του Richard Linklater. Με τους Ethan Hawke, Julie Delpy
Θέλει τρέλα η ζωή μας και νοστιμιά...
του zerVo (@moviesltd)
Φαντάζομαι πως περιμένεις τώρα να διαβάσεις, πως αυτό εδώ είναι το τελευταίο μέρος μιας τριλογίας που ξεκίνησε πριν από 18 χρόνια και κάθε νέο της τεύχος κυκλοφορεί ανά εννιαετία, αναμένεις να σου μιλήσω (κι εγώ) για την Βιέννη, το Παρίσι και την υπέροχα φιλόξενη κι εκθαμβωτική Καλαμάτα, που έχουν υπάρξει τα φυσικά φόντα της ιστορίας και για το πόσο έχουν ωριμάσει στο πέρασμα των ετών οι χαρακτήρες πρωταγωνιστές της. Όχι καλέ μου. Το σινεμά δεν είναι ούτε στατιστική, ούτε γεωγραφία, ούτε πατριδογνωσία. Όπως και το σίριαλ του Before όμως δεν είναι μια απλή φιλμική περίπτωση. Είναι ίσως η πιο ευφυής σκέψη στην υπεραιωνόβια διαδρομή της Έβδομης Τέχνης, δεδομένα πάντως η διαχρονικότερη. Διότι με τον τρόπο που έχει δομηθεί, προσφέρει την δυνατότητα στον θεατή της, να την κρατήσει στα χέρια σαν ένα φωτογραφικό άλμπουμ γεμάτο με θύμησες. Που είτε ξεφυλλίσει τις σελίδες του ασυνάρτητα, είτε με ευλάβεια στο timeline, ένα είναι σίγουρο. Όλα όσα περιγράφει είναι παρμένα από την ίδια την ζωή του. Με δραματουργικές προσθέσεις και αφαιρέσεις βέβαια, με γλαφυρότητες και συναισθηματικές αυξομειώσεις στην ανάπτυξη του πέραν των αληθινών, αλλά γεμάτο διάσπαρτα στιγμιότυπα που έχει βιώσει μετά πάσης βεβαιότητας. Κι αν εσύ ανήκεις στους τυχερούς να ήσουν είκοσι, εικοσιπέντε όταν πρωτοφανερώθηκε κι έχεις συνταξιδέψει μαζί του μέσα στον χρόνο, τότε για σένα το Before δεν είναι απλό λεύκωμα, αλλά ένας ολοζώντανος καθρέφτης!
Σαν παραμύθι πέρασαν οι έξι βδομάδες ανεμελιάς για τον Τζέσι, την Σελίν και την οικογένεια τους στην Νότια Πελοπόννησο, όπου βρέθηκαν φιλοξενούμενοι στην ονειρική έπαυλη ενός βετεράνου λογοτέχνη. Τελευταία ημέρα των διακοπών, η συννεφιά μούντωσε την γαλανή ματιά του Τζέσι, καθώς αποχαιρέτησε μόλις τον έφηβο γιο του, από τον προηγούμενο γάμο του, που θα ταξιδέψει πίσω στην Αμερική για να συναντήσει την μητέρα του. Μελαγχολία στο βλέμμα του αγαπημένου της, που θα υποπέσει στην αντίληψη της Σελίν και θα αναταράξει τον ήδη προβληματισμένο από όσα προσωπικά κι επαγγελματικά έχει να αντιμετωπίσει από αύριο κιόλας, ψυχικό της κόσμο. Ταραχή που θα της δημιουργήσει πιότερο, όμως, η αίσθηση πως ο καλός της φαντάζεται να μετακομίσουν από το Παρίσι που διαμένουν στο Σικάγο, προκειμένου να βρίσκεται κοντά στο παιδί, που πριν από εννιά χρόνια εγκατέλειψε για χάρη της.
Η φωτάδα της Μεσογείου θα αποκαλύψει την μια μετά την άλλη τις ανησυχίες και τις ανασφάλειες του αγαπημένου ζευγαριού, που βαθμηδόν θα αντιληφθεί πως η μεταξύ τους γλυκάδα και μέλωση, θα δώσει την σκυτάλη στη σκυθρωπιά και την γκρίνια. Η υποσχόμενη έρωτα και πάθος νύχτα που θα περάσει ο Τζέσι και η Σελίν, στην σουίτα των νεόνυμφων του πολυτελούς ξενοδοχείου της περιοχής, ένα αναπάντεχο δώρο της παρέας τους, για να μείνουν για λίγο μόνοι δίχως τα παιδιά, μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια για την σχέση τους. Μπορεί όμως και όχι...
Είναι πολύ πιθανό λοιπόν, να γραφεί οδυνηρός επίλογος στην σχέση που ξεκίνησε ένα καλοκαιρινό απόγευμα σε ένα ταξιδιάρικο τρένο κάπου στην κεντρική Ευρώπη και η μοίρα ολοκλήρωσε πέρα από κάθε απιθανότητα σε μια Parisienne Walkway κοντά μια δεκαετία μετά. Ακολουθώντας μια μοναδική στα χρονικά αφήγηση - φαινόμενο οι δυο ήρωες του love story, δεν είναι πια ούτε οι δίχως σκοτούρα πιτσιρίκοι του πρώτου ραντεβού στα μέρη του Μότσαρτ, ούτε οι έτοιμοι για την ανατροπή και την υπέρβαση ερωτευμένοι ενήλικες που βάδισαν στις όχθες του Σηκουάνα. Εκείνη, ντυμένη την γοητεία της Julie Delpy, πιστεύει (δίχως να είναι αλήθεια) πως είναι μια σιτεμένη ξανθιά, που οι καμπύλες της μεσηλικίωσης έχουν ξεβάψει την μπογιά της, πείθοντας την πως πλέον δεν είναι επιθυμητή σε κανέναν, ούτε καν στον Τζέσι. Οι λογικές νευρώσεις της, απόρροια και των μόνιμων ζητημάτων στην δουλειά της, είναι και οι κύριες πηγές των συζυγικών τριγμών. Το λάμπος της καλλιτέχνιδας που κάποτε ξελόγιασε τον θαλασσομάτη, τρεμοσβήνει κι αυτό της δίνει την εντύπωση πως δεν είναι αντάξια του, πως την φέρνει σε δεύτερο πλάνο στην σκέψη του. Με δυο κουβέντες, πως τον έχει χάσει...
Εκείνος από την μεριά του, φορώντας το αδέξια γωνιαστό χαμόγελο του Ethan Hawke, δεν πτοείται που στα σαραντά βάλε του, τα γένια του έχουν ασπρίσει και οι κρόταφοι του γκριζάρουν. Ούτε έχει χάσει την παιδική αφέλεια που πάντοτε τον διέκρινε στην συμπεριφορά. Η επιτυχία των βιβλίων που έχει γράψει, αν και ελαφρώς μακρινή, αφού η έμπνευση για μια πιο νέα δεν τον βοηθά, του δίνει την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται για να αντιμετωπίζει τα καθημερινά ζητήματα με έναν άλλο, ποιητικότερο αγέρα. Αλλού τρέχει ο λογισμός του όμως, σε άλλα ζόρια, στο παλικάρι του που τον γεμίζει με ενοχές για την στάση του, να το εγκαταλείψει δίχως να του δώσει εξηγήσεις. Δεν είναι ο προβοκάτορας της δυάδας, είναι ο αντιδραστικός όμως, αν τον τσιγκλίσεις. Είναι ο άντρας, όχι ο (καθ)οδηγός, ούτε ο έχοντας το γενικό πρόσταγμα, αλλά εκείνος που με αποφασιστικότητα μπορεί να δώσει την λύση στο υπαρκτό πρόβλημα. Ο εγωισμός είναι ο καταλύτης. Υπάρχει? Ή την αγαπάει όσο τίποτα στον κόσμο, που δεν υπάρχουν περιθώρια για τέτοιες παιδιάστικες ανοησίες.
Επτά ακριβώς σκηνές συνθέτουν το παζλ του Midnight. Με μικρότερη - αλλά και πιο συναισθηματικά φορτισμένη - την πεντάλεπτη εισαγωγή του αποχαιρετισμού, όλες οι άλλες, σχεδόν μονοπλανικές κρατούν γύρω στο τέταρτο, φροντίζοντας η μία πίσω από την άλλη να ανεβάζουν τις στροφές του πάθους, όσο οι δείκτες του ρολογιού κυλούν. Από εκείνη την (αναίτια...) μακρόσυρτη, αναγνωριστική και πληροφοριακή στον δρόμο της επιστροφής από το αεροδρόμιο, ο κορμός που ορίζουν η προετοιμασία για το τραπέζι, η γιορτή και το (φυσικά) περπάτημα μέχρι το Costa Navarino, ουσιαστικά προετοιμάζουν το έδαφος - με γλαφυρότητα και πανέξυπνο χιούμορ, κόντρα σε κάθε λογική και σύνεση - για τον επερχόμενο τυφώνα. Το φινάλε στο γραφικό λιμανάκι της Καρδαμύλης, μπροστά σε ένα ανατριχιαστικά μαγικό σκηνικό, που στην ομορφάδα του θα θαμπωνόταν ακόμη κι ο ίδιος ο πλάστης του, δεν ορίζει απλώς την λύτρωση, την εξιλέωση. Αν υπήρχε κινηματογραφική δικαιοσύνη, αυτή η σεκάνς θα έπρεπε να ορίζει αυτομάτως την κορωνίδα όσων ρομαντικών έχουν καταγραφεί ποτέ στο πανί, με κάτι φορμολικές The Way We Were και Καζαμπλάνκες ήδη να αιτούνται αυτοαποκαθήλωσης.
Ποτέ δεν πρόκειται να υποστηρίξω πως αυτός ο Linklater είναι σκηνοθεταράς, ούτε ποτέ θα τον τοποθετήσω στην πάνω πάνω βαθμίδα της ιεραρχίας των σπουδαίων ντιρεκτόρων. Είναι όμως ένας ιδιοφυής τύπος, που σε άμεση συνεργασία με τα δύο βασικά του εργαλεία, πέτυχε κάτι το μοναδικό, το ανεπανάληπτο. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το επίτευγμα της προβολής ενός έρωτα, που γεννιέται, ωριμάζει, ενηλικιώνεται και γερνά σε πραγματικό και όχι κινηματογραφικό χρόνο, όπως το κατόρθωσε μέσα από τα τρία - προς το παρόν - στοπ, στο Sunrise, στο Sunset και στο Midnight. Το αν θα το συνεχίσει? Θα προβλέψω δίχως ρίσκο να δώσω θετική απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα. Η πορεία του έργου του κινείται παράλληλα με εκείνη της ζωής και δίχως να βάζω μακάβριο τόνο στα λεγόμενα μου, μόνο μια βιολογική ανατροπή μπορεί να βάλει τελεία στο διάβα του Before πρότζεκτ.
Για πες: Και συνάμα των δύο αγαπημένων χαρακτήρων που χέρι χέρι βαδίζουν από το 1995 πάνω στο πλακόστρωτο, στο καλντερίμι και την άμμο, βγάζοντας την ψυχή τους, την καρδιά τους στις λέξεις, τις ατάκες, τις χειρονομίες τις συμπεριφορές. Εκφράσεις, λόγια και κινήσεις που μόνο ο αδαής μπορεί να πιστέψει πως αποτελούν μέρος ενός κάποιου σεναρίου και όχι μιας απίστευτης ψυχαναλυτικής πραγματείας, που από το σύνολο των πραγματικοτήτων που ερευνά, είναι σχεδόν απίθανο να γλυτώνει η δικιά σου.
Η φωτάδα της Μεσογείου θα αποκαλύψει την μια μετά την άλλη τις ανησυχίες και τις ανασφάλειες του αγαπημένου ζευγαριού, που βαθμηδόν θα αντιληφθεί πως η μεταξύ τους γλυκάδα και μέλωση, θα δώσει την σκυτάλη στη σκυθρωπιά και την γκρίνια. Η υποσχόμενη έρωτα και πάθος νύχτα που θα περάσει ο Τζέσι και η Σελίν, στην σουίτα των νεόνυμφων του πολυτελούς ξενοδοχείου της περιοχής, ένα αναπάντεχο δώρο της παρέας τους, για να μείνουν για λίγο μόνοι δίχως τα παιδιά, μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια για την σχέση τους. Μπορεί όμως και όχι...
Είναι πολύ πιθανό λοιπόν, να γραφεί οδυνηρός επίλογος στην σχέση που ξεκίνησε ένα καλοκαιρινό απόγευμα σε ένα ταξιδιάρικο τρένο κάπου στην κεντρική Ευρώπη και η μοίρα ολοκλήρωσε πέρα από κάθε απιθανότητα σε μια Parisienne Walkway κοντά μια δεκαετία μετά. Ακολουθώντας μια μοναδική στα χρονικά αφήγηση - φαινόμενο οι δυο ήρωες του love story, δεν είναι πια ούτε οι δίχως σκοτούρα πιτσιρίκοι του πρώτου ραντεβού στα μέρη του Μότσαρτ, ούτε οι έτοιμοι για την ανατροπή και την υπέρβαση ερωτευμένοι ενήλικες που βάδισαν στις όχθες του Σηκουάνα. Εκείνη, ντυμένη την γοητεία της Julie Delpy, πιστεύει (δίχως να είναι αλήθεια) πως είναι μια σιτεμένη ξανθιά, που οι καμπύλες της μεσηλικίωσης έχουν ξεβάψει την μπογιά της, πείθοντας την πως πλέον δεν είναι επιθυμητή σε κανέναν, ούτε καν στον Τζέσι. Οι λογικές νευρώσεις της, απόρροια και των μόνιμων ζητημάτων στην δουλειά της, είναι και οι κύριες πηγές των συζυγικών τριγμών. Το λάμπος της καλλιτέχνιδας που κάποτε ξελόγιασε τον θαλασσομάτη, τρεμοσβήνει κι αυτό της δίνει την εντύπωση πως δεν είναι αντάξια του, πως την φέρνει σε δεύτερο πλάνο στην σκέψη του. Με δυο κουβέντες, πως τον έχει χάσει...
Εκείνος από την μεριά του, φορώντας το αδέξια γωνιαστό χαμόγελο του Ethan Hawke, δεν πτοείται που στα σαραντά βάλε του, τα γένια του έχουν ασπρίσει και οι κρόταφοι του γκριζάρουν. Ούτε έχει χάσει την παιδική αφέλεια που πάντοτε τον διέκρινε στην συμπεριφορά. Η επιτυχία των βιβλίων που έχει γράψει, αν και ελαφρώς μακρινή, αφού η έμπνευση για μια πιο νέα δεν τον βοηθά, του δίνει την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται για να αντιμετωπίζει τα καθημερινά ζητήματα με έναν άλλο, ποιητικότερο αγέρα. Αλλού τρέχει ο λογισμός του όμως, σε άλλα ζόρια, στο παλικάρι του που τον γεμίζει με ενοχές για την στάση του, να το εγκαταλείψει δίχως να του δώσει εξηγήσεις. Δεν είναι ο προβοκάτορας της δυάδας, είναι ο αντιδραστικός όμως, αν τον τσιγκλίσεις. Είναι ο άντρας, όχι ο (καθ)οδηγός, ούτε ο έχοντας το γενικό πρόσταγμα, αλλά εκείνος που με αποφασιστικότητα μπορεί να δώσει την λύση στο υπαρκτό πρόβλημα. Ο εγωισμός είναι ο καταλύτης. Υπάρχει? Ή την αγαπάει όσο τίποτα στον κόσμο, που δεν υπάρχουν περιθώρια για τέτοιες παιδιάστικες ανοησίες.
Επτά ακριβώς σκηνές συνθέτουν το παζλ του Midnight. Με μικρότερη - αλλά και πιο συναισθηματικά φορτισμένη - την πεντάλεπτη εισαγωγή του αποχαιρετισμού, όλες οι άλλες, σχεδόν μονοπλανικές κρατούν γύρω στο τέταρτο, φροντίζοντας η μία πίσω από την άλλη να ανεβάζουν τις στροφές του πάθους, όσο οι δείκτες του ρολογιού κυλούν. Από εκείνη την (αναίτια...) μακρόσυρτη, αναγνωριστική και πληροφοριακή στον δρόμο της επιστροφής από το αεροδρόμιο, ο κορμός που ορίζουν η προετοιμασία για το τραπέζι, η γιορτή και το (φυσικά) περπάτημα μέχρι το Costa Navarino, ουσιαστικά προετοιμάζουν το έδαφος - με γλαφυρότητα και πανέξυπνο χιούμορ, κόντρα σε κάθε λογική και σύνεση - για τον επερχόμενο τυφώνα. Το φινάλε στο γραφικό λιμανάκι της Καρδαμύλης, μπροστά σε ένα ανατριχιαστικά μαγικό σκηνικό, που στην ομορφάδα του θα θαμπωνόταν ακόμη κι ο ίδιος ο πλάστης του, δεν ορίζει απλώς την λύτρωση, την εξιλέωση. Αν υπήρχε κινηματογραφική δικαιοσύνη, αυτή η σεκάνς θα έπρεπε να ορίζει αυτομάτως την κορωνίδα όσων ρομαντικών έχουν καταγραφεί ποτέ στο πανί, με κάτι φορμολικές The Way We Were και Καζαμπλάνκες ήδη να αιτούνται αυτοαποκαθήλωσης.
Ποτέ δεν πρόκειται να υποστηρίξω πως αυτός ο Linklater είναι σκηνοθεταράς, ούτε ποτέ θα τον τοποθετήσω στην πάνω πάνω βαθμίδα της ιεραρχίας των σπουδαίων ντιρεκτόρων. Είναι όμως ένας ιδιοφυής τύπος, που σε άμεση συνεργασία με τα δύο βασικά του εργαλεία, πέτυχε κάτι το μοναδικό, το ανεπανάληπτο. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το επίτευγμα της προβολής ενός έρωτα, που γεννιέται, ωριμάζει, ενηλικιώνεται και γερνά σε πραγματικό και όχι κινηματογραφικό χρόνο, όπως το κατόρθωσε μέσα από τα τρία - προς το παρόν - στοπ, στο Sunrise, στο Sunset και στο Midnight. Το αν θα το συνεχίσει? Θα προβλέψω δίχως ρίσκο να δώσω θετική απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα. Η πορεία του έργου του κινείται παράλληλα με εκείνη της ζωής και δίχως να βάζω μακάβριο τόνο στα λεγόμενα μου, μόνο μια βιολογική ανατροπή μπορεί να βάλει τελεία στο διάβα του Before πρότζεκτ.
Για πες: Και συνάμα των δύο αγαπημένων χαρακτήρων που χέρι χέρι βαδίζουν από το 1995 πάνω στο πλακόστρωτο, στο καλντερίμι και την άμμο, βγάζοντας την ψυχή τους, την καρδιά τους στις λέξεις, τις ατάκες, τις χειρονομίες τις συμπεριφορές. Εκφράσεις, λόγια και κινήσεις που μόνο ο αδαής μπορεί να πιστέψει πως αποτελούν μέρος ενός κάποιου σεναρίου και όχι μιας απίστευτης ψυχαναλυτικής πραγματείας, που από το σύνολο των πραγματικοτήτων που ερευνά, είναι σχεδόν απίθανο να γλυτώνει η δικιά σου.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Ιουνίου 2013 από την Feelgood
2 σχόλια:
πολυ κακη ταινια.......χασαμε το βραδυ μας!!!!
πολυ κριμα!!!
το μονο καλο στοιχειο της ταινιας ηταν το τραγουδι της Χαρις Αλεξιου στους τιτλους τελους !!!!!
^χαχαχα
ευτυχώς που σου άρεσε η Χαρουλα.
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική