του Mike Leigh. Με τους Jim Broadbent, Lesley Manville, Ruth Sheen
Άνθρωποι Μονάχοι...
του zerVo
Για κάποιους αποτελεί κατόρθωμα, να έχουν καταφέρει να απομονωθούν από τον περίγυρο τους, να αποκόψουν οποιαδήποτε σχέση από συγγενείς και φίλους, δίχως να έχουν να δώσουν αναφορά σε κανένα για την ιδιωτική τους ζωή, αλλά και χωρίς να έχουν απαιτήσεις, όντας περιορισμένοι από το κοινωνικό σύνολο. Δεν μιλάμε όμως για τους εκ πεποιθήσεως μονάχους ή τουλάχιστον δεν είναι εκείνοι που μας ενδιαφέρουν στην παρούσα περίπτωση. Η αναφορά γίνεται για εκείνους που δεν διάλεξαν εθελοντικά να τεθούν στο περιθώριο, για εκείνους που η ζωή στάθηκε άδικη μαζί τους, αναγκάζοντας τους, μετά το κουραστικό οκτάωρο να ξοδεύουν τις βασανιστικές ώρες σε ένα κλουβί, μαγκούφηδες και σκυθρωποί, αμίλητοι να κοιτούν τους άδειους τοίχους. Τραγικό, πραγματικά τραγικό...
Μονοιασμένοι κι αγκαλιασμένοι έχουν περάσει το μεγαλύτερο διάστημα του κοινού τους βίου ο Τομ και η Τζέρι, δύο εξηντάρηδες, που ζουν στα προάστια του Λονδίνου. Όσο δεν βρίσκονται στις δουλειές τους ή στο αγαπημένο τους αγρόκτημα, το σπίτι τους είναι πάντοτε ανοικτό για να υποδεχτεί κόσμο. Τον τριαντάρη ανύπαντρο ακόμη γιο τους, καμιά κοπέλα του, τους καλούς φίλους. Τι ρουτίνα και βαριεστημάρα θα σκεφτείς. Ο καθρέφτης όλων όσων περνούν το κατώφλι της τρίτης ηλικίας, έχοντας στο πλάι τους τον ίδιο σύντροφο για τέσσερις και βάλε δεκαετίες, λέγοντας τα ίδια αστεία και συμμετέχοντας στα ίδια ρουτινιάρικα παιχνίδια. Πλήρης απουσία του στοιχείου της έκπληξης δηλαδή, ειδικά όταν τα μαντάτα, καλά ή άσχημα, μια γέννα ή ένας θάνατος, φτάνουν στην ώρα τους. Ποτέ πριν, ποτέ μετά από όταν πρέπει. Ο κύκλος ολοκληρώνεται δίχως σκαμπανεβάσματα κι εκεί μπορεί να φανταστεί ο vivere pericolosamente θεατής, πως το χασμουρητό θα του κτυπήσει την πόρτα.
Ο Leigh όμως δεν είναι πρωτάρης, ούτε άπειρος. Το κουδούνι δεν κτυπά ούτε η ανία, ούτε η βαριεστημάρα. Αλλά η Μαίρη... Καλή συνάδελφος, με γραμματειακά καθήκοντα στην κλινική που εργάζεται η Τζέρι, που καταφτάνει σαν οδοστρωτήρας για να αλλάξει ολάκερη την μορφολογία του Another Year. Μια απλούστατη γυναίκα μέσης ηλικίας, που έχει αποχαιρετήσει εδώ και καιρό την νιότη και τα μεγάλα όνειρα, γνωρίζοντας πως το καντήλι της τύχης της, σώθηκε πολύ νωρίς. Ο σύζυγος την εγκατέλειψε, ο εραστής την παράτησε, δίχως σόι και παρέες, περιμένει εναγωνίως την πρόσκληση της μοναδικής - από εικοσαετίας - φιλενάδας της, για να πει μια κουβέντα, να ξεδώσει. Κι εκεί ο δημιουργός εξαπλώνει όλη του την τραγωδία - απάντηση στον πιθανότατα βαριεστημένο έγγαμο και οικογενειακό βίο: Υπάρχουν παντρεμένε και πολύ χειρότερα. Δες την φουκαριάρα, που δεν έχει κανέναν στον κόσμο και διαρκώς μέσα στο μυαλό της πλάθει ιστορίες φαντασίας, που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Και που προσμένει πως και πως, να τις αφηγηθεί στην πρώτη ομήγυρη που θα συναντήσει - όποτε και αν συμβεί κάτι τέτοιο - λες και άπαντες οι ακροατές, κρέμονται από τα χείλη της. Την δύστυχη...
Ακόμη και αν είχες μια κάμερα καρφωμένη, να τραβά στιγμιότυπα από την καθημερινότητα του ζευγαριού του διπλανού διαμερίσματος, εκτιμώ πως δεν σου απέδιδε τόσο ρεαλιστικά τα πλάνα, όπως το καταφέρνει ο Mike Leigh. Ο σκηνοθέτης πολύ σπουδαίων φιλμικών στιγμών σαν το Secrets And Lies και το Topsy Turvy, δεδηλωμένος πολέμιος της χολιγουντιανής αισθητικής, δεν χρησιμοποιεί παρά ελάχιστα φόντα - μια αυλή, ένα χολάκι, μια κουζίνα - ως τόπους εξέλιξης της ιστορίας του, κάνοντας πιο οικείο το περιβάλλον στον αναγνώστη του. Δίνοντας του να καταλάβει, πως πρόσωπα όπως η αφόρητη Μαίρη κυκλοφορούν παντού γύρω του. Μέρος του κύκλου κι αυτή. Απλό σημείο. Μόνο που έχει παραμείνει στάσιμο, εδώ και πολύ καιρό.
Για πες: Ακόμη κι έτσι όμως, χωρίς το κατάλληλο πρόσωπο που μπορεί να υποστηρίξει τον συγκεκριμένο ρόλο, μια τέτοια ταινία θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Παλιά μου τέχνη κόσκινο για τον Βρετανό, που αξιοποιεί όσο ποτέ την μούσα του Lesley Manville, προκειμένου να αποσπάσει την συγκλονιστικότερη γυναικεία ερμηνεία της χρονιάς. Δάκρυσα μαζί της. Με την αμηχανία της, την απόγνωση στο βλέμμα της, την ζήλια που εξέπεμπε στο αντίκρυ της κοινότυπης ευτυχίας. Η Εγγλέζα κλέβει σε τέτοιο βαθμό την παράσταση, ώστε τα πλάνα που απουσιάζει, ακόμη κι αν υποστηρίζονται από ερμηνευτές του μεγέθους του Broadbent και της Sheen, να διαθέτουν πολύ λιγότερο νεύρο, από εκείνα που δηλώνει παρόν. Σε αντίθεση δηλαδή με την πραγματικότητα, όπου ο Πάντα Μόνος παίζει διαρκώς τον κομπάρσο, εδώ εκείνη είναι η πρωταγωνίστρια. Εκείνη που θα αναδείξει το δράμα. Άξια! Τα κατάφερε!
Μονοιασμένοι κι αγκαλιασμένοι έχουν περάσει το μεγαλύτερο διάστημα του κοινού τους βίου ο Τομ και η Τζέρι, δύο εξηντάρηδες, που ζουν στα προάστια του Λονδίνου. Όσο δεν βρίσκονται στις δουλειές τους ή στο αγαπημένο τους αγρόκτημα, το σπίτι τους είναι πάντοτε ανοικτό για να υποδεχτεί κόσμο. Τον τριαντάρη ανύπαντρο ακόμη γιο τους, καμιά κοπέλα του, τους καλούς φίλους. Τι ρουτίνα και βαριεστημάρα θα σκεφτείς. Ο καθρέφτης όλων όσων περνούν το κατώφλι της τρίτης ηλικίας, έχοντας στο πλάι τους τον ίδιο σύντροφο για τέσσερις και βάλε δεκαετίες, λέγοντας τα ίδια αστεία και συμμετέχοντας στα ίδια ρουτινιάρικα παιχνίδια. Πλήρης απουσία του στοιχείου της έκπληξης δηλαδή, ειδικά όταν τα μαντάτα, καλά ή άσχημα, μια γέννα ή ένας θάνατος, φτάνουν στην ώρα τους. Ποτέ πριν, ποτέ μετά από όταν πρέπει. Ο κύκλος ολοκληρώνεται δίχως σκαμπανεβάσματα κι εκεί μπορεί να φανταστεί ο vivere pericolosamente θεατής, πως το χασμουρητό θα του κτυπήσει την πόρτα.
Ο Leigh όμως δεν είναι πρωτάρης, ούτε άπειρος. Το κουδούνι δεν κτυπά ούτε η ανία, ούτε η βαριεστημάρα. Αλλά η Μαίρη... Καλή συνάδελφος, με γραμματειακά καθήκοντα στην κλινική που εργάζεται η Τζέρι, που καταφτάνει σαν οδοστρωτήρας για να αλλάξει ολάκερη την μορφολογία του Another Year. Μια απλούστατη γυναίκα μέσης ηλικίας, που έχει αποχαιρετήσει εδώ και καιρό την νιότη και τα μεγάλα όνειρα, γνωρίζοντας πως το καντήλι της τύχης της, σώθηκε πολύ νωρίς. Ο σύζυγος την εγκατέλειψε, ο εραστής την παράτησε, δίχως σόι και παρέες, περιμένει εναγωνίως την πρόσκληση της μοναδικής - από εικοσαετίας - φιλενάδας της, για να πει μια κουβέντα, να ξεδώσει. Κι εκεί ο δημιουργός εξαπλώνει όλη του την τραγωδία - απάντηση στον πιθανότατα βαριεστημένο έγγαμο και οικογενειακό βίο: Υπάρχουν παντρεμένε και πολύ χειρότερα. Δες την φουκαριάρα, που δεν έχει κανέναν στον κόσμο και διαρκώς μέσα στο μυαλό της πλάθει ιστορίες φαντασίας, που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Και που προσμένει πως και πως, να τις αφηγηθεί στην πρώτη ομήγυρη που θα συναντήσει - όποτε και αν συμβεί κάτι τέτοιο - λες και άπαντες οι ακροατές, κρέμονται από τα χείλη της. Την δύστυχη...
Ακόμη και αν είχες μια κάμερα καρφωμένη, να τραβά στιγμιότυπα από την καθημερινότητα του ζευγαριού του διπλανού διαμερίσματος, εκτιμώ πως δεν σου απέδιδε τόσο ρεαλιστικά τα πλάνα, όπως το καταφέρνει ο Mike Leigh. Ο σκηνοθέτης πολύ σπουδαίων φιλμικών στιγμών σαν το Secrets And Lies και το Topsy Turvy, δεδηλωμένος πολέμιος της χολιγουντιανής αισθητικής, δεν χρησιμοποιεί παρά ελάχιστα φόντα - μια αυλή, ένα χολάκι, μια κουζίνα - ως τόπους εξέλιξης της ιστορίας του, κάνοντας πιο οικείο το περιβάλλον στον αναγνώστη του. Δίνοντας του να καταλάβει, πως πρόσωπα όπως η αφόρητη Μαίρη κυκλοφορούν παντού γύρω του. Μέρος του κύκλου κι αυτή. Απλό σημείο. Μόνο που έχει παραμείνει στάσιμο, εδώ και πολύ καιρό.
Για πες: Ακόμη κι έτσι όμως, χωρίς το κατάλληλο πρόσωπο που μπορεί να υποστηρίξει τον συγκεκριμένο ρόλο, μια τέτοια ταινία θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Παλιά μου τέχνη κόσκινο για τον Βρετανό, που αξιοποιεί όσο ποτέ την μούσα του Lesley Manville, προκειμένου να αποσπάσει την συγκλονιστικότερη γυναικεία ερμηνεία της χρονιάς. Δάκρυσα μαζί της. Με την αμηχανία της, την απόγνωση στο βλέμμα της, την ζήλια που εξέπεμπε στο αντίκρυ της κοινότυπης ευτυχίας. Η Εγγλέζα κλέβει σε τέτοιο βαθμό την παράσταση, ώστε τα πλάνα που απουσιάζει, ακόμη κι αν υποστηρίζονται από ερμηνευτές του μεγέθους του Broadbent και της Sheen, να διαθέτουν πολύ λιγότερο νεύρο, από εκείνα που δηλώνει παρόν. Σε αντίθεση δηλαδή με την πραγματικότητα, όπου ο Πάντα Μόνος παίζει διαρκώς τον κομπάρσο, εδώ εκείνη είναι η πρωταγωνίστρια. Εκείνη που θα αναδείξει το δράμα. Άξια! Τα κατάφερε!
Στις δικές μας αίθουσες, 25 Νοεμβρίου 2010 από την Odeon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική