της Massy Tadjedin. Με τους Keira Knightley, Sam Worthington, Eva Mendes, Guillaume Canet
Θέλω να σου πω κάτι...
του zerVo
Εσύ, ποιος πιστεύεις από τους δύο λόγους, μπορεί να διακυβεύσει περισσότερο την οντότητα ενός μέχρι προ λίγων δευτερολέπτων ευτυχισμένου συζυγικού βίου? Ένα απερίσκεπτο, βουτηγμένο στην παρορμητικότητα και τελειωμένο στην γέννεση του one night stand ή οι ο μύχιος πόθος για μια παλιά, μεγάλη αγάπη, που έσβησε άδοξα, δίχως κανείς να μπορεί να εξηγήσει το γιατί? Μην βιαστείς να επιλέξεις την απάντηση που ταυτίζεται με το ανεπανόρθωτο. Αυτό ήταν στιγμιαίο, πάει πέρασε και δεν ξαναγυρνά. Το άλλο είναι που σου τριβελίζει τον νου, βάζοντας σου διαρκώς ιδέες για το πως θα ήταν στην πραγματικότητα ο συναισθηματικός σου κόσμος, αν είχες κάνει μια άλλη επιλογή...
Νεαρό και αγαπημένο αντρόγυνο, βλέπει τον έρωτα του να απειλείται θανάσιμα, όταν εκείνος καλείται να φύγει για επαγγελματικό ταξίδι κάποιων ημερών, συντροφιά με την σέξι συνάδελφο του. Από το μυαλό της συζύγου δεν μπορεί να βγει με τίποτα η πιθανότητα ο άντρας της να διατηρεί δεσμό με την όμορφη συνεργάτιδα, κάτι που έχει προκαλέσει την αρνητική συμπεριφορά προς το πρόσωπο του. Την πρώτη κιόλας μέρα της απουσίας του, όμως, εντελώς αναπάντεχα εκείνη θα βρεθεί τετ α τετ, με τον μεγαλύτερο έρωτα της ζωής της, έναν γοητευτικό Γάλλο, που οι δρόμοι τους χώρισαν, χωρίς ποτέ να μπορέσει να δώσει ο ένας στον άλλο εξηγήσεις. Και τώρα είναι μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να επανορθώσουν.
Ουσιαστικά το φιλμ ξεκινά την αφήγηση του σαν μια τυπική, τετριμμένη ιστορία οικογενειακού προβληματισμού, όταν ένα - πιθανό εν αρχή - τρίτο πρόσωπο παρεμβαίνει καταλυτικά στην ζωή του ευτυχισμένου ντουέτου. Νευράκια, μούτρα, φωνές, καναπές. Η συνέχει όμως, όπως την εκθέτει η ταλαντούχα Ιρανή σκηνοθέτης Massy Tadjedin - σεναριογράφος του The Jacket, που δεν μου άρεσε διόλου - παίρνει την όψη ενός παιχνιδιού ανάμεσα στα δύο αποξαρχής εκκολαπτόμενα ζευγαράκια, ένα πινγκ πονγκ που το μπαλάκι ταξιδεύει από την Νέα Υόρκη στην Πενσιλβάνια, νιώθοντας πλάνο πλάνο, ολοένα και περισσότερο τον πόθο που αναπτύσσεται στις ματιές των υποψήφιων εραστών. Κι αν για τους μεν είναι μια νύχτα ευκαιρίας να αγκαλιαστούν, στην χλιδή που προσφέρει all inclusive η εταιρία τους, όντας μακριά από τις εστίες, αλλά και τα αδιάκριτα βλέμματα, για τους δε είναι μια βραδιά εξιλέωσης, που δεν κατάφεραν ποτέ τους να απογειώσουν αυτό που έζησαν, να ολοκληρώσουν την απόλυτη αγάπη.
Νεαρό και αγαπημένο αντρόγυνο, βλέπει τον έρωτα του να απειλείται θανάσιμα, όταν εκείνος καλείται να φύγει για επαγγελματικό ταξίδι κάποιων ημερών, συντροφιά με την σέξι συνάδελφο του. Από το μυαλό της συζύγου δεν μπορεί να βγει με τίποτα η πιθανότητα ο άντρας της να διατηρεί δεσμό με την όμορφη συνεργάτιδα, κάτι που έχει προκαλέσει την αρνητική συμπεριφορά προς το πρόσωπο του. Την πρώτη κιόλας μέρα της απουσίας του, όμως, εντελώς αναπάντεχα εκείνη θα βρεθεί τετ α τετ, με τον μεγαλύτερο έρωτα της ζωής της, έναν γοητευτικό Γάλλο, που οι δρόμοι τους χώρισαν, χωρίς ποτέ να μπορέσει να δώσει ο ένας στον άλλο εξηγήσεις. Και τώρα είναι μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να επανορθώσουν.
Ουσιαστικά το φιλμ ξεκινά την αφήγηση του σαν μια τυπική, τετριμμένη ιστορία οικογενειακού προβληματισμού, όταν ένα - πιθανό εν αρχή - τρίτο πρόσωπο παρεμβαίνει καταλυτικά στην ζωή του ευτυχισμένου ντουέτου. Νευράκια, μούτρα, φωνές, καναπές. Η συνέχει όμως, όπως την εκθέτει η ταλαντούχα Ιρανή σκηνοθέτης Massy Tadjedin - σεναριογράφος του The Jacket, που δεν μου άρεσε διόλου - παίρνει την όψη ενός παιχνιδιού ανάμεσα στα δύο αποξαρχής εκκολαπτόμενα ζευγαράκια, ένα πινγκ πονγκ που το μπαλάκι ταξιδεύει από την Νέα Υόρκη στην Πενσιλβάνια, νιώθοντας πλάνο πλάνο, ολοένα και περισσότερο τον πόθο που αναπτύσσεται στις ματιές των υποψήφιων εραστών. Κι αν για τους μεν είναι μια νύχτα ευκαιρίας να αγκαλιαστούν, στην χλιδή που προσφέρει all inclusive η εταιρία τους, όντας μακριά από τις εστίες, αλλά και τα αδιάκριτα βλέμματα, για τους δε είναι μια βραδιά εξιλέωσης, που δεν κατάφεραν ποτέ τους να απογειώσουν αυτό που έζησαν, να ολοκληρώσουν την απόλυτη αγάπη.
Για πες: Έχοντας σαν βασικό του συστατικό την εξαιρετική ατμόσφαιρα που δημιουργούν τα φώτα του σκοτεινού Μεγάλου Μήλου, συντροφιά με τις χαμηλότονες μελωδίες του Clint Mansell, το Last Night, έρχεται με πολύ αθόρυβο τρόπο να προβληματίσει το κοινό του, για το τι μπορεί να σημάνει μια λανθασμένη επιλογή, μια παρεξήγηση στον έρωτα. Εκεί που υστερεί σημαντικά η ενήλικη δημιουργία, είναι στο γεγονός πως τα δύο love story που εξελίσσονται παράλληλα, δεν έχουν την ίδια δυναμική και μοιάζουν άνισα, όχι τόσο σεναριακά, μα περισσότερο υποκριτικά, αφού σε καμία περίπτωση το δέσιμο των Worthington - Mendes δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνο του συνεσταλμένου Canet και της απίθανης Knightley, της ηθοποιού που αν και δεν είναι εκθαμβωτικά όμορφη, γράφει όσο καμία άλλη στο πανί. Πιθανότατα λόγω του γεγονότος πως η παραγωγή ανήκει στο πεθαμένο πλέον στούντιο της Miramax, η ταινία έχει περάσει πλήρως απαρατήρητη από τις παγκόσμιες αγορές, στοιχείο που την αδικεί κατάφορα, συγκριτικά με το συνολικό starmeter των συμμετεχόντων. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να την αδικήσει ως αποτυχημένη ο υποψήφιος θεατής, που αν το ψάξει με τον σωστό τρόπο εύκολα θα αντικρίσει τον εαυτό του, σε κάποιο σημείο του τετραγώνου. Όσο για το φινάλε, δεδομένα πικρό για κάποιον, ανάλογα από ποια σκοπιά το κοιτάς, μπορεί να φαντάζει φαινομενικά ανοικτό, όμως αμφότεροι οι αγκαλιασμένοι γνωρίζουν καλά πως η επόμενη κουβέντα που εκείνη θα βγάλει από το στόμα της, με ματιά χαμηλωμένη είναι γνωστή: Θέλω να σου πω κάτι...
Στις δικές μας αίθουσες, 17 Φεβρουαρίου 2011 από την Odeon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική