σε ένα χρηματοκιβώτιο στο σπίτι του, καθώς δεν εμπιστεύεται τις τράπεζες. Και ο μόνος τρόπος για να τον προσεγγίσουν είναι να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του, χρησιμοποιώντας την Μπιάνκα ως δόλωμα. Τα αδέλφια θα δεχτούν, περνώντας απότομα από την παιδικότητα στην απαγορευμένη ενηλικίωση. Καθώς όμως η Μπιάνκα περνά όλο και περισσότερο χρόνο με τον αινιγματικό αυτό ερημίτη στη σκοτεινή και λαβυρινθώδη έπαυλή του, η κατάσταση γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκη.
Η άποψή μας: Παράξενη ταινία. Τα δύο αδέλφια καλούνται σε μια μάντρα αυτοκινήτων να πάρουν ότι μπόρεσε να σωθεί από την άμορφη μάζα λαμαρίνων στην οποία μετατράπηκε το αμάξι των γονέων τους και το μόνο που έχουν να πουν είναι πως το αμάξι ήταν χρώματος κίτρινου – μετά το δυστύχημα το αμάξι δεν έχει χρώμα. Η Scherson μας μπάζει στον κόσμο της σύγχρονης Ρώμης, μιας μεγαλούπολης παγωμένων συναισθημάτων, που κουβαλάει στα χώματά της το κλέος του παρελθόντος υπό τη μορφή πχ του Κολοσσαίου. Μόνο που το εμβληματικό μνημείο μπορεί να πουληθεί πλέον και ως... σταχτοδοχείο στους τουρίστες, ημεδαπούς και αλλοδαπούς!
Το πιάσατε το υπονοούμενο, έτσι; Με τη φωνή της ενήλικης Μπιάνκα να μας αφηγείται με φωνή off τα παθήματά της από εκείνη την περίοδο από ένα μακρινό (;) και αβέβαιο (;) μέλλον, η σκηνοθέτιδα ποντάρει στην αποστασιοποίηση. Σχεδόν κανένα συναίσθημα δεν βγαίνει στη μεγάλη οθόνη. Όλα είναι ένα παιχνίδι. Με μπόλικη κινηματογραφοφιλία: η Μπιάνκα, που δουλεύει ως βοηθός πιστολάκι σε κομμωτήριο, απαντώντας σε αυτά τα ανόητα τεστ του σωρού, που της κάνει μεταξύ σοβαρού και αστείου ένας συνομήλικός της, θέλει για εραστή τον Johnny Depp αλλά για πατέρα τον Brad Pitt!
Κι όλο αυτό το «παρασκήνιο» με τις ιταλικές «χλαμύδες», τις ταινίες με ήρωα τον Μασίστα, ε, κρατάνε ένα άλφα ενδιαφέρον για τον θεατή, που δεν χαλιέται όταν μια ταινία κινείται σε περίεργους ρυθμούς και ατραπούς. Ο θεούλης Rutger Hauer, που σφράγισε με την ερμηνεία του το υπέροχο «Blade Runner» (ξέρετε, εκείνο με το voice over, χε χε χε), έχει υποδυθεί ξανά τον τυφλό στον... «Τυφλό σαμουράι» (Blind Fury, 1989) ενώ και η γυναίκα του σε μια άλλη ταινία πεθαίνει από καρκίνο του στομάχου (!) - συγκεκριμένα στο σπουδαίο «Παράφορος έρωτας» (Turkish delight, 1977) του κανονικότατα ηδονοβλεψία, Paul Verhoeven. Παιχνίδια, παιχνίδια, παιχνίδια, αλλά στην τελική, τι; Κάποια εφέ είναι μαγικά, η μετάβαση από την εφηβεία στην ενηλικίωση παρουσιάζεται με ενδιαφέροντα τρόπο – χωρίς βεβαίως να λέγεται κάτι πραγματικά καινούριο – η Manuela Martelli συχνά πυκνά εμφανίζεται ολόγυμνη για τις ανάγκες του ρόλου της, ο Nicolas Vaporidis είναι όντως ελληνικής καταγωγής, όπως μαρτυρά το επίθετό του και υποδύεται τον έναν από τους δύο φίλους του Τομάς, το χρηματοκιβώτιο δεν θα κλαπεί ποτέ και η σεμνή τελετή λαμβάνει τέλος. Τι ήθελε να πει το ποιητή; Δικό σας!
Η υπόθεση: Η Μπιάνκα και ο Τομάς, δύο αδέλφια στην εφηβεία, χάνουν τους γονείς τους σε ένα τραγικό αυτοκινητιστικό δυστύχημα και μένουν μόνα στη Ρώμη, αναγκασμένα να αντιμετωπίσουν τη ζωή με όποιον τρόπο μπορούν, χωρίς να έχουν κανέναν στον οποίο να μπορούν να στραφούν για βοήθεια. Μια μέρα, ο Τομάς φέρνει σπίτι δύο φίλους του από το γυμναστήριο, οι οποίοι καταλήγουν να μετακομίσουν στο υπνοδωμάτιο των γονιών τους. Όταν κάποια στιγμή τα χρήματα αρχίζουν να τελειώνουν, οι δύο νέοι τους συγκάτοικοι συλλαμβάνουν ένα σχέδιο για να αλλάξουν την τύχη τους: να ληστέψουν έναν παλαίμαχο, τυφλό ηθοποιό και πρώην Μίστερ Υφήλιο με το όνομα Μασίστας, ο οποίος συνήθιζε να υποδύεται τον Ηρακλή σε b-movies του ’60.
Ο Μασίστας φυλά όλη του την περιουσία σε ένα χρηματοκιβώτιο στο σπίτι του, καθώς δεν εμπιστεύεται τις τράπεζες. Και ο μόνος τρόπος για να τον προσεγγίσουν είναι να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του, χρησιμοποιώντας την Μπιάνκα ως δόλωμα. Τα αδέλφια θα δεχτούν, περνώντας απότομα από την παιδικότητα στην απαγορευμένη ενηλικίωση. Καθώς όμως η Μπιάνκα περνά όλο και περισσότερο χρόνο με τον αινιγματικό αυτό ερημίτη στη σκοτεινή και λαβυρινθώδη έπαυλή του, η κατάσταση γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκη.
Η άποψή μας: Παράξενη ταινία. Τα δύο αδέλφια καλούνται σε μια μάντρα αυτοκινήτων να πάρουν ότι μπόρεσε να σωθεί από την άμορφη μάζα λαμαρίνων στην οποία μετατράπηκε το αμάξι των γονέων τους και το μόνο που έχουν να πουν είναι πως το αμάξι ήταν χρώματος κίτρινου – μετά το δυστύχημα το αμάξι δεν έχει χρώμα. Η Scherson μας μπάζει στον κόσμο της σύγχρονης Ρώμης, μιας μεγαλούπολης παγωμένων συναισθημάτων, που κουβαλάει στα χώματά της το κλέος του παρελθόντος υπό τη μορφή πχ του Κολοσσαίου. Μόνο που το εμβληματικό μνημείο μπορεί να πουληθεί πλέον και ως... σταχτοδοχείο στους τουρίστες, ημεδαπούς και αλλοδαπούς!
Το πιάσατε το υπονοούμενο, έτσι; Με τη φωνή της ενήλικης Μπιάνκα να μας αφηγείται με φωνή off τα παθήματά της από εκείνη την περίοδο από ένα μακρινό (;) και αβέβαιο (;) μέλλον, η σκηνοθέτιδα ποντάρει στην αποστασιοποίηση. Σχεδόν κανένα συναίσθημα δεν βγαίνει στη μεγάλη οθόνη. Όλα είναι ένα παιχνίδι. Με μπόλικη κινηματογραφοφιλία: η Μπιάνκα, που δουλεύει ως βοηθός πιστολάκι σε κομμωτήριο, απαντώντας σε αυτά τα ανόητα τεστ του σωρού, που της κάνει μεταξύ σοβαρού και αστείου ένας συνομήλικός της, θέλει για εραστή τον Johnny Depp αλλά για πατέρα τον Brad Pitt!
Κι όλο αυτό το «παρασκήνιο» με τις ιταλικές «χλαμύδες», τις ταινίες με ήρωα τον Μασίστα, ε, κρατάνε ένα άλφα ενδιαφέρον για τον θεατή, που δεν χαλιέται όταν μια ταινία κινείται σε περίεργους ρυθμούς και ατραπούς. Ο θεούλης Rutger Hauer, που σφράγισε με την ερμηνεία του το υπέροχο «Blade Runner» (ξέρετε, εκείνο με το voice over, χε χε χε), έχει υποδυθεί ξανά τον τυφλό στον... «Τυφλό σαμουράι» (Blind Fury, 1989) ενώ και η γυναίκα του σε μια άλλη ταινία πεθαίνει από καρκίνο του στομάχου (!) - συγκεκριμένα στο σπουδαίο «Παράφορος έρωτας» (Turkish delight, 1977) του κανονικότατα ηδονοβλεψία, Paul Verhoeven. Παιχνίδια, παιχνίδια, παιχνίδια, αλλά στην τελική, τι; Κάποια εφέ είναι μαγικά, η μετάβαση από την εφηβεία στην ενηλικίωση παρουσιάζεται με ενδιαφέροντα τρόπο – χωρίς βεβαίως να λέγεται κάτι πραγματικά καινούριο – η Manuela Martelli συχνά πυκνά εμφανίζεται ολόγυμνη για τις ανάγκες του ρόλου της, ο Nicolas Vaporidis είναι όντως ελληνικής καταγωγής, όπως μαρτυρά το επίθετό του και υποδύεται τον έναν από τους δύο φίλους του Τομάς, το χρηματοκιβώτιο δεν θα κλαπεί ποτέ και η σεμνή τελετή λαμβάνει τέλος. Τι ήθελε να πει το ποιητή; Δικό σας!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Οκτωβρίου 2015 από την Weird Wave
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική