του Nicholas Jarecki. Με τους Richard Gere, Susan Sarandon, Tim Roth, Brit Marling, Laetitia Casta, Nate Parker
Όλα εδώ ΔΕΝ πληρώνονται!
του zerVo (@moviesltd)
Πρόσεξε πως μπορεί να σου αλλάξει ολόκληρη την ζωή ένα τυχαίο - άκρως τυχαίο - περιστατικό. Να είσαι στα σαράντα σου, ο πλέον ταλαντούχος και περιζήτητος μεγαλοεπενδυτής κι εκεί που οδηγάς στους δρόμους του Μπέβερλι Χιλς την καλογυαλισμένη σου κούρσα, να χαθείς και να αναγκαστείς να ζητήσεις την βοήθειας μιας περαστικής...ιερόδουλης, που είτε το πιστεύεις είτε όχι, με την απλότητα της θα μιλήσει στην ψυχή σου, θα την ερωτευτείς και θα περάσεις, μολονότι ο περίγυρος σου δεν το διανοείται, ζωή χαρισάμενη. Μπορεί όμως και να μην βγεις ποτέ εκτός πορείας στους λόφους του L.A. και η ρότα του βίου σου να ακολουθήσει την λογική πεπατημένη, να κάνεις έναν γάμο συμφέροντος, να φτιάξεις μια δήθεν ευτυχισμένη φαμίλια, να μετράς καθημερινά τα δισεκατομμύρια που θα σου αποδώσει ο κολοσσός που διευθύνεις, μα κάποια στιγμή εικοσικάτι χρόνια μετά από εκείνη την μοιραία λάθος / σωστή στροφή, η μοίρα να σου στήσει ένα σκληρό παιχνίδι. Βέβαια θα είσαι και άλλος άνθρωπος πλέον και όχι ο τότε ρομαντικός αισθηματίας και θα το παίξεις μέχρι τέλους. Με όλες τις αβάντες που σου παρέχει η πανίσχυρη θέση σου...
Φαινομενικά η καριέρα του εξηντάχρονου μεγιστάνα Ρόμπερτ Μίλερ, βρίσκεται στο απόγειο της, με την εταιρία που διοικεί να εμφανίζει τεράστια κέρδη κι εκείνον να χαίρει της άκρας εκτίμησης του επιχειρηματικού κόσμου, κοσμώντας με την άτεγκτη μορφή του τα εξώφυλλα του Forbes. Η πραγματικότητα όμως είναι εντελώς διαφορετική, αφού χάρη σε μια λάθος επενδυτική κίνηση, η αυτοκρατορία που έχει κτίσει, αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα ρευστότητας, με την ενδεχόμενη συμφέρουσα πώληση της, να τίθεται εν αμφιβόλω κι εκείνον να βρίσκεται ένα βήμα πριν την φυλάκιση με την κατηγορία της απάτης. Κατάσταση που θα γίνει ακόμη πιο πνιγηρής, από την στιγμή που θα προκαλέσει ένα θανατηφόρο αυτοκινητιστικό δυστύχημα, με θύμα την όμορφη Γαλλίδα ερωμένη του.
Υπό άλλες, κανονικές συνθήκες, βγαίνοντας από το φλεγόμενο όχημα, ο καθένας θα σήκωνε τα χέρια ψηλά και θα παραδινόταν στις Αρχές, προκειμένου να οδηγηθεί στην δικαιοσύνη με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο όταν λέγεσαι Ρόμπερτ Μίλερ και η πείρα σου μετά από δεκαετίες συνδιαλλαγών στο αδηφάγο πλην ιλουστρασιόν κουρμπέτι των κερδοφόρων funds, σου έχει μάθει να ελίσσεσαι σαν χέλι ανάμεσα στις αντιξοότητες. Όσο ακραία μορφή κι αν έχουν πάρει τώρα, που η καυτή ανάσα του Νόμου καραδοκεί για να σε κλείσει μια και καλή πίσω από τα κάγκελα.
Ο Ρόμπερτ Μίλερ μπορεί στο σενάριο του ταλαντούχου στην αφήγηση πρωτοεμφανιζόμενου Nicholas Jarecki, να είναι ένα φανταστικό πρόσωπο, αυτό εντούτοις δεν σημαίνει όμως πως μια τέτοια καρχαριώδης μορφή, που αυτεπάγγελτα τίθεται υπεράνω του νόμου, με το προνόμιο που του παρέχει η επιφάνεια και η ισχύς του, απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Ένας χαρακτήρας αντιπαθής - σε βαθμό μισητού - σε κάθε του κίνηση, που δεν δίνει δεκάρα για τα συναισθήματα του στενού οικογενειακού του περιβάλλοντος, προδίδοντας το κατ εξακολούθηση, που χύνει κροκοδείλια δάκρυα στην θωριά του πόνου που προκάλεσε με την υπερφίαλη απροσεξία του, που απαιτεί από το φτωχό κοσμάκη, έναντι ψίχουλων να γίνει συνεργός του στο έγκλημα και που γνωρίζει πολύ καλά, πως όταν η μπόρα περάσει - που θα περάσει - εκείνος θα είναι ο μοναδικός στεγνός της υπόθεσης.
Παραβλέποντας τις λογικές και μελοδραματικές ευκολίες που χρησιμοποίησε ο (ιδιαίτερα νεαρός) σκηνοθέτης για να πετύχει την τελική του έξοδο, πρέπει να ομολογήσω πως την προσωπικότητα του στυγνού καθάρματος, που έχει πειστεί και ο ίδιος πως οι κινήσεις του έχουν ένα ηθικό υπόβαθρο, μα στην πραγματικότητα το μόνο που τον νοιάζει είναι το τομάρι και οι καταθέσεις του, την έκτισε με πολλή προσοχή. Σε αυτή του την απόπειρα ο Jarecki έχει την τύχη να συνεργάζεται με έναν από τους πλέον χαρισματικούς χολιγουντιανούς αστέρες, που ακόμη κι όταν η μπογιά του άρχισε να ξεβάφει, ουδέποτε το επίπεδο του έπεσε κάτω του αξιοπρεπούς. Ο Richard Gere, στα 63 του πια, αποδίδει έξοχα έναν ρόλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του, φροντίζοντας να διατηρήσει με τις εκφράσεις του το σωστό παλάντζο του θέματος, που κινείται μεταξύ τους πολιτικοκοινωνικού θρίλερ και της αστυνομικής περιπέτειας. Εντέχνως οι περιφερειακοί χαρακτήρες - της συζύγου Sarandon, της κόρης Marling, ακόμη και της επιφανειακής ερωμένης Casta - δεν τονίζονται αναλόγως, για να αναδείξουν τον απεχθή δικό του.
Για πες: Που μέσα από την στιχομυθία με τον επίσης φιλοχρήματο αγοραστή - ακριβής επανάληψη με εκείνη του νταλαβεριού στο Pretty Woman - στο κλείσιμο του ντιλ, μου χάλασε ελαφρώς την θετική εικόνα που διατηρούσα από το 1990 για τον νεαρότερο τότε Μίλερ, που απλώς λεγόταν Έντουαρντ Λιούις. Ψεύτικος ήταν εντέλει ο τύπος, με γέλασε. Όλα όμως εδώ ΔΕΝ πληρώνονται...
Υπό άλλες, κανονικές συνθήκες, βγαίνοντας από το φλεγόμενο όχημα, ο καθένας θα σήκωνε τα χέρια ψηλά και θα παραδινόταν στις Αρχές, προκειμένου να οδηγηθεί στην δικαιοσύνη με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο όταν λέγεσαι Ρόμπερτ Μίλερ και η πείρα σου μετά από δεκαετίες συνδιαλλαγών στο αδηφάγο πλην ιλουστρασιόν κουρμπέτι των κερδοφόρων funds, σου έχει μάθει να ελίσσεσαι σαν χέλι ανάμεσα στις αντιξοότητες. Όσο ακραία μορφή κι αν έχουν πάρει τώρα, που η καυτή ανάσα του Νόμου καραδοκεί για να σε κλείσει μια και καλή πίσω από τα κάγκελα.
Ο Ρόμπερτ Μίλερ μπορεί στο σενάριο του ταλαντούχου στην αφήγηση πρωτοεμφανιζόμενου Nicholas Jarecki, να είναι ένα φανταστικό πρόσωπο, αυτό εντούτοις δεν σημαίνει όμως πως μια τέτοια καρχαριώδης μορφή, που αυτεπάγγελτα τίθεται υπεράνω του νόμου, με το προνόμιο που του παρέχει η επιφάνεια και η ισχύς του, απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Ένας χαρακτήρας αντιπαθής - σε βαθμό μισητού - σε κάθε του κίνηση, που δεν δίνει δεκάρα για τα συναισθήματα του στενού οικογενειακού του περιβάλλοντος, προδίδοντας το κατ εξακολούθηση, που χύνει κροκοδείλια δάκρυα στην θωριά του πόνου που προκάλεσε με την υπερφίαλη απροσεξία του, που απαιτεί από το φτωχό κοσμάκη, έναντι ψίχουλων να γίνει συνεργός του στο έγκλημα και που γνωρίζει πολύ καλά, πως όταν η μπόρα περάσει - που θα περάσει - εκείνος θα είναι ο μοναδικός στεγνός της υπόθεσης.
Παραβλέποντας τις λογικές και μελοδραματικές ευκολίες που χρησιμοποίησε ο (ιδιαίτερα νεαρός) σκηνοθέτης για να πετύχει την τελική του έξοδο, πρέπει να ομολογήσω πως την προσωπικότητα του στυγνού καθάρματος, που έχει πειστεί και ο ίδιος πως οι κινήσεις του έχουν ένα ηθικό υπόβαθρο, μα στην πραγματικότητα το μόνο που τον νοιάζει είναι το τομάρι και οι καταθέσεις του, την έκτισε με πολλή προσοχή. Σε αυτή του την απόπειρα ο Jarecki έχει την τύχη να συνεργάζεται με έναν από τους πλέον χαρισματικούς χολιγουντιανούς αστέρες, που ακόμη κι όταν η μπογιά του άρχισε να ξεβάφει, ουδέποτε το επίπεδο του έπεσε κάτω του αξιοπρεπούς. Ο Richard Gere, στα 63 του πια, αποδίδει έξοχα έναν ρόλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του, φροντίζοντας να διατηρήσει με τις εκφράσεις του το σωστό παλάντζο του θέματος, που κινείται μεταξύ τους πολιτικοκοινωνικού θρίλερ και της αστυνομικής περιπέτειας. Εντέχνως οι περιφερειακοί χαρακτήρες - της συζύγου Sarandon, της κόρης Marling, ακόμη και της επιφανειακής ερωμένης Casta - δεν τονίζονται αναλόγως, για να αναδείξουν τον απεχθή δικό του.
Για πες: Που μέσα από την στιχομυθία με τον επίσης φιλοχρήματο αγοραστή - ακριβής επανάληψη με εκείνη του νταλαβεριού στο Pretty Woman - στο κλείσιμο του ντιλ, μου χάλασε ελαφρώς την θετική εικόνα που διατηρούσα από το 1990 για τον νεαρότερο τότε Μίλερ, που απλώς λεγόταν Έντουαρντ Λιούις. Ψεύτικος ήταν εντέλει ο τύπος, με γέλασε. Όλα όμως εδώ ΔΕΝ πληρώνονται...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2013 από την Audiovisual
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική