The Runaways

της Floria Sigismondi. Με τους Kristen Stewart, Dakota Fanning, Michael Shannon

Crimson And Clover...
του zerVo
Στην σημερινή εποχή του μπιτ, στο διεθνές πεντάγραμμο μεσουρανούν οι Pussycat Dolls, λίγο πριν βασίλευαν οι Spice Girls, παλιότερα στις πιο άγριες εποχές, το στέμμα φορούσαν οι Bangles με τις GoGo's. Οι πρώτες που λατρεύτηκαν σαν θεότητες όμως, ήταν οι Runaways. Είναι κομματάκι δύσκολο ένα biopic που αναφέρεται στα έργα και τις ημέρες ενός αστεριού της ροκ, να μην γοητεύσει τον μουσικόφιλο θεατή. Αν λάβω σαν γνώμονα περιπτώσεις σαν κι αυτή του Johnny Cash (Walk The Line), της Tina Turner (What's Love Got To Do), του Ian Curtis (Control) ή της Janis Joplin (The Rose) οι βιογραφίες αστέρων υψηλού διαμετρήματος, αποτελούν μιας πρώτης τάξης ευκαιρία για να μάθουν οι νεότεροι και να θυμηθούν οι πιο παλιοί, την διαδρομή τους στην σόουμπιζ, μέσα από μια δραματοποιημένη προσέγγιση των κυριότερων στιγμών της καριέρας τους. Και που όπως συνηθίζεται, εκτός από την επί σκηνής φωτογράφιση του σταρ, η κάμερα καλείται να ρίξει κλεφτές ματιές και πίσω από τις κουίντες, για να αποδώσει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα του λατρεμένου χαρακτήρα. Στιγμές που κατά βάση αφορούν την κρυφή ζωή του popular idol, αναδεικνύουν συνήθως την αρνητική πτυχή του και στην ουσία επιχειρούν να δείξουν στον κοινό θνητό, τι στο σατανά σημαίνει το μοτό Sex, Drugs And Rock"N'Roll, που για χρόνια ηχεί στα αυτιά του. Από τον κανόνα, δεν ξεφεύγει - ευτυχώς - ούτε το φιλμικό αφιέρωμα, στην πρώτη αμιγώς γυναικεία μπάντα που πάτησε την κορυφή του τοπ του Billboard, δίνοντας πρώτο λόγο στα ριφ της κιθάρας και όχι στο γκόσπελ και το μπλουζ, όπως έκαναν τα επιτυχημένα τρίο της ρυθμικής σόουλ.

Fender και μπαγκέτες, κατ αποκλειστικότητα στα μέσα της δεκαετίας του 70, κρατούσαν μόνο τα αντρικά χέρια. Είναι οι ημέρες της δόξας των Stones, των Floyd και των Zeppelin, που προκαλούν πανικό σε κάθε sold out live τους μπροστά στα εκστασιασμένα πλήθη. Η ιδέα ενός ικανού παραγωγού, του Kim Fowley, να μετατρέψει μια κοριτσίστικη παρέα σε ροκ μπάντα, εις μάτην των προσταγών που προέβλεπαν παταγώδη αποτυχία, θα αποδειχτεί χρυσοφόρα. Διαθέτοντας σαν βάση του συγκροτήματος την χαρισματική Joan Jett, την ντράμερ Sandy West και την κιθαρίστρια Lita Ford - όλες έφηβες - θα ποντάρει στο σούπερ σέξι ίματζ της αγγελικής δεκαπεντάχρονης ξανθιάς Cherri Currie για τα φωνητικά και θα τινάξει την μπάνκα στον αέρα. Για μια πενταετία το ροκ κουιντέτο των Runaways, θα σαρώσει τα τσαρτς, αποφέροντας στα ταμεία της Mercury εκατομμύρια δολάρια και μετατρέποντας τα μέλη του από άβγαλτα σχολιαρόπαιδα σε ινδάλματα της νεολαίας. Η ταχύτατη εκτόξευση στον έβδομο ουρανό, όμως πάντοτε σημαίνει και ανάλογη θορυβώδη πτώση, κανόνας που επιβεβαιώθηκε πλήρως και στην περίπτωση των κοριτσιών από την Καλιφόρνια.

Θα ήταν μεγάλη έκπληξη άλλωστε να καταφέρουν ανήλικες αδύναμες πλάτες να σηκώσουν
τόση επιτυχία. Το φιλμ εστιάζει στην ιδιόμορφη σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στην φυσική ηγέτιδα Τζόαν και την τραγουδίστρια Τσέρι, τα δύο λαμπερότερα ονόματα του γκρουπ. Ένα πολυεπίπεδο σμίξιμο, που την μια στιγμή τις ήθελε φίλες, την άλλη συνεργάτιδες, την επομένη ερωμένες και στο φινάλε απογοητευμένες αντιπάλους. Η κάμερα της Ιταλιάνας Floria Sigismondi, παίρνοντας τροφή από το μπεστ σέλλερ με τα απομνημονεύματα της lead singer, εστιάζει σε αυτή την μοιραία λατρεία που φιλτραρίστηκε μέσω των φλας, των στρας και της κόκας, για να εξελιχθεί σε οριστική ρήξη. Η συνέχεια πασίγνωστη, με την Jett κλείνοντας για πάντα πίσω της το κεφάλαιο Runaways, να εξελίσσεται σε μια από τις διασημότερες ροκ περσόνες σε αντίθεση με την Currie, που ποτέ της δεν ξεπέρασε τον εθισμό της στις ουσίες, καταστρέφοντας έτσι μια ελπιδοφόρα καριέρα. Το φινάλε γλυκερό και συγκινητικό, υπό τους ήχους του ερωτικού Crimson And Clover, καταδυκνείει το πόσο σημαντική υπήρξε η μία προσωπικότητα για την άλλη.

Για πες: Ότι το αφιέρωμα στις Runaways, δεν ξεφεύγει από τις ράγες της τυποποιημένης μουσικής βιογραφίας, δεν μπορώ να πω πως με ενόχλησε, αντίθετα μου δημιούργησε την νοσταλγική διάθεση, να θυμηθώ εικόνες ηλικίας τριάντα (και βάλε) ετών, βγαλμένες από το λίμπρο ντόρο της ροκ. Πέρα από τα λαμέ ντυσίματα των κοριτσιών, απόρροια του glam ύφους που κυριαρχούσε στα 70s, στο ικανό φορμάρισμα της ιστορίας, βοηθούν οι μελετημένες πρωταγωνιστικές ερμηνείες τόσο της Dakota Fanning, που δεν είναι πια το αθώο νήπιο του I Am Sam, αλλά μια εκρηκτική Cherrybomb τινέιτζερ, όσο και της μελαγχολικής ξανά Kristen Stewart, που με το κοντοκουρεμένο μαύρο μαλλί και το τσίτα δερμάτινο, αποδίδει με σπουδαίο τρόπο το αγρίμι αγοροκόριτσο. Από το παλαμάκι που έχεις να ρίξεις στο ταλαντούχο ντουέτο, κράτησε λίγο όμως και για τον Michael Shannon, έναν από τους ποιοτικότερους μοντέρνους ρολίστες, που εδώ χαρίζει την γυαλάδα του ματιού του, για να κτίσει την μορφή του δισυπόστατου ιμπρεσάριου, ενός χαρακτήρα που το σενάριο δεν δίνει την πρέπουσα σημασία, επιμένοντας να τραβά πολαρόιντ εποχής των άγουρων ειδώλων.




Στις δικές μας αίθουσες ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί