του Oliver Stone. Με τους Taylor Kitsch, Blake Lively, Aaron Taylor-Johnson, John Travolta, Benicio del Toro, Salma Hayek
Ο Παράδεισος δεν Φτιάχτηκε για μας
του zerVo
Δεν είμαι από εκείνους που κατακρίνουν του δημιουργούς που παρότι προχωρημένης ηλικίας ακόμη το παλεύουν για να δείξουν πως η έμπνευση τους καλά κρατεί, το αντίθετο θα έλεγα. Αν και οι πιθανότητες δεν είναι υπέρ μου, αφού σε περιπτώσεις εξηντάρηδων και βάλε σκηνοθετών, είναι εμφανής η κόπωση, η έλλειψη ιδεών και κυρίως φρεσκάδας, εντούτοις υπάρχουν κάποιοι - ο Clint, ο Marty, ο Alain - που τα καταφέρνουν μια χαρά, ίσως και καλύτερα από την πρώτη τους νιότη. Ε, ο Oliver Stone δεν συγκαταλέγεται σε αυτή την προνομιούχας ικανότητας ομάδα, αφού λίγο πριν πατήσει τα εβδομήντα του, φαντάζει εντελώς ντεφορμέ, με στερεμένη την πηγή ενέργειας του και πολύ μακριά από εκείνο τον βροντερό, προβοκατόρικο πολιτικό λόγο που τον έκανε διάσημο. Και το χειρότερο από όλα είναι που προσπαθεί να το παίξει και μοντέρνος, εντάσσοντας στα θέματα του τεχνολογικές έννοιες και καινοτομίες, που δεν γνωρίζει πως να τους συμπεριφερθεί και συνεπώς εκτίθεται...
Έχοντας σαν βάση της επιχείρησης τους, μια καλά κρυμμένη φυτεία μαριχουάνας στην καρδιά της Καλιφόρνια, ο εκρηκτικός και ηγέτης Τσον και ο συνεσταλμένος πλην πανέξυπνος Μπεν, παρότι νεαροί σε ηλικία, έχουν γίνει εκατομμυριούχοι διακινώντας ξεχωριστής ποιότητας όπιο, Αφγανικής προελεύσεως, σε όλες τις κοντινές αγορές ναρκωτικών ουσιών. Πέρα από τα κέρδη, έχουν μάθει στην ζωή να μοιράζονται τα πάντα, συνεπώς και την ίδια γυναίκα, την πανέμορφη Οφίλια (στο εξής Ο), που νιώθει απόλυτα ολοκληρωμένη, από τον συμπληρωματικό έρωτα των δύο εραστών της. Η άρνηση τους να ενδώσουν στις πιέσεις των μεξικάνικων καρτέλ για συνεργασία, θα σημάνει casus belli από τους παρανόμους στα νότια του Ρίο Γκράντε, με την συμμορία της επικίνδυνης Έλενα, να οδηγείται στην απαγωγή της Ο, προκειμένου να ασκήσει πίεση στο αχώριστο δίδυμο και να ξεκινήσει συνεργασία. Ο πόλεμος των ναρκωτικών μόλις ξεκίνησε.
Καθόλου κακή η σεναριακή βάση. Αντίθετα ο πιπεράτος σπινθήρας του "μια γυναίκα, δύο άντρες" και μάλιστα σε νόμιμη βάση, δίνει αυτομάτως μια παραπάνω ώθηση στην απώλεια που θα προκαλέσει στους δύο κολλητούς η ομηρεία της καλής τους. Όμως... Είναι κάτι διαφορετικό να κινείται ένα σενάριο στα όρια της υπερβολής - ανεκτή συνθήκη που ας πούμε καταπίνεται - και εντελώς άλλο, η κυματομορφή των ακροτήτων να αγγίζει την εξωφρενικότητα. Άντε να δεχτώ πως δύο πιτσιρδέλια έχουν οργανώσει την μεγαλύτερη σε όγκο εμπορεία κάνναβης στον αμερικάνικο Νότο, άντε να δεχτώ πως λαδώνουν όλο το Αστυνομικό Σώμα και το FBI μαζί, για να κάνουν τα στραβά μάτια, άντε να δεχτώ τέλος πως τους περιβάλλει ένας μικρός στρατός, έμπειρων βετεράνων που έχει φάει με το κουτάλι την σκόνη της Μέσης Ανατολής - η απαραίτητη μιλιταριστική σεναριακή προσθήκη σε θέμα που υπογράφει ο "έχω πολεμήσει στο Βίετ - φάκιν - Ναμ" Stone. Το να διαθέτει η παράνομη κολεγιά, όμως, κέντρο επιχειρήσεων, που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα αντίστοιχα της NASA στο ακρωτήριο Κανάβεραλ και ακόμη περισσότερο οι ένθεν κακείθεν ανταλλαγές ύβρεων και απειλών να διεξάγεται μέσω...Skype, ε, τότε μιλάμε για την απόλυτη εξέλιξη της γκανγκστερικής φιλμικής φόρμας.
Για πες: Ακόμη και από αυτή την ασυμβατότητα τεχνολογίας και σκηνοθετικής μπαγκέτας θα μπορούσα να μην ενοχληθώ, αν βοηθούσαν έστω και στο ελάχιστο οι χαρακτήρες, αποδίδοντας με λίγο πιο ανθρώπινη κοψιά την δράση τους. Εκεί όμως είναι που κυριολεκτικά γίνεται το μάλε βράσε, με τους ούτε τριαντάρηδες κομπανιέρους (κακοί οι Kitsch και Taylor-Johnson), την καψερή τσουλίτσα τους (μακριά από τον καλό της εαυτό η Lively), την μεχικάνα, κατά βάθος καλόκαρδη, Νέμεση τους (η Salma που αλλάζει καμιά εικοσαριά πανάκριβες παντελόνες είναι αυτή) και κυρίως το μοχθηρό και σαδιστή πρωτοπαλίκαρο της (ο Del Toro, δηλαδή, που αφαιρεί σημαντικό αριθμό ρούμπων από την εκτίμηση που του είχα) να πουρεδιάζονται σε ένα στόρι που πολύ θα ήθελε να αποκληθεί Tarantinικό, αλλά στην ουσία απέχει μερικά έτη φωτός, από αυτόν τον χαρακτηρισμό. Όσο για το φινάλε, που πρέπει να προήλθε από την απόλυτη διχογνωμία των παρόντων στην πρώτη δημόσια screening της ταινίας, εκεί είναι το αποκορύφωμα της ατολμίας και της χαμένης αύρας ενός σκηνοθέτη, που πρέπει να ομολογήσω πως αισθάνομαι τυχερός που τον έζησα στα καλύτερα του.
Καθόλου κακή η σεναριακή βάση. Αντίθετα ο πιπεράτος σπινθήρας του "μια γυναίκα, δύο άντρες" και μάλιστα σε νόμιμη βάση, δίνει αυτομάτως μια παραπάνω ώθηση στην απώλεια που θα προκαλέσει στους δύο κολλητούς η ομηρεία της καλής τους. Όμως... Είναι κάτι διαφορετικό να κινείται ένα σενάριο στα όρια της υπερβολής - ανεκτή συνθήκη που ας πούμε καταπίνεται - και εντελώς άλλο, η κυματομορφή των ακροτήτων να αγγίζει την εξωφρενικότητα. Άντε να δεχτώ πως δύο πιτσιρδέλια έχουν οργανώσει την μεγαλύτερη σε όγκο εμπορεία κάνναβης στον αμερικάνικο Νότο, άντε να δεχτώ πως λαδώνουν όλο το Αστυνομικό Σώμα και το FBI μαζί, για να κάνουν τα στραβά μάτια, άντε να δεχτώ τέλος πως τους περιβάλλει ένας μικρός στρατός, έμπειρων βετεράνων που έχει φάει με το κουτάλι την σκόνη της Μέσης Ανατολής - η απαραίτητη μιλιταριστική σεναριακή προσθήκη σε θέμα που υπογράφει ο "έχω πολεμήσει στο Βίετ - φάκιν - Ναμ" Stone. Το να διαθέτει η παράνομη κολεγιά, όμως, κέντρο επιχειρήσεων, που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα αντίστοιχα της NASA στο ακρωτήριο Κανάβεραλ και ακόμη περισσότερο οι ένθεν κακείθεν ανταλλαγές ύβρεων και απειλών να διεξάγεται μέσω...Skype, ε, τότε μιλάμε για την απόλυτη εξέλιξη της γκανγκστερικής φιλμικής φόρμας.
Για πες: Ακόμη και από αυτή την ασυμβατότητα τεχνολογίας και σκηνοθετικής μπαγκέτας θα μπορούσα να μην ενοχληθώ, αν βοηθούσαν έστω και στο ελάχιστο οι χαρακτήρες, αποδίδοντας με λίγο πιο ανθρώπινη κοψιά την δράση τους. Εκεί όμως είναι που κυριολεκτικά γίνεται το μάλε βράσε, με τους ούτε τριαντάρηδες κομπανιέρους (κακοί οι Kitsch και Taylor-Johnson), την καψερή τσουλίτσα τους (μακριά από τον καλό της εαυτό η Lively), την μεχικάνα, κατά βάθος καλόκαρδη, Νέμεση τους (η Salma που αλλάζει καμιά εικοσαριά πανάκριβες παντελόνες είναι αυτή) και κυρίως το μοχθηρό και σαδιστή πρωτοπαλίκαρο της (ο Del Toro, δηλαδή, που αφαιρεί σημαντικό αριθμό ρούμπων από την εκτίμηση που του είχα) να πουρεδιάζονται σε ένα στόρι που πολύ θα ήθελε να αποκληθεί Tarantinικό, αλλά στην ουσία απέχει μερικά έτη φωτός, από αυτόν τον χαρακτηρισμό. Όσο για το φινάλε, που πρέπει να προήλθε από την απόλυτη διχογνωμία των παρόντων στην πρώτη δημόσια screening της ταινίας, εκεί είναι το αποκορύφωμα της ατολμίας και της χαμένης αύρας ενός σκηνοθέτη, που πρέπει να ομολογήσω πως αισθάνομαι τυχερός που τον έζησα στα καλύτερα του.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 25 Οκτωβρίου 2012 από την Audiovisual
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική