της Valeria Bruni Tedeschi. Με τους Louis Garrel, Xavier Beauvois, Valeria Bruni Tedeschi, Filippo Timi, André Wilms, Marie Rivière, Aurélia Petit, Céline Sallette, Pippo Delbono, Silvio Orlando
Who Cares? Πραγματικά ποιος?
του zerVo (@moviesltd)
Η αδιάφορη όψη του Γαλλικού σινεμά. Πραγματικά όμως αδιάφορη, θεματικά, καλλιτεχνικά, ερμηνευτικά, σχεδόν σε όλους του τομείς που μπορεί να αναλύσει κανείς μια ταινία που ξεδιπλώνεται στο εκράν. Κι ένα στοιχείο που την κάνει ακόμη πιο απόμακρη στην θωριά του θεατή, είναι πως σύμφωνα με τα δελτία τύπου - όπως υποστηρίζουν - πρόκειται και για ημι-αυτοβιογραφική αναφορά της σκηνοθέτιδος που το υπογράφει. Την οποία με την ταυτότητα της ηθοποιού, άντε και μετά βίας, μετά από 80 βάλε πρωταγωνιστικές στιγμές να την αποδεχτεί - κάπως - ο σινεφίλ. Από που κι ως που να την τιμήσει ως δημιουργό, που μάλιστα το πόνημα της βρέθηκε - ελέω επωνύμου? - στην κούρσα για τον βαρύτιμο Χρυσό Φοίνικα.
Η τυχαία συνάντηση της πενηντάχρονης Λουίζ, πρωταγωνίστρια του σινεμά, που εγκατέλειψε την καριέρα της εδώ και χρόνια, σε επαρχιακό μονοπάτι, με τον εντυπωσιακά γοητευτικό, νεαρό ηθοποιό, κατά πολύ νεότερο της, είναι πιθανότατα η στιγμή εκείνη που θα φωτίσει ελαφρώς την συννεφιασμένη της καθημερινότητα. Έρωτας που θα την κτυπήσει την πόρτα στο δρόμο για το πατρικό της σπίτι, έναν πολυτελή πύργο στην Βόρεια Ιταλία, εκεί που εντός ολίγου θα συναντήσει την αγαπημένη της μητέρα και τον λατρευτό της αδελφό, που πάσχει από AIDS και σιγά σιγά νιώθει την ύπουλη ασθένεια να τον καταβάλλει.
Όπως καταβεβλημένη είναι και η σύγχρονη πραγματικότητα της οικογένειας, που από την κορυφή της αριστοκρατίας, έχει ξεπέσει σχεδόν στην ανυποληψία, με τα χρέη να τρέχουν και τα έσοδα να μην είναι ικανά να καλύψουν τις απαιτήσεις. Λογική, μέσα στον παραλογισμό της, η κίνηση των σχεδόν μηδενισμένων μπουρζουά, να ανοίξουν τις πόρτες του αρχοντικού στους φτωχούς, σε μια φαινομενικά ανθρωπιστική κίνηση, που πίσω της κρύβει την απελπισία για τον περιορισμό του κόστους συντήρησης της, αλλά και η πώληση σε οίκο δημοπρασιών, των πάππου προς πάππου κειμηλίων, προκειμένου να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες.
Διάσπαρτες στιγμές στην πορεία μιας κακομαθημένης γεροντοκόρης, δοσμένες με γλαφυρό και σουρεαλιστικό τόνο, που επεξεργάζεται υποτίθεται σοβαρά σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα, όπως η διατήρηση της οικογενειακής συνοχής, η θρησκεία, ο έρωτας, η αβεβαιότητα για το αύριο που ξημερώνει. Η κάμερα που πετάγεται διαρκώς από το φωτισμένο Παρίσι στην εξοχή του Πιεμόντε και φτάνει ίσαμε το μουντό Λονδίνο, προσπαθεί απεγνωσμένα να συνδέσει τα ασύνταχτα παζλάκια, έχοντας σκοπό να βγάλει ένα κάποιο συναίσθημα στην ψυχή του θεατή, κάτι που επιτυγχάνεται μόνο στο τελευταίο δεκάλεπτο, όταν η τραγωδία ολοκληρώνεται, η απώλεια λαμβάνει χώρα και οι ερμηνευτές βγάζουν ένα αξιοπρεπές μέρος των ικανοτήτων τους στο πανί.
Για πες: Η αδελφή της πρώην πρώτης κυρίας της Γαλλίας, Valeria Bruni, μπορεί να έχει καταγράψει μερικές αξιόλογες στιγμές στην υποκριτική της πορεία, σκηνοθέτις όμως δεν είναι επ ουδενί. Πόσο μάλλον όταν αποπειράται να κοπιάρει στην ταινία της το ύφος του Allen, που είναι μοναδικό και δεν αντιγράφεται, ειδικά όταν το σενάριο είναι από αδύνατο, άνοστο και χωρίς κορυφώσεις. Πιο θετική γεύση, άφησε η δραματική παρουσία του Filippo Timi, ως βαρύτατα ασθενή αδελφού, που με πείθει ξανά πως πρόκειται για έναν από τους πλέον σημαντικούς Ιταλιάνους ηθοποιούς της γενιάς του.
Όπως καταβεβλημένη είναι και η σύγχρονη πραγματικότητα της οικογένειας, που από την κορυφή της αριστοκρατίας, έχει ξεπέσει σχεδόν στην ανυποληψία, με τα χρέη να τρέχουν και τα έσοδα να μην είναι ικανά να καλύψουν τις απαιτήσεις. Λογική, μέσα στον παραλογισμό της, η κίνηση των σχεδόν μηδενισμένων μπουρζουά, να ανοίξουν τις πόρτες του αρχοντικού στους φτωχούς, σε μια φαινομενικά ανθρωπιστική κίνηση, που πίσω της κρύβει την απελπισία για τον περιορισμό του κόστους συντήρησης της, αλλά και η πώληση σε οίκο δημοπρασιών, των πάππου προς πάππου κειμηλίων, προκειμένου να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες.
Διάσπαρτες στιγμές στην πορεία μιας κακομαθημένης γεροντοκόρης, δοσμένες με γλαφυρό και σουρεαλιστικό τόνο, που επεξεργάζεται υποτίθεται σοβαρά σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα, όπως η διατήρηση της οικογενειακής συνοχής, η θρησκεία, ο έρωτας, η αβεβαιότητα για το αύριο που ξημερώνει. Η κάμερα που πετάγεται διαρκώς από το φωτισμένο Παρίσι στην εξοχή του Πιεμόντε και φτάνει ίσαμε το μουντό Λονδίνο, προσπαθεί απεγνωσμένα να συνδέσει τα ασύνταχτα παζλάκια, έχοντας σκοπό να βγάλει ένα κάποιο συναίσθημα στην ψυχή του θεατή, κάτι που επιτυγχάνεται μόνο στο τελευταίο δεκάλεπτο, όταν η τραγωδία ολοκληρώνεται, η απώλεια λαμβάνει χώρα και οι ερμηνευτές βγάζουν ένα αξιοπρεπές μέρος των ικανοτήτων τους στο πανί.
Για πες: Η αδελφή της πρώην πρώτης κυρίας της Γαλλίας, Valeria Bruni, μπορεί να έχει καταγράψει μερικές αξιόλογες στιγμές στην υποκριτική της πορεία, σκηνοθέτις όμως δεν είναι επ ουδενί. Πόσο μάλλον όταν αποπειράται να κοπιάρει στην ταινία της το ύφος του Allen, που είναι μοναδικό και δεν αντιγράφεται, ειδικά όταν το σενάριο είναι από αδύνατο, άνοστο και χωρίς κορυφώσεις. Πιο θετική γεύση, άφησε η δραματική παρουσία του Filippo Timi, ως βαρύτατα ασθενή αδελφού, που με πείθει ξανά πως πρόκειται για έναν από τους πλέον σημαντικούς Ιταλιάνους ηθοποιούς της γενιάς του.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 25 Σεπτεμβρίου 2014 από την Feelgood
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική