του Jon Favreau. Με τις φωνές των Donald Glover, Seth Rogen, Chiwetel Ejiofor, Alfre Woodard, Billy Eichner, John Kani, John Oliver, Beyoncé Knowles-Carter, James Earl Jones.
Θε να γίνω εγώ βασιλιάς!
του zerVo (@moviesltd)
Ορόσημο! Στην ουσία πρόκειται για το φιλμ που άλλαξε ολοκληρωτικά τον τρόπο σκέψης του σπουδαιότερου στούντιο animation, ορίζοντας τους ανανεωτικούς κανόνες οργάνωσης, σχεδιασμού και εκτέλεσης του μοντέρνου κινούμενου σκίτσου. Η πέμπτη δημιουργία του αναγεννησιακού κύματος της Disney, κατόπιν της Άριελ του 89, των αποτυχημένων Μπερνάρ και Μπιάνκα του 90, της Μπελ του 91 και του Αλαντίν του 92, ήταν εκείνη που κυριολεκτικά τίναξε την μπάνκα στον αέρα, φτάνοντας στο παγκόσμιο box office το αστρονομικό για την εποχή νούμερο του ενός δις δολαρίων, τζίρο! Εννοείται πως δεν είναι μόνο το εισπρακτικό κομμάτι, αφού το προ 25 ετών αριστούργημα, τιμήθηκε με δύο Όσκαρς, μουσικής επένδυσης και τραγουδιού, ενώ είναι απόλυτα βέβαιο πως θα σάρωνε την πρωτιά και στην κατηγορία του, αν βεβαίως εκείνη υφίστατο. Και δεν στηνόταν από την Ακαδημία, σχεδόν μια πενταετία μετά, με το The Lion King, να είναι ένας από τους βασικότερους λόγους, που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση...
Αφρική. Αποφασισμένος να μεταλαμπαδεύσει την τιμή, την δικαιοσύνη και την υπερηφάνεια, αρχές που διέπουν την πορεία του ως ο Βασιλιάς της αχανούς σαβάνας, στον μονάκριβο, νεαρό γιο του Σίμπα, είναι ο λέοντας Μουφάσα. Και παρόλες τις ατασθαλίες που ο πιτσιρίκος υποπίπτει, λόγω του νεαρού και άμαθου της ηλικίας του, εκείνος βρίσκεται πάντα στον πλευρό του να τον συμβουλεύει, μα κυρίως να τον προστατεύει από τις κακοτοπιές. Μια από όλες δεν την υπολόγισε σωστά όμως, ο πειθήνιος ηγέτης, καθώς ποτέ του δεν πίστεψε πως η ζηλοφθονία του αδελφού του, Σκαρ, επειδή απόλεσε τα πρωτεία, ξεπερνά τα όρια της λογικής, σε σημείο που να του προκαλέσει ανυπολόγιστο κακό. Σε μια παγίδα που θα στήσουν στον Σίμπα, ο κακίστρος λέων μαζί με τις γλοιώδεις και σιχαμερές ύαινες, ο μικρός ίσα που θα καταφέρει να γλυτώσει από το αφηνιασμένο κοπάδι των αγριογούρουνων. Όχι όμως και ο Μουφάσα, που θα αφήσει την τελευταία του πνοή στην απέλπιδα προσπάθεια να σώσει το παιδί του. Βυθίζοντας το άπειρο και άμαθο λιονταράκι, όχι μόνο στην θλίψη, αλλά και στις αβάσταχτες τύψεις, επειδή με την απροσεξία του προκάλεσε την τραγωδία.
Προσωπικά δεν γίνεται να πιστέψω, πως υπάρχει θεατής, οποιασδήποτε ηλικίας που δεν έχει παρακολουθήσει, έστω και για μία μόνο φορά, τον πρωτότυπο Βασιλιά των Λιονταριών. Μια ιστορία όχι περίπλοκη, μα απλοϊκή, που μέσα από τις εικόνες της, καταφέρνει να οδηγεί την πλατεία σε ακραία συναισθηματική φόρτιση. Οι περισσότεροι σινεφίλ, δε, ενδεχόμενα, εκστασιασμένοι από το επικό ορίτζιναλ, να δυσανασχετήσουν, εκτιμώντας πως τέτοιου επιπέδου ταινίες δεν θα έπρεπε να αγγίζονται, με σκοπό την διασκευή ή την επανάληψη, μη έχουσες κάτι περισσότερο να προσφέρουν στον ήδη υπάρχοντα μύθο. Κι αυτό είναι και σωστό και λογικό. Από την άλλη μεριά, όμως, η ίδια η Disney είναι εκείνη που πήρε εδώ και καιρό την απόφαση της ανακατασκευής σε live action, όλης της θρυλικής animation κληρονομιάς της, συνεπώς από αυτή την τάση του ζωντανού ριμέικ δεν θα γινόταν να ξεφύγει και ο Σίμπα. Είναι όμως έτσι ακριβώς τα πράγματα?
Φυσικά και όχι, μιας και για πρώτη φορά, από την απαρχή του τελευταίου κύματος των νέων βερσιόν, όπως την όρισε η Maleficent to 2014 και την επακολούθησαν τα Cinderella (2015), The Jungle Book (2016), Beauty And The Beast (2017), Dumbo (2019), Aladdin (2019), δεν υπάρχει ούτε ένας αληθινός χαρακτήρας από όσους συμμετέχουν στο έργο. Άπαντες είναι (άριστα) σχεδιασμένοι στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, με τα μαγευτικά CGI να τους αποδίδουν σε πλήρη αληθοφάνεια τις ανθρωπόμορφες αντιδράσεις, που μέχρι χθες κατάφερνε η χειροποίητη ζωγραφιά. Και εδώ τα ζωάκια της ζούγκλας, εννοείται πως πάλι ομιλούν, τραγουδούν, χορεύουν, τσακώνονται, αγαπιούνται, αναμειγνύοντας σε ένα υπέρ ρεαλιστικό σκηνικό, το φυσικό με το μιούζικαλ. Όπως ακριβώς τότε. Για την ακρίβεια και για το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, το Lion King 2019 δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια καρέ προς καρέ ρέπλικα, αυτού του 1994. Και αυτό λοιπόν, είναι κατ ανάγκη αρνητικό για ετούτη την νέα εκδοχή?
Σαφέστατα και όχι, αφού χάρη στην τεχνολογική πρόοδο, τα τεχνάσματα των σπέσιαλ εφέ που ξεπερνούν το άριστα, είναι κατά πολύ εκπληκτικότερα από εκείνα της πρώτης φοράς. Οι κινήσεις των ζώων, οι μορφασμοί, το ανοιγόκλεισμα του στόματος που βρίσκεται στον σωστό συγχρονισμό με τα λεγόμενα, το τρίχωμα της γούνας, παίρνουν πολύ υψηλό βαθμό, ακόμη κι από τον πλέον απαιτητικό θεατή. Παλιά μου τέχνη κόσκινο, για να τα λέμε όλα, για τον σκηνοθέτη Jon Favreau, που έχει ήδη στο ενεργητικό του μια επιτυχημένη αναπροσαρμογή του Βιβλίου της Ζούγκλας. Ο ντιρέκτορας σε κανένα σημείο της αφήγησης του δεν κρύβει τον έκδηλο ενθουσιασμό του, που έχει στα χέρια του ένα τόσο καλογραμμένο πρωτότυπο και του δίνεται η ευκαιρία να το ξαναφτιάξει με πιο σύγχρονα μέσα και μεθόδους.
Συνεπώς έχουμε μπροστά μας ένα τεχνολογικό επίτευγμα, που δίχως καμία αμφιβολία προκαλεί τον θαυμασμό σε όποιον το παρακολουθεί. Ακόμη κι αν η διαδρομή του είναι σχεδόν βήμα προς βήμα κομμένη και ραμμένη πάνω στο αγαπημένο πατρόν. Ένα πρώτο μέρος αγωνιώδες και συναρπαστικό, που η γνωριμία με τους βασικούς ήρωες εξελίσσεται στην κορύφωση του δράματος και στην απομόνωση του μικρούλη "θε να γίνω κι εγώ βασιλιάς", ενώ στην επανάληψη με την προσθήκη των αστείων χαρακτήρων Τιμόν και Πούμπα, που στέκονται αλληλέγγυοι στο πλάι του Σίμπα, το κλίμα παίρνει μια πιο ζωντανή, πιο κωμική, πιο διασκεδαστική τροπή. Το ολοκαίνουργο φωνητικό καστ - με μοναδική εξαίρεση τον James Earl Jones που επαναλαμβάνει με την βαριά του χροιά τον ρόλο του Μουφάσα - αποτελούμενο από προσωπικότητες όπως οι Donald Glover, Beyoncé, Seth Rogen, Billy Eichner, Chiwetel Ejiofor, Alfre Woodard, μοιάζει ταιριαστό στην απόδοση των χαρακτήρων του. Σε κάποια αντίθεση με το παλιό, που μοιάζουν οι ήρωες να είναι χτισμένοι πάνω στις περσόνες που κλήθηκαν να τους υποδυθούν.
Σε γενικές γραμμές έχουμε μπροστά μας μια πολύ όμορφη αναπαραγωγή του αγαπημένου στόρι, μικρών και μεγάλων. Όχι ίδιας συγκινησιακής έντασης με το τότε, κάτι δύσκολο να επαναληφθεί, αφού η συντριπτική πλειοψηφία γνωρίζει τι έχει συμβεί και απουσιάζει το στοιχείο της έκπληξης, μα αξιοπρεπώς στεκούμενο δίπλα στο μάστερπις, ως κοπιαριστός παραστάτης. Περιττό θα πουν πολλοί και δεν θα τους αδικήσω. Όμορφα περιττό να συμπληρώσω, για να είμαστε όλοι ευχαριστημένοι.
Προσωπικά δεν γίνεται να πιστέψω, πως υπάρχει θεατής, οποιασδήποτε ηλικίας που δεν έχει παρακολουθήσει, έστω και για μία μόνο φορά, τον πρωτότυπο Βασιλιά των Λιονταριών. Μια ιστορία όχι περίπλοκη, μα απλοϊκή, που μέσα από τις εικόνες της, καταφέρνει να οδηγεί την πλατεία σε ακραία συναισθηματική φόρτιση. Οι περισσότεροι σινεφίλ, δε, ενδεχόμενα, εκστασιασμένοι από το επικό ορίτζιναλ, να δυσανασχετήσουν, εκτιμώντας πως τέτοιου επιπέδου ταινίες δεν θα έπρεπε να αγγίζονται, με σκοπό την διασκευή ή την επανάληψη, μη έχουσες κάτι περισσότερο να προσφέρουν στον ήδη υπάρχοντα μύθο. Κι αυτό είναι και σωστό και λογικό. Από την άλλη μεριά, όμως, η ίδια η Disney είναι εκείνη που πήρε εδώ και καιρό την απόφαση της ανακατασκευής σε live action, όλης της θρυλικής animation κληρονομιάς της, συνεπώς από αυτή την τάση του ζωντανού ριμέικ δεν θα γινόταν να ξεφύγει και ο Σίμπα. Είναι όμως έτσι ακριβώς τα πράγματα?
Φυσικά και όχι, μιας και για πρώτη φορά, από την απαρχή του τελευταίου κύματος των νέων βερσιόν, όπως την όρισε η Maleficent to 2014 και την επακολούθησαν τα Cinderella (2015), The Jungle Book (2016), Beauty And The Beast (2017), Dumbo (2019), Aladdin (2019), δεν υπάρχει ούτε ένας αληθινός χαρακτήρας από όσους συμμετέχουν στο έργο. Άπαντες είναι (άριστα) σχεδιασμένοι στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, με τα μαγευτικά CGI να τους αποδίδουν σε πλήρη αληθοφάνεια τις ανθρωπόμορφες αντιδράσεις, που μέχρι χθες κατάφερνε η χειροποίητη ζωγραφιά. Και εδώ τα ζωάκια της ζούγκλας, εννοείται πως πάλι ομιλούν, τραγουδούν, χορεύουν, τσακώνονται, αγαπιούνται, αναμειγνύοντας σε ένα υπέρ ρεαλιστικό σκηνικό, το φυσικό με το μιούζικαλ. Όπως ακριβώς τότε. Για την ακρίβεια και για το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, το Lion King 2019 δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια καρέ προς καρέ ρέπλικα, αυτού του 1994. Και αυτό λοιπόν, είναι κατ ανάγκη αρνητικό για ετούτη την νέα εκδοχή?
Σαφέστατα και όχι, αφού χάρη στην τεχνολογική πρόοδο, τα τεχνάσματα των σπέσιαλ εφέ που ξεπερνούν το άριστα, είναι κατά πολύ εκπληκτικότερα από εκείνα της πρώτης φοράς. Οι κινήσεις των ζώων, οι μορφασμοί, το ανοιγόκλεισμα του στόματος που βρίσκεται στον σωστό συγχρονισμό με τα λεγόμενα, το τρίχωμα της γούνας, παίρνουν πολύ υψηλό βαθμό, ακόμη κι από τον πλέον απαιτητικό θεατή. Παλιά μου τέχνη κόσκινο, για να τα λέμε όλα, για τον σκηνοθέτη Jon Favreau, που έχει ήδη στο ενεργητικό του μια επιτυχημένη αναπροσαρμογή του Βιβλίου της Ζούγκλας. Ο ντιρέκτορας σε κανένα σημείο της αφήγησης του δεν κρύβει τον έκδηλο ενθουσιασμό του, που έχει στα χέρια του ένα τόσο καλογραμμένο πρωτότυπο και του δίνεται η ευκαιρία να το ξαναφτιάξει με πιο σύγχρονα μέσα και μεθόδους.
Συνεπώς έχουμε μπροστά μας ένα τεχνολογικό επίτευγμα, που δίχως καμία αμφιβολία προκαλεί τον θαυμασμό σε όποιον το παρακολουθεί. Ακόμη κι αν η διαδρομή του είναι σχεδόν βήμα προς βήμα κομμένη και ραμμένη πάνω στο αγαπημένο πατρόν. Ένα πρώτο μέρος αγωνιώδες και συναρπαστικό, που η γνωριμία με τους βασικούς ήρωες εξελίσσεται στην κορύφωση του δράματος και στην απομόνωση του μικρούλη "θε να γίνω κι εγώ βασιλιάς", ενώ στην επανάληψη με την προσθήκη των αστείων χαρακτήρων Τιμόν και Πούμπα, που στέκονται αλληλέγγυοι στο πλάι του Σίμπα, το κλίμα παίρνει μια πιο ζωντανή, πιο κωμική, πιο διασκεδαστική τροπή. Το ολοκαίνουργο φωνητικό καστ - με μοναδική εξαίρεση τον James Earl Jones που επαναλαμβάνει με την βαριά του χροιά τον ρόλο του Μουφάσα - αποτελούμενο από προσωπικότητες όπως οι Donald Glover, Beyoncé, Seth Rogen, Billy Eichner, Chiwetel Ejiofor, Alfre Woodard, μοιάζει ταιριαστό στην απόδοση των χαρακτήρων του. Σε κάποια αντίθεση με το παλιό, που μοιάζουν οι ήρωες να είναι χτισμένοι πάνω στις περσόνες που κλήθηκαν να τους υποδυθούν.
Σε γενικές γραμμές έχουμε μπροστά μας μια πολύ όμορφη αναπαραγωγή του αγαπημένου στόρι, μικρών και μεγάλων. Όχι ίδιας συγκινησιακής έντασης με το τότε, κάτι δύσκολο να επαναληφθεί, αφού η συντριπτική πλειοψηφία γνωρίζει τι έχει συμβεί και απουσιάζει το στοιχείο της έκπληξης, μα αξιοπρεπώς στεκούμενο δίπλα στο μάστερπις, ως κοπιαριστός παραστάτης. Περιττό θα πουν πολλοί και δεν θα τους αδικήσω. Όμορφα περιττό να συμπληρώσω, για να είμαστε όλοι ευχαριστημένοι.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Ιουλίου 2019 από την Feelgood Ent.!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική