των Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, Jan Vogel. Με τους Χάρη Μάρκου, Ιερώνυμο Καλετσάνο, Αρτούρ Κιβιλιόβ, Τζέισον Γουάστωρ, Μαρία Σκουλά, Σύλλα Τζουμέρκα
Skatespotting
του zerVo
Σε όλο τον υπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο, τέτοιου είδους δημιουργίες, που είτε παρουσιάζουν αυτούσιο ένα ιστορικό συμβάν, είτε απλώς το θυμίζουν, χρησιμοποιούνται από τους φορείς, με τρόπο διδακτικό, ώστε τα κοινωνικά ζητήματα που απεικονίζουν, να περιορίζονται και ει δυνατόν ακόμη και να εξαλείφονται. Στον τόπο μας βέβαια, που βασιλεύει το πνεύμα της αλλοφροσύνης, κάτι τέτοιο, δεν ισχύει ούτε για αστείο. Όταν φερειπείν, ο στιγματισμένος από μακρά περίοδο παρακρατικής δράσης, αστυνόμος, ανάλογα με τον ποιον καταδιώκει, μπορεί να αποκληθεί από μπάτσος - γουρούνι - δολοφόνος μέχρι ήρωας ή όταν ο έφηβος για τις ίδιες επιπόλαιες βλακείες της ηλικίας, στο σπίτι είναι κωλόπαιδο, ενώ έξω "έλα μωρέ παιδάκι είναι", είναι αντιληπτό ότι δεν υπάρχει πεδίο λογικής και συνετής κουβέντας. Συνεπώς ο πραγματικός στόχος του Wasted Youth, πηγαίνει περίπατο. Με το σκέιτμπορντ...
Στα δεκάξι του χρόνια ο Χάρης, είναι ένας τυπικός έφηβος της εποχής, που τα ενδιαφέροντα του δεν απέχουν πολύ από εκείνα των συνομήλικων του. Κανά κοριτσόπουλο για να του σκάσει ένα φιλάκι στα πεταχτά, βόλτες ολημερίς με την παλιοπαρέα και ακροβατικά πάνω στην σανίδα με τα ρουλεμάν. Από την άλλη, τα σαρανταπέντε του έχει αγγίξει ο Βασίλης, ένας οικογενειάρχης, που μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει, αρκείται στο μισθό που παίρνει από το Σώμα, αποφεύγοντας τα ρίσκα και σκύβοντας το κεφάλι στις αλλοπρόσαλλες προσταγές της υπηρεσίας.
Δύο διαφορετικής ηλικίας και σκεπτικής χαρακτήρες, δύο δορυφόροι της σύγχρονης πραγματικότητας, που ακολουθούν πορείες παντελώς άσχετες μεταξύ τους, που το άγγιγμα της τύχης όμως, σε ένα σημείο θα τις διασταυρώσει, σε ένα μοιραίο σημείο, που κανείς τους, εκ του αποτελέσματος, δεν θα ήθελε να βρεθεί. Για τον ένα η ζωή, τώρα μόλις ξεκινά, τα ζόρια επιβίωσης ή έστω συντήρησης ούτε καν τον αγγίζουν, τα αγαπημένα του πρόσωπα έχουν πάψει να είναι οι γονείς, αλλά τα παρεάκια, οι κολλητοί που συνυπάρχουν διαρκώς πλάι του, σε ένα ατέρμονο παιχνίδι, που ισορροπεί ανάμεσα στην ξενοιασιά και την άγνοια κινδύνου. Η νιότη μόλις ξεκινά και από μόνο του το γεγονός αυτό χρήζει πανηγυρισμών. Για τον άλλο, η λεωφόρος της μέσης ηλικίας, απλώνεται ορθάνοικτη μπρος του, με τα εμπόδια εκατέρωθεν των πλευρών της να τον κτυπούν μανιασμένα και τον ίδιο να αποφεύγει να πάρει κάποιον παρακαμπτήριο, κινούμενος στην μίζερη, πλην σίγουρη λωρίδα, φοβούμενος που μπορεί να τον οδηγήσει το άγνωστο.
Στα δεκάξι του χρόνια ο Χάρης, είναι ένας τυπικός έφηβος της εποχής, που τα ενδιαφέροντα του δεν απέχουν πολύ από εκείνα των συνομήλικων του. Κανά κοριτσόπουλο για να του σκάσει ένα φιλάκι στα πεταχτά, βόλτες ολημερίς με την παλιοπαρέα και ακροβατικά πάνω στην σανίδα με τα ρουλεμάν. Από την άλλη, τα σαρανταπέντε του έχει αγγίξει ο Βασίλης, ένας οικογενειάρχης, που μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει, αρκείται στο μισθό που παίρνει από το Σώμα, αποφεύγοντας τα ρίσκα και σκύβοντας το κεφάλι στις αλλοπρόσαλλες προσταγές της υπηρεσίας.
Δύο διαφορετικής ηλικίας και σκεπτικής χαρακτήρες, δύο δορυφόροι της σύγχρονης πραγματικότητας, που ακολουθούν πορείες παντελώς άσχετες μεταξύ τους, που το άγγιγμα της τύχης όμως, σε ένα σημείο θα τις διασταυρώσει, σε ένα μοιραίο σημείο, που κανείς τους, εκ του αποτελέσματος, δεν θα ήθελε να βρεθεί. Για τον ένα η ζωή, τώρα μόλις ξεκινά, τα ζόρια επιβίωσης ή έστω συντήρησης ούτε καν τον αγγίζουν, τα αγαπημένα του πρόσωπα έχουν πάψει να είναι οι γονείς, αλλά τα παρεάκια, οι κολλητοί που συνυπάρχουν διαρκώς πλάι του, σε ένα ατέρμονο παιχνίδι, που ισορροπεί ανάμεσα στην ξενοιασιά και την άγνοια κινδύνου. Η νιότη μόλις ξεκινά και από μόνο του το γεγονός αυτό χρήζει πανηγυρισμών. Για τον άλλο, η λεωφόρος της μέσης ηλικίας, απλώνεται ορθάνοικτη μπρος του, με τα εμπόδια εκατέρωθεν των πλευρών της να τον κτυπούν μανιασμένα και τον ίδιο να αποφεύγει να πάρει κάποιον παρακαμπτήριο, κινούμενος στην μίζερη, πλην σίγουρη λωρίδα, φοβούμενος που μπορεί να τον οδηγήσει το άγνωστο.
Χρησιμοποιώντας για καμβά πάνω στον οποίο εξελίσσεται η ιστορία τους, την φρενίτιδα της μεγαλούπολης στο μέσο του καύσωνα, το δημιουργικό ντουέτο Vogel / Παπαδημητρόπουλου, δεν κάνει τίποτα παραπάνω από το να συμπυκνώνει στα καρέ του, εικόνες ρεαλισμού, αποσπάσματα της καθημερινότητας, άλλοτε όπως τα βιώνει ένας πιτσιρικάς που το αίμα του βράζει κι άλλοτε ένας νευρωτικός μεροκαματιάρης, που η ένταση τον οδηγεί πολλές φορές σε λάθος επιλογές. Η αφήγηση, αν εξαιρέσω κάποιες αρρυθμίες που προκαλούν τα βίντεο κλιπ με τα ακροβατικά των μικρών, διαθέτει παλμό, χάρη στην έντονα σκωπτική διάθεση διαχείρισης των στιγμιοτύπων, με συνέπεια να ανταποκρίνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στον τρόπο ζωής, των αστών, νέων ή μεγαλυτέρων. Αυτό που δεν πραγματεύεται σωστά ή για την ακρίβεια αποφεύγει εντέχνως - ίσως και ατόλμως - να το μελετήσει, σχετίζεται με ΤΟ γεγονός που τραβάει την ματιά του υποψήφιου θεατή και αποτέλεσε την αφετηρία των αιματηρών επεισοδίων του Δεκέμβρη του 09'. Δηλαδή έχοντας κατά νου, το Wasted Youth, να ξεφύγει από τον δικαστικό ρόλο της ρίψης ευθυνών, οδηγείται στην ακριβώς αντίπερα όχθη, φωτογραφίζοντας σαν βασικό υπεύθυνο την παράνοια που ζει και βασιλεύει. Ουδέτερος παρατηρητής...
Για πες: Δεν έχω σκοπό να αποκαλύψω στοιχεία από το φινάλε, που άλλωστε δεν αποτελεί καμία ιδιαίτερη έκπληξη. Το εύλογο ερώτημα που υποχρεούμαι να θέσω, όμως, είναι εφόσον καλούμαστε να μελετήσουμε τις πορείες των δύο πόλων μιας εκρηκτικής υπόθεσης, γιατί μετά από ενενήντα λεπτά αποδεικνύεται πως ο ένας τους, μικρή σχέση έχει με αυτή?
Στις δικές μας αίθουσες, 17 Μαρτίου 2011 από την Nutopia
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική