Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2014 TIFF 14 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

Η Νορβηγία κατεβαίνει στη Μεσόγειο

Ένα τραγούδι να σε οδηγεί να γυρίσεις μια ταινία. Ωραία ιστορία, έτσι; Πόσο μάλλον όταν το τελικό αποτέλεσμα σε δικαιώνει αισθητικά και καλλιτεχνικά – για το... εμπορικά σηκώνει πολύ μεγάλη κουβέντα. Με τον άλλο ή τον άλλο τρόπο οι τρεις χθεσινές ταινίες πέτυχαν να σημειώσουν θετικό πρόσημο – καλά πάμε αλλά (είναι λογικό) αρχίζουμε να κουραζόμαστε. Τα μάτια συχνά πυκνά «ξεκουράζονται» (μαζί με το μυαλό) αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με τις ταινίες. Είναι η υπερκατανάλωση μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα τόσων πολλών πληροφοριών, εικόνων, μουσικών, συναισθημάτων. Ε, να μην κάνει ένα ρεστάρτ και ο εγκέφαλος;

Kuzu / The Lamb

Η ταινία «Ο αμνός» (Kuzu / The Lamb) του Kutlug Ataman (Ματιές στα Βαλκάνια – Κυρίως πρόγραμμα) αποδεικνύει για άλλη μια φορά πως η γείτονας χώρα εκτός από τηλεοπτικά σίριαλ για τις μάζες διαθέτει τεράστια κινηματογραφική δυναμική, με ταινίες σπουδαίες που δεν αποκλείουν και κανέναν από τη θέασή τους. Η ταινία προβλήθηκε στο τμήμα Panorama της περασμένης Berlinale, όπου και κέρδισε βραβείο, ενώ οι προβολές της στα φεστιβάλ του κόσμου δεν μπορεί παρά να αφήσουν τους θεατές της ευχαριστημένους.

Η υπόθεση: Στην επαρχία Ερζικάν στα βάθη της Ανατολίας στην Τουρκία υπάρχει ένα έθιμο σύμφωνα με το οποίο η περιτομή κάθε αγοριού γιορτάζεται με ένα φαγοπότι, κύριο πιάτο στο οποίο είναι το αρνάκι. Ο Ισμαήλ, όμως, είναι άνεργος και άφραγκος. Και παρά τις ελπίδες της όμορφης συζύγου του, της Μεντινέ, δεν φαίνεται να υπάρχει τρόπος να βρουν χρήματα για την περιτομή του πεντάχρονου γιου τους, του Μερτ. Η λίγο μεγαλύτερη αδελφή του Μερτ, η Βιτζντάν, ζηλεύοντας όλη την προσοχή που τραβάει εκείνος, πείθει τον αδελφό της πως αν δεν βρεθεί αμνός, θα θυσιάσουν τον Μερτ στο γιορτινό τραπέζι! Ο Μερτ πανικοβάλλεται. Ο αρχηγός του χωριού βρίσκει δουλειά στον Ισμαήλ στα σφαγεία. Εκείνος όμως, παρασυρμένος από αχρείους συναδέλφους του, ξοδεύει τα χρήματα με τα οποία πληρώνεται, που ήταν προορισμένα για τη γιορτή, για τον έρωτα μιας περπατημένης ντιζέζ – ιερόδουλης. Η Μεντινέ είναι απελπισμένη. Θέλει να ετοιμάσει τη γιορτή οπωσδήποτε. Και θα προβεί σε μια τραγική απόφαση. Ή μήπως όχι;

Η άποψή μας: Από το πρώτο πλάνο σε κερδίζει ο νατουραλισμός, η απλότητα, η ανθρωπιά τούτου του φιλμ. Σε κερδίζουν συμπεριφορές και καταστάσεις που δεν διαφέρουν πουθενά στον κόσμο. Η φτώχεια είναι παντού η ίδια στον κόσμο. Η ανεργία πλήττει τους πάντες – δεν είναι δικό μας φαινόμενο. Τα παιδιά παντού είναι γλυκά, πανέξυπνα, γλωσσοκοπάνες και αφελή. Θέλουν τα πάντα στη στιγμή. Τα πάντα όμως αλλιώς μεταφράζονται για ένα παιδί μεσοαστών στη Νέα Υόρκη κι αλλιώς για ένα πιτσιρίκι σε ένα χωριό της Ανατολίας. Όπως και να έχει η φαντασία τους οργιάζει. Ο Μερτ είναι τόσο πεπεισμένος ότι αν δεν βρει αρνί για τη γιορτή ο ίδιος, θα τον σφάξουν και θα τον ταϊσουν στους καλεσμένους, που εύχεται να ήταν γουρουνάκι (οι μουσουλμάνοι, θυμίζω, δεν τρώνε χοιρινό κρέας)! Είναι και αυτή η... κακή συνήθεια των Τούρκων να αποκαλούν τα μικρά «κουζού'μ» - αρνάκι μου δηλαδή! Υπάρχουν σκηνές ανείπωτης ομορφιάς – πως κατάφερε ο μπαγάσας ο Ataman να βγάλει αυθεντική ποίηση από ένα πλάνο όπου ο Μερτ ανεβαίνει με το μαύρο αμπέχωνό του σε μια χιονισμένη πλαγιά ενός βουνού και αποτελεί μια μικρή, μαύρη κουκίδα ανάμεσα σε ουρανό και γη, είναι να τρελαίνεσαι. Οι γυναίκες στο σύμπαν της ταινίας είναι δυναμικές και διεκδικητικές. Η γυναίκα, η κόρη, η γιαγιά, η ντιζέζ. Κινούν τις καταστάσεις, χρησιμοποιούν το μυαλό τους και το κορμί τους για να πετύχουν τους στόχους τους, και τελικά παίρνουν αυτό που θέλουν. Οι άντρες είναι οι... μπουνταλάδες της υπόθεσης. Και καταπίνουν... αμάσητα αυτά που τους προσφέρουν. Ωραία, αξιοθέατη ταινία.

(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της το Σάββατο 8 Νοεμβρίου στις 20.30 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές)

Νορβηγία

Ο Γιάννης Βεσλεμές είναι μια ιδιαίτερη και πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση δημιουργού. Σκηνοθέτης και μουσικοσυνθέτης, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1979 και σπούδασε κινηματογράφο. Έχει σκηνοθετήσει μικρού μήκους ταινίες, βίντεοκλιπ και διαφημιστικά σποτ. Δισκογραφεί και συνθέτει μουσική για ταινίες με το ψευδώνυμο Felizol. Η ταινία «Νορβηγία» (Διεθνές Διαγωνιστικό και Ελληνικές ταινίες – Κυρίως πρόγραμμα) είναι η πρώτη μεγάλου μήκους του. Έκανε ένα πέρασμα από το φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι και πλέον κατέφθασε για να διεκδικήσει την αγάπη μας ή να συναντήσει την απέχθειά μας. Δεν μπορείς να την αντιμετωπίσεις με συγκατάβαση ούτε με αδιαφορία.

Η υπόθεση: 1984. Ο Ζανό φτάνει για πρώτη φορά στην πόλη. Φωτοφοβικός, βρυκόλακας, δεινός χορευτής, καίγεται, σκορπίζεται, χαραμίζεται σε μια Αθήνα που δεν υπάρχει σε κανέναν χάρτη. Και το μόνο που θέλει είναι ένα «ζεστό κορίτσι». Στη Ντίσκο Ζαρντόζ, ένα καταγώγιο, άντρο παρανόμων, θα συναντήσει την πόρνη Αλίκη και τον Νορβηγό ντίλερ Πήτερ. Μαζί τους θα αναλάβει μια ύποπτη δουλειά που θα τον οδηγήσει στο βουνό της Πάρνηθας, στα έγκατα της γης, στο βασίλειο του Μαθουσάλα. Η Νορβηγία φοράει παπούτσια γυαλιστερά, χορεύει ανάμεσα σε πολύχρωμα καθάρματα και δαγκώνει μόνο όποτε αυτή θελήσει. «Η Νορβηγία κατεβαίνει στη Μεσόγειο».

Η άποψή μας: Είναι η πρώτη φορά σε όλες αυτές τις ανταποκρίσεις μας που παραθέτουμε αυτούσια τη σύνοψη από τον κατάλογο του φεστιβάλ, χωρίς να χρειαστεί να αλλάξουμε ούτε μία λέξη ή να προσθέσουμε πολλές περισσότερες. Κι αυτό γιατί περιγράφει επακριβώς την υπόθεση της ταινίας. Τι είναι όμως εντέλει τούτη η παράξενη μα τόσο ενδιαφέρουσα ταινία; Μια ωδή στο new wave; Η ελληνική απάντηση στον «Υγρό ουρανό» του Σλάβα Τσούκερμαν; Μια αισθητική αποτίμηση της δεκαετίας του '80; Ένα καλτ, χαβαλέ one man show του αεικίνητου Βασίλη Μουρίκη (εντάξει, ο άνθρωπος είναι ο Έλληνας... Meryl Streep, τελείωσε); Ή μια βαθιά πολιτική ταινία; Και ναι, κερδίζετε όσοι απαντήσετε «all of the above». Και γελάς με όσα διαδραματίζονται επί της μεγάλης οθόνης, και διασκεδάζεις με τη μουσική – ιδίως αν έτυχε να ζήσεις ως έφηβος τη δεκαετία του '90 – και έρχεται αντιμέτωπος με ατάκες που γράφουν ιστορία και απολαμβάνεις τον Ζανό, τον πιο ανθρώπινο βρικόλακα από καταβολής κινηματογράφου, που δεν έχει πρόβλημα να τρώει ακόμα και σούπα με σκόρδο και να ακολουθεί με το χέρι του το σχήμα του σταυρού πάνω στο φέρετρο. Εντάξει, υπάρχουν και σημεία όπου βαριέσαι και για μια ταινία 74 μόλις λεπτών αυτό είναι κακό σημάδι. Αλλά όλα παραμερίζονται μπροστά στην πολιτική διάσταση της ταινίας. Όλοι αναγνωρίζουν την αφίσα του Ανδρέα Παπανδρέου στο καμαρίνι του Μάρκου Λεζέ, δεν ξέρω όμως πόσοι αναγνωρίζουν την εικόνα του Μεταξά στο ίδιο δωμάτιο. Ή την ευθεία παραπομπή του Λεζέ σε αρχηγό «κόμματος», να 'χαμε να λέγαμε δηλαδή. Ο φασισμός παραμονεύει εκεί που δεν το περιμένεις, ο Χίτλερ ζει ανάμεσά μας. Και το τραγούδι, τι τραγουδάρα αυτό των Χωρίς Περιδέραιο, που έδωσε την έμπνευση για να γυριστεί η ταινία. Μας παίρνει μαζί του στον τελευταίο (;) χορό του Ζανό, που πλέον, μέσα στο σκοτάδι της ανυπαρξίας, είναι λουσμένος με φως.

(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της την Πέμπτη 6 Νοεμβρίου στις 22.00 στην αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη)

1001 Gram

Και μετά από μια ταινία με τίτλο «Νορβηγία» τι πιο λογικό να ασχοληθούμε με μια ταινία από τη Νορβηγία; (εντάξει, μην με παρεξηγείτε, έχω κάψει φλάντζες). «1001 γραμμάρια» (1001 Gram) (Ανοιχτοί Ορίζοντες – Κυρίως πρόγραμμα) του παλιού μας γνώριμου, Bent Hamer. Από εκείνες τις ταινίες που μπορούν να σου φτιάξουν την ημέρα – και τη νύχτα.

Η υπόθεση: Το Χιλιόγραμμο είναι η μάζα του πρότυπου χιλιόγραμμου, ενός κυλίνδρου από ιριδιούχο λευκόχρυσο που φυλάσσεται στο Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών των Σεβρών στη Γαλλία. Κάθε χώρα έχει το δικό της Χιλιόγραμμο, το οποίο συγκρίνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα με το πρότυπο. Η Μαρίε είναι μια όμορφη γυναίκα που εργάζεται στο Γραφείο Μέτρων και Σταθμών της Νορβηγίας. Βρίσκεται σε διαδικασία διαζυγίου με τον πιλότο πρώην σύζυγό της και «αφεντικό» της στο Γραφείο είναι ο χήρος πατέρας της. Η Μαρίε ζει μέσα στη ρουτίνα, την επανάληψη, τη μοναξιά. Όταν όμως αναγκαστεί να πάει εκείνη στο Παρίσι αντί για τον πατέρα της προκειμένου να παραβρεθεί στην ετήσια συνάντηση με συναδέλφους της ανά τον κόσμο, κάτι θα αλλάξει. Τελικά η Μαριέ αναγκάζεται να «συμβιβαστεί» με το πόσο πραγματικά ζυγίζει η ανθρώπινη ζωή και με ποια μέτρα και σταθμά σκοπεύει να ζήσει.

Η άποψή μας: Αγαπάμε Bent Hamer. Αγαπάμε την ανθρωπιά του. Αγαπάμε το χιούμορ του. Αγαπάμε την ιδιοφυία του, την χωρίς μεγαλοστομίες και αλαζονεία. Αγαπάμε τη συγκίνηση που βγάζουν οι ταινίες του. Κι αγαπάμε τον τρόπο που συνήθως μαθαίνουμε και κατιτίς επιστημονικό και ενδιαφέρον παρακολουθώντας τα φιλμ του. Τούτη είναι η έβδομη μεγάλου μήκους ταινία του και είναι ό,τι πιο κοντινό στη μεγάλη του επιτυχία (για τα μέτρα του βεβαίως, δεν μιλάμε και για μπλοκμπάστερ), το «Ιστορίες της κουζίνας». Εδώ, η μοναχική και απογοητευμένη από τη ζωή της Μαρίε (η Ane Dahl Torp που την υποδύεται, παρουσιάζει απίστευτη φυσιογνωμική ομοιότητα – και σωματική – με την νεαρή Kathleen Turner που μας είχε τρελάνει κάποτε!) θα ηρεμήσει όταν γνωρίσει (και εντέλει ερωτευθεί) τον Πι, έναν Γάλλο φυσικό, ο οποίος είναι τόσο χαλαρός όσο εκείνη είναι σφιγμένη, τόσο θερμός όσο εκείνη είναι ψυχρή, τόσο συναισθηματικός όσο εκείνη είναι λογική. Ο άνθρωπος κάνει work in progress σχετικά με το ότι το κελάηδημα των καρδερίνων αλλάζει όσο πλησιάζουν από την ύπαιθρο στην πόλη! Για να επικοινωνούν καλύτερα. Δεν γνωρίζω αν διαθέτουμε στη χώρα μας ανάλογο Γραφείο Μέτρων και Σταθμών (ελπίζω πως ναι, φοβάμαι πως όχι), αλλά ομολογώ πως εντυπωσιάστηκα με τη διαδικασία, την επιστημονική ιεροτελεστία και το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται σε πράγματα που επηρεάζουν άμεσα τις ζωές μας, χωρίς η τεράστια πλειοψηφία καν να τους γνωρίζει. Ο Hamer, βέβαια, παίρνει ξεκάθαρα το μέρος του Αφρικάνου σύνεδρου, τονίζοντας λογικά πως καλή η επιστήμη και χρήσιμη αλλά πολλές φορές όσοι ασχολούνται με κάτι συγκεκριμένο οφθαλοσκοπούν και θεωρούν πως κάνουν κάτι που μπορεί να προκαλέσει και πολέμους! Γλυκύτατη ταινία, είδαμε και ηλεκτρονικό αυτοκίνητο (το νορβηγικό buddy), είδαμε και ένα πολύ τακτοποιημένο συγκρότημα κατοικιών, καταλάβαμε πως δεν κάνει πάντα κρύο στη Νορβηγία, ερωτευθήκαμε την κοπελιά, γενικώς καλά περάσαμε. ΥΓ 1: Ο έρωτας δεν είναι μετρήσιμος. Δεν μπορεί να είσαι πολύ ερωτευμένος ή λίγο ή τόσα κιλά ή τόσα μέτρα. Ή είσαι ή δεν είσαι. ΥΓ 2: Εντάξει ρε φίλε, καλά είναι τα 15,5 εκατοστά, το παράκανες με τα 18...

(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της την Πέμπτη 6 Νοεμβρίου στις 20.15 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης)

θοδωρής γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2014 TIFF 14 Live