Η μαφία σκοτώνει μόνο το καλοκαίρι
του Pif (Pierfrancesco Diliberto). Με τους Cristiana Capotondi, Pif, Alex Bisconti, Ginevra Antona, Claudio Gioe, Ninni Bruschetta, Barbara Tabita, Rosario Lisma
Στη χώρα μας, ψηφίζει μνημόνια, χειμώνα - καλοκαίρι!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Έγκλημα και... τιμωρία
Παρακολουθώντας τη συγκεκριμένη ταινία διάφορες σκέψεις πλημμύριζαν το μυαλό μου. Όπως, για τι πράγμα μιλάμε στην Ελλάδα όταν μιλάμε για οργανωμένο έγκλημα; Για τις κυβερνήσεις από το '74 και μετά; Ίσως και πριν το '74; Για την εκκλησία; Για τους φορτηγατζήδες; Για τους ταξιτζήδες; Για τους τυροπιτάδες, που δεν κόβουν αποδείξεις; Για τους μιντιάρχες; Για τους εργολάβους; Για τους εργολάβους – μιντιάρχες; Για τους εφοπλιστές; Για τους υδραυλικούς; Μετά, άλλη ομάδα σκέψεων: υπάρχει οργανωμένο έγκλημα στην Ελλάδα; Υπάρχει οτιδήποτε οργανωμένο στη χώρα μας; Ή ο... θεός της Ελλάδας είναι τόσο μεγάλος ώστε η χώρα μας να συνεχίσει να υφίσταται κινούμενη με κάτι σαν αυτόματο πιλότο στο πιλοτήριο; Καθότι we're on the road to nowhere...
Κι άντε, δώστου άλλες σκέψεις: ποιοι πολιτικοί της σύγχρονης ιστορίας μας θα μπορούσαν να αποτελέσουν θέμα ταινίας; Ο Μητσοτάκης; Ο Ανδρέας Παπανδρέου; (σημείωση: εντάξει, είχαμε και το «Πρώτη φορά νονός» - αν ήμασταν στο facebook θα βάζαμε εδώ τη φατσούλα που βγάζει τη γλώσσα έξω...). Ο Σαρτζετάκης; Και από εγκληματίες, ποιοι έχουν κινηματογραφικό ενδιαφέρον; Οι Καταλάνοι; (σημείωση: εκ της Καταλονίας, ναι, από εκεί κρατούσε η σκούφια των συγκεκριμένων, τι μαθαίνει κανείς, ε;). Ο Παλαιοκώστας; Ο Ρωχάμης;
Σίγουρα οι «ούνα ράτσα ούνα φάτσα» γείτονές μας Ιταλοί τα πήγαν καλύτερα σε πάρα πολλούς τομείς της πραγματικότητάς τους – ιδίως σε ότι αφορά το οργανωμένο έγκλημα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι και κάθε κινηματογραφική αποτύπωση της συγκεκριμένης πραγματικότητας είναι δεδομένο ότι στέφεται με επιτυχία. Όπως την εννοεί ο καθένας...
Η υπόθεση: 1969: Η... σύλληψη του Αρτούρο γίνεται τη νύχτα που λαμβάνει χώρα ένα (ακόμα) ξεκαθάρισμα λογαριασμών στο Παλέρμο, πρωτεύουσα της Σικελίας – και της Μαφίας – γνωστό ως Viale Lazio massacre. Και... γίνεται πολύ κοντά στο διαμέρισμα όπου την ίδια ώρα οι νιόπαντροι γονείς του κάνουν έρωτα! Η γέννηση του Αρτούρο πραγματοποιείται την ημέρα που δήμαρχος του Παλέρμο εκλέγεται ο έχων διασυνδέσεις με τη Μαφία, Βίτο Τσιανσιμίνο. Η πρώτη λέξη που εκστομίζει ο Αρτούρο δεν είναι «μαμά» αλλά «μαφία»! Όντας πιτσιρίκος, τρώει κόλλημα με τον Ιταλό πρωθυπουργό, Τζούλιο Αντρεότι. Και στο σχολείο του ερωτεύεται την όμορφη νεοφερμένη Φλόρα, κόρη τραπεζίτη, αφεντικού του πατέρα του Αρτούρο. Η Φλόρα κάποια στιγμή φεύγει στην Ελβετία όταν οι δικαστικές αρχές ερευνούν τη σχέση του πατέρα της με τη μαφία και ιδιαιτέρως το μεγάλο αφεντικό της εγκληματικής οργάνωσης, τον Σαλβατότε Ρέενα. Ο Αρτούρο απογοητεύεται. Ενήλικος πλέον θα συναντήσει ξανά την Φλόρα, η οποία ανήκει στο επιτελείο ενός πολιτικού, από εκείνους που θέλουν να χτυπήσουν τη μαφία. Ο Αρτούρο γίνεται μέχρι και δημοσιογράφος για χάρη της...
Η άποψή μας: Εντάξει, έχουμε δει το «Gomorra» κι έχουμε πάθει την πλάκα μας. Ακόμα πιο εντάξει, έχουμε δει το «Il Divo» κι έχουμε πάθει ακόμα μεγαλύτερη πλάκα! Η ταινία του Sorentino, που παρουσιάζει τα έργα και τις ημέρες μιας από τις μεγαλύτερες «αλεπούδες» της σύγχρονης ιταλικής πολιτικής σκηνής, του Τζούλιο Αντρεότι, μπορεί να είχε πυκνό λόγο και να έκανε αναφορές σε εκατοντάδες ονόματα, που δεν βοηθούσαν τον άσχετο Έλληνα ή θεατή εκτός Ιταλίας να παρακολουθεί επακριβώς τι συμβαίνει επί της οθόνης αλλά, θεέ μου, τι ταινία! Τι εικόνα, τι σάουντρακ, τι ερμηνεία από τον Toni Servillo!
Ο Αντρεότι λειτουργεί κατά κάποιον τρόπο ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις δύο ταινίες. Γιατί στην ταινία του Pif (!) μπορεί ο στόχος να είναι η μαφία, αλλά και ο Αντρεότι παίρνει μερίδα του λέοντος από τα δρώμενα. Ως εμμονή του πιτσιρικά Αρτούρο. Που ειδωλοποιεί τον Αντρεότι. Ντύνεται ως Αντρεότι σε μια γιορτή καρναβαλιού (μοιάζει περισσότερο με βαμπίρ – προφανής η επίθεση του σκηνοθέτη στον πολιτικό). Εν πάση περιπτώσει, ο Αντρεότι αποτελεί συνεχή αναφορά καθώς δεν είχε την πολιτική βούληση να τα βάλει με τη Μαφία. Πώς θα μπορούσε άλλωστε, από τη στιγμή που, κατά πως φαίνεται, είχε σχέσεις διαπλοκής με τη μαφία.
Ο Pif προσπαθεί να παρουσιάσει το θέμα του από την κωμική (έστω, κωμικοτραγική) του πλευρά. Και να το πω ευθέως: η συγκεκριμένη προσέγγιση δεν μας άγγιξε. Δεν μας φάνηκε τόσο αστεία. Και ακόμα χειρότερα, μας φάνηκε «κατασκευασμένη». Άτσαλα δομημένη. Χωρίς ανάπτυξη χαρακτήρων. Χωρίς ψυχή στην τελική. Είναι πολύ ενδιαφέρον ο τρόπος που ο Pif χρησιμοποιεί αρχειακό υλικό στο οποίο μπολιάζει τα δικά του μυθοπλαστικά στοιχεία. Είναι πολύ ενδιαφέρον που μιλάει με πραγματικά ονόματα: όλη η πολιτική σκηνή της Ιταλίας παρελαύνει από την ταινία. Οι δολοφονίες των δικαστών παρουσιάζονται έτσι όπως έγιναν. Όλα καλά κι όλα ωραία. Αλλά... Ο κεντρικός ήρωας είναι... pathetic. Καμία σχέση με τον Forrest Gump, όπως διάβασα κάπου να αναφέρουν. Είναι ένας αντιπαθητικός καημένος, που βιώνει βίαιη ενηλικίωση σε μια ταραγμένη χρονική περίοδο της ιστορίας της Ιταλίας, στην πηγή των γεγονότων. Ο έρωτάς του για τη Φλόρα ποτέ δεν εξελίσσεται σε κάτι σημαντικό, σε κάτι ουσιώδες για τη δομή της ταινίας. Ο Σαλβατότε Ρέενα παρουσιάζεται ως ένας βλάκας, που δεν καταλάβαινε πως λειτουργεί ένα κλιματιστικό! Και στο φινάλε, η παράθεση όλων των ηρωικώς πεσόντων στον αγώνα κατά της μαφίας, γίνεται με έναν τρόπο που ούτε στις πιο «πατριωτικές» αμερικάνικες ταινίες δεν βλέπουμε, μειώνοντας αντί να μεγεθύνει τη θυσία τους. Τι να πω, ίσως να φταίω κι εγώ. Δεν σας έχει συμβεί κι εσάς; Κάποιες ταινίες δεν σας «πιάνουν» παρά το γεγονός ότι ακούτε και διαβάζετε διθυράμβους για αυτές...
Η υπόθεση: 1969: Η... σύλληψη του Αρτούρο γίνεται τη νύχτα που λαμβάνει χώρα ένα (ακόμα) ξεκαθάρισμα λογαριασμών στο Παλέρμο, πρωτεύουσα της Σικελίας – και της Μαφίας – γνωστό ως Viale Lazio massacre. Και... γίνεται πολύ κοντά στο διαμέρισμα όπου την ίδια ώρα οι νιόπαντροι γονείς του κάνουν έρωτα! Η γέννηση του Αρτούρο πραγματοποιείται την ημέρα που δήμαρχος του Παλέρμο εκλέγεται ο έχων διασυνδέσεις με τη Μαφία, Βίτο Τσιανσιμίνο. Η πρώτη λέξη που εκστομίζει ο Αρτούρο δεν είναι «μαμά» αλλά «μαφία»! Όντας πιτσιρίκος, τρώει κόλλημα με τον Ιταλό πρωθυπουργό, Τζούλιο Αντρεότι. Και στο σχολείο του ερωτεύεται την όμορφη νεοφερμένη Φλόρα, κόρη τραπεζίτη, αφεντικού του πατέρα του Αρτούρο. Η Φλόρα κάποια στιγμή φεύγει στην Ελβετία όταν οι δικαστικές αρχές ερευνούν τη σχέση του πατέρα της με τη μαφία και ιδιαιτέρως το μεγάλο αφεντικό της εγκληματικής οργάνωσης, τον Σαλβατότε Ρέενα. Ο Αρτούρο απογοητεύεται. Ενήλικος πλέον θα συναντήσει ξανά την Φλόρα, η οποία ανήκει στο επιτελείο ενός πολιτικού, από εκείνους που θέλουν να χτυπήσουν τη μαφία. Ο Αρτούρο γίνεται μέχρι και δημοσιογράφος για χάρη της...
Η άποψή μας: Εντάξει, έχουμε δει το «Gomorra» κι έχουμε πάθει την πλάκα μας. Ακόμα πιο εντάξει, έχουμε δει το «Il Divo» κι έχουμε πάθει ακόμα μεγαλύτερη πλάκα! Η ταινία του Sorentino, που παρουσιάζει τα έργα και τις ημέρες μιας από τις μεγαλύτερες «αλεπούδες» της σύγχρονης ιταλικής πολιτικής σκηνής, του Τζούλιο Αντρεότι, μπορεί να είχε πυκνό λόγο και να έκανε αναφορές σε εκατοντάδες ονόματα, που δεν βοηθούσαν τον άσχετο Έλληνα ή θεατή εκτός Ιταλίας να παρακολουθεί επακριβώς τι συμβαίνει επί της οθόνης αλλά, θεέ μου, τι ταινία! Τι εικόνα, τι σάουντρακ, τι ερμηνεία από τον Toni Servillo!
Ο Αντρεότι λειτουργεί κατά κάποιον τρόπο ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις δύο ταινίες. Γιατί στην ταινία του Pif (!) μπορεί ο στόχος να είναι η μαφία, αλλά και ο Αντρεότι παίρνει μερίδα του λέοντος από τα δρώμενα. Ως εμμονή του πιτσιρικά Αρτούρο. Που ειδωλοποιεί τον Αντρεότι. Ντύνεται ως Αντρεότι σε μια γιορτή καρναβαλιού (μοιάζει περισσότερο με βαμπίρ – προφανής η επίθεση του σκηνοθέτη στον πολιτικό). Εν πάση περιπτώσει, ο Αντρεότι αποτελεί συνεχή αναφορά καθώς δεν είχε την πολιτική βούληση να τα βάλει με τη Μαφία. Πώς θα μπορούσε άλλωστε, από τη στιγμή που, κατά πως φαίνεται, είχε σχέσεις διαπλοκής με τη μαφία.
Ο Pif προσπαθεί να παρουσιάσει το θέμα του από την κωμική (έστω, κωμικοτραγική) του πλευρά. Και να το πω ευθέως: η συγκεκριμένη προσέγγιση δεν μας άγγιξε. Δεν μας φάνηκε τόσο αστεία. Και ακόμα χειρότερα, μας φάνηκε «κατασκευασμένη». Άτσαλα δομημένη. Χωρίς ανάπτυξη χαρακτήρων. Χωρίς ψυχή στην τελική. Είναι πολύ ενδιαφέρον ο τρόπος που ο Pif χρησιμοποιεί αρχειακό υλικό στο οποίο μπολιάζει τα δικά του μυθοπλαστικά στοιχεία. Είναι πολύ ενδιαφέρον που μιλάει με πραγματικά ονόματα: όλη η πολιτική σκηνή της Ιταλίας παρελαύνει από την ταινία. Οι δολοφονίες των δικαστών παρουσιάζονται έτσι όπως έγιναν. Όλα καλά κι όλα ωραία. Αλλά... Ο κεντρικός ήρωας είναι... pathetic. Καμία σχέση με τον Forrest Gump, όπως διάβασα κάπου να αναφέρουν. Είναι ένας αντιπαθητικός καημένος, που βιώνει βίαιη ενηλικίωση σε μια ταραγμένη χρονική περίοδο της ιστορίας της Ιταλίας, στην πηγή των γεγονότων. Ο έρωτάς του για τη Φλόρα ποτέ δεν εξελίσσεται σε κάτι σημαντικό, σε κάτι ουσιώδες για τη δομή της ταινίας. Ο Σαλβατότε Ρέενα παρουσιάζεται ως ένας βλάκας, που δεν καταλάβαινε πως λειτουργεί ένα κλιματιστικό! Και στο φινάλε, η παράθεση όλων των ηρωικώς πεσόντων στον αγώνα κατά της μαφίας, γίνεται με έναν τρόπο που ούτε στις πιο «πατριωτικές» αμερικάνικες ταινίες δεν βλέπουμε, μειώνοντας αντί να μεγεθύνει τη θυσία τους. Τι να πω, ίσως να φταίω κι εγώ. Δεν σας έχει συμβεί κι εσάς; Κάποιες ταινίες δεν σας «πιάνουν» παρά το γεγονός ότι ακούτε και διαβάζετε διθυράμβους για αυτές...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Ιουλίου 2015 από την Neo Films
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική