Θυμάμαι πως με είχαν πάρει σηκωτό οι κολλητοί μου να πάμε, τα Εξάρχεια δεν τα είχα και του γούστου μου, ούτε τα περπατούσα ως έφηβος, άσε που δεν ήμουν και φαν του μπουατικού ύφους. Άντε έκανα πέτρα την καρδιά, είδα πως στην ομήγυρη συμμετείχε και ο Τουρνάς, Μην της το Πεις κι έτσι, τους υπόλοιπους δεν τους είχε προβάλει τόσο η δικάναλη τηλεόραση, μέσα προς τέλη 80, πήρα την ανηφόρα για την Σολωμού, ψηλά ήταν πριν την πλατεία δεξιά. Ακόμη και τώρα που περνώ καμιά φορά από το μέρος, ένα αδειανό, ξενοίκιαστο τίποτα αν δεν κάνω σοβαρό λάθος, αναζητώ στο πεζοδρόμιο τα δάκρυα που έχυσα εκείνο το βράδυ, που δεν πρέπει να έχουν στεγνώσει ακόμη, εικοσπέντε πλας χρόνια μετά. Έξι - εφτά κομπανιέροι, παρεάκι που στο εξής με μικρές προσθήκες ή αποχωρήσεις θα εμφανιζόταν σιμά, ορίζοντας έναν ιδιόμορφο τρόπο διασκέδασης, που συνδύαζε την ανατροπή με το καυστικό χιούμορ, εκείνο το ευθύβολο, που σου μοιάζει αφελές, αλλά καθρέφτιζε πίσω από την διαφορετικότητα του την σύγχρονη κοινωνική αλήθεια. Τι πλάκα, στο μικρό πιστάκι της Αχ Μαρίας, με τα δέκα τραπέζια από χάμω να σπαρταράνε στα χάχανα, αεικίνητος ο Τζόνης, ο ασούμπαλος ο Λάκης, φωνάρα η Ισιδώρα κι ο ακούραστος Γιάννης από κοντά να φορά κάτι γιγάντια αυτιά του μασκαρά για να πικάρει τον Διόσκουρο του. Τον Πανάκι Μανάκι - με Π και όχι ΜΠ δεν είναι λάθος - που έλεγε κι ο δάσκαλος στην Ιστορία στην δέσμη, για να τονίσει πως τους στίχους του σουξέ τους γνωρίζαμε απόξω κι ανακατωτά, τα λεγόμενα του Βολταίρου πάλι όχι.
Μέσα μου είχα κτίσει την προσδοκία, αυτή η τόσο ταιριαστή ομάδα, να μην χωρίσει ποτέ. Και πραγματικά με την έλευση της ιδιωτικής, σύσσωμος ο θίασος πέρασε στους δέκτες και το καλαμπούρι συνεχίστηκε με ακόμη πιότερη ένταση. Και στα Κουφώματα και στα Απίστευτα κι όμως Ελληνικά και πιο μετά σε μεγαλύτερα της Εξαρχιώτισσας μαγαζιά, οι λατρεμένοι της πλατείας, οι δικοί μας άνθρωποι - πόσο γιγάντιος τίτλος τιμής για έναν καλλιτέχνη? - φρόντιζαν ο λαουτζίκος να γελά, να τραγουδά, να ψυχαγωγείται, να περνά καλά. Σιγά μην δεν την ζήλευε η μοίρα την όμορφη συγκέντρωση και δεν την έβαζε σημάδι. Από σήμερα ένας από τους πυλώνες της, ο Σάκης Μπουλάς, αυτό το πολύπλευρο ταλέντο, υποκριτικά, ερμηνευτικά, τραγουδιστικά, είπε το καλή αντάμωση και έφυγε για το μακρύ ταξίδι. Απώλεια βαριά, πρώτα για τους δικούς του, που πορεύτηκαν αντάμα τόσες δεκαετίες. Μα αλήθεια μπορεί να υπάρξει έστω κι ένας, που μπορεί να μην θεωρούσε στενό του φίλο τον Σάκη? Αυτή την εντύπωση σου έδινε και αυτό το συναίσθημα σου περνούσε, πάντα συντροφιά με τον αυτοκόλλητο του Ζουγανέλη, σε αυτή την μακρά καλλιτεχνική διαδρομή. Συνεπής ακόμη και στις δύσκολες στιγμές των στερνών ετών, ο Μπουλάς ουδέποτε αναθάρρησε, ουδέποτε έκανε πίσω και παρέμεινε παλικάρι μέχρι τέλους. Τουλάχιστον αφήνει πίσω του κληρονομιά, τις ξεκαρδιστικές θύμησες στην τριπλέτα του τσιπουράδικου, στις Σαββατογεννημένες με το τουρμπανιασμένο κεφάλι, στις ανατροπές του Ζερβού, στο Σμιριδόπανο και στο Ζαμανφού, στις Γυναίκες που ακόμη Περιμένουν. Το Φλασάκι άστραψε, τελευταία φωτογραφία. Καλό δρόμο Παυλίτο...
Μέσα μου είχα κτίσει την προσδοκία, αυτή η τόσο ταιριαστή ομάδα, να μην χωρίσει ποτέ. Και πραγματικά με την έλευση της ιδιωτικής, σύσσωμος ο θίασος πέρασε στους δέκτες και το καλαμπούρι συνεχίστηκε με ακόμη πιότερη ένταση. Και στα Κουφώματα και στα Απίστευτα κι όμως Ελληνικά και πιο μετά σε μεγαλύτερα της Εξαρχιώτισσας μαγαζιά, οι λατρεμένοι της πλατείας, οι δικοί μας άνθρωποι - πόσο γιγάντιος τίτλος τιμής για έναν καλλιτέχνη? - φρόντιζαν ο λαουτζίκος να γελά, να τραγουδά, να ψυχαγωγείται, να περνά καλά. Σιγά μην δεν την ζήλευε η μοίρα την όμορφη συγκέντρωση και δεν την έβαζε σημάδι. Από σήμερα ένας από τους πυλώνες της, ο Σάκης Μπουλάς, αυτό το πολύπλευρο ταλέντο, υποκριτικά, ερμηνευτικά, τραγουδιστικά, είπε το καλή αντάμωση και έφυγε για το μακρύ ταξίδι. Απώλεια βαριά, πρώτα για τους δικούς του, που πορεύτηκαν αντάμα τόσες δεκαετίες. Μα αλήθεια μπορεί να υπάρξει έστω κι ένας, που μπορεί να μην θεωρούσε στενό του φίλο τον Σάκη? Αυτή την εντύπωση σου έδινε και αυτό το συναίσθημα σου περνούσε, πάντα συντροφιά με τον αυτοκόλλητο του Ζουγανέλη, σε αυτή την μακρά καλλιτεχνική διαδρομή. Συνεπής ακόμη και στις δύσκολες στιγμές των στερνών ετών, ο Μπουλάς ουδέποτε αναθάρρησε, ουδέποτε έκανε πίσω και παρέμεινε παλικάρι μέχρι τέλους. Τουλάχιστον αφήνει πίσω του κληρονομιά, τις ξεκαρδιστικές θύμησες στην τριπλέτα του τσιπουράδικου, στις Σαββατογεννημένες με το τουρμπανιασμένο κεφάλι, στις ανατροπές του Ζερβού, στο Σμιριδόπανο και στο Ζαμανφού, στις Γυναίκες που ακόμη Περιμένουν. Το Φλασάκι άστραψε, τελευταία φωτογραφία. Καλό δρόμο Παυλίτο...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική