4 Black Suits

του Ρένου Χαραλαμπίδη. Με τους Ρένο Χαραλαμπίδη, Γιάννη Ζουγανέλη, Τάκη Σπυριδάκη, Άλκη Παναγιωτίδη, Δημήτρη Πουλικάκο, Τιτίκα Σαριγκούλη

Ο Θησαυρός του Μακαρίτη
του zerVo
Πέντε χρόνια πριν, με αφορμή την προβολή της τελευταίας ταινίας του Ρένου Χαραλαμπίδη, Η Καρδιά του Κτήνους, είχα εκφράσει την ένσταση μου για την διπλοθεσία του, ως σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής αντίστοιχα, εκτιμώντας πως η μία τάση επιβαρύνει αρνητικά και σε σημαντικό βαθμό την άλλη. Σήμερα ο δημοφιλέστατος καλλιτέχνης, επιστρέφοντας με τα ολοκαίνουργα 4 Μαύρα Κουστούμια του, ακολουθεί μια ακόμη πιο συγκεντρωτική τακτική, αφού εκτός από την διεύθυνση και την ερμηνεία, αναλαμβάνει ο ίδιος την συγγραφή του σεναρίου, αλλά και την μουσική επένδυση του έργου του. Μια κίνηση που τόνισε ακόμη περισσότερο την άποψη μου, δίνοντας μου λαβή να πιστέψω πως αν ο σαραντάχρονος πια Ρένος, έριχνε το βάρος του αποκλειστικά και απερίσπαστα, μόνο στην σκηνοθεσία - που αποτελεί δεδομένα το δυνατό του σημείο - θα μπορούσε να κάνει θαύματα...

Ένας αλογομούρης, ένας αποτυχημένος ηθοποιός, ένας μπεκρής κι ένας άρτι αποφυλακισμένος μικροκακοποιός. Τέσσερις τύποι στα πρόθυρα της οικονομικής κατάρρευσης, θα ντυθούν κοράκια, προκειμένου να πραγματοποιήσουν, έναντι αδράς αμοιβής, την ύστατη επιθυμία ενός Έλληνα μετανάστη, κουβαλώντας το φέρετρο του πεζή, μέχρι το χωριό του, στην τελευταία κατοικία. Αθήνα - Λεύκτρα Βοιωτίας, λέει η διαδρομή στο χάρτη, ογδόντα χιλιόμετρα ποδαρόδρομος, με ένα κασόνι στον ώμο και κάτω από την αυγουστιάτικη λάβα, δεν και λίγο πράγμα. Το αγώι ξυπνά τον αγωγιάτη όμως, πόσο μάλλον όταν η τσέπη κάθε μέλους της τετράδας είναι αδειανή, τα χρέη τρέχουν και το μέλλον μοιάζει δυσοίωνο. Όταν οι κατά συνθήκη φίλοι, βρεθούν μπροστά στη δυσάρεστη αποκάλυψη της παγίδας που τους έστησε ο δικηγόρος - εκτελεστής της διαθήκης του πεθαμένου και καταλάβουν πως παραδάκι γιοκ, θα τους τεθεί το δίλημμα τι να τον κάνουν. Πάμε παραπέρα έστω και τσάμπα ή τον παρατάμε στην μέση της Εθνικής Οδού κι όποιος τον μαζέψει?

Μακάβριο το ερώτημα, που όμως απαιτεί ορθολογική απάντηση. Στοιχείο που είναι κομματάκι δύσκολο να βρεθεί στον κόσμο που κτίζει ο Χαραλαμπίδης, που αποτελείται από μόνο από λαμόγια και καιροσκόπους. Ανθρώπους που για χάρη του πρόσκαιρου κέρδους, δεν διστάζουν να εξαπατήσουν ακόμη και τον ίδιο τους τον εαυτό. Κι όμως στο βάθος ενός τέτοιου Κτήνους - για να επιχειρήσω και την σύνδεση με τον προηγούμενο Ρένο - κρύβεται ευαισθησία και λαϊκή καρδιά που σπανίζει. Ο θεματικός σπινθήρας εξαιρετικός. Και από την ώρα που το φιλμ ακολουθεί την πορεία της μαύρης κωμωδίας, δεν δυσκολεύεται να σου αποσπάσει το γέλιο, εφόσον αβαντάρεται και από το ιδιαίτερο συναίσθημα που νιώθεις, στο άκουσμα πεθαμενατζίδικων ανεκδότων. Πάνω στην ολοκλήρωση της πρώτης πράξης, όμως, κι ενώ τα πάντα βαδίζουν με την δυναμική της βασικής ιδέας, πέφτει στην άσφαλτο το καίριο ερώτημα: Και τώρα τι κάνουμε? Η ταινία, ξέρεις, πρέπει να συνεχιστεί. Και για να το χειροτερέψω, πρέπει και να ολοκληρωθεί...

Από το μυαλό μου πέρασε εκείνη την ώρα, η αναλόγου ύφους ταινία Waking Ned Devine, μια σπαρταριστή ιρλανδέζικη κομεντί, όπου και πάλι το κεντρικό πρόσωπο του στόρι είναι ένας νεκρός. Τότε το βασικό εύρημα όμως, ακολούθησε και δεύτερο και τρίτο και εντέλει το έργο έκλεισε, ακολουθώντας ένα τέμπο και μια ενιαία δομή. Εδώ αντίθετα, αφού ξεπερνιέται μετά κόπων και βασάνων ένα δεύτερο μέρος που σχεδόν δεν αντέχεται, φτάνουμε στον επίλογο, που προσπαθεί να αναδείξει τις ψυχοσυνθέσεις των νεο-Ελλήνων, μέσα από σουρεάλ τραβηγμένες από τα μαλλιά κωμικοτραγικές καταστάσεις. Το φινάλε που σκάει πιο απότομα και από λαιμητόμος, σου κόβει στα δύο την σκεπτική για το αν ο καθένας από τους μαυροντυμένους μεταφορείς, έχει αποφασίσει να τραβήξει τον σωστό δρόμο. Και όχι να ανέχεται την προσβολή, του να χορεύει στα κτυπήματα του ντεφιού του καθενός ανύπαρκτου.

Για πες: Στη διανομή, αυτή τη φορά ο Χαραλαμπίδης δεν μοίρασε στον εαυτό τον τον ένα ρόλο, αλλά τον έναν από τους τέσσερις ρόλους. Πολύ σωστά τεχνικά, μα λάθος αποδοτικά, μιας και οι έτεροι τρεις, όχι απλά είναι ποιοτικότεροι, αλλά και διασκεδαστικότεροι. Άλλωστε θα ήταν ιερόσυλο να αμφισβητήσεις την ικανότητα του Ζουγανέλη στο να σε κάνει να γελάς, την ποιότητα του Παναγιωτίδη στο να παίζει τον μηδενισμένο από το πιοτί μπον βιβέρ και την αξία του Σπυριδάκη στο να αποδίδει έντεχνα το σαλεμένο κουτσαβάκι. Και η καλή τους σκηνική συμπεριφορά - όπως και των υπολοίπων ικανών ρολιστών - δεν είναι μόνο έμφυτη, αλλά αποτέλεσμα και της καθοδήγησης του σκηνοθέτη. Που ελπίζω την επομένη να κρατήσει μόνο αυτή την ιδιότητα για τον εαυτό του, αφήνοντας κατά μέρος τα χιλιοειπωμένα "γαμώ την κάσα μου", να τα συγγράψει και να τα εκστομίσει κανάς άλλος. Χμ, τώρα που το σκέφτομαι και η μουσική δεν ήταν κακή. Το αντίθετο. Ίσως να είναι και εκείνο το στοιχείο που θα θυμάμαι πιότερο από τα 4 Μαύρα Κουστούμια...



Στις αίθουσες 25 Μαρτίου 2010 από την Nutopia

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική