White winter hymnal. Για έναν ολόκληρο χειμώνα, αποτέλεσε τον ρόλο που αποθεώθηκε από κοινό και κριτική, στο σανίδι του Μπροντγουέι. Δεν ήταν και τόσο μεγάλη έκπληξη λοιπόν, που ο καταξιωμένος Philip Seymour Hoffman, μετά από είκοσι περίπου χρόνια καριέρας, επέλεξε το θέμα του Jack Goes Boating για να αποτελέσει την ιστορία της πρώτης του σκηνοθετικής κινηματογραφικής απόπειρας. Μια γλυκόπικρη ιστορία, που στο επίκεντρο της έχει δύο ζευγάρια ενηλίκων, που αντιμετωπίζουν τον έρωτα με αντίθετη ματιά κάτω από τον ουρανό της σύγχρονης μεγαλούπολης. Για το ένα, τα πάντα τώρα ξεκινάνε, αφού οι μέχρι χθες άγνωστοι, νιώθουν ιδιαίτερη έλξη ο ένας για τον άλλον, και καταλαβαίνουν πως αυτή η χημεία μπορεί να γίνει η βάση μιας υγιούς σχέσης. Για το δεύτερο αντρόγυνο, όμως, η πορεία είναι διαφορετική, αφού μετά από πολλά χρόνια συνύπαρξης, έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση μέχρι την οριστική κατάρρευση. Τα πρώτα σχόλια από το Sundance όπου το φιλμ έκανε την επίσημη πρεμιέρα του - στις αμερικάνικες αίθουσες θα προβληθεί σε περιορισμένο κύκλωμα στις 17 Σεπτέμβρη - ήταν θετικά, όχι όμως θετικότερα της αντίστοιχης θεατρικής βερσιόν, εκτιμώντας πως η ανθρώπινη αμεσότητα στον περιορισμένο χώρο της σκηνής, έπαιξε σημαντικότερο ρόλο από κάποια εξωτερικά χειμωνιάτικα γυρίσματα της Νέας Υόρκης.


Οι περισσότεροι όμως συμφωνούν, πως δύσκολα ο Hoffman δεν θα βρεθεί και πάλι ανάμεσα στους πέντε επικρατέστερους των οσκαρικών ερμηνευτικών υποψηφιοτήτων, αν και εδώ που τα λέμε η ικανότητα του ως ηθοποιός, θα πρέπει να του δίνει a priori στο εφεξής την μία nomination. Την τετράδα των βασικών ρόλων συμπληρώνουν ο John Ortiz, η Daphne Ruben Vega - αμφότεροι συνοδοιπόροι του PSH και στο θεατρικό - και η χαρισματική όσο και υποτιμημένη κινηματογραφικά Amy Ryan.

Στις δικές μας αίθουσες, 50 / 50

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική