του John Curran. Με τους Robert De Niro, Edward Norton, Milla Jovovich, Frances Conroy
Δεύτερη Ευκαιρία
του zerVo
Δέκα περίπου χρόνια έχουν περάσει, από τότε που το ίδιο κάδρο χώρεσε τα δύο τεράστια ερμηνευτικά μεγέθη του De Niro και του Norton. Θυμάμαι τον ντόρο που είχε προκαλέσει η περίπτωση του The Score, όταν σε αυτό θα συνυπήρχαν οι δύο σημαντικότεροι εκφραστές δύο διαφορετικών γενεών ηθοποιών - δίχως να ξεχνάμε και την τρίτη προέκταση με την παρουσία του Brando - αλλά και την απογοήτευση που σκόρπισε το μέτριο, δυστυχώς, αποτέλεσμα. Ήταν μια ευκαιρία που έχασε τον δρόμο της υποστήριξαν οι περισσότεροι, ελπίζοντας πως κάποια μέρα ο μεγάλος Bobbie και ο φύση και θέση διάδοχος του, θα επαναλάμβαναν το επί σκηνής σμίξιμο τους. Μάλλον κατόπιν του Stone θα πρέπει να περιμένουμε άλλη μια δεκαετία, για να δούμε αυτό το πραγματικά μεγάλο, που περιμένουμε από τους δυο τους...
Ούτε μήνας δεν απομένει στον βετεράνο υπεύθυνο αναστολών, του σωφρονιστικού ιδρύματος του Μίσιγκαν, για να συνταξιοδοτηθεί. Η τελευταία υπόθεση που θα αναλάβει, θα είναι και εκείνη που θα στιγματίσει την μακρά καριέρα του. Τζεραλντ "Στόουν" Κρίζον είναι το πλήρες όνομα του φυλακισμένου, που θα κληθεί να κρίνει αν είναι ή όχι ικανός για ταχύτερη επανένταξη στην κοινωνία. Μετά από κάποια χρόνια στη στενή, για την συγκάλυψη της δολοφονίας των παππούδων του, όταν έβαλε φωτιά στο σπίτι τους, σε κατάσταση αμόκ από την άσπρη σκόνη, ο εσώκλειστος θα κάνει αίτηση αποφυλάκισης, μα μπροστά του θα συναντήσει μονάχα την άρνηση από τον εκπρόσωπο της δικαιοσύνης. Κι όπως φαίνεται όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει η χείρα της σέξι συζύγου, που θα εμφανιστεί από το πουθενά, για να διαταράξει την - φαινομενική - ηρεμία του ηλικιωμένου θεοφοβούμενου δημόσιου λειτουργού, υποσχόμενη σέξι αγκαλιές, με αντάλλαγμα την άκοπη υπογραφή του στην αναστολή.
Καλά προμελετημένη παγίδα ή αγωνιώδης προσπάθεια μιας μοναχικής συζύγου να βγάλει όσο το δυνατόν νωρίτερα τον αγαπημένο της από το κελί? Όποια και να είναι η απάντηση στο ερώτημα, υπάρχει δεδομένο και αυτό έχει να κάνει με την ψυχοσύνθεση που αντιμετωπίζει αυτή την τελευταία του υπόθεση ο υποτιθέμενα έμπειρος δικαστικός. Με καθαρότερο μυαλό θα είχε αποφύγει με ευκολία τον σκόπελο, μα εσχάτως η πνευματική του ηρεμία έχει διαταραχτεί, τόσο από την αρνητική σημασία της έννοιας της συνταξιοδότησης (το αποκαλούμενο "καλό υπόλοιπο") όσο και από την παράξενη συμπεριφορά της μέθυσου και επί μισό αιώνα συντρόφου του. Κατάσταση που κάνει ακόμη πιο αφόρητη η επιθετικότητα που βγάζουν τα λόγια του εν παρανοία Στόουν, που υπό διαφορετικές συνθήκες, θα είχε εισηγηθεί δίχως δισταγμό το rejected στο αίτημα του και όλα θα είχαν λήξει μέλι γάλα. Ποιος μπορεί να αρνηθεί τις λάγνες γυμνές ματιές της - τι όνομα! - Λουσέτα, που κολάζουν ακόμη και 70χρονο..?
Ακολουθώντας τις αργές και λιτές γραμμές, που παρουσίασε και στο εξαιρετικά προσεγμένο αρτιστικά Painted Veil, ο John Curran, προσφέρει ένα ψυχολογικό δράμα, που εστιάζει σε τέσσερις συντετριμμένες προσωπικότητες. Δεν στέκεται απλά στην παρουσίαση ενός ημι-αστυνομικού θρίλερ, με ερωτικές προεκτάσεις, κάτι που θα ήταν, μάλλον, η εύκολη λύση, αλλά επιχειρεί να πάει την ιστορία του δύο βήματα παρακάτω. Κι εκεί εμφανίζονται οι αδυναμίες περισσότερο της έμπνευσης του και λιγότερο του σεναρίου που υπογράφει ο Angus McLachlan, αφού δεν καταφέρνει να ζυγίσει συναισθήματα, πάθη και φόβους σωστά, πλατιάζοντας και χάνοντας τον στόχο στο φινάλε.
Για πες: Αμέτοχοι της αστοχίας του, δεδομένα πάντως παραμένουν οι ερμηνευτές του, που κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να σώσουν από την μεριά τους ότι μπορούν. Κι αν για τον De Niro, ξέρεις καλά πως δεν θα σε απογοητεύσει, μα ούτε και θα σε ενθουσιάσει όπως έκανε τον καιρό των Καλών Παιδιών και για τον Norton είσαι βέβαιος, πως θα σου δώσει μια ικανή επανάληψη των αμέτρητων βαρυποινίτικων στιγμών της καριέρας του, μάλλον δεν είσαι έτοιμος να δεχτείς πως οι γυναικείοι ρόλοι, στέκονται σε ανάλογα επίπεδα ποιότητας. Κάτι που σημαίνει υπέρβαση για την Milla, που δεν θυμάμαι ποτέ η έκφραση της να είχε ξεπεράσει την ομορφιά της, αλλά και επιβράβευση για την εξαίρετη ρολίστα Frances Conroy, που υπό καλύτερες συνθήκες θα υποδυόταν το πρόσωπο που θα εξέλισσε την ανολοκλήρωτη ιστορία - αυτό της βουβής, παραμελημένης και ξεχασμένης συζύγου - μα τελικά θα την θυμόμαστε για την μόνιμα βουτηγμένη στο ουίσκι μεσήλικη μελαγχολία της.
Ούτε μήνας δεν απομένει στον βετεράνο υπεύθυνο αναστολών, του σωφρονιστικού ιδρύματος του Μίσιγκαν, για να συνταξιοδοτηθεί. Η τελευταία υπόθεση που θα αναλάβει, θα είναι και εκείνη που θα στιγματίσει την μακρά καριέρα του. Τζεραλντ "Στόουν" Κρίζον είναι το πλήρες όνομα του φυλακισμένου, που θα κληθεί να κρίνει αν είναι ή όχι ικανός για ταχύτερη επανένταξη στην κοινωνία. Μετά από κάποια χρόνια στη στενή, για την συγκάλυψη της δολοφονίας των παππούδων του, όταν έβαλε φωτιά στο σπίτι τους, σε κατάσταση αμόκ από την άσπρη σκόνη, ο εσώκλειστος θα κάνει αίτηση αποφυλάκισης, μα μπροστά του θα συναντήσει μονάχα την άρνηση από τον εκπρόσωπο της δικαιοσύνης. Κι όπως φαίνεται όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει η χείρα της σέξι συζύγου, που θα εμφανιστεί από το πουθενά, για να διαταράξει την - φαινομενική - ηρεμία του ηλικιωμένου θεοφοβούμενου δημόσιου λειτουργού, υποσχόμενη σέξι αγκαλιές, με αντάλλαγμα την άκοπη υπογραφή του στην αναστολή.
Καλά προμελετημένη παγίδα ή αγωνιώδης προσπάθεια μιας μοναχικής συζύγου να βγάλει όσο το δυνατόν νωρίτερα τον αγαπημένο της από το κελί? Όποια και να είναι η απάντηση στο ερώτημα, υπάρχει δεδομένο και αυτό έχει να κάνει με την ψυχοσύνθεση που αντιμετωπίζει αυτή την τελευταία του υπόθεση ο υποτιθέμενα έμπειρος δικαστικός. Με καθαρότερο μυαλό θα είχε αποφύγει με ευκολία τον σκόπελο, μα εσχάτως η πνευματική του ηρεμία έχει διαταραχτεί, τόσο από την αρνητική σημασία της έννοιας της συνταξιοδότησης (το αποκαλούμενο "καλό υπόλοιπο") όσο και από την παράξενη συμπεριφορά της μέθυσου και επί μισό αιώνα συντρόφου του. Κατάσταση που κάνει ακόμη πιο αφόρητη η επιθετικότητα που βγάζουν τα λόγια του εν παρανοία Στόουν, που υπό διαφορετικές συνθήκες, θα είχε εισηγηθεί δίχως δισταγμό το rejected στο αίτημα του και όλα θα είχαν λήξει μέλι γάλα. Ποιος μπορεί να αρνηθεί τις λάγνες γυμνές ματιές της - τι όνομα! - Λουσέτα, που κολάζουν ακόμη και 70χρονο..?
Ακολουθώντας τις αργές και λιτές γραμμές, που παρουσίασε και στο εξαιρετικά προσεγμένο αρτιστικά Painted Veil, ο John Curran, προσφέρει ένα ψυχολογικό δράμα, που εστιάζει σε τέσσερις συντετριμμένες προσωπικότητες. Δεν στέκεται απλά στην παρουσίαση ενός ημι-αστυνομικού θρίλερ, με ερωτικές προεκτάσεις, κάτι που θα ήταν, μάλλον, η εύκολη λύση, αλλά επιχειρεί να πάει την ιστορία του δύο βήματα παρακάτω. Κι εκεί εμφανίζονται οι αδυναμίες περισσότερο της έμπνευσης του και λιγότερο του σεναρίου που υπογράφει ο Angus McLachlan, αφού δεν καταφέρνει να ζυγίσει συναισθήματα, πάθη και φόβους σωστά, πλατιάζοντας και χάνοντας τον στόχο στο φινάλε.
Για πες: Αμέτοχοι της αστοχίας του, δεδομένα πάντως παραμένουν οι ερμηνευτές του, που κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να σώσουν από την μεριά τους ότι μπορούν. Κι αν για τον De Niro, ξέρεις καλά πως δεν θα σε απογοητεύσει, μα ούτε και θα σε ενθουσιάσει όπως έκανε τον καιρό των Καλών Παιδιών και για τον Norton είσαι βέβαιος, πως θα σου δώσει μια ικανή επανάληψη των αμέτρητων βαρυποινίτικων στιγμών της καριέρας του, μάλλον δεν είσαι έτοιμος να δεχτείς πως οι γυναικείοι ρόλοι, στέκονται σε ανάλογα επίπεδα ποιότητας. Κάτι που σημαίνει υπέρβαση για την Milla, που δεν θυμάμαι ποτέ η έκφραση της να είχε ξεπεράσει την ομορφιά της, αλλά και επιβράβευση για την εξαίρετη ρολίστα Frances Conroy, που υπό καλύτερες συνθήκες θα υποδυόταν το πρόσωπο που θα εξέλισσε την ανολοκλήρωτη ιστορία - αυτό της βουβής, παραμελημένης και ξεχασμένης συζύγου - μα τελικά θα την θυμόμαστε για την μόνιμα βουτηγμένη στο ουίσκι μεσήλικη μελαγχολία της.
Στις δικές μας αίθουσες, 7 Οκτωβρίου 2010 από την Odeon
Rewind /// Trailer - Stone
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική