του Afonso Poyart. Με τους Anthony Hopkins, Colin Farrell, Jeffrey Dean Morgan, Abbie Cornish, Jordan Woods-Robinson, Kenny Johnson, Janine Turner
Άγγελοι Θανάτου
του zerVo (@moviesltd)
Πολλές φορές, λένε, πως οι σημαντικότερες πράξεις αγάπης, είναι και οι δυσκολότερες στην εκτέλεση τους. Πράξεις που προκειμένου να αποδώσουν λατρεία προς το πρόσωπο που θα τις υποδεχτεί, ενδεχόμενα να κρύβουν μέσα τους ανείπωτο πόνο, εξαιτίας μιας μοιραίας απόφασης που πρέπει να παρθεί, λόγω ενός διλήμματος που καλείται να αποφασιστεί, χάρη σε μια κίνηση που δεδομένα στο εφεξής, θα αλλάξει ριζικά την ζωή εκείνου που θα την κατευθύνει. Πράξεις που ενδεχόμενα θα ισορροπήσουν πάνω στην λεπτή κλωστή που χωρίζει θάνατο και επιβίωση, που πιθανόν να ευφράνουν μια ψυχή, μα σίγουρα θα συνθλίψουν κάποια άλλη, κατά βάση εκείνου που θα φορέσει το ντύμα του Θεού, κοντράροντας τον Πλάστη στα ίσα, για τις πολλές κατάφορες αδικίες που μοιράζει στα δημιουργήματα του.
Το τρίτο, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, φονικό περιστατικό, με ακριβώς πανομοιότυπο τρόπο, θα πείσει τις διωκτικές αρχές της Ατλάντα, πως βρίσκονται μπροστά σε μια αιματηρή υπόθεση κατά συρροήν δολοφόνου. Καθώς τα ευρήματα για την ταυτότητα του δράστη είναι σχεδόν μηδενικά, ο πράκτορας του FBI Τζο Μέριγουέδερ, θα ζητήσει την αρωγή του παλιού στενού του συνεργάτη και φίλου, Δόκτορα Τζον Κλάνσυ, ενός βετεράνου ψυχιάτρου που διαθέτει μεταφυσικές ικανότητες, χάρη στην ιδιαίτερη αντίληψη αλλά και την ικανότητα του να προβλέπει τις θα συμβεί στο μέλλον. Η αρχική αντίδραση του γιατρού, θα είναι αρνητική, έχοντας εθελοντικά αποσυρθεί στην φάρμα του, αμέσως μετά τον χαμό της λατρεμένης του θυγατέρας, μετά από διετή πάλη με την επάρατη νόσο.
Το ύφος της υπόθεσης όμως και ο τρόπος δράσης του σίριαλ κίλλερ, θα εξάψουν την περιέργεια του ιατρού / μέντιουμ, με συνέπεια να απαντήσει θετικά στον παλιόφιλο του και να ενταχθεί στην ομάδα του, μαζί με την όμορφη, πλην απόμακρη, απότομη και αγέλαστη πράκτορα Κάουλς, που δεν θα δείξει συμπάθεια προς το πρόσωπο του. Καθώς οι φόνοι θα συνεχιστούν, όμως κι ενώ ο Κλάνσυ θα δείχνει διαρκώς στοιχεία των μαντικών ικανοτήτων του, άπαντες θα αντιληφθούν πως ο φονιάς βρίσκεται πολύ κοντά τους, τους παρακολουθεί, παίζει μαζί τους, ευρισκόμενος πάντοτε ένα βήμα μπροστά από εκείνους...
Πανεύκολα λοιπόν μπορεί να κατανοήσει ο θεατής πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια συνάντηση κορυφής πνευματιστών, που ο ένας όμως υπερέχει σαφέστατα του άλλου, πρωτίστως από άποψη ισχύος, ακολούθως λόγω της δυνατότητας του αιφνιδιασμού. Κι αυτός δυστυχώς για την καλή αστυνομία δεν είναι ο ηθικός γεράκος, που σπαράζει για την απώλεια της κόρης, αλλά ο ανήθικος μακελάρης, που δολοφονεί τα θύματα του, χωρίς εκείνα να νιώσουν τον παραμικρό πόνο. Σε αυτό ακριβώς το σημείο πέφτει στο τραπέζι λοιπόν το ζήτημα Αρχής που θέτει στο ενδιαφέρον, ενός πρώτου ημιχρόνου αστυνομικού κι ενός δεύτερου πιο υπαρξιακού, θρίλερ του ο Alfonso Poyart. Ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης στην παρθενική αγγλόφωνη δουλειά του, δείχνει αξιοσημείωτες ικανότητες στο κτίσιμο ατμόσφαιρας σασπένς, κύρια λόγω του κοφτού μοντάζ θολών εικόνων ασύμμετρης χρονικής τροχιάς, που παραπέμπουν άμεσα σε ύφος Fincher, που όμως περιβάλλει ένα σενάριο γεμάτο κενά και απορίες, που χρειάζεται πολλή θέληση από τον θεατή για να αποδεχτεί έστω ένα μέρος της ίντριγκας του.
Με σαφώς ποιοτικότερο μέρος εκείνο της έρευνας, το Solace, που φυσικά δεν μεταφράζεται σε Χάρισμα, όπως διατείνεται η διανομή, αλλά στην πολύ πιο ρεαλιστική για την έκβαση του έργου έννοια της παρηγοριάς, χάρη στο ταχύτατο τέμπο που βυθίζει σταθερά ο κοινό του στην αίσθηση του μυστηρίου, ακόμη και με τρύπες στην αφήγηση, κρατάει την ματιά στο εκράν χωρίς ποτέ να την βαραίνει. Η β΄πράξη όμως, μοιάζει σαν να έχει στηθεί πρόχειρα και στο πόδι, παρότι εκεί θα χρειαζόταν πολύ μεγαλύτερη προσοχή και σεβασμός στην προβολή εκείνων των πράξεων, που μπορεί να διαθέτουν ανθρώπινο και ανακουφιστικό κίνητρο, έχουν όμως διχάσει τις κοινωνίες, για το αν πρέπει ή όχι να εκτελούνται.
Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, ο Δόκτορας Μάντης, είναι και το δυνατότερο στοιχείο του σκριπτ, εφόσον από ένα σημείο και μετά γίνεται αντιληπτό πως δεν υπάρχει ουδέν κρυπτόν υπό της θωριάς του. Έναν ιδιαίτερο και ξεχωριστό μελετητή της ψυχής, με την πλευρά των καλώς επί της παρούσης, που αποδίδει για ακόμη μια φορά με την γνώριμη μέθοδο του σοφού μέντορα ο Σερ Anthony Hopkins, 24 ολόκληρα χρόνια μετά τον θρίαμβο των Αμνών. Ο Βρετανός πραγματικά διαθέτει κάποιες πολύ καλές στιγμές, ειδικά όταν παίρνει το σοβαρό, εκρηκτικό του ύφος, όπως στο πλάνο, παλιά μου τέχνη κόσκινο, που σμπαραλιάζει ολάκερο το είναι μιας άμαθης πλην φιλόδοξης απόφοιτου του Λάνγκλευ (αν με πιανς...) Την οποία αποδίδει η Αυστραλιανή κόπια της Charlize, Abbie Cornish, όχι με καμιά ιδιαίτερη δυσκολία, όπως δύσκολο δεν είναι και το έργο του συνήθως σκληροτράχηλου, όχι όμως κι εδώ μέχρι τέλους, Bardem των φτωχών, Jeffrey Dean Morgan.
Για πες: Τι σου μένει ως απορία λοιπόν? Μα και βέβαια πως κάπου στο καστ έχεις αναγνώσει το όνομα του Colin Farrell και ακόμη δεν έχεις κατανοήσει ποιον ακριβώς ρόλο στην διανομή κρατά. Ο εκφραστικός Ιρλανδός όταν καλείται να αποδώσει ρόλους παρανόιντ είναι μέχρι απίθανο να μην φέρει εις πέρας την αποστολή του. Το έχει το κόλπο, πάει και τέρμα. Το άδικο γι αυτόν είναι πως εισβάλλει στην ταινία την στιγμή που τα πάντα δυσκολεύουν, όταν το αστυνομικό genre έχει παραδώσει την σκυτάλη σε ένα απροσδόκητο μιξάζ θρησκευτικό-σοσιάλ και η δουλειά του δεν είναι να κρατήσει εκείνος τα γκέμια, αλλά να βοηθήσει στην πιο ομαλή έξοδο στο ταπί. Τα γόνατα λυγίσαν όμως, υπήρξε και παραπάτημα, οπότε όσο αξιοπρεπής κι αν ήταν η γυμναστική επίδειξη, το φινάλε δεν άφησε και την πιο θετική των γεύσεων...
Το ύφος της υπόθεσης όμως και ο τρόπος δράσης του σίριαλ κίλλερ, θα εξάψουν την περιέργεια του ιατρού / μέντιουμ, με συνέπεια να απαντήσει θετικά στον παλιόφιλο του και να ενταχθεί στην ομάδα του, μαζί με την όμορφη, πλην απόμακρη, απότομη και αγέλαστη πράκτορα Κάουλς, που δεν θα δείξει συμπάθεια προς το πρόσωπο του. Καθώς οι φόνοι θα συνεχιστούν, όμως κι ενώ ο Κλάνσυ θα δείχνει διαρκώς στοιχεία των μαντικών ικανοτήτων του, άπαντες θα αντιληφθούν πως ο φονιάς βρίσκεται πολύ κοντά τους, τους παρακολουθεί, παίζει μαζί τους, ευρισκόμενος πάντοτε ένα βήμα μπροστά από εκείνους...
Πανεύκολα λοιπόν μπορεί να κατανοήσει ο θεατής πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια συνάντηση κορυφής πνευματιστών, που ο ένας όμως υπερέχει σαφέστατα του άλλου, πρωτίστως από άποψη ισχύος, ακολούθως λόγω της δυνατότητας του αιφνιδιασμού. Κι αυτός δυστυχώς για την καλή αστυνομία δεν είναι ο ηθικός γεράκος, που σπαράζει για την απώλεια της κόρης, αλλά ο ανήθικος μακελάρης, που δολοφονεί τα θύματα του, χωρίς εκείνα να νιώσουν τον παραμικρό πόνο. Σε αυτό ακριβώς το σημείο πέφτει στο τραπέζι λοιπόν το ζήτημα Αρχής που θέτει στο ενδιαφέρον, ενός πρώτου ημιχρόνου αστυνομικού κι ενός δεύτερου πιο υπαρξιακού, θρίλερ του ο Alfonso Poyart. Ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης στην παρθενική αγγλόφωνη δουλειά του, δείχνει αξιοσημείωτες ικανότητες στο κτίσιμο ατμόσφαιρας σασπένς, κύρια λόγω του κοφτού μοντάζ θολών εικόνων ασύμμετρης χρονικής τροχιάς, που παραπέμπουν άμεσα σε ύφος Fincher, που όμως περιβάλλει ένα σενάριο γεμάτο κενά και απορίες, που χρειάζεται πολλή θέληση από τον θεατή για να αποδεχτεί έστω ένα μέρος της ίντριγκας του.
Με σαφώς ποιοτικότερο μέρος εκείνο της έρευνας, το Solace, που φυσικά δεν μεταφράζεται σε Χάρισμα, όπως διατείνεται η διανομή, αλλά στην πολύ πιο ρεαλιστική για την έκβαση του έργου έννοια της παρηγοριάς, χάρη στο ταχύτατο τέμπο που βυθίζει σταθερά ο κοινό του στην αίσθηση του μυστηρίου, ακόμη και με τρύπες στην αφήγηση, κρατάει την ματιά στο εκράν χωρίς ποτέ να την βαραίνει. Η β΄πράξη όμως, μοιάζει σαν να έχει στηθεί πρόχειρα και στο πόδι, παρότι εκεί θα χρειαζόταν πολύ μεγαλύτερη προσοχή και σεβασμός στην προβολή εκείνων των πράξεων, που μπορεί να διαθέτουν ανθρώπινο και ανακουφιστικό κίνητρο, έχουν όμως διχάσει τις κοινωνίες, για το αν πρέπει ή όχι να εκτελούνται.
Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, ο Δόκτορας Μάντης, είναι και το δυνατότερο στοιχείο του σκριπτ, εφόσον από ένα σημείο και μετά γίνεται αντιληπτό πως δεν υπάρχει ουδέν κρυπτόν υπό της θωριάς του. Έναν ιδιαίτερο και ξεχωριστό μελετητή της ψυχής, με την πλευρά των καλώς επί της παρούσης, που αποδίδει για ακόμη μια φορά με την γνώριμη μέθοδο του σοφού μέντορα ο Σερ Anthony Hopkins, 24 ολόκληρα χρόνια μετά τον θρίαμβο των Αμνών. Ο Βρετανός πραγματικά διαθέτει κάποιες πολύ καλές στιγμές, ειδικά όταν παίρνει το σοβαρό, εκρηκτικό του ύφος, όπως στο πλάνο, παλιά μου τέχνη κόσκινο, που σμπαραλιάζει ολάκερο το είναι μιας άμαθης πλην φιλόδοξης απόφοιτου του Λάνγκλευ (αν με πιανς...) Την οποία αποδίδει η Αυστραλιανή κόπια της Charlize, Abbie Cornish, όχι με καμιά ιδιαίτερη δυσκολία, όπως δύσκολο δεν είναι και το έργο του συνήθως σκληροτράχηλου, όχι όμως κι εδώ μέχρι τέλους, Bardem των φτωχών, Jeffrey Dean Morgan.
Για πες: Τι σου μένει ως απορία λοιπόν? Μα και βέβαια πως κάπου στο καστ έχεις αναγνώσει το όνομα του Colin Farrell και ακόμη δεν έχεις κατανοήσει ποιον ακριβώς ρόλο στην διανομή κρατά. Ο εκφραστικός Ιρλανδός όταν καλείται να αποδώσει ρόλους παρανόιντ είναι μέχρι απίθανο να μην φέρει εις πέρας την αποστολή του. Το έχει το κόλπο, πάει και τέρμα. Το άδικο γι αυτόν είναι πως εισβάλλει στην ταινία την στιγμή που τα πάντα δυσκολεύουν, όταν το αστυνομικό genre έχει παραδώσει την σκυτάλη σε ένα απροσδόκητο μιξάζ θρησκευτικό-σοσιάλ και η δουλειά του δεν είναι να κρατήσει εκείνος τα γκέμια, αλλά να βοηθήσει στην πιο ομαλή έξοδο στο ταπί. Τα γόνατα λυγίσαν όμως, υπήρξε και παραπάτημα, οπότε όσο αξιοπρεπής κι αν ήταν η γυμναστική επίδειξη, το φινάλε δεν άφησε και την πιο θετική των γεύσεων...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Σεπτεμβρίου 2015 από την Seven / Spentzos
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική