The Christmas Tango

του Νίκου Κουτελιδάκη. Με τους Γιάννη Μπέζο, Βίκυ Παπαδοπούλου, Γιάννη Στάνκογλου, Αντίνοο Αλμπάνη, Ελένη Κοκκίδου


Η Ερωμένη του...Έλληνα Υπολοχαγού
του zerVo
Αντιλαμβανόμενος πως το ηλικιακό άθροισμα των δύο βασικότερων συντελεστών του έργου ξεπερνά τα 130 έτη, οι φιλοδοξίες μου για φρέσκες και ανανεωτικές σινεματικές αντιλήψεις, εξ ορισμού είχαν πάει περίπατο. Η πλήρης απουσία εκμοντερνισμών όμως, είναι στοιχείο που ελάχιστα επηρεάζει την συνηθισμένη στην φόρμα και τον τηλεοπτικής υφής κορμό, ευρύτερη σινεφίλ μάζα, που αναμένεται να στηρίξει το ενδιαφέρον σινερομάντζο περιόδου στα εγχώρια box office. Και από αυτή τουλάχιστον την σκοπιά, του δούναι και λαβείν του Τανγκό των Χριστουγέννων, πρέπει να παραδεχτώ πως εμφανίζεται - το λιγότερο - έντιμο στην σχέση του με τον θεατή. Άλλωστε όπως είναι γνωστό τοις πάσι, η αργεντίνικη ερωτοτροπία του τίτλου απαιτεί δύο για να χορευτεί και αυτή την βασική συνθήκη, τουλάχιστον, το φιλμ την καλύπτει...

Έβρος 1970. Σε παραμεθόριο στρατόπεδο πεζικού οι προετοιμασίες για την χριστουγεννιάτικη γιορτή, κατόπιν εντολής του στρυφνού, απότομου και αυταρχικού διοικητή της μονάδας βρίσκονται σε εξέλιξη, με τον συνταγματάρχη να επιθυμεί να παρουσιάσει το καλύτερο δυνατόν θέαμα, που θα βοηθήσει τα μέγιστα στην ενδεχόμενη μετάθεση του από την ερημιά στην πρωτεύουσα. Ένα φύλλο πορείας, που ο στρατιωτικός πιστεύει πως θα συμβάλλει στην βελτίωση της ραγισμένης σχέσης με την κατά πολύ νεαρότερη, πανέμορφη σύζυγο του, που νιώθει να πνίγονται τα νιάτα της στην αδιάφορη επαρχία.
Πάμε στα θετικά. Πατώντας τα 70 του χρόνια, ο σκηνοθέτης Νίκος Κουτελιδάκης, μετά από μακρά πορεία στην μικρή οθόνη, αποφασίζει να κάνει το ντεμπούτο του σε μεγάλου μήκους δημιουργία στο σινεμά. Η πείρα του στα περιορισμένα πλατό της TV, είναι εμφανής στο κτίσιμο του κατάλληλου φόντου εξέλιξής της ιστορίας. Το εν καιρώ δικτατορικό στρατόπεδο που σχεδόν το σύνολο της δράσης λαμβάνει χώρα, είναι έξοχα απεικονισμένο σε τέτοιο βαθμό που όποιος άξιος έχει φορέσει στην ζωή του χακί, αισθάνεται την διαρκή λάσπη κάτω από το άρβυλο, την μανιασμένη υγρασία που περονιάζει το δέρμα, την φαγούρα από το μάλλινο πουλόβερ στο γιδοκουρεμένο σβέρκο. Μα αυτό που πετυχαίνει να αναδείξει πιότερο ο δημιουργός είναι το μουντό, σκοτεινό κλίμα της μπόρας, που νιώθει ο εγκλωβισμένος, εκείνος που στερείται της δυνατότητας έκφρασης, δράσης και ενέργειας. Από κινηματογράφηση τα πάμε περίφημα από ζουμί όμως?

Στο ζήτημα αυτό μείναμε στο βλέπω και όχι στο νιώθω. Η ακραία δύσκολη χουντική πραγματικότητα, αυτή που έβαλε στον γύψο ολάκερη πατρίδα - που αρνούμαι να πιστέψω πως ο Ξανθούλης δεν τόνισε στο κείμενο του - εδώ δεν υφίσταται, μιας και οι συμπεριφορές ένστολων, εφέδρων και των συν αυτώ πολιτών, δεν διαφέρουν παρά ελάχιστα από το κατά πολύ χαλαρότερο παρόν. Συνεπώς το ερωτικό δράμα που σιγοκαίει, στην προσδοκία του ερωτοκτυπημένου γκατζόλη υπαξιωματικού, να το παίξει καβαλιέρος της ομορφότερης γυναίκας του μικρόκοσμου του - που τυγχάνει στεφανοδέσμια του προϊσταμένου του - χάνει μια σημαντική παράμετρο του, την φοβιστική, στην όψη των χρυσών αστεριών στις επωμίδες, που για επτά (και βάλε) χρόνια προκαλούσε σοκ και δέος στον λαουτζίκο. Και τα ζόρια δεν σταματούν εδώ. Ελλείψει πιθανότατα χρόνου και ικανού μοντέρ, ο δημιουργός δεν κτίζει τους ήρωες του ολοκληρωμένα, προτιμώντας να σερβίρει έτοιμη την πραγματικότητα στην πλατεία, εμφανίζοντας την βασική τετράδα - ουσιαστικά - του στόρι, άνισα και χωρίς σωστή ισορροπία στην δυναμική τους. Ποιος είναι ο ισχυρός κρίκος, ο ρόλος κλειδί που έλκει σαν μαγνήτης τους άλλους γύρω του? Δυστυχώς αν και είναι τουλάχιστον πασιφανής, από το Τανγκό δεν το πληροφορηθήκαμε ποτέ.

Για πες: Σερσέ λα Φαμ που λέμε, όταν το θηλυκό της υπόθεσης προκαλεί την αναταραχή. Ο Κουτελιδάκης αν και έχει στα χέρια του ένα πραγματικό ερμηνευτικό μπουμπούκι (η Βίκυ Παπαδοπούλου είναι ότι πιο καλλίγραφο στο πανί έχει να επιδείξει το εγχώριο σινεμά, από την εποχή της Ναθαναήλ) δεν ρισκάρει να οικοδομήσει πάνω του την ίντριγκα, προτιμώντας να προβάλλει τις δευτερεύουσες νευρώσεις των αντρών - ο Στάνκογλου, ο Μπέζος και ο Αλμπάνης, κατά φθίνουσα σειρά ερμηνείας - ποντάροντας συνάμα στην εύκολη λύση της έγχορδης συγκίνησης του μουσικού θέματος, που είτε σε τάνγκο νοτούρνο, είτε σε μπαγλαμαδένια ζεϊμπκιά, παίζει μονίμως σε πρώτο πλάνο. Σε αγγίζει όμως μόνο επιδερμικά, δεν εισέρχεται στην ψυχή σου, ώστε να καταλάβεις την αξία (κοινωνικά, πολιτικά, συναισθηματικά) ενός τέτοιου ειδυλλίου, που πέτυχε ένα παράμ παράμ παράμ ρυθμικό δίλεπτο, να το εκτοξεύσει στην αιωνιότητα...






Στις δικές μας αίθουσες, την 1η Δεκεμβρίου 2011 από την Village

6 σχόλια:

Δανάη είπε...

Εξαιρετικό το τανγκό των Χριστουγέννων. Πολύ καλές ερμηνείες, φοβερή σκηνοθεσία/φωτογραφία και μουσική!!!!! Το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όλους :)

alexandra είπε...

molis gyrisa apo to cinema... eixa polla xronia na do tetoia tainia! euxomai to tango ton xristougennon na apotelesei paradeigma pros mimisi kai na ginoun ki alles toso poiotikes kai prosegmenes douleies.

Νατάσσα είπε...

Πραγματική έκπληξη το Τανγκό των Χριστουγέννων μέσα στο πλήθος άνοστων ταινιών που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια... μια ιστορία τόσο βαθιά ανθρώπινη, τόσο συγκινητική... εκπληκτικές ερμηνείες από όλους... ο Στάνκογλου σε ρεσιτάλ ερμηνείας...

Φώτης είπε...

Καλός ελληνικός κινηματογράφος και τίποτα λιγότερο. Μπράβο σε όλους τους συντελεστές.

Γεωργία είπε...

Πολύ συγκινητικό το Τανγκό των Χριστουγέννων. Με κάποιο τρόπο σε κάνει να ταυτίζεσαι με όλους τους ήρωες στην κατάσταση που βρίσκονται. Αξίζει.

Ανώνυμος είπε...

Και να μην είσαι ρομαντικός θα γίνεις με το Τανγκό των Χριστουγέννων. Από τις καλύτερες και πιο ατμοσφαιρικές ελληνικές παραγωγές...ας μάθουμε πια να εκτιμάμε και κάτι ελληνικό όταν αξίζει!

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική