Alpeis

του Γιώργου Λάνθιμου. Με τους Αγγελική Παπούλια, Άρη Σερβετάλη, Τζόννυ Βέκρη, Ariane Labed


Albus - Alpinos - Λευκός
του zerVo
Με ζόρισε πολύ η διαδικασία της επεξήγησης του τίτλου. Γιατί Άλπεις και όχι Ιμαλάια, Άνδεις, Πυρηναία, έστω Πίνδος που είναι και τόπος μας? Στην μια διάσταση του θέματος, η πινακίδα θα μπορούσε να φέρει τον τίτλο μιας άλλης οροσειράς, της οποιασδήποτε από τις προαναφερόμενες, απεικονίζοντας τα βουνά της καθεμιάς σε μια τάξη, σε μια σειρά, σε μια στοίχηση, ανάλογα με το μπόι τους. Ξεχωρίζουν οι ψηλοί, μπροστά μπροστά στην παρέλαση, ακολουθεί η μεγάλη μάζα, οι μέτριου αναστήματος και έπονται στην ουρά οι κοντοί, οι λόφοι, τα μειράκια αν το θες. Υπάρχει όμως κι άλλο dimension στην αλληγορία της σκεπτικής. Αλπικός, λέει η ετυμολογία, από το λατινικός albus, λευκός δηλαδή, άσπρος, που παραπέμπει άμεσα σε αγνός, καθάριος, όσο και σε μια προέκταση του, ουδέτερος αλλά και κενός οποιασδήποτε απόχρωσης. Ξεκαθαρίζουν λίγο λίγο οι συμβολισμοί. Κι όσο παρατηρείς την διαστρωμάτωση, συνδυασμένη με την δράση ενός κοινωνικού συνόλου, τόσο αυτό το Alps, παίρνει την σωστή διάσταση στο μυαλό σου...

Ομάδα εξομάλυνσης του πόνου και περιορισμού της ανθρώπινης απώλειας. Με αυτή την ιδιότητα παρουσιάζεται ενώπιον των θλιμμένων συγγενών, που μόλις έχασαν ένα προσφιλές τους πρόσωπο, η εταιρία Άλπεις, που υπόσχεται να αλαφρύνει τον καημό τους, υποκαθιστώντας τον εκλιπόντα με ένα πανομοιότυπων χαρακτηριστικών συνεργάτη της. Το πλάνο απαιτεί επαγγελματισμό, προσοχή και σεβασμό στους γραπτούς και άγραφους κανόνες της οργάνωσης, αλλιώς οι συνέπειες σε όποιον τις παραβεί, θα είναι εξοντωτικές...

Κι έτσι η πρωτοποριακής αντίληψης ιδέα, που πέρασε από τον νου ενός τραυματιοφορέα, που κατάλαβε πως μπορεί να τα κονομίσει εκμεταλλευόμενος την θλίψη, την μαυρίλα και το πένθος των συνανθρώπων του, παίρνει σάρκα και οστά και μάλιστα με ιδιαίτερη επιτυχία, αφού οι τεθλιμμένοι νιώθουν το πλασέμπο παυσίπονο, να λειτουργεί ανασταλτικά στην πίκρα τους. Κι όσο οι δουλειές πληθαίνουν, τόσο αυξάνεται το προσωπικό του τιμ. Ένας ματαιόδοξος γυμναστής, μια αυτοκαταστροφική αθλήτρια, μια μανιοκαταθλιπτική νοσηλεύτρια. Έχοντας απεριόριστη διάθεση να παίξει με τους συμβολισμούς και τις έννοιες των χαρακτήρων του, ο πιο ελπιδοφόρος Ευρωπαίος κινηματογραφιστής, Γιώργος Λάνθιμος, ακολουθεί πιστά την τροχιά που χάραξε με την ταινία που τον έφτασε μέχρι την Οσκαρική καταξίωση, ακονίζοντας πλάνο με το πλάνο την συλλογιστική του θεατή του. Οδηγώντας τον μεν, μονόπλευρα και δίχως να το πολυσυζητά, προς την (πεσιμιστική?) κατεύθυνση που ο ίδιος αντιλαμβάνεται το σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι, ανοίγοντας όμως διάλογο μαζί του κατόπιν του ανατρεπτικού του (όσο και καθηλωτικού του, ξανά) φινάλε, για το αν η δική του ανάλυση είναι εντέλει λογική, συνετή, σφαιρική και κυρίως δίκαια.

Για πες: Στην δική μου αισθητική, μεγαλοφυές μπορώ να χαρακτηρίσω ένα σενάριο, που αν το ξετυλίξω αντίστροφα από την έκπληξη του τέλους του, δεν θα με μπλοκάρει σε απίθανα αδιέξοδα, επιστρέφοντας με σταθερή τροχιά προς την αφετηρία του. Υπό αυτή την συνθήκη ο εθνικός μας Γιώργης, όχι απλά αριστεύει αλλά παίρνει κι όλα τα βραβεία του κόσμου για την συνέπεια με την οποία χειρίζεται κάδρα, κινήσεις, μορφασμούς, ατάκες, χρώματα. Από την απλή, εντέλει - ακόμη και για τον πλέον αδαή - εκτίμηση της σύγχρονης δυτικής σοσιαλιστικής πραγματικότητας, που με τόσο ειρωνική, κυνική και αυστηρά γλαφυρή ματιά ζωγραφίζει με το αόρατο παγωμένο άσπρο του κορφόβουνου, απουσιάζει μια λύση, ένα και τώρα τι κάνω, που ο οποιασδήποτε φιγούρας χάρος, κτυπά την πόρτα μου. Γιατί το να πάρω - παθητικά - κάποιον αλπικό dummy για αντιβίωση, μου είναι το πιο εύκολο. Το δύσκολο είναι να ενεργήσω, να δράσω, να απελευθερωθώ και ο δημιουργός δεν μου δείχνει τάση, δεν με βοηθά. Δεν βιάζομαι όμως, υπάρχει μέλλον, νέοι είμαστε κι οι δυο και ο Κυνόδοντας μας δεν έχει πέσει ακόμη...






Στις δικές μας αίθουσες, 27 Οκτωβρίου 2011 από την Feelgood