του Richard Eyre. Με τους Liam Neeson, Laura Linney, Antonio Banderas
Ρεν σε τρεις κινήσεις
του zerVo
Αυτός ο Eyre τελικά, αν δεν ασχοληθεί με θέμα πιπεράτο - μεσημεριανάδικο θα το έλεγα λαϊκιστί - δεν μπορεί βρε παιδί μου, νομίζει πως θα του βγει σε κακό. Τον πρωτόμαθα σε μια ιστορία (Iris) ενός μακρόχρονου ανορθόδοξου και θυελλώδους ειδυλλίου, κατοπινά άγγιξε τα ψυχικά μου όρια, με έναν έρωτα άνισο, παράδοξο και δίχως αύριο (Notes On A Scandal) και τώρα μου κτυπά την πόρτα με μια ιστορία που συναντάς πολλάκις καθημερινά, αλλά δεν την παρατηρείς σχεδόν ποτέ, μέσα από το πρίσμα που προτείνει. Κοινές συνισταμένες κάθε εργασίας του, το κουτσομπολίστικο υφάκι που περνάει μέσα από τα καρέ του για να προκαλέσει, να προβοκάρει την ματιά, αλλά και το ότι σχεδόν πάντα, οι ρόλοι του, αποδίδονται άψογα από τα εργαλεία του, τους ερμηνευτές, που αριστέυουν. Και λέω σχεδόν, διότι εδώ, μου αποδείχτηκε οριστικά και αμετάκλητα, πως ο Banderas, δίχως το αναμφισβήτητο φυσικό του κάλλος, δεν θα ήταν ικανός να συμμετάσχει, ούτε σε περιφερειακό ερασιτεχνικό θίασο...
Μεσήλικας επιτυχημένος μάνατζερ πικραίνεται όταν μαθαίνει πως η επί χρόνια σύζυγος του, συνδύαζε τις επαγγελματικές της επισκέψεις στην Ιταλία, με την ερωτική της ικανοποίηση, στην αγκαλιά λατίνου εραστή. Και θα ψάξει να τον βρει... Αν είσαι γνήσιος ελληναράς, θα φαντάζεσαι αυτή τη στιγμή πως ο καλός μας έφυγε από την γαλήνη του Κέμπριτζ για να ταξιδέψει στο άχαρο Μιλάνο, με ένα περίστροφο στο χέρι για να σουτάρει τον αντίζηλο στην πρώτη ευκαιρία. Ε, αυτό περίμενα κι εγώ, όπως έχει συμβεί άλλωστε σε καμιά πεντακοσαριά άλλες ταινίες στο παρελθόν. Προέτρεξα και έκανα λάθος. Θα έπρεπε να δείξω περισσότερη εμπιστοσύνη στις ικανότητες του Βρετανού σκηνοθέτη, που στα καλά του ή όχι, είναι πάντα αξιόλογος. Το στυλ του έργου δεν έχει να κάνει με εκδικητικότητα και σλόγκαν του τύπου "οφθαλμόν αντί οφθαλμού", όπως τυχαίνει στις πιο πολλές περιπτώσεις συζυγικής απιστίας. Εδώ υπάρχει πολιτισμός, υπάρχει σκεπτικισμός, υπάρχει και ο άλλος δρόμος αντίδρασης. Το θέμα είναι πως ενώ θέλεις να δεχτείς την εναλλαγή, δεν σε βοηθά το σενάριο, όχι γιατί δεν είναι καλό, αλλά γιατί αντίθετα είναι τόσο συγκλονιστικό και ατίθασο - το βιβλίο που στηρίζεται δε είναι ακόμη πιο δυνατό - που θα δυσκολευτείς να το δαμάσεις.
Για πες: Το The Other Man, είναι από εκείνες τις δημιουργίες που παρακολουθείς καλύτερα από το φινάλε προς την αρχή, για να διαπιστώσεις αν έχει αδυναμίες στην συγγραφή του. Κι αυτό γιατί για τα δύο τρίτα της εξέλιξης, διερωτάσαι που να βόσκει η γυναίκα - μήλον της έριδος και δεν παίζει ποτέ στο παρόν, παρά μόνο σε φλασάκια από το παρελθόν, άλλοτε στην αγκαλιά του επίσημου κι άλλοτε στου γκόμενου. Η απάντηση είναι ένα γερό τουίστ, αν δεν το ψάχνεις επί τούτου, που λύνει οποιαδήποτε απορία έχει στηθεί μέχρι τότε. Το ζήτημα είναι πως στο σύνολο του το φιλμ, αν και διαθέτει υπέροχες ερμηνευτικές στιγμές από Neeson και Linney (καλά ο Antonio νομίζει πως λέει ποίημα της 25ης Μαρτίου) και έχει μια ιδιαίτερη δυναμική, στο φινάλε, λόγω της ανισότητας σεναρίου και τελικού cut, που δεν αποτυπώνει σωστά στην οθόνη συναισθήματα και δραματουργία, νιώθεις μπερδεμένος και ανολοκλήρωτος. Κι όμως - εντελώς αντιφατικά - αν σου το εξιστορήσω στα λόγια και υπομονετικά πλάνο - πλάνο, μάλλον θα πιστέψεις πως μιλάμε για μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς...
Μεσήλικας επιτυχημένος μάνατζερ πικραίνεται όταν μαθαίνει πως η επί χρόνια σύζυγος του, συνδύαζε τις επαγγελματικές της επισκέψεις στην Ιταλία, με την ερωτική της ικανοποίηση, στην αγκαλιά λατίνου εραστή. Και θα ψάξει να τον βρει... Αν είσαι γνήσιος ελληναράς, θα φαντάζεσαι αυτή τη στιγμή πως ο καλός μας έφυγε από την γαλήνη του Κέμπριτζ για να ταξιδέψει στο άχαρο Μιλάνο, με ένα περίστροφο στο χέρι για να σουτάρει τον αντίζηλο στην πρώτη ευκαιρία. Ε, αυτό περίμενα κι εγώ, όπως έχει συμβεί άλλωστε σε καμιά πεντακοσαριά άλλες ταινίες στο παρελθόν. Προέτρεξα και έκανα λάθος. Θα έπρεπε να δείξω περισσότερη εμπιστοσύνη στις ικανότητες του Βρετανού σκηνοθέτη, που στα καλά του ή όχι, είναι πάντα αξιόλογος. Το στυλ του έργου δεν έχει να κάνει με εκδικητικότητα και σλόγκαν του τύπου "οφθαλμόν αντί οφθαλμού", όπως τυχαίνει στις πιο πολλές περιπτώσεις συζυγικής απιστίας. Εδώ υπάρχει πολιτισμός, υπάρχει σκεπτικισμός, υπάρχει και ο άλλος δρόμος αντίδρασης. Το θέμα είναι πως ενώ θέλεις να δεχτείς την εναλλαγή, δεν σε βοηθά το σενάριο, όχι γιατί δεν είναι καλό, αλλά γιατί αντίθετα είναι τόσο συγκλονιστικό και ατίθασο - το βιβλίο που στηρίζεται δε είναι ακόμη πιο δυνατό - που θα δυσκολευτείς να το δαμάσεις.
Για πες: Το The Other Man, είναι από εκείνες τις δημιουργίες που παρακολουθείς καλύτερα από το φινάλε προς την αρχή, για να διαπιστώσεις αν έχει αδυναμίες στην συγγραφή του. Κι αυτό γιατί για τα δύο τρίτα της εξέλιξης, διερωτάσαι που να βόσκει η γυναίκα - μήλον της έριδος και δεν παίζει ποτέ στο παρόν, παρά μόνο σε φλασάκια από το παρελθόν, άλλοτε στην αγκαλιά του επίσημου κι άλλοτε στου γκόμενου. Η απάντηση είναι ένα γερό τουίστ, αν δεν το ψάχνεις επί τούτου, που λύνει οποιαδήποτε απορία έχει στηθεί μέχρι τότε. Το ζήτημα είναι πως στο σύνολο του το φιλμ, αν και διαθέτει υπέροχες ερμηνευτικές στιγμές από Neeson και Linney (καλά ο Antonio νομίζει πως λέει ποίημα της 25ης Μαρτίου) και έχει μια ιδιαίτερη δυναμική, στο φινάλε, λόγω της ανισότητας σεναρίου και τελικού cut, που δεν αποτυπώνει σωστά στην οθόνη συναισθήματα και δραματουργία, νιώθεις μπερδεμένος και ανολοκλήρωτος. Κι όμως - εντελώς αντιφατικά - αν σου το εξιστορήσω στα λόγια και υπομονετικά πλάνο - πλάνο, μάλλον θα πιστέψεις πως μιλάμε για μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς...
Στις αίθουσες 30 Ιουλίου από την Village
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική