Σαγκάη

του Mikael Håfström. Με τους John Cusack, Jeffrey Dean Morgan, Gon Li, Chow Yun Fat, Franka Potente, David Morse, Gemma Chan, Rinko Kikuchi και τον Κen Watanabe


Play It Again Sam...
του zerVo
Το χειρότερο συναίσθημα, ακόμη κι από το να παρακολουθείς μια κακή ταινία, είναι το να παρακολουθείς μια ταινία, που απογοητεύει τις προσδοκίες σου. Όπως εδώ. Ως λάτρης του ασιανού σινεμά, δεν θα μπορούσα να περιμένω καλύτερη συνύπαρξη από το τρίο του διασημότερου σύγχρονου Γιαπωνέζου ρολίστα, της λαμπερότερης Κινέζας πρωταγωνίστριας και του γνωστότερου σταρ από το Χονγκ Κονγκ, σε ένα νέο νουάρ, που έχει στο φόντο του, το μικρό Παρίσι του μεσοπολέμου. Για κακή μου τύχη, δεν έδωσα σημασία στα ψιλά γράμματα του πόστερ, εκεί που αναγράφεται το όνομα του σκηνοθέτη, για να είμαι προετοιμασμένος, για μια ακόμη άνευρη, άτολμη, άγευστη, αλλόκοτη και σε πολλά σημεία αλλοπρόσαλλη δημιουργία του mr.Rite, Mikael Hafstrom...

1941. Η χωρισμένη σε τέσσερις τομείς, ανάλογα με τη σφαίρα επιρροής που ο καθένας ανήκει, Σαγκάη, ισορροπεί σε μια κατάσταση ανάμεσα στην ειρήνη και τον πόλεμο, αποτελώντας το πρόσφορο έδαφος για δράση, των Ιαπώνων μιλιταριστών, των ναζί προπαγανδιστών, των Ευρωπαίων τυχοδιωκτών και των Αμερικάνων πρακτόρων. Ένας τέτοιος κατάσκοπος είναι και ο Πολ Σομς, που θα βρεθεί στην σε αναβρασμό αχανή μεγαλούπολη, προκειμένου να βοηθήσει έναν καλό φίλο και συνάδελφο, να απεμπλακεί από την δύσκολη θέση που έχει περιέλθει. Όταν εκείνος βρεθεί δολοφονημένος, θα ορκιστεί να ανακαλύψει τον ένοχο που κρύβεται πίσω από το στυγερό φονικό.

Κι έτσι ξεκινά μια ατέρμονη διαδρομή από τις υπαίθριες αγορές στα χασισοποτεία και από τα χλιδάτα καζίνο στα υπόγεια κρησφύγετα, με τον κίνδυνο πάντοτε να παραμονεύει, εξαιτίας του αντάρτικου που έχουν κηρύξει οι Κινέζοι αντιστασιακοί και που διψασμένοι για αίμα εχθρών, πυροβολούν και φυτεύουν βόμβες αδιακρίτως, με συνέπεια οι αδέσποτες να πέφτουν σαν το χαλάζι. Μέχρι εδώ όλα καλά μοιάζουν και η Shanghai φαντάζει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα θεματικά. Και για να στο κάνω ακόμη πιο όμορφο το περιτύλιγμα και η καλλιτεχνική διεύθυνση είναι υψηλού επιπέδου, εφόσον ούτε η παραγωγός Media Asia φείδεται χρημάτων, προκειμένου να κτίσει ένα ρεαλιστικό σκηνικό εποχής, στην σχεδόν πανομοιότυπη Μπανγκόκ. Τότε τις πταίει και επί του συνόλου, βασιλεύει η απογοήτευση?

Βασικά, η ανέμπνευστη και άμετρα δομημένη ματιά του Σουηδού, που παίρνει την πρωτότυπη νουβέλα και θέλει να χωρέσει όλα της τα περιστατικά στα 120 λεπτά της διάρκειας. Το αποτέλεσμα είναι η ουσία να παγιδεύεται σε από δω κι από κεί τρεχαλητά της κάμερας, για να τα προλάβει όλα, με κάποιους χαρακτήρες να εμφανίζονται σαν διάττοντες και να εξαφανίζονται ακόμη πιο γρήγορα και την ίντριγκα να μπαφιάζει στην απόπειρα της να αποκτήσει έναν σταθερό ρυθμό κι έναν λογικό ειρμό. Όσο για την πολιτική θωριά της ιστορίας, που στο ορίτζιναλ κείμενο εκτιμώ θα έπαιζε πρωταρχικό ρόλο, εδώ ούτε καν προσεγγίζεται επιδερμικά, άρα όταν τελικά οδηγούμαστε στην τελική ρήξη, να έρχεται στο νου εκείνο το παλιό καλό ανέκδοτο με το ελάφι: "Α, να κι ένας πόλεμος!"

Για πες: Πόσο κρίμα λοιπόν που πήγε έτσι στράφι η επένδυση σε ένα απίθανο διεθνές καστ, που ηγείται ο - έχων μόνιμο συγχωροχάρτι, ελέω High Fidelity - John Cusack και περιλαμβάνει από Watanabe, Chow Fat, Rinko Kikuchi, μέχρι και την πιο λατρεμένη μου σχιστομάτα ever, Gong Li? Πόσο κρίμα, που ενώ άπαντες παλεύουν απεγνωσμένα να φέρουν την Shanghai στις ράγες μιας κόπιας Casablanca, να έρχεται η εσχάτη προδοσία του πολυλογάδικου και μπουκωμένου σεναρίου και να προκαλεί εκτροχιασμό? Πόσο?





Στις δικές μας αίθουσες, 31 Μαρτίου 2011 από την Odeon

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική