Ασταμάτητο

του Tony Scott. Με τους Denzel Washington, Chris Pine, Rosario Dawson


Runaway Train
του zerVo
Σύμφωνοι, εδώ κι τρεις - τουλάχιστον - ταινίες, ο Tony Scott έχει τσακωθεί με την επιτυχία, κάτι που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην ματαιοδοξία του να περάσει ένα νέο, διαφορετικό ύφος στην έννοια της περιπέτειας δράσης. Σε λακκούβα έπεσε με την Domino, όταν φαντάστηκε σαν action hero της εποχής, μια ξερακιανή αγγλιδούλα, σε λούμπα με το Deja Vu, όταν σκόρπισε τρανταχτά γέλια με την ιδέα του ολογράμματος, που έχουν καταγράψει οι περιφερόμενοι της γης δορυφόροι, σε παγίδα με το Pelham, αφού πίστεψε πως μπορεί να αναδιαπραγματευτεί ένα από τα πιο αγαπημένα b-movies όλων των εποχών. Το μεγαλύτερο λάθος που θα μπορούσες να κάνεις όμως θεατή μου, θα ήταν να θεωρήσεις τον Βρετανό ξοφλημένο, μετά από τις προαναφερόμενες ατυχίες στην καριέρα του. Ευτυχώς για όποιον θεωρεί τον Scott, ως έναν εκ των κορυφαίων μαέστρων της δράσης, που με το Unstoppable δηλώνει ξανά βροντερό παρόν, προσφέροντας μια ενενηντάλεπτη καταιγίδα, που στοιχηματίζω πως θα σε κρατήσει σε εγρήγορση, από την πρώτη μέχρι την τελευταία στιγμή της.

Από ανευθυνότητα του μηχανοδηγού του, συρμός μήκους μεγαλύτερου του μισού μιλίου, που κουβαλά εύφλεκτα υλικά, πλησιάζει ακυβέρνητος με ιλιγγιώδη ταχύτητα πυκνοκατοικημένες περιοχές. Και ο Οργανισμός Σιδηροδρόμων αδυνατεί να εκπονήσει ένα σοβαρό σχέδιο αντιμετώπισης του αδέσποτου τρένου, με τον κίνδυνο του ολέθρου να γίνεται ολοένα και πιο ορατός. Την ώρα που στο επιχειρησιακό κέντρο έχει κτυπήσει συναγερμός, με τις λύσεις που προτείνουν οι γραφειάτοι να αποτυγχάνουν παταγωδώς η μία μετά την άλλη, δύο υπάλληλοι της εταιρίας, ένας βετεράνος μηχανικός και ο ρούκι συνεργάτης του, με περίσσιο θάρρος και ρίσκο της ζωής τους θα επιχειρήσουν να προσεγγίσουν τα διαβολεμένα βαγόνια. Η ύστατη, η απελπισμένη λύση, πριν η πόλη του Στάμφορντ, καταστραφεί ολοκληρωτικά από την καυστική φαινόλη!

Πραγματική η ιστορία. Ακόμη αφηγούνται με τρόμο οι κάτοικοι των κεντροδυτικών πολιτειών, τον τρόμο που έζησαν από το διάβα του συρμού 888 - εδώ έχει μετατραπεί σε 777 - που πέρασε μπροστά από τα σπίτια τους, απειλώντας άμεσα τις ζωές τους. Και η μεταφορά της στο πανί τυγχάνει της αντιμετώπισης που της αξίζει, αφού η Fox δεν επέδειξε την παραμικρή φειδώ στην αναπαράσταση του σκηνικού, κτίζοντας εξ ολοκλήρου μια ολόκληρη αμαξοστοιχία μεγέθους ενός ουρανοξύστη, για να απεικονίσει τον κακό χαρακτήρα της υπόθεσης του Unstoppable. Με τέτοια ακριβά υλικά - κόστισαν περί τα 100 εκ. δολάρια - αλλά και με την ικανότητα του Scott στην δημιουργία κλίματος έντασης στα κοφτά πλάνα του, που σε διάρκεια ελάχιστα ξεπερνούν τα δύο δευτερόλεπτα, έχουμε μπροστά μας μια ικανότατη ταινία καταστροφής, που βαδίζει με αξιοπρέπεια στα χνάρια εκείνων των παλιομοδίτικων της δεκαετίας του 70.

Επειδή οι ράγες όμως είναι δύο, το Ασταμάτητο δεν στέκεται μονάχα στην δημιουργία κλίματος σασπένς, μα προχωρά μερικά βήματα παραπέρα, μελετώντας και την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων του μόχθου, εκείνων που μυρίζουν το κάρβουνο από κοντά και δεν στρογγυλοκάθονται στα ακριβά διοικητικά πόστα. Σαν τον επί τριάντα χρόνια τεχνικό, που καθημερινώς ρισκάρει την επιβίωση του στην δουλειά - ο άριστα στημένος Denzel - γνωρίζοντας καλά πως η κρίση μπορεί να τον οδηγήσει από την μια στιγμή στην άλλη στο ταμείο ανεργίας. Σαν τον άπειρο οδηγό, που πρέπει να αποδείξει στον παλιό τις ικανότητες του - ο ταλαντούχος Chris Pine - έχοντας συνάμα να σκεφτεί τα οικογενειακά ζόρια, που τον περιμένουν μόλις γυρίσει σπίτι. Κράτησε την αυτή την νέα κοινωνική διάσταση, που επιχειρούν οι Αμερικάνοι, σε ταινίες εντελώς διαφορετικού ύφους. Μάλλον θα την ξανασυναντήσεις πολλές φορές στο σύντομο μέλλον και όσο η ύφεση διατηρείται...

Για πες: Περιπετειώδες όσο και ανθρώπινο, εντυπωσιακό όσο και ευαίσθητο το τρένο της μεγάλης φυγής του Scott δεδομένα διεκδικεί μια θέση στο τοπ των καλύτερων action movies της χρονιάς. Δίχως να στέκεται μονάχα στην φανφάρα που σηκώνει στο πέρασμα του το σιδερένιο θηρίο, αλλά ρίχνοντας και κλεφτές ματιές στις αγωνίες των πραγματικών ηρώων της καθημερινότητας.






Στις δικές μας αίθουσες, 11 Νοεμβρίου 2010 από την Odeon


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική