του William Monahan. Με τους Colin Farrell, Keira Knightley, Anna Friel, Ray Winstone, Stephen Graham
Το Παρελθόν Φυγείν Αδύνατον
του zerVo
Οι προϋποθέσεις ήταν οι ιδανικές. Με τίτλο που παραπέμπει σε μια πραγματικά ιστορική ταινία, με καστ από αυτό που αποκαλείται all star, με φόντο την πάντοτε γοητευτική πρωτεύουσα της Αγγλίας και βασισμένο σε ένα αναγνωρισμένο διεθνές μπεστ σέλλερ, διασκευασμένο από εκείνον που έφτασε μέχρι την οσκαρική καταξίωση για τον Departed, το London Boulevard κάλυπτε εξ ορισμού όλες τις συνθήκες για ένα ποιοτικό, μοντέρνο νουάρ. Κι όμως κάπου το πράγμα σκάλωσε και τελικά το φιλμ δεν απογειώθηκε όπως θα περίμενα. Και ο φταίχτης αποκαλύφθηκε εύκολα στο πρόσωπο του υπερφιλόδοξου Monahan, που θέλησε να καθίσει και στην σκηνοθετική καρέκλα, κάνοντας την λάθος εκτίμηση, πως ο ικανός σεναριογράφος, μπορεί να υπάρξει και ως ικανός δημιουργός. Μαθηματικός κανόνας, που στο σινεμά όπως πολλάκις έχει αποδειχτεί, δεν ισχύει...
Έχοντας μόλις αποφυλακιστεί, μετά από τριετή εγκλεισμό για συμμετοχή σε ληστεία, ο σε υψηλή εκτίμηση από το σύνολο του υποκόσμου γκάνγκστερ, Μίτσελ, παίρνει την απόφαση να αποσυρθεί από το επάγγελμα και να βρει μια καθόλα νόμιμη εργασία. Η τύχη του θα τον οδηγήσει μέχρι την πόρτα της ανερχόμενης σταρ Σάρλοτ, που απηυδισμένη από το ολοήμερο κυνηγητό των παπαράτσι, θα βρει στο πρόσωπο του την λύση για να τους κάνει πέρα. Ενώ τα πάντα μοιάζουν να μπαίνουν σε μια σωστή πορεία για τον πρώην κατάδικο, ο βαρόνος του λονδρέζικου εγκλήματος, έχει εντελώς διαφορετική άποψη το μέλλον του παλιού του πρωτοπαλίκαρου.
Για να ξεφύγω από την εμμονή της σύγχυσης με το προ έξι δεκαετιών Sunset Boulevard, που ελάχιστη σχέση έχει με την παρούσα εκδοχή, το φιλμ περισσότερο φέρνει σε μια μίξη του Carlito's Way, του Bodyguard και της Mona Lisa, αφού στην ουσία αποσπά στοιχεία και από τις τρεις αυτές επιτυχημένες ταινίες. Από την πρώτη το κοινωνικό, αφού εδώ ο ήρωας, λειτουργεί και κινείται καθ εικόνα και κατ ομοίωση του αντίστοιχου χαρακτήρα που υποδύθηκε ο Al Pacino, από την δεύτερη το συναισθηματικό, εφόσον πολύ σύντομα ανάμεσα σε φύλακα και καλλιτέχνιδα αναπτύσσεται ερωτική έλξη και από την τρίτη το γκαγκστερικό - και όχι μόνο - με το παρελθόν να κάνει πάντα την εμφάνιση του, σαν ο φράκτης που κλείνει στον ex con, κάθε οδό διαφυγής. Δεδομένα όμως κι όσο κι αν προσπαθεί ο Μonahan, να φτιάξει το σωστό κλίμα, με την πεντακάθαρη φωτογραφία των προαστίων της Λόνδρας, τις ενδυματολογικές ιδιαιτερότητες και το σάουντρακ με τις 60s αναμνήσεις, δεν πετυχαίνει να αγγίξει ούτε γι αστείο το πρότυπο του Jordan.
Έχοντας μόλις αποφυλακιστεί, μετά από τριετή εγκλεισμό για συμμετοχή σε ληστεία, ο σε υψηλή εκτίμηση από το σύνολο του υποκόσμου γκάνγκστερ, Μίτσελ, παίρνει την απόφαση να αποσυρθεί από το επάγγελμα και να βρει μια καθόλα νόμιμη εργασία. Η τύχη του θα τον οδηγήσει μέχρι την πόρτα της ανερχόμενης σταρ Σάρλοτ, που απηυδισμένη από το ολοήμερο κυνηγητό των παπαράτσι, θα βρει στο πρόσωπο του την λύση για να τους κάνει πέρα. Ενώ τα πάντα μοιάζουν να μπαίνουν σε μια σωστή πορεία για τον πρώην κατάδικο, ο βαρόνος του λονδρέζικου εγκλήματος, έχει εντελώς διαφορετική άποψη το μέλλον του παλιού του πρωτοπαλίκαρου.
Για να ξεφύγω από την εμμονή της σύγχυσης με το προ έξι δεκαετιών Sunset Boulevard, που ελάχιστη σχέση έχει με την παρούσα εκδοχή, το φιλμ περισσότερο φέρνει σε μια μίξη του Carlito's Way, του Bodyguard και της Mona Lisa, αφού στην ουσία αποσπά στοιχεία και από τις τρεις αυτές επιτυχημένες ταινίες. Από την πρώτη το κοινωνικό, αφού εδώ ο ήρωας, λειτουργεί και κινείται καθ εικόνα και κατ ομοίωση του αντίστοιχου χαρακτήρα που υποδύθηκε ο Al Pacino, από την δεύτερη το συναισθηματικό, εφόσον πολύ σύντομα ανάμεσα σε φύλακα και καλλιτέχνιδα αναπτύσσεται ερωτική έλξη και από την τρίτη το γκαγκστερικό - και όχι μόνο - με το παρελθόν να κάνει πάντα την εμφάνιση του, σαν ο φράκτης που κλείνει στον ex con, κάθε οδό διαφυγής. Δεδομένα όμως κι όσο κι αν προσπαθεί ο Μonahan, να φτιάξει το σωστό κλίμα, με την πεντακάθαρη φωτογραφία των προαστίων της Λόνδρας, τις ενδυματολογικές ιδιαιτερότητες και το σάουντρακ με τις 60s αναμνήσεις, δεν πετυχαίνει να αγγίξει ούτε γι αστείο το πρότυπο του Jordan.
Εμφανίζοντας ως αχίλλειο πτέρνα, το σωστό ζύγισμα σεναρίου και εικόνας, προσφέροντας πάμπολλες - φονικές κατά βάση - υποιστορίες που μπερδεύουν την εξέλιξη, αλλά και πρόσωπα που αποπροσανατολίζουν την ματιά, από το κεντρικό στόρι. Εκεί που το ρομάντζο αναμενόμενα κάνει την εμφάνιση του, όχι στην καλύτερη του φόρμα, μιας και ο "θέλω να κάνω τα πάντα, ως γνήσιος Ιρλανδός" Farrell δεν πολυταιριάζει με την εύθραυστη μορφή της κατά τα άλλα κορυφαίας στην φωτογένεια, Keira Knightley. Πέραν του καρικατουρίστικου ρόλου, του γκέι κορυφαίου στην συμμορίτικη ιεραρχία, που αποδίδει - για πέμπτη, έκτη φορά - ο Winstone, έχουν ενδιαφέρον μερικές υποστηρικτικές παρουσίες, όπως του Thewlis ως οικονόμου της αρτίστας, του Chaplin ως όχι και τόσο έμπιστου παλιόφιλου και της Anna Friel, που ως πορνίδιο κλέβει εύκολα τις αντρικές ματιές.
Για πες: Το ζήτημα δεν είναι αν το London Boulevard παρακολουθείται άνετα ή όχι, αλλά το πόσο καλύτερα στημένο θα μπορούσε να ήταν, σε ενδεχόμενη περίπτωση σκηνοθεσίας από πιο έμπειρο auteur. σε αυτή την περίπτωση θα έμενε στην ιστορία σαν μια κορυφαία γκαγκστερική περιπέτεια, σαν την Lisa ή τον Brigande, ενώ τώρα πιθανόν να να μην το θυμάσαι καν, αμέσως μετά τους τίτλους τέλους του.
Στις δικές μας αίθουσες, 10 Μαρτίου 2011 από την Village
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική