του Gustavo Taretto. Με τους Javier Drolas, Pilar López de Ayala
<3
του zerVo
Κι όμως η μεγαλούπολη που ονειρεύομαι κάποια στιγμή να επισκεφτώ σε ένα ενδεχόμενο υπερατλαντικό ταξίδι μου, δεν είναι το Ρίο Ντε Τζανέιρο με τις χυμώδεις Βραζιλιάνες, ούτε η Νέα Υόρκη με την απανταχού φημισμένη ατμόσφαιρα της, ούτε καν το LA που είναι και η Μέκκα του σινεμά. Είναι το Μπουένος Άιρες, η πρωτεύουσα της Αρχεντίνας. Για κάποιο μυστηριώδη λόγο, η κτισμένη στις όχθες του Ρίβερ Πλέιτ πολιτεία των 3 εκατομμυρίων κατοίκων, δημιουργεί μέσα μου μια ιδιαίτερα ελκυστική γοητεία. Πιθανότατα και γιατί είναι ο τόπος που έχει να αφηγηθεί αμέτρητα ιστορικά ντοκουμέντα, το τελευταίο μισό του αιώνα, συνήθως δυσμενούς χροιάς, που θα προϋπέθεταν σχεδόν την καταστροφή του κι όχι την περήφανη ανασυγκρότηση που παρουσιάζει. Αυτή μου την επιθυμία, η γυρισμένη στις γειτονιές της πόλης που ίδρυσαν οι Ισπανοί του Μεντόζα πριν από οκτώ αιώνες, ταινία με τον τίτλο Medianeras, όχι απλά την ανέβασε αλλά την εκτόξευσε στα ύψη. Για ένα διωράκι πορτένιος, δεν είναι και λίγο πράγμα ε?
Εκείνος, ο Μαρτίν, επαγγέλλεται δημιουργός ιστοσελίδων, είναι διαρκώς απομονωμένος στο μικρό διαμέρισμα του, καρφωμένος είτε στην οθόνη του υπολογιστή, είτε στην τηλεόραση παίζοντας playstation, δεν έχει φίλους, ούτε παρέες, οι μόνες του κουβέντες ολημερίς είναι κάποια hi και lol που στέλνει στο διαδίκτυο, ενώ η εγκατάλειψη του προ καιρού, από την Αμερικάνα συμβία του, του έχει αφήσει ένα κουσούρι, στις σχέσεις του με το άλλο φύλο. Εκείνη, η Μαριάννα, είναι πτυχιούχος αρχιτέκτων, που δεν έχει ασκήσει την τέχνη της ούτε στιγμή, απλώς απασχολείται ως διακοσμήτρια βιτρινών στα πολυσύχναστα εμπορικά καταστήματα, φουμάρει σαν φουγάρο, αποφεύγει να μπαίνει σε ανελκυστήρες λόγω κλειστοφοβίας, δεν έχει φίλους, ούτε παρέες και ο χωρισμός της με τον λιγομίλητο καλό της, την έχει κάνει επιφυλακτική στο να προχωρήσει σε μια καινούργια σχέση.
Τα κουτιά παπουτσιών που διαβιώνουν η Μαριάννα και ο Μαρτίν βρίσκονται σε διπλανές θεόρατες πολυκατοικίες - μπλοκ, που όπως συνηθίζεται στο Μπουένος Άιρες, χωρίζονται από ένα αταίριαστο μονοόροφο, που διαλύει την όποια αισθητική συνοχή. Κι επειδή αυτά τα γιγάντια κτίσματα δεν διαθέτουν ούτε παράθυρα σχεδόν, είναι αδύνατη η οπτική επικοινωνία των δύο μοναχικών τύπων. Κι όμως πρέπει με κάποιο τρόπο, με ένα κτύπημα της μοίρας να έλθουν κοντά να γίνουν ένα. Ακόμη κι αν χρειαστεί να ψάξουν ο ένας τον άλλο, μέσα στο συγκεχυμένο πλήθος, να πετύχουν διάνα το έτερον ήμισυ τους, που ούτε καν γνωρίζουν την κοψιά του, από μαντεψιά ή από προαίσθημα. Ίσως λίγο περισσότερο από το δεύτερο. Η επιλογή που κάνει στους δύο χαρακτήρες της ιστορίας του, ο πρωτάρης στην σκηνοθετική καρέκλα Gustavo Taretto, δεν πρέπει να τον δυσκόλεψε ιδιαίτερα σεναριακά. Τυπικές μορφές απόκοσμες και μόνες, μιας κοινωνίας που φαινομενικά σφύζει από ζωή, μα που στ' αλήθεια είναι τόσο αποδιωκτική των μορίων που την συνθέτουν. Οι πρώτες αναποδιές γκρέμισαν τα όνειρα των δύο νέων. Δεν θα πετύχουν να καταστρέψουν και τις ζωές τους, όμως.
Για πες: Ο τρίτος πρωταγωνιστής είναι το ίδιο το Μπουένος Άιρες, που στην ματιά του δημιουργού εκπροσωπεί όλο εκείνο το απρόσωπο περιβάλλον που περικυκλώνει τον φοβισμένο αστό. Άλλοτε πανέμορφο, αποτελεί ιδανικό τόπο για να κτίσει κανείς τις φιλοδοξίες του, άλλοτε αλλόκοτο και ασύμμετρο δημιουργεί αιτίες διωγμού στην ψυχή εκείνων που στεγάζει. Το θέαμα του Αργεντινέζου, κομψοτέχνημα φωτογραφικό, με ενδιαφέρον στην αλληγορία που αναπτύσσει, που δεδομένα δεν αποτελεί κομεντί, μα περισσότερο δράμα κι από τα πιο συγκινησιακά φορτισμένα, έχει φωτεινό φινάλε όμως. Ηλιόλουστο! Κι αν δίνει τέτοια κατεύθυνση μια χώρα, που έχει περάσει τα δεινά της δικής μας επί τρία στην πρόσφατη ιστορία της, ορθώνοντας ανάστημα και κοιτώντας μόνο μπρος, τότε αυτό από μόνο του είναι άξιο συγχαρητηρίων.
Τα κουτιά παπουτσιών που διαβιώνουν η Μαριάννα και ο Μαρτίν βρίσκονται σε διπλανές θεόρατες πολυκατοικίες - μπλοκ, που όπως συνηθίζεται στο Μπουένος Άιρες, χωρίζονται από ένα αταίριαστο μονοόροφο, που διαλύει την όποια αισθητική συνοχή. Κι επειδή αυτά τα γιγάντια κτίσματα δεν διαθέτουν ούτε παράθυρα σχεδόν, είναι αδύνατη η οπτική επικοινωνία των δύο μοναχικών τύπων. Κι όμως πρέπει με κάποιο τρόπο, με ένα κτύπημα της μοίρας να έλθουν κοντά να γίνουν ένα. Ακόμη κι αν χρειαστεί να ψάξουν ο ένας τον άλλο, μέσα στο συγκεχυμένο πλήθος, να πετύχουν διάνα το έτερον ήμισυ τους, που ούτε καν γνωρίζουν την κοψιά του, από μαντεψιά ή από προαίσθημα. Ίσως λίγο περισσότερο από το δεύτερο. Η επιλογή που κάνει στους δύο χαρακτήρες της ιστορίας του, ο πρωτάρης στην σκηνοθετική καρέκλα Gustavo Taretto, δεν πρέπει να τον δυσκόλεψε ιδιαίτερα σεναριακά. Τυπικές μορφές απόκοσμες και μόνες, μιας κοινωνίας που φαινομενικά σφύζει από ζωή, μα που στ' αλήθεια είναι τόσο αποδιωκτική των μορίων που την συνθέτουν. Οι πρώτες αναποδιές γκρέμισαν τα όνειρα των δύο νέων. Δεν θα πετύχουν να καταστρέψουν και τις ζωές τους, όμως.
Για πες: Ο τρίτος πρωταγωνιστής είναι το ίδιο το Μπουένος Άιρες, που στην ματιά του δημιουργού εκπροσωπεί όλο εκείνο το απρόσωπο περιβάλλον που περικυκλώνει τον φοβισμένο αστό. Άλλοτε πανέμορφο, αποτελεί ιδανικό τόπο για να κτίσει κανείς τις φιλοδοξίες του, άλλοτε αλλόκοτο και ασύμμετρο δημιουργεί αιτίες διωγμού στην ψυχή εκείνων που στεγάζει. Το θέαμα του Αργεντινέζου, κομψοτέχνημα φωτογραφικό, με ενδιαφέρον στην αλληγορία που αναπτύσσει, που δεδομένα δεν αποτελεί κομεντί, μα περισσότερο δράμα κι από τα πιο συγκινησιακά φορτισμένα, έχει φωτεινό φινάλε όμως. Ηλιόλουστο! Κι αν δίνει τέτοια κατεύθυνση μια χώρα, που έχει περάσει τα δεινά της δικής μας επί τρία στην πρόσφατη ιστορία της, ορθώνοντας ανάστημα και κοιτώντας μόνο μπρος, τότε αυτό από μόνο του είναι άξιο συγχαρητηρίων.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Ιουνίου 2012 από την Microcosmos
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική