του Adam Shankman. Με τους Julianne Hough, Diego Boneta, Russell Brand, Paul Giamatti, Catherine Zeta-Jones, Malin Akerman, Mary J. Blige, Alec Baldwin, Bryan Cranston, Tom Cruise
Don't Stop Believin'
του zerVo
Πρέπει να ομολογήσω πως στο Mamma Mia είχα περάσει μια χαρά. Κι αυτό διότι θεωρώ τιμιότατο προϊόν διασκέδασης και ψυχαγωγίας το μακροσκελές βίντεο κλιπ, που συνδυάζει την κινηματογραφική αισθητική, με το θεατράλε του Μπρόντγουει ή του Γουέστ Εντ, συνεπώς είμαι από εκείνους που δεν τους ενοχλεί διόλου η ακαριαία μεταστροφή συμπεριφοράς των υποκειμένων της ιστορίας, από την δραματική πρόζα στο ουρανοκατέβατο τραγούδι. Κι όπως και να το κάνουμε για τους θιασώτες ενός πεθαμένου είδους, όπως το μιούζικαλ, είναι ιδιαίτερα ευχάριστη η βόλτα στο σινεμά, γνωρίζοντας πως θα περάσουν ένα διωράκι κουνώντας ρυθμικά το πόδι κάτω από το κάθισμα, όπως έκαναν μια φορά κι έναν καιρό οι καρεκλάδες στην Barbarella. Βέβαια εδώ ούτε να σκεφτείς να κάνεις το λάθος να δηλώσεις ντισκόβιος, γιατί προβλέπω να σε πετάνε σούμπιτο οι ροκάδες έξω από το μαγαζί...
Το Μπέρμπον Ρουμ μπορεί είναι το θρυλικότερο ροκ κλαμπ της Σάνσετ Στριπ, στην λαμπερή γωνιά του Λος Άντζελες, το τελευταίο χρονικό διάστημα όμως αντιμετωπίζει αμέτρητα ζητήματα επιβίωσης. Αιτία δεν αποτελούν μόνο τα αβάσταχτα οικονομικά προβλήματα που καλούνται να ξεπεράσουν οι ιδιοκτήτες του, αλλά και η ευθεία επίθεση που έχει εξαπολύσει η πουριτανικών αντιλήψεων σύζυγος του Δημάρχου, που ούτε λίγο ούτε πολύ, το αποκαλεί ως άντρο ακολασίας. Η πολυδιαφημισμένη συναυλία του ειδώλου Τζέισι Σταξ στο stage του τεράστιου κέντρου, αναμένεται να δώσει μια ανάσα στην τσέπη του επιχειρηματία, αλλά και να ξεσηκώσει ξανά κραυγές αντίδρασης από τους πολέμιους του, που τον θεωρούν γέννημα Διαβόλου!
Ωρίτσες μόνο πριν από το μεγάλο event στην Πόλη των Αγγέλων καταφτάνει ένα κουκλίστικο επαρχιωτάκι, η Σέρι (η γατούλα Julianne Hough), ροκόβια μέχρι κόκαλο, που αφού δεχτεί επίθεση από αγνώστους που θα της κλέψουν όλα της τα υπάρχοντα, θα πιάσει δουλειά ως γκαρσόνα στο Μπέρμπον, καθ υπόδειξη του γοητευτικού Ντρου (ο λατίνο Diego Boneta). Πίσω από τις νότες ένας έρωτας γεννιέται. Κινούμενο λοιπόν πάνω σε δυο τρεις εναλλασσόμενες τροχιές, που αναπτύσσουν και διαφορετικές ιστορίες, την μοίρα του μπαρ, το american dream της βλαχούλας, την φιλοδοξία του νεαρού μουσικού, αλλά και την μοναξιά του σούπερσταρ, το Rock Of Ages βγάζει την πιο αισιόδοξη αύρα, σηκώνοντας ψηλά στον αέρα το πανό με το "όλα θα πάνε καλά". Ακόμη κι όταν οι αντιξοότητες φτάσουν σε σημείο να οδηγήσουν σε αδιέξοδο τα πρόσωπα του στόρι, από τον νου του θεατή δεν περνά η παραμικρή υπόνοια πως η έκβαση δεν θα είναι ευτυχής. Και σε αυτό βοηθά το γενικότερο γλαφυρό κλίμα, τονισμένο από θρυλικές ροκ πενιές, που ορίζουν ένα σάουντρακ από αυτά που αποκαλούνται κλασσικά.
Αν είχαμε σήμερα 1985, η κασέτα, maxell χρωμίου κατά προτίμηση, θα έγραφε στο ετικετάκι με καλλιγραφικά American Rock Collection. Οι σκληροπυρηνικοί των ριφ, που τότε θεωρούσαν φλωράκια τους Whitesnake, τους Leppard, τους Starship και τους Speedwagon, θα γελούσαν κάνοντας λόγο για απρόσωπη μουσική AOR, που ναι μεν έχει αμέτρητους θαυμαστές, δεν μπορεί όμως να πει και πολλά στιχουργικά. Οι δημιουργοί του Ροκ Για Πάντα, αρχικά ο εμπνευστής της όπερας Chris D' Arienzo και κατοπινά οι διασκευαστές σεναριογράφοι υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Adam Shankman (του αξιοπρεπούς ριμέικ του Hairspray) ακολούθησαν την πεπατημένη της επιτυχίας του Mamma Mia κι έχτισαν με τα Lyrics αυτών των πασίγνωστων τραγουδιών ένα δίωρο παζλ, που άλλοτε έχει μια θεματική συνοχή, άλλοτε όμως όχι, με τα κλιπάκια να μοιάζουν αταίριαστα του γενικού συνόλου. Πιο πολύ για να προκαλέσουν την ευθυμία της πλατείας, όντας κατά βάση χιουμοριστικά - όπως στην περίπτωση του Can't Fight This Feeling, όπου Brand και Baldwin σολάρουν - και λιγότερο για να αναπτύξουν την ίντριγκα...
...η οποία με την σειρά της καθρεφτίζει στο πανί, ολάκερη εκείνη την αγαπημένη αισθητική των 80s, με την πολύχρωμη ανορθοδοξία του ντυσίματος και της συμπεριφοράς που την διέκρινε. Τριάντα χρόνια πριν, δεν χωρά αμφιβολία πως το ROA θα έσκιζε επί βδομάδων την κορφή του αμερικάνικου box office, όπως το πέτυχαν πανεύκολα εφάμιλλης χαλαρής λογικής πονήματα, σαν το Footloose ή το Flashdance. Τώρα με την εποχή αλλαγμένη κατά 180 μοίρες, που το μπιτ πάρει την θέση της αρμονίας, αυτό το ύφος όχι απλά μοιάζει παρωχημένο, αλλά ίσως και προϊστορικό. Τα μόλις 14 εκ. στο άνοιγμα του φιλμ πέραν του Ατλαντικού μαρτυρούν του λόγου το αληθές.
Για πες: Για όποιον όμως έχει βιώσει στο πετσί του την ένταση της eightίλας, εδώ είναι πιθανόν να βρει τον μικρό του παράδεισο. Δεν είναι μόνο η μυρωδιά του παρθένου βινυλίου και η αφέλεια της νεανικής κινηματογραφικής ιστορίας του σωρού - πρέπει σαν και δαύτην τότε να υπήρξαν και χίλιες! Είναι που από τα καρέ του παρελαύνει το απόλυτο ίνδαλμα που γέννησε εκείνο το φεγγάρι, που έστω και στα πενήντα του πια, αρκεί να στολιστεί ένα στενό πέτσινο, μια μουράτης πόρπης ζώνη, μια λετσομπαντάνα και καμιά εικοσαριά τατού για να ανεβάσει το επίπεδο της παραγωγής καναδυό ουρανοξύστες ψηλότερα. Ο Cruise δεν είναι ένας απλός αστέρας, ένας ακόμη ηθοποιός, μια λαμπερή προσωπικότητα. Είναι το σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς και η εδώ επιλογή του, διόλου τυχαία υπήρξε. Τυλιγμένος τον μανδύα της νοσταλγίας βγήκα από την αίθουσα, με καρφωμένη στο νου την ανάμνηση της κουβέντας του κολλητού μου τότε στα '83, όταν παρομοίως εξερχόμαστε από το σινέ-Ζίνα, μόλις είχε ολοκληρωθεί ένα κάποιο Risky Business: "Αυτός ο πιτσιρικάς να μου θυμηθείς θα γίνει μεγάλος και τρανός. Αξεπέραστος!" Ε, εντάξει, σαν να είχες δίκιο ρε Μάκη...
Ωρίτσες μόνο πριν από το μεγάλο event στην Πόλη των Αγγέλων καταφτάνει ένα κουκλίστικο επαρχιωτάκι, η Σέρι (η γατούλα Julianne Hough), ροκόβια μέχρι κόκαλο, που αφού δεχτεί επίθεση από αγνώστους που θα της κλέψουν όλα της τα υπάρχοντα, θα πιάσει δουλειά ως γκαρσόνα στο Μπέρμπον, καθ υπόδειξη του γοητευτικού Ντρου (ο λατίνο Diego Boneta). Πίσω από τις νότες ένας έρωτας γεννιέται. Κινούμενο λοιπόν πάνω σε δυο τρεις εναλλασσόμενες τροχιές, που αναπτύσσουν και διαφορετικές ιστορίες, την μοίρα του μπαρ, το american dream της βλαχούλας, την φιλοδοξία του νεαρού μουσικού, αλλά και την μοναξιά του σούπερσταρ, το Rock Of Ages βγάζει την πιο αισιόδοξη αύρα, σηκώνοντας ψηλά στον αέρα το πανό με το "όλα θα πάνε καλά". Ακόμη κι όταν οι αντιξοότητες φτάσουν σε σημείο να οδηγήσουν σε αδιέξοδο τα πρόσωπα του στόρι, από τον νου του θεατή δεν περνά η παραμικρή υπόνοια πως η έκβαση δεν θα είναι ευτυχής. Και σε αυτό βοηθά το γενικότερο γλαφυρό κλίμα, τονισμένο από θρυλικές ροκ πενιές, που ορίζουν ένα σάουντρακ από αυτά που αποκαλούνται κλασσικά.
Αν είχαμε σήμερα 1985, η κασέτα, maxell χρωμίου κατά προτίμηση, θα έγραφε στο ετικετάκι με καλλιγραφικά American Rock Collection. Οι σκληροπυρηνικοί των ριφ, που τότε θεωρούσαν φλωράκια τους Whitesnake, τους Leppard, τους Starship και τους Speedwagon, θα γελούσαν κάνοντας λόγο για απρόσωπη μουσική AOR, που ναι μεν έχει αμέτρητους θαυμαστές, δεν μπορεί όμως να πει και πολλά στιχουργικά. Οι δημιουργοί του Ροκ Για Πάντα, αρχικά ο εμπνευστής της όπερας Chris D' Arienzo και κατοπινά οι διασκευαστές σεναριογράφοι υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Adam Shankman (του αξιοπρεπούς ριμέικ του Hairspray) ακολούθησαν την πεπατημένη της επιτυχίας του Mamma Mia κι έχτισαν με τα Lyrics αυτών των πασίγνωστων τραγουδιών ένα δίωρο παζλ, που άλλοτε έχει μια θεματική συνοχή, άλλοτε όμως όχι, με τα κλιπάκια να μοιάζουν αταίριαστα του γενικού συνόλου. Πιο πολύ για να προκαλέσουν την ευθυμία της πλατείας, όντας κατά βάση χιουμοριστικά - όπως στην περίπτωση του Can't Fight This Feeling, όπου Brand και Baldwin σολάρουν - και λιγότερο για να αναπτύξουν την ίντριγκα...
...η οποία με την σειρά της καθρεφτίζει στο πανί, ολάκερη εκείνη την αγαπημένη αισθητική των 80s, με την πολύχρωμη ανορθοδοξία του ντυσίματος και της συμπεριφοράς που την διέκρινε. Τριάντα χρόνια πριν, δεν χωρά αμφιβολία πως το ROA θα έσκιζε επί βδομάδων την κορφή του αμερικάνικου box office, όπως το πέτυχαν πανεύκολα εφάμιλλης χαλαρής λογικής πονήματα, σαν το Footloose ή το Flashdance. Τώρα με την εποχή αλλαγμένη κατά 180 μοίρες, που το μπιτ πάρει την θέση της αρμονίας, αυτό το ύφος όχι απλά μοιάζει παρωχημένο, αλλά ίσως και προϊστορικό. Τα μόλις 14 εκ. στο άνοιγμα του φιλμ πέραν του Ατλαντικού μαρτυρούν του λόγου το αληθές.
Για πες: Για όποιον όμως έχει βιώσει στο πετσί του την ένταση της eightίλας, εδώ είναι πιθανόν να βρει τον μικρό του παράδεισο. Δεν είναι μόνο η μυρωδιά του παρθένου βινυλίου και η αφέλεια της νεανικής κινηματογραφικής ιστορίας του σωρού - πρέπει σαν και δαύτην τότε να υπήρξαν και χίλιες! Είναι που από τα καρέ του παρελαύνει το απόλυτο ίνδαλμα που γέννησε εκείνο το φεγγάρι, που έστω και στα πενήντα του πια, αρκεί να στολιστεί ένα στενό πέτσινο, μια μουράτης πόρπης ζώνη, μια λετσομπαντάνα και καμιά εικοσαριά τατού για να ανεβάσει το επίπεδο της παραγωγής καναδυό ουρανοξύστες ψηλότερα. Ο Cruise δεν είναι ένας απλός αστέρας, ένας ακόμη ηθοποιός, μια λαμπερή προσωπικότητα. Είναι το σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς και η εδώ επιλογή του, διόλου τυχαία υπήρξε. Τυλιγμένος τον μανδύα της νοσταλγίας βγήκα από την αίθουσα, με καρφωμένη στο νου την ανάμνηση της κουβέντας του κολλητού μου τότε στα '83, όταν παρομοίως εξερχόμαστε από το σινέ-Ζίνα, μόλις είχε ολοκληρωθεί ένα κάποιο Risky Business: "Αυτός ο πιτσιρικάς να μου θυμηθείς θα γίνει μεγάλος και τρανός. Αξεπέραστος!" Ε, εντάξει, σαν να είχες δίκιο ρε Μάκη...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Ιουνίου 2012 από την Village
1 σχόλια:
Aφού, ρε Γιώργο το αναγνώρισε από τότε και ο σύζυγος, απαλάσσομαι ??? Ωχ, Παναγία μου...!
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική