του Marco Bellocchio. Με τους Giovanna Mezzogiorno, Filippo Timi, Corrado Invernizzi
Νίκη!
του zerVo
Υπάρχουν στιγμές που απορώ με τον τρόπο προσέγγισης της εγχώριας διανομής σε κάποια φιλμς. Σύμφωνοι, είναι πλέον άνοιξη και ήρθε η στιγμή να βγουν τα αζήτητα από την αποθήκη, για να γεμίσουν τα προγράμματα των αιθουσών. Ας δείξουμε όμως τον πρέποντα σεβασμό, απέναντι στα πονήματα ανθρώπων που έχουν μοχθήσει για να τα ολοκληρώσουν. Αξίζουν, δεν αξίζουν. Όταν ο σκηνοθέτης - εδώ ο Bellocchio - ορίζει σαν τίτλο της ταινίας του το Vincere, κάπου αποσκοπεί, του έχει δώσει έναν σημειολογικό ρόλο, κάτι επιθυμεί να καθορίσει. Εδώ υπεισέρχεται ο δικός μας κανόνας, για να το βαφτίσει Κρυφή Ερωμένη, κλείνοντας πονηρά το μάτι και πετώντας στον αέρα δύο - τρία πιπεράτα υπονοούμενα τσόντας, μπας και τραβήξει καμιά πενηνταριά παραπάνω θεατές, που δεν χορταίνουν μόνο με το μεσημεριανό κους κους. Νίκη είναι ο πραγματικός τίτλος. Νίκη!
Οι πύρινοι λόγοι και το γεμάτο σοσιαλισμό πάθος του Μπενίτο Μουσολίνι, ήταν εκείνα που συγκίνησαν την πρόσχαρη Ίντα Νταλσέρ, ώστε να πέσει δίχως αναστολές στην αγκαλιά του. Το πάθος που έζησαν μοιραίο, μέχρι την στιγμή που εκείνη ρευστοποιώντας την περιουσία της θα δώσει ότι έχει και δεν έχει στον φιλόδοξο πολιτικό, για να ιδρύσει την δική του εφημερίδα, Popolo D'Italia. Η συνέχεια κατά το ήμισυ γνωστή. Ο φλογερός νέος θα αποποιηθεί την αριστερή του καταβολή, θα ασπαστεί τον φασισμό και θα μεταλλαχτεί στον παρανοϊκό μονάρχη Ντούτσε, θέτοντας υπό απόλυτα αυταρχική κατοχή την δημοκρατικότητα μιας ολόκληρης χώρας. Όσο για εκείνη που επένδυσε τα πάντα στο πρόσωπο του, προκειμένου να μην αναστατωθεί η οικογενειακή γαλήνη του δικτάτορα, χάθηκε στην λήθη του χρόνου, σαν ένα πρόσωπο που δεν υπήρξε ποτέ. Μόλις πρόσφατα αποκαλύφθηκαν στοιχεία του θαμμένου ειδυλλίου, αλλά και της ύπαρξης ενός εξώγαμου (?) που επίσης καταδιώχτηκε προκειμένου να μην τσαλακώσει την τραγελαφική εικόνα του Μουσολίνι. Το Vincere στηρίζει τον σεναριακό του σπινθήρα, σε αυτή την ιδιόμορφη ερωτική σχέση, προσφέροντας συνάμα μια ιστορική εικόνα της περιόδου 1910 - 1940, που έδρασε κατά κύριο λόγο ο μεγαλομανής απατεώνας.
Ο Bellocchio όμως δεν στέκεται μονάχα στο να παρουσιάσει ένα τυπικό σινερομάντζο με μελοδραματικές προεκτάσεις. Χρησιμοποιεί την διαχρονική δυναμική του κυρίως θέματος του, για να αναδείξει την υπέρτατη ισχύ που διαθέτουν σε όλες τις εποχές, οι πολυλογάδες λαϊκιστές, που εμφανίζονται κατά καιρούς φορώντας την μουτσούνα του εθνοσωτήρα. Η Νταλσέρ προσωποποιεί τον λαουτζίκο, την εύπλαστη μάζα του κόσμου, που πείθεται από τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα των κάθε λογής πολιτικάντηδων, που ερίζουν της εμπιστοσύνης του. Για τον εκκολαπτόμενο εθνάρχη, το σώμα δίνει την ψυχή του, το αίμα του, μπορεί να κάνει τα πάντα προκειμένου να τον αναδείξει. Η αντίδραση εκείνου που θα καθίσει στην καρέκλα του διοικητή είναι η συνήθης. Απάρνηση και λησμονιά. Δεν σε είδα, δεν σε ξέρω. Και αν το συνεχίσεις, θα σε καταστρέψω. Πόσο σθένος χρειάζεται όμως για να ξεκινήσει ο κατατρεγμένος αγώνα ενάντια στο πανίσχυρο καθεστώς? Ο θεράπων γιατρός της προδομένης Ίντα, δίνει την θεώρηση της κοινής λογικής: Χούντα είναι, μέχρι να πέσει σε πέντε, δέκα χρόνια, είμαστε υποχρεωμένοι να χορεύουμε όταν βαρά το ντέφι. Σε μια τέτοια περίπτωση δόκτορα μου, ίσως να βγεις αλώβητος σωματικά από το κακό. Σε καμία περίπτωση όμως, όταν τα ηνία ξαναπάρει ο λαός, δεν θα έχεις το σθένος να φωνάξεις Νενικήκαμεν!
Για πες: Πέραν των δραματικών πλάνων, όπου κυριαρχεί η καταρρακωμένη φιγούρα της κατευθυνόμενα θεωρούμενης τρελής ερωμένης του αρχηγού, το Vincere ξεδιπλώνεται με έναν ιδιαίτερο τρόπο που χρησιμοποιεί ντοκουμέντα της εποχής, αναμεμειγμένα με το ιδιαίτερο οπερετικό ύφος που διακρίνει τους γείτονες. Η μορφή του Ντούτσε έχει δύο διαστάσεις, όσες και η πολιτική διαδρομή του. Στην αρχή του φιλμ, φέρει την εικόνα του αξιοπρεπή ερμηνευτή Filippo Timi, που με την ψηλή θωριά του, της αποδίδει μια ευθυτενή μαχητική διάσταση. Κατοπινά όμως, δια μέσου των ασπρόμαυρων επικαίρων, η τάξη αποκαθίσταται με τον Μουσολίνι, να έχει εξελιχθεί πλέον στην γνώριμη καρικατούρα. Δίχως άλλο όμως την παράσταση, αλλά και το μεγαλύτερο χειροκρότημα, κερδίζει η πλέον ταλαντούχα σύγχρονη Ιταλίδα ηθοποιός Giovanna Mezzogiorno, που στην γεμάτη μελαγχολία και πόνο ματιά της, περικλείει όλη την αίσθηση της περιθωριοποιημένης, λησμονημένης και κατοπινά ψυχικά βασανισμένης ψυχής. Που σε καμία περίπτωση όμως δεν παρέδωσε τα όπλα και με παροιμιώδη επιμονή, αψήφησε την ισχύ του στρατιωτικού νόμου για να διεκδικήσει τόσο τα δικαιώματα τα δικά της, αλλά και του εξίσου ταλαιπωρημένου παιδιού της.
Οι πύρινοι λόγοι και το γεμάτο σοσιαλισμό πάθος του Μπενίτο Μουσολίνι, ήταν εκείνα που συγκίνησαν την πρόσχαρη Ίντα Νταλσέρ, ώστε να πέσει δίχως αναστολές στην αγκαλιά του. Το πάθος που έζησαν μοιραίο, μέχρι την στιγμή που εκείνη ρευστοποιώντας την περιουσία της θα δώσει ότι έχει και δεν έχει στον φιλόδοξο πολιτικό, για να ιδρύσει την δική του εφημερίδα, Popolo D'Italia. Η συνέχεια κατά το ήμισυ γνωστή. Ο φλογερός νέος θα αποποιηθεί την αριστερή του καταβολή, θα ασπαστεί τον φασισμό και θα μεταλλαχτεί στον παρανοϊκό μονάρχη Ντούτσε, θέτοντας υπό απόλυτα αυταρχική κατοχή την δημοκρατικότητα μιας ολόκληρης χώρας. Όσο για εκείνη που επένδυσε τα πάντα στο πρόσωπο του, προκειμένου να μην αναστατωθεί η οικογενειακή γαλήνη του δικτάτορα, χάθηκε στην λήθη του χρόνου, σαν ένα πρόσωπο που δεν υπήρξε ποτέ. Μόλις πρόσφατα αποκαλύφθηκαν στοιχεία του θαμμένου ειδυλλίου, αλλά και της ύπαρξης ενός εξώγαμου (?) που επίσης καταδιώχτηκε προκειμένου να μην τσαλακώσει την τραγελαφική εικόνα του Μουσολίνι. Το Vincere στηρίζει τον σεναριακό του σπινθήρα, σε αυτή την ιδιόμορφη ερωτική σχέση, προσφέροντας συνάμα μια ιστορική εικόνα της περιόδου 1910 - 1940, που έδρασε κατά κύριο λόγο ο μεγαλομανής απατεώνας.
Ο Bellocchio όμως δεν στέκεται μονάχα στο να παρουσιάσει ένα τυπικό σινερομάντζο με μελοδραματικές προεκτάσεις. Χρησιμοποιεί την διαχρονική δυναμική του κυρίως θέματος του, για να αναδείξει την υπέρτατη ισχύ που διαθέτουν σε όλες τις εποχές, οι πολυλογάδες λαϊκιστές, που εμφανίζονται κατά καιρούς φορώντας την μουτσούνα του εθνοσωτήρα. Η Νταλσέρ προσωποποιεί τον λαουτζίκο, την εύπλαστη μάζα του κόσμου, που πείθεται από τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα των κάθε λογής πολιτικάντηδων, που ερίζουν της εμπιστοσύνης του. Για τον εκκολαπτόμενο εθνάρχη, το σώμα δίνει την ψυχή του, το αίμα του, μπορεί να κάνει τα πάντα προκειμένου να τον αναδείξει. Η αντίδραση εκείνου που θα καθίσει στην καρέκλα του διοικητή είναι η συνήθης. Απάρνηση και λησμονιά. Δεν σε είδα, δεν σε ξέρω. Και αν το συνεχίσεις, θα σε καταστρέψω. Πόσο σθένος χρειάζεται όμως για να ξεκινήσει ο κατατρεγμένος αγώνα ενάντια στο πανίσχυρο καθεστώς? Ο θεράπων γιατρός της προδομένης Ίντα, δίνει την θεώρηση της κοινής λογικής: Χούντα είναι, μέχρι να πέσει σε πέντε, δέκα χρόνια, είμαστε υποχρεωμένοι να χορεύουμε όταν βαρά το ντέφι. Σε μια τέτοια περίπτωση δόκτορα μου, ίσως να βγεις αλώβητος σωματικά από το κακό. Σε καμία περίπτωση όμως, όταν τα ηνία ξαναπάρει ο λαός, δεν θα έχεις το σθένος να φωνάξεις Νενικήκαμεν!
Για πες: Πέραν των δραματικών πλάνων, όπου κυριαρχεί η καταρρακωμένη φιγούρα της κατευθυνόμενα θεωρούμενης τρελής ερωμένης του αρχηγού, το Vincere ξεδιπλώνεται με έναν ιδιαίτερο τρόπο που χρησιμοποιεί ντοκουμέντα της εποχής, αναμεμειγμένα με το ιδιαίτερο οπερετικό ύφος που διακρίνει τους γείτονες. Η μορφή του Ντούτσε έχει δύο διαστάσεις, όσες και η πολιτική διαδρομή του. Στην αρχή του φιλμ, φέρει την εικόνα του αξιοπρεπή ερμηνευτή Filippo Timi, που με την ψηλή θωριά του, της αποδίδει μια ευθυτενή μαχητική διάσταση. Κατοπινά όμως, δια μέσου των ασπρόμαυρων επικαίρων, η τάξη αποκαθίσταται με τον Μουσολίνι, να έχει εξελιχθεί πλέον στην γνώριμη καρικατούρα. Δίχως άλλο όμως την παράσταση, αλλά και το μεγαλύτερο χειροκρότημα, κερδίζει η πλέον ταλαντούχα σύγχρονη Ιταλίδα ηθοποιός Giovanna Mezzogiorno, που στην γεμάτη μελαγχολία και πόνο ματιά της, περικλείει όλη την αίσθηση της περιθωριοποιημένης, λησμονημένης και κατοπινά ψυχικά βασανισμένης ψυχής. Που σε καμία περίπτωση όμως δεν παρέδωσε τα όπλα και με παροιμιώδη επιμονή, αψήφησε την ισχύ του στρατιωτικού νόμου για να διεκδικήσει τόσο τα δικαιώματα τα δικά της, αλλά και του εξίσου ταλαιπωρημένου παιδιού της.
Στις δικές μας αίθουσες 13 Μαΐου, από την Odeon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική