Εξαιρετικά Δυνατά και Απίστευτα Κοντά
του Stephen Daldry. Με τους Tom Hanks, Thomas Horn, Sandra Bullock, John Goodman, Max von Sydow, Viola Davis, Jeffrey Wright
Oskar by the Horn!
του gaRis (@takisgaris)
O Oskar Shell (Thomas Horn) είναι ένα 11χρονος νεοϋορκέζος, με ιδιαίτερα πρόωρη πνευματική ανάπτυξη, πάσχων από δύο καθοριστικά για το πέρασμά του στην εφηβεία γεγονότα. Το ένα είναι το σύνδρομο του Asperger, μια ιδιαίτερη μορφή αυτισμού, με κύρια χαρακτηριστικά της την αντι-κοινωνικότητα, αδυναμία συναισθηματικής σύνδεσης στις συναναστροφές, απότομη έως κυνική λεκτική επικοινωνία, ποικιλόμορφες φοβίες και τάσεις αυτοτραυματισμού. Το δεύτερο οφείλεται στον τραγικό χαμό του κοσμηματοπώλη πατέρα του Thomas Schell (Tom Hanks), συνεπεία της τρομοκρατικής επίθεσης στο World Trade Center, την αποφράδα εκείνη ημέρα (“Worst Day” όπως την προφέρει ο Oskar) της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Ο Oskar είχε ιδιαίτερη αδυναμία στον πατέρα του, επειδή περνούσε τον περισσότερο χρόνο μαζί του, στο να αποκρυπτογραφεί «στοιχεία» που του σκάρωνε ο Thomas για να περνά δημιουργικά τις ώρες του, δεδομένης και της εξαιρετικής νοητικής (σε αντίθεση με τη συναισθηματική) ευφυίας του μικρού. Το σοκ της απώλειας είναι υπεράνω των δυνάμεών του, καθώς ούτε η διαταραγμένη σχέση με τη μητέρα του (Sandra Bullock) βοηθά την κατάσταση. O Oskar περνά το χρόνο του απομονωμένος στο σπίτι, προκαλώντας πληγές στο σώμα του ως αυτοτιμωρία. Ώσπου μια μέρα, εξερευνώντας την άθικτη ντουλάπα του εκλιπώντος, ανακαλύπτει μέσα σε ένα μπλε βάζο που σπάει άθελά του, ένα φάκελο με ένα κλειδί μέσα. Ο φάκελος γράφει απέξω “Black”. Ο Oskar θεωρεί την ανακάλυψη ως άλλο ένα σκαρίφημα του Thomas, οπότε παίρνει το ντέφι, τα κιάλια και την αντι-ασφυξιογόνο μάσκα και ξεκινά διασχίζοντας τη Νέα Υόρκη για να βρει την κλειδαριά όπου θα ταιριάξει το κλειδί του.
Φυσικά, υπάρχουν εκατοντάδες Blacks στα περίχωρα, όσες και οι αντιδράσεις απέναντι στον αψηφώντα τον κίνδυνο Oscar. Η επιθετική, σχεδόν απροσάρμοστη συμπεριφορά του, είτε απέναντι στον θυρωρό της πολυκατοικίας του (John Goodman), είτε ο τρόπος που εισβάλει στα ξένα σπίτια, ζητώντας ένα φιλί ή μια αγκαλιά στις πλέον ακατάλληλες στιγμές, προκαλούν κύματα χαρμολύπης. Βαρύνουσα σημασία για την εξέλιξη της αναζήτησης θα έχει η συναναστροφή του με το ζεύγος Abby (Viola Davis) και William Black (Jeffrey Wright), καθώς επίσης και η απροσδόκητη συντροφιά που θα αποκτήσει στο πρόσωπο του “The Renter” (Max Von Sydow), ο οποίος μοιράζεται το διαμέρισμα με την γιαγιά του -μητέρα του Thomas (Zoe Caldwell).
Ο Oskar είχε ιδιαίτερη αδυναμία στον πατέρα του, επειδή περνούσε τον περισσότερο χρόνο μαζί του, στο να αποκρυπτογραφεί «στοιχεία» που του σκάρωνε ο Thomas για να περνά δημιουργικά τις ώρες του, δεδομένης και της εξαιρετικής νοητικής (σε αντίθεση με τη συναισθηματική) ευφυίας του μικρού. Το σοκ της απώλειας είναι υπεράνω των δυνάμεών του, καθώς ούτε η διαταραγμένη σχέση με τη μητέρα του (Sandra Bullock) βοηθά την κατάσταση. O Oskar περνά το χρόνο του απομονωμένος στο σπίτι, προκαλώντας πληγές στο σώμα του ως αυτοτιμωρία. Ώσπου μια μέρα, εξερευνώντας την άθικτη ντουλάπα του εκλιπώντος, ανακαλύπτει μέσα σε ένα μπλε βάζο που σπάει άθελά του, ένα φάκελο με ένα κλειδί μέσα. Ο φάκελος γράφει απέξω “Black”. Ο Oskar θεωρεί την ανακάλυψη ως άλλο ένα σκαρίφημα του Thomas, οπότε παίρνει το ντέφι, τα κιάλια και την αντι-ασφυξιογόνο μάσκα και ξεκινά διασχίζοντας τη Νέα Υόρκη για να βρει την κλειδαριά όπου θα ταιριάξει το κλειδί του.
Φυσικά, υπάρχουν εκατοντάδες Blacks στα περίχωρα, όσες και οι αντιδράσεις απέναντι στον αψηφώντα τον κίνδυνο Oscar. Η επιθετική, σχεδόν απροσάρμοστη συμπεριφορά του, είτε απέναντι στον θυρωρό της πολυκατοικίας του (John Goodman), είτε ο τρόπος που εισβάλει στα ξένα σπίτια, ζητώντας ένα φιλί ή μια αγκαλιά στις πλέον ακατάλληλες στιγμές, προκαλούν κύματα χαρμολύπης. Βαρύνουσα σημασία για την εξέλιξη της αναζήτησης θα έχει η συναναστροφή του με το ζεύγος Abby (Viola Davis) και William Black (Jeffrey Wright), καθώς επίσης και η απροσδόκητη συντροφιά που θα αποκτήσει στο πρόσωπο του “The Renter” (Max Von Sydow), ο οποίος μοιράζεται το διαμέρισμα με την γιαγιά του -μητέρα του Thomas (Zoe Caldwell).
Ο Stephen Daldry στην τέταρτη μόλις ταινία του (Billy Elliot, The Hours, The Reader – όλες υποψήφιες για Oscar καλύτερης ταινίας), γυρίζει το ELIC σε προσαρμοσμένο σενάριο του οσκαρούχου Eric Roth (Forrest Gump), βασισμένο στο best seller ομώνυμο βιβλίο του Jonathan Safran Foer. Πρόκειται για πιστή προσαρμογή, εξαιρουμένης της υποπλοκής κοντά στην τελική έκβαση που αφορά στο απώτερο παρελθόν του οικογενειακού δέντρου των Schell κι έχει σχέση με το Ολοκαύτωμα. Πίσω από τον Daldry βρίσκεται η δημιουργική ομάδα του The Reader, Chris Menges (φωτογραφία) και Claire Simpson (μοντάζ), προσδίδοντας πόντους κομψότητας όσο και ισχυρής δραματουργίας στο αποτέλεσμα. Κυρίαρχα, ντελιριακά παρούσα η ελεγειακή μουσική σύνθεση του βιρτουόζου Alexandre Desplat (Τhe King’s Speech).
Στην παραγωγή είναι ο Scott Rudin, ο οποίος είχε μια εκπληκτική χρονιά πέρσι (True Grit, The Social Network) και κατεβαίνει στην oscarική εφετινή κούρσα με δύο ισχυρά χαρτιά, το έτερο των οποίων είναι το hard selling (rated R) The Girl With The Dragon Tattoo. Η πολιτική προώθησης του ELIC βαδίζει στα χνάρια του The Reader, καθώς ανοίγει στο ευρύ κύκλωμα αιθουσών στις 20 Ιανουαρίου, κρατημένο παράλληλα μακριά από πρόωρες δημοσιογραφικές προβολές, που ενδεχομένως θα του έδιναν κάποιες υποψηφιότητες στις αντίστοιχες βραβεύσεις των ενώσεων κριτικών, οι οποίες όμως εντέλει (σωστή επιλογή εκ των υστέρων) μάλλον θα κατακεραύνωναν αυτή την τολμηρή, heart- on- the- sleeve, στα όρια του πορνό των δακρυγόνων αδένων, προσέγγιση σε μια post 9/11 πενθούσα οικογένεια.
Αμέσως μετά την αγνών προθέσεων (;) μαεστρική συναισθηματική χειραγώγηση του War Horse, φάνηκα λίγο περισσότερο προετοιμασμένος να αντιμετωπίσω κριτικά τον ανηλεή βομβαρδισμό δακρύβρεχτης αμετροέπειας του ELIC. H στα όρια του σαδισμού εμμονή στα 6 τελευταία μηνύματα που άφησε ο Thomas μέσα από το WTC στην οικογένειά του, τα οποία άκουσε μυριάδες φορές ο Oskar χωρίς να τα αποκαλύψει στη μητέρα του, όπως και το γεγονός ότι ήταν παρών στο ύστατο τηλεφώνημα χωρίς να βρει τη δύναμη να σηκώσει το ακουστικό, είναι εξόχως βασανιστικά ως φιλμική εμπειρία. Η ξεκάθαρα αυτιστική του συμπεριφορά, άλλοτε εκνευριστικά αυθάδης, αλλού ενοχλητικά απαθής, μετά βίας δικαιολογείται από το σύνδρομο του Asperger. Η παρουσία των tear jerker παλαιμάχων oscarούχων Hanks – Bullock δε συντελεί ιδιαίτερα δραματουργικά, όπως και η σεβάσμια φιγούρα του αειθαλούς Max Von Sydow στη βωβή ερμηνεία της πολύχρονης καριέρας του είναι συγκινητική, ενταγμένη όμως πάραυτα στον συναισθηματικό ολετήρα του Daldry.
Πως θα μπορούσε να λείψει από το ρεσιτάλ κλαυθμών και οδυρμών η πρωταθλήτρια Viola Davis – Βούρτση, συνοδευόμενη από τον συμπαθέστατο Jeffrey Wright που αριστεύει για άλλη μια φορά μέσα στο 2011, μετά το αδίκως ξεχασμένο (πριν τις Golden Globes) οσκαρικά The Ides of March. Στις παύσεις του διαλογικού θρήνου, ο Βρετανός υπαίτιος για το holocaust porn του The Reader, φροντίζει να μας δείχνει τη θολή φιγούρα του Hanks (;) να αιωρείται πέφτοντας από το WTC, ώστε να σιγουρευτεί ότι έχουμε πιάσει την εικόνα από τα κέρατα. Και, όσο κι αν έχεις την εντύπωση ότι διαβάζεις μια ακόμη κατακεραυνωτική κριτική για το ELIC, μα την αλήθεια, ο Daldry, κατορθώνει ακριβώς να πιάσει τον κοπετό του 9/11 από τα κέρατα.
Από τα κέρατα του Horn για την ακρίβεια. Θα μου ήταν επιεικώς αδιανόητο να εκπορνεύσω το φιλμικό μου αισθητήριο για παραπάνω από 20-30 λεπτά αυτής της 2ωρης κατάδυσης στο μηχανικό άρμεγμα δακρύων, αν δεν ήταν αυτό το prodigy, ένα 11χρονος νικητής του Jeopardy!, χωρίς καμιά εμπειρία στον κινηματογραφικό φακό, να διασύρει κάθε ικμάδα αντικειμενικότητάς μου στη θέαση. Ο Thomas Horn είναι το άλλοθι, η αιτιολόγηση, η ερμηνεία και η σαγήνη ολάκερη αυτής της τόσο καλογυρισμένης απάτης, που και δάκρυα προκαλεί, και ταύτιση δημιουργεί με τους χαρακτήρες της, και συγχωροχάρτι δίνει απλόχερα στις σεναριακές ανακολουθίες (έστω και μη πειστικά στην αχρείαστη τελική σεκάνς). Ο μικρός είναι πέρα και μακριά ως ερμηνευτικό μέγεθος από τις παιδικές οσκαρικές ερμηνείες των Anna Paquin (The Piano) και H.J. Osment (The Sixth Sense). Η ταινία πέφτει πανύβαρη στους ώμους του κι αυτός την σηκώνει ψηλά λυσσομανώντας και πυροβολώντας με κάθε μόριο του σώματός του, με άπασα άγνοια κινδύνου.
Το ELIC είναι τόσο αντιπαθές όσο κι ο κεντρικός του χαρακτήρας. Ο Daldry συνεχίζει να γυρνά την ίδια οσκαρολάγνα παραλλαγή του αναγνωρίσιμου oeuvre του, που πιθανότητα θα γαργαλήσει πλείστους από τους γεροντικούς προστάτες της Ακαδημίας. Σύμφωνα με τον δικό μου κριτικό κώδικα η ταινία και το κοινό της θα βρει εύκολα όσο και θα πείσει για την τεχνική της αρτιότητα. Τα υπόλοιπα ας τα κρίνει η προσωπική αισθητική του καθενός (γιατί αν μιλάμε περί ηθικής, ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω). Και για να βάλω φωτιά καθώς κλείνω την πόρτα, ας μου εξηγήσει κάποιος τους λόγους που το Melancholia ή το The Skin That I live In θα πρέπει να θεωρούνται λιγότερο overwrought ή κινηματογραφικά ανώτερες δημιουργίες από το ELIC. Όπως συνηθίζω να λέω σε τέτοιες περιπτώσεις, περί ορέξεως…κολοκυθότουρτα.
Στις δικές μας αίθουσες, στις 23 Φεβρουαρίου 2012 από την Village