του Andrzej Jakimowski. Με τους Damian Ul, Ewelina Walendziak, Tomasz Sapryk
Τα τρένα που φύγαν...
του zerVo
Με πολλά ψυχικά σημάδια, εξαιτίας της εγκατάλειψης που ένιωσαν από την φυγή του πατέρα τους από το σπίτι, ένας οκτάχρονος φαντασμένος πιτσιρικάς, μαζί με την όμορφη κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερη αδελφή του, παίζουν με την μοίρα, ελπίζοντας πως κάποια στιγμή εκείνος θα επιστρέψει. Έχω την εντύπωση πως αν κλείσω σήμερα τα μάτια μου και τα ξανανοίξω σε πέντε αιώνες, για να παρακολουθήσω μια ταινία προερχόμενη από το - κάποτε αποκαλούμενο - ανατολικό μπλοκ, δεν θα έχει αλλάξει τίποτα απολύτως. Θα υπάρχει το ίδιο μελαγχολικό ύφος, ο ίδιος μουντός ουρανός, τα ίδια τούβλινα σπιτάκια στο φόντο, τα ίδια ξανθά παιδάκια με τα βρώμικα νυχάκια να περιφέρονται στους ίδιους απρόσωπους δρόμους. Δεν κρίνω το παρελθόν. Η Πολωνία είναι μια χώρα με τόση παράδοση στο σινεμά όσο λίγες στην Ευρώπη. Το να παραμένεις στον κινηματογράφο του 1950 όμως, δίχως να επιχειρείς ούτε μισό βηματάκι μπροστά, έτσι για το θεαθήναι του εκσυγχρονισμού βρε αδερφέ, το μόνο που θα σου αποφέρει είναι τα παλαμάκια των θεατών στα περιφερειακά τμήματα των μεγάλων φεστιβάλ και τα αντίστοιχα βραβεία τους. Από δαύτα το Tricks είναι όχι απλώς πλούσιο, αλλά δισεκατομμυριούχο. Καλό θα ήταν όμως να δείξει και λίγο ελκυστικό και ουχί παλιομοδίτικο, μπας και τραβήξει λιγάκι το ενδιαφέρον εκείνου που θα θελήσει να αποκαλύψει τα κάλλη του.
Για πες: Ο Jakimowski κτίζει μια ευαίσθητη ιστορία, έχοντας στο προσκήνιο το όνειρο ενός μπόμπιρα, να καταφέρει κάποτε να ενώσει και πάλι την τετραμελή του φαμίλια. Για να το πετύχει, ξέροντας πως κάτι τέτοιο ξεπερνά τις δυνάμεις του, παίζει το παιχνίδι των αλυσιδωτών αντιδράσεων της μοίρας, που πολλές φορές τον έχει βγάλει ασπροπρόσωπο. Γιατί να μην συμβεί το ίδιο, με τον κύριο με την βαλίτσα, που συναντά καθημερινά στο σταθμό και πιστεύει ακράδαντα, βάση μιας ταλαιπωρημένης φωτογραφίας, πως αυτός είναι ο μπαμπάς του. Στο φόντο δύο τρεις υπο-ιστορίες, επιχειρούν να συντονίσουν τους χαρακτήρες, πέραν του μικρού που είναι απρόβλεπτος, της φιλόδοξης να πιάσει μια καλή δουλειά, μήπως και ξεφύγει από την λάντζα αδελφής, του ματαιόδοξου θορυβώδη μηχανόβιου αγαπητικού, του κουστουμαρισμένου κυρίου, που θέλει κάποια στιγμή να κάνει την επανάσταση του και να μην ακολουθήσει το σύνηθες προκαθορισμένο του πρόγραμμα. Η ποίηση ξεχειλίζει, πολλές φορές ταλαιπωρεί και αποπροσανατολίζει από το ελπιδοφόρο μήνυμα που θέλει να βγάλει το Sztuczki. Οι αξιοπρεπείς ερμηνείες των μεγαλύτερων, προσπαθούν να υποστηρίξουν το επίμονο βλέμμα του μικρού - όχι η καλύτερη παιδική παρουσία που έχω δει ποτέ - που δεν ακολουθεί τους συνομηλίκους του στο παιχνίδι, προτιμώντας να βαδίζει ολομόναχος πάνω στις ράγες του τρένου. Του μέσου που μπορεί μια ηλιόλουστη μέρα, μπορεί όχι μακρινή, να φέρει πίσω το πρόσωπο που περιμένει...
Για πες: Ο Jakimowski κτίζει μια ευαίσθητη ιστορία, έχοντας στο προσκήνιο το όνειρο ενός μπόμπιρα, να καταφέρει κάποτε να ενώσει και πάλι την τετραμελή του φαμίλια. Για να το πετύχει, ξέροντας πως κάτι τέτοιο ξεπερνά τις δυνάμεις του, παίζει το παιχνίδι των αλυσιδωτών αντιδράσεων της μοίρας, που πολλές φορές τον έχει βγάλει ασπροπρόσωπο. Γιατί να μην συμβεί το ίδιο, με τον κύριο με την βαλίτσα, που συναντά καθημερινά στο σταθμό και πιστεύει ακράδαντα, βάση μιας ταλαιπωρημένης φωτογραφίας, πως αυτός είναι ο μπαμπάς του. Στο φόντο δύο τρεις υπο-ιστορίες, επιχειρούν να συντονίσουν τους χαρακτήρες, πέραν του μικρού που είναι απρόβλεπτος, της φιλόδοξης να πιάσει μια καλή δουλειά, μήπως και ξεφύγει από την λάντζα αδελφής, του ματαιόδοξου θορυβώδη μηχανόβιου αγαπητικού, του κουστουμαρισμένου κυρίου, που θέλει κάποια στιγμή να κάνει την επανάσταση του και να μην ακολουθήσει το σύνηθες προκαθορισμένο του πρόγραμμα. Η ποίηση ξεχειλίζει, πολλές φορές ταλαιπωρεί και αποπροσανατολίζει από το ελπιδοφόρο μήνυμα που θέλει να βγάλει το Sztuczki. Οι αξιοπρεπείς ερμηνείες των μεγαλύτερων, προσπαθούν να υποστηρίξουν το επίμονο βλέμμα του μικρού - όχι η καλύτερη παιδική παρουσία που έχω δει ποτέ - που δεν ακολουθεί τους συνομηλίκους του στο παιχνίδι, προτιμώντας να βαδίζει ολομόναχος πάνω στις ράγες του τρένου. Του μέσου που μπορεί μια ηλιόλουστη μέρα, μπορεί όχι μακρινή, να φέρει πίσω το πρόσωπο που περιμένει...
Στις δικές μας αίθουσες 29 Απριλίου 2010 από την Mikrokosmos
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική