του Γιάννη Βεσλεμέ. Με τους Βαγγέλη Μουρίκη, Αλεξία Καλτσίκη, Ντάνιελ Μπόλντα, Μάρκο Λεζέ, Σόφη Ζαννίνου, Βασίλη Καμίτση, Κρις Πρότιν, Γιάννη Μπονσταντζόγλου
"Η Νορβηγία κατεβαίνει στη Μεσόγειο"
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Μετά το... Weird, ιδού και το Cult Greek Cinema!
Ένα τραγούδι να σε οδηγεί να γυρίσεις μια ταινία. Ωραία ιστορία, έτσι; Πόσο μάλλον όταν το τελικό αποτέλεσμα σε δικαιώνει αισθητικά και καλλιτεχνικά – για το... εμπορικά μένει να το δούμε. Πάντως, ακόμα και ο τρόπος διανομής αυτής της ιδιαίτερης ελληνικής ταινίας έχει κάτι το ξεχωριστό, το διαφορετικό. Και ίσως με αυτόν τον τρόπο να συναντήσει το κοινό που της αναλογεί. Με τέσσερις μεταμεσονύχτιες προβολές, τις βραδιές του Σαββάτου προς την Κυριακή, στο περήφανο «Άστυ», στις 3, 10, 17 και 24 Ιανουαρίου – ναι, η τελευταία θα γίνει λίγο πριν πάμε να ψηφίσουμε – και μπορεί να οδηγήσει πολλούς στο να ψηφίσουν έτσι όπως πρέπει!!! Μια μικρή παράκληση και από Θεσσαλονίκη μεριά: δεν μπορεί να γίνει κάτι ανάλογο και στο τιμημένο «Μακεδονικόν»; Λέω εγώ τώρα...
Ο Γιάννης Βεσλεμές είναι μια ιδιαίτερη και πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση δημιουργού. Σκηνοθέτης και μουσικοσυνθέτης, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1979 και σπούδασε κινηματογράφο. Έχει σκηνοθετήσει μικρού μήκους ταινίες, βίντεοκλιπ και διαφημιστικά σποτ. Δισκογραφεί και συνθέτει μουσική για ταινίες με το ψευδώνυμο Felizol. Η ταινία «Νορβηγία» είναι η πρώτη μεγάλου μήκους του. Έκανε ένα πέρασμα από το φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι, συμμετείχε στο Διαγωνιστικό Τμήμα του περασμένου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (όπου και την είδαμε) και πλέον κατέφθασε για να διεκδικήσει την αγάπη σας ή να προκαλέσει την απέχθειά σας. Ένα πράγμα είναι σίγουρο: δεν μπορείς να την αντιμετωπίσεις με συγκατάβαση - ούτε με αδιαφορία.
Η υπόθεση: 1984. Ο Ζανό φτάνει για πρώτη φορά στην πόλη. Φωτοφοβικός, βρυκόλακας, δεινός χορευτής, καίγεται, σκορπίζεται, χαραμίζεται σε μια Αθήνα που δεν υπάρχει σε κανέναν χάρτη. Και το μόνο που θέλει είναι ένα «ζεστό κορίτσι». Στη Ντίσκο Ζαρντόζ, ένα καταγώγιο, άντρο παρανόμων, θα συναντήσει την πόρνη Αλίκη και τον Νορβηγό ντίλερ Πίτερ. Μαζί τους θα αναλάβει μια ύποπτη δουλειά που θα τον οδηγήσει στο βουνό της Πάρνηθας, στα έγκατα της γης, στο βασίλειο του Μαθουσάλα. Αυτό που επιθυμεί περισσότερο από όλα ο Μαθουσάλας – σαν να λέμε, ο Αδόλφος Χίτλερ παγιδευμένος μέσα στο παγωμένο κρυογενετικά σώμα του Ντίσνεϊ – είναι το φιλί της αιώνιας ζωής, ήτοι, το τελευταίο δάγκωμα του βρυκόλακα.
Η άποψή μας: Τι κάνει μια ταινία ενδιαφέρουσα; (αδιαφορούμε για το μανιχαϊστικό «καλή» ή «κακή» καθώς υπάρχουν καλές ταινίες που δεν βλέπονται και κακές ταινίες που αποτελούν ένοχες απολαύσεις). Συνήθως, μεταξύ των άλλων, η αδυναμία να την προσδιορίσεις επακριβώς, να την κατηγοριοποιήσεις. Τι είναι λοιπόν η «Νορβηγία»; Μια ωδή στο new wave; Η ελληνική απάντηση στον «Υγρό ουρανό» του Σλάβα Τσούκερμαν; Μια αισθητική αποτίμηση της δεκαετίας του '80; Ένα καλτ, χαβαλέ one man show του αεικίνητου Βαγγέλη Μουρίκη (εντάξει, ο άνθρωπος είναι ο Έλληνας... Meryl Streep, τελείωσε); Ή μια βαθιά πολιτική ταινία; Και ναι, κερδίζετε όσοι απαντήσετε «all of the above». Και γελάς με όσα διαδραματίζονται επί της μεγάλης οθόνης, και διασκεδάζεις με τη μουσική – ιδίως αν έτυχε να ζήσεις ως έφηβος τη δεκαετία του '90 – και έρχεσαι αντιμέτωπος με ατάκες που γράφουν ιστορία και απολαμβάνεις τον Ζανό, τον πιο ανθρώπινο βρυκόλακα από καταβολής κινηματογράφου, που δεν έχει πρόβλημα να τρώει ακόμα και σούπα με σκόρδο και να ακολουθεί με το χέρι του το σχήμα του σταυρού πάνω στο φέρετρο.
Εντάξει, υπάρχουν και σημεία όπου βαριέσαι και για μια ταινία 74 μόλις λεπτών αυτό είναι κακό σημάδι. Αλλά πώς μπορείς να αντισταθείς στην όψη του Χρήστου Δήμα ως ψηλού μπάρμαν σε ένα απελπιστικά κοντό μπαρ; Και εντέλει όλα παραμερίζονται μπροστά στην πολιτική διάσταση της ταινίας. Όλοι αναγνωρίζουν την αφίσα του Ανδρέα Παπανδρέου στο καμαρίνι του Μάρκου Λεζέ, δεν ξέρω όμως πόσοι αναγνωρίζουν την εικόνα του Μεταξά στο ίδιο δωμάτιο. Ή την ευθεία παραπομπή του Λεζέ σε προφυλακισμένο αρχηγό «κόμματος» - να 'χαμε να λέγαμε δηλαδή. Ο φασισμός παραμονεύει εκεί που δεν το περιμένεις, ο Χίτλερ ζει ανάμεσά μας. Και το τραγούδι, τι τραγουδάρα αυτό των Χωρίς Περιδέραιο, που έδωσε την έμπνευση για να γυριστεί η ταινία; Μας παίρνει μαζί του στον τελευταίο (;) χορό του Ζανό, που πλέον, μέσα στο σκοτάδι της ανυπαρξίας, είναι λουσμένος με φως. Θα μπορούσε να είναι και η ελληνική απάντηση στο τζαρμουσικό «Μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί». Enjoy – αλλά συνειδητοποιημένα.
Η υπόθεση: 1984. Ο Ζανό φτάνει για πρώτη φορά στην πόλη. Φωτοφοβικός, βρυκόλακας, δεινός χορευτής, καίγεται, σκορπίζεται, χαραμίζεται σε μια Αθήνα που δεν υπάρχει σε κανέναν χάρτη. Και το μόνο που θέλει είναι ένα «ζεστό κορίτσι». Στη Ντίσκο Ζαρντόζ, ένα καταγώγιο, άντρο παρανόμων, θα συναντήσει την πόρνη Αλίκη και τον Νορβηγό ντίλερ Πίτερ. Μαζί τους θα αναλάβει μια ύποπτη δουλειά που θα τον οδηγήσει στο βουνό της Πάρνηθας, στα έγκατα της γης, στο βασίλειο του Μαθουσάλα. Αυτό που επιθυμεί περισσότερο από όλα ο Μαθουσάλας – σαν να λέμε, ο Αδόλφος Χίτλερ παγιδευμένος μέσα στο παγωμένο κρυογενετικά σώμα του Ντίσνεϊ – είναι το φιλί της αιώνιας ζωής, ήτοι, το τελευταίο δάγκωμα του βρυκόλακα.
Η άποψή μας: Τι κάνει μια ταινία ενδιαφέρουσα; (αδιαφορούμε για το μανιχαϊστικό «καλή» ή «κακή» καθώς υπάρχουν καλές ταινίες που δεν βλέπονται και κακές ταινίες που αποτελούν ένοχες απολαύσεις). Συνήθως, μεταξύ των άλλων, η αδυναμία να την προσδιορίσεις επακριβώς, να την κατηγοριοποιήσεις. Τι είναι λοιπόν η «Νορβηγία»; Μια ωδή στο new wave; Η ελληνική απάντηση στον «Υγρό ουρανό» του Σλάβα Τσούκερμαν; Μια αισθητική αποτίμηση της δεκαετίας του '80; Ένα καλτ, χαβαλέ one man show του αεικίνητου Βαγγέλη Μουρίκη (εντάξει, ο άνθρωπος είναι ο Έλληνας... Meryl Streep, τελείωσε); Ή μια βαθιά πολιτική ταινία; Και ναι, κερδίζετε όσοι απαντήσετε «all of the above». Και γελάς με όσα διαδραματίζονται επί της μεγάλης οθόνης, και διασκεδάζεις με τη μουσική – ιδίως αν έτυχε να ζήσεις ως έφηβος τη δεκαετία του '90 – και έρχεσαι αντιμέτωπος με ατάκες που γράφουν ιστορία και απολαμβάνεις τον Ζανό, τον πιο ανθρώπινο βρυκόλακα από καταβολής κινηματογράφου, που δεν έχει πρόβλημα να τρώει ακόμα και σούπα με σκόρδο και να ακολουθεί με το χέρι του το σχήμα του σταυρού πάνω στο φέρετρο.
Εντάξει, υπάρχουν και σημεία όπου βαριέσαι και για μια ταινία 74 μόλις λεπτών αυτό είναι κακό σημάδι. Αλλά πώς μπορείς να αντισταθείς στην όψη του Χρήστου Δήμα ως ψηλού μπάρμαν σε ένα απελπιστικά κοντό μπαρ; Και εντέλει όλα παραμερίζονται μπροστά στην πολιτική διάσταση της ταινίας. Όλοι αναγνωρίζουν την αφίσα του Ανδρέα Παπανδρέου στο καμαρίνι του Μάρκου Λεζέ, δεν ξέρω όμως πόσοι αναγνωρίζουν την εικόνα του Μεταξά στο ίδιο δωμάτιο. Ή την ευθεία παραπομπή του Λεζέ σε προφυλακισμένο αρχηγό «κόμματος» - να 'χαμε να λέγαμε δηλαδή. Ο φασισμός παραμονεύει εκεί που δεν το περιμένεις, ο Χίτλερ ζει ανάμεσά μας. Και το τραγούδι, τι τραγουδάρα αυτό των Χωρίς Περιδέραιο, που έδωσε την έμπνευση για να γυριστεί η ταινία; Μας παίρνει μαζί του στον τελευταίο (;) χορό του Ζανό, που πλέον, μέσα στο σκοτάδι της ανυπαρξίας, είναι λουσμένος με φως. Θα μπορούσε να είναι και η ελληνική απάντηση στο τζαρμουσικό «Μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί». Enjoy – αλλά συνειδητοποιημένα.
Στις δικές μας αίθουσες? Την Πρωτοχρονιά του 2015 από την Feelgood
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική