του Νίκου Ζερβού. Με τους Ρένο Χαραλαμπίδη, Νάσο Παππά, Γιώργο Γιαννόπουλο, Ελισσάβετ Καζοπούλου, Τζώνυ Βαβούρα, Άννα Ρεζάν, Δημήτρη Πουλικάκο και τον Γκουσγκούνη
Σκάσε Σόλων!
του zerVo
Ας πούμε πως είμαστε σκηνοθέτες και θέλουμε να φτιάξουμε μια ταινία, κωμωδία μάλλον, που ανήκει και στο υποείδος της σάτιρας. Έστω πως τσάτρα πάτρα έναν οπερατέρ τον βρήκαμε, να τραβάει οριζόντια και όχι κάθετα πλάνα, έναν παλιομοντέρ να μας συνδέσει με κάποιο τρόπο τα καρέ, μια αρμαθιά - πιθανούς - ηθοποιούς για να μιλάνε, παίζει να χρειαζόμαστε και τίποτε άλλο? Α, ναι και ένα σενάριο, που στην καλύτερη περίπτωση θα κάνει το κοινό να σπαρταράει στο κάθισμα από τα γέλια. Άντε κι αν δεν είμαστε οι Monty Pythons, να χαμογελάσει και λίγο βρε αδερφέ, με αυτό που παρακολουθεί. Ακόμη κι αν τα εισαγωγικά τα κάναμε όλα λάθος - που τα κάναμε - μπορεί το αρνητικό σκηνικό, με δυο τρεις χιουμοριστικές ατάκες να αλλάξει άρδην. Εννοώ δηλαδή ατάκες διαφορετικές, γιατί μετά την πεντηκοστή φορά που ακούγεται το Σκάσε Σόλων και την νιοστή των fuck you, fuck fuck, fuck him και δεν συμμαζεύεται, μάλλον κάποιος νομίζει πως απευθύνεται σε Μογγολάκια...
Τρίο συνταξιοδοτημένων ροκάδων, βρίσκει στο πρόσωπο νεαράς την τραγουδίστρια που για καιρό αναζητούσε. Όταν εκείνη σκαμπιλίσει, κάμερας παρούσης, το νεανικό ποπ είδωλο Τζέι, άπαντες θα γίνουν πρώτο θέμα στα μεσημεριανάδικα. Τρίβει χέρια δηλαδή ο (κοινός τους) ατζέντης, μιας και οι καλλιτέχνες που μανατζάρει, βρίσκονται στο επίκεντρο της δημοσιότητας, με οποιονδήποτε τρόπο κι αν συμβαίνει αυτό. Όπως φτύνει τον κόρφο της, ταχύτατα εξελισσόμενη δαιμόνια ρεπόρτερ της κουτσομπολίστικης ζώνης, που της εμφανίζονται τεράστιες ευκαιρίες για αποκλειστικότητες. Με μια σφαλιάρα, όλοι ικανοποιημένοι, εφόσον θεαματικότητες και δημοτικότητες εκτοξεύονται στα ύψη. Αυτή είναι μέσες άκρες η κυνική πραγματικότητα της σόου μπιζ. Κι εδώ τίθεται το εύλογο ερώτημα. Υπάρχει έστω και μισός άνθρωπος που να μην γνωρίζει την αλήθεια και περιμένει τον Ζερβό να του την αποκαλύψει, μάλιστα με τον πλέον ακαλαίσθητο τρόπο?
Διότι καθώς φαίνεται ο κύριος εκπρόσωπος της εγχώριας καλτ σκηνής, από προοπτική έχει μείνει καμιά τριανταριά χρόνια πίσω, στην εποχή της βιντεοκασέτας, ενώ από αστείο διάνθισμα των πλάνων του, βράσε όρυζα. Πεθαμενατζίδικα ανέκδοτα, που βγαίνουν από στόματα ηθοποιών (?) που βαριούνται ακόμη και να μιλήσουν, πασπαλισμένα με κουτά σεξίστικα σκετσάκια οπτικής Ευστρατιάδη, όπου τον πρώτο ρόλο έχουν γνωστοί αοιδοί σαν τον Λεπά και τον άλλο τον αιώνιο έφηβο - μπαμπά κατά λάθος, στα εβδομήντα του. Παρόλα αυτά, θεατή μου, σου βάζω και στοίχημα πως κάποια στιγμή θα γελάσεις. Από τα νεύρα σου...
Για πες: Αν κάπου υπάρχει ελπίδα, είναι στο ότι αυτό που σερβίρει ο μαστρο-Νίκος, δεν αποτελεί και τον καθρέφτη του σύγχρονου ελληνικού σινεμά, που αισίως έχει πάρει έναν άλλο σοβαρότερο δρόμο. Διότι με τέτοιο κακότροπο στην εξέλιξη του κινηματογραφικό προϊόν, το φινάλε που βροντοφωνάζει θάνατος στα τηλεσκουπίδια, πολύ εύκολα μπορεί να εξελιχθεί σε μπούμερανγκ. Και να δεις σε λίγο καιρό, χάρη σε τέτοιες αψυχολόγητες κουταμάρες, τίποτα οξυζεναρισμένα τσόκαρα με μικρόφωνο ανά χειράς, να υποστηρίζουν ενθέρμως την ρήψη της Έβδομης Τέχνης στην πυρά. Και να έχουν και δίκιο από πάνω...
Τρίο συνταξιοδοτημένων ροκάδων, βρίσκει στο πρόσωπο νεαράς την τραγουδίστρια που για καιρό αναζητούσε. Όταν εκείνη σκαμπιλίσει, κάμερας παρούσης, το νεανικό ποπ είδωλο Τζέι, άπαντες θα γίνουν πρώτο θέμα στα μεσημεριανάδικα. Τρίβει χέρια δηλαδή ο (κοινός τους) ατζέντης, μιας και οι καλλιτέχνες που μανατζάρει, βρίσκονται στο επίκεντρο της δημοσιότητας, με οποιονδήποτε τρόπο κι αν συμβαίνει αυτό. Όπως φτύνει τον κόρφο της, ταχύτατα εξελισσόμενη δαιμόνια ρεπόρτερ της κουτσομπολίστικης ζώνης, που της εμφανίζονται τεράστιες ευκαιρίες για αποκλειστικότητες. Με μια σφαλιάρα, όλοι ικανοποιημένοι, εφόσον θεαματικότητες και δημοτικότητες εκτοξεύονται στα ύψη. Αυτή είναι μέσες άκρες η κυνική πραγματικότητα της σόου μπιζ. Κι εδώ τίθεται το εύλογο ερώτημα. Υπάρχει έστω και μισός άνθρωπος που να μην γνωρίζει την αλήθεια και περιμένει τον Ζερβό να του την αποκαλύψει, μάλιστα με τον πλέον ακαλαίσθητο τρόπο?
Διότι καθώς φαίνεται ο κύριος εκπρόσωπος της εγχώριας καλτ σκηνής, από προοπτική έχει μείνει καμιά τριανταριά χρόνια πίσω, στην εποχή της βιντεοκασέτας, ενώ από αστείο διάνθισμα των πλάνων του, βράσε όρυζα. Πεθαμενατζίδικα ανέκδοτα, που βγαίνουν από στόματα ηθοποιών (?) που βαριούνται ακόμη και να μιλήσουν, πασπαλισμένα με κουτά σεξίστικα σκετσάκια οπτικής Ευστρατιάδη, όπου τον πρώτο ρόλο έχουν γνωστοί αοιδοί σαν τον Λεπά και τον άλλο τον αιώνιο έφηβο - μπαμπά κατά λάθος, στα εβδομήντα του. Παρόλα αυτά, θεατή μου, σου βάζω και στοίχημα πως κάποια στιγμή θα γελάσεις. Από τα νεύρα σου...
Για πες: Αν κάπου υπάρχει ελπίδα, είναι στο ότι αυτό που σερβίρει ο μαστρο-Νίκος, δεν αποτελεί και τον καθρέφτη του σύγχρονου ελληνικού σινεμά, που αισίως έχει πάρει έναν άλλο σοβαρότερο δρόμο. Διότι με τέτοιο κακότροπο στην εξέλιξη του κινηματογραφικό προϊόν, το φινάλε που βροντοφωνάζει θάνατος στα τηλεσκουπίδια, πολύ εύκολα μπορεί να εξελιχθεί σε μπούμερανγκ. Και να δεις σε λίγο καιρό, χάρη σε τέτοιες αψυχολόγητες κουταμάρες, τίποτα οξυζεναρισμένα τσόκαρα με μικρόφωνο ανά χειράς, να υποστηρίζουν ενθέρμως την ρήψη της Έβδομης Τέχνης στην πυρά. Και να έχουν και δίκιο από πάνω...
Στις δικές μας αίθουσες, 9 Δεκεμβρίου 2010 από την Audiovisual
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική