του Heitor Dhalia. Με τους Vincent Cassel, Camilla Belle, Débora Bloch, Laura Neiva
La Boom A La Brasiliana...
του zerVo
Συγγραφέας με έλλειψη έμπνευσης και πάμπολλα οικονομικά προβλήματα, περνά τις διακοπές του, μαζί με την τετραμελή φαμίλια του, σε τουριστικό παραλιακό θέρετρο. Την γαλήνη και την ξενοιασιά της οικογένειας, θα διαλύσει η αποκάλυψη της μεγάλης του κόρης, πως εκείνος διατηρεί ερωτικό δεσμό με την προκλητική γειτόνισσα. Από Λατινοαμερικάνους και δη Βραζιλιάνους, περίμενα λίγο περισσότερο ανοιχτό μυαλό, σε τέτοια ζητήματα, που έχουν να κάνουν με την αναστάτωση της εστίας, για χάρη της απιστίας ενός εκ των δύο γονιών. Όχι δηλαδή πως το ζήτημα γεννάται με την ιδίοις όμασι από την πιτσιρίκα, ερωτική συνεύρεση του λατρεμένου της μπαμπά, με μια πραγματική κούκλα, που κατοικεί στην απέναντι βίλα. Η συννεφιά ήδη προϋπάρχει στο σπίτι. Αρκεί μια ματιά και μόνο να ρίξει κανείς στο ύφος της μάνας, που περιφέρεται διαρκώς με ένα ποτήρι στο χέρι, ένα τσιγάρο στα δάκτυλα και το γνώριμο μισοεπιθετικό - μισοκακόμοιρο υφάκι της προδομένης κυράς. Στην ουσία εκείνη γνωρίζει τα πάντα, αλλά όπως συμβαίνει σε απόλυτη τιμή σε τέτοιες περιπτώσεις, η απόδειξη της απιστίας είναι που μπήγει το μαχαίρι βαθιά στην ανοιχτή πληγή. Αν πάντως το θεματάκι του A Deriva, σου έχει θυμίσει μέχρι στιγμής απογευματινή soap opera, ούτε άδικο έχεις, ούτε - για να μην έχεις ενοχές - το αδικείς...
Η αφήγηση της ιστορίας, που υπογράφει σε όλους τους τομείς της, ο ανερχόμενος καριόκα σκηνοθέτης Heitor Dhalia, γίνεται μέσα από τα μάτια μιας δεκατετράχρονης και η χρονική πορεία της εξέλιξης της, συμπίπτει με την στιγμή που αυτή από κοριτσάκι, μεταλλάσσεται σε γυναίκα. Την ώρα που οι ορμόνες μέσα της χοροπηδούν και τα φλερτ με τους γεμάτους ακμή συνομήλικους δίνουν και παίρνουν, το μαντάτο που η ίδια ξεσκεπάζει, θα την αναστατώσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αναζητήσει ακόμη μεγαλύτερη διέξοδο σε αντρική αγκαλιά. Ωπ! Να το στοιχείο κλειδί της υπόθεσης: Η Φιλίπα ζηλεύει! Όπως τα περισσότερα κορίτσια της τρυφερής της ηλικίας, νιώθει το χάδι του πατέρα, το φιλί, την θέρμη του - λογικά - σαν κάτι το μοναδικό, που όμοιο του δεν πρόκειται να της προσφέρει ποτέ, ακόμη και ο πιο καυτός εραστής. Η λικνίζουσα καλλονή με τα παρεό, που έκλεψε τον άντρα της μάνας, της έχει κάνει ακόμη μεγαλύτερο κακό, στερώντας τον μοναδικό αγαπημένο της, από την στιγμή που ήρθε στον κόσμο. Μοιάζει συγκινητικό το στόρι, που δοσμένο μάλιστα μέσα από την παιδιάστικη λογική, μπορεί και να σε συναρπάσει. Δυστυχώς όμως οι διάλογοι είναι τόσο ρηχοί, επίπεδοι και δίχως συναίσθημα, που νομίζεις πως το Όταν Έρχονται τα Σύννεφα, θέλει να σε διώξει, παρά να σε προκαλέσει να το παρακολουθήσεις.
Για πες: Η έκπληξη στην περίπτωση μας, έχει να κάνει με το γεγονός πως το γραμμένο στην ντόπια πορτογαλική διάλεκτο σενάριο, αποδίδεται από ένα διεθνές καστ, γνώριμων σταρς, που δεν έχουμε συνηθίσει να μιλούν άλλη γλώσσα πέραν της δικής τους. Κι αν ο ρόλος της σούπερ σέξι Camilla Belle, περιορίζεται απλώς σε μερικά γδυσίματα και λιγοστές ατάκες, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τον αγαπημένο Vincent Cassell, που ερμηνεύει το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, τον ερωτικά ανήσυχο πατέρα. Ο Γάλλος είναι φανερό πως νιώθει άβολα μέσα στο κοστούμι μιας άγνωστης του ομιλίας, ώστε να μην είναι ο αεράτος πρωταγωνιστής που γνωρίζουμε. Η καλύτερη παρουσία του φιλμ ανήκει δίχως άλλο στην βραζιλιάνα ντίβα Debora Bloch, που παίζει με την αβάντα του εντός έδρας και την απίθανη κορμάρα - για πενηντάρα - την απογοητευμένη κι απελπισμένη σύζυγο, εν αντιθέσει με την πρωτοεμφανιζόμενη Laura Neiva, που ως κόρη της, περνά απαρατήρητη. Ίσως αυτό να είναι το σημείο που η ταινία χάνει το βασικό της στοίχημα, αφού η άχρωμη μικρή, δεν απογειώνει την δραματουργία που αντιστοιχεί στον ρόλο της, με συνέπεια να μην τηρούνται οι ισορροπίες και το Adrift να καταλήγει σαν μια υπέροχα φωτισμένη καρτ ποστάλ, με προσεγμένα νεταρισμένο φόντο, που το υποκείμενο όμως έχει κουνηθεί.
Η αφήγηση της ιστορίας, που υπογράφει σε όλους τους τομείς της, ο ανερχόμενος καριόκα σκηνοθέτης Heitor Dhalia, γίνεται μέσα από τα μάτια μιας δεκατετράχρονης και η χρονική πορεία της εξέλιξης της, συμπίπτει με την στιγμή που αυτή από κοριτσάκι, μεταλλάσσεται σε γυναίκα. Την ώρα που οι ορμόνες μέσα της χοροπηδούν και τα φλερτ με τους γεμάτους ακμή συνομήλικους δίνουν και παίρνουν, το μαντάτο που η ίδια ξεσκεπάζει, θα την αναστατώσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αναζητήσει ακόμη μεγαλύτερη διέξοδο σε αντρική αγκαλιά. Ωπ! Να το στοιχείο κλειδί της υπόθεσης: Η Φιλίπα ζηλεύει! Όπως τα περισσότερα κορίτσια της τρυφερής της ηλικίας, νιώθει το χάδι του πατέρα, το φιλί, την θέρμη του - λογικά - σαν κάτι το μοναδικό, που όμοιο του δεν πρόκειται να της προσφέρει ποτέ, ακόμη και ο πιο καυτός εραστής. Η λικνίζουσα καλλονή με τα παρεό, που έκλεψε τον άντρα της μάνας, της έχει κάνει ακόμη μεγαλύτερο κακό, στερώντας τον μοναδικό αγαπημένο της, από την στιγμή που ήρθε στον κόσμο. Μοιάζει συγκινητικό το στόρι, που δοσμένο μάλιστα μέσα από την παιδιάστικη λογική, μπορεί και να σε συναρπάσει. Δυστυχώς όμως οι διάλογοι είναι τόσο ρηχοί, επίπεδοι και δίχως συναίσθημα, που νομίζεις πως το Όταν Έρχονται τα Σύννεφα, θέλει να σε διώξει, παρά να σε προκαλέσει να το παρακολουθήσεις.
Για πες: Η έκπληξη στην περίπτωση μας, έχει να κάνει με το γεγονός πως το γραμμένο στην ντόπια πορτογαλική διάλεκτο σενάριο, αποδίδεται από ένα διεθνές καστ, γνώριμων σταρς, που δεν έχουμε συνηθίσει να μιλούν άλλη γλώσσα πέραν της δικής τους. Κι αν ο ρόλος της σούπερ σέξι Camilla Belle, περιορίζεται απλώς σε μερικά γδυσίματα και λιγοστές ατάκες, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τον αγαπημένο Vincent Cassell, που ερμηνεύει το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, τον ερωτικά ανήσυχο πατέρα. Ο Γάλλος είναι φανερό πως νιώθει άβολα μέσα στο κοστούμι μιας άγνωστης του ομιλίας, ώστε να μην είναι ο αεράτος πρωταγωνιστής που γνωρίζουμε. Η καλύτερη παρουσία του φιλμ ανήκει δίχως άλλο στην βραζιλιάνα ντίβα Debora Bloch, που παίζει με την αβάντα του εντός έδρας και την απίθανη κορμάρα - για πενηντάρα - την απογοητευμένη κι απελπισμένη σύζυγο, εν αντιθέσει με την πρωτοεμφανιζόμενη Laura Neiva, που ως κόρη της, περνά απαρατήρητη. Ίσως αυτό να είναι το σημείο που η ταινία χάνει το βασικό της στοίχημα, αφού η άχρωμη μικρή, δεν απογειώνει την δραματουργία που αντιστοιχεί στον ρόλο της, με συνέπεια να μην τηρούνται οι ισορροπίες και το Adrift να καταλήγει σαν μια υπέροχα φωτισμένη καρτ ποστάλ, με προσεγμένα νεταρισμένο φόντο, που το υποκείμενο όμως έχει κουνηθεί.
Στις αίθουσες 25 Μαρτίου 2010 από την Odeon
1 σχόλια:
διαφωνω πολυ καλη ταινια.Με σχετικα καλες ερμηνειες ιδιαιτερα απο την μικρη.
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική