του Luc Besson. Με τους Sasha Luss, Helen Mirren, Luke Evans, Cillian Murphy, Lera Abova, Alexander Petrov, Nikita Pavlenko, Anna Krippa, Aleksey Maslodudov, Eric Godon, Ivan Franek, Andrew Howard.
Μόνη μου το πέρασα κι αυτό...
του zerVo (@moviesltd)
Τι μπουκέτο έχει φτιάξει ο μπαγάσας. Τριάντα χρόνια τώρα τα μαζεύει ένα, ένα τα κρινάκια του ο Φραντσέζος δαίμονας, που από δω το πάει, από κει το φέρνει, δεν χάνει ποτέ του την ευκαιρία να δοξολογήσει (στις ταινίες σκηνοθετικής υπογραφής του, το ισχυρό, το έχει αφήσει μόνο για τις παραγωγές του) το όμορφο φύλο. Από τον καιρό της La Femme Nikita, που θέσπισε πρωταγωνίστρια για καιρό των νεανικών μας ονείρων την Anne Parillaud, ο Besson φτιάχνει μια συλλογή γυναικείων μορφών, που εκκινώντας από μια δεδομένα προβληματική φάση, καταλήγουν στο φινάλε θριαμβεύτριες του ματς. Θαυμαστής των ωραίων κυριών όπως φαίνεται, μας έχει προσφέρει ένα αλμπουμάκι ξεχωριστών θηλυκών μορφών, αντάμα με την Λιλού του 5ου Στοιχείου (Millara forever), την προστατευτική Angel-A (Rie Rasmussen), την μυστηριώδη Adele (Louise Bourgoin), την ηγετική The Lady (Michelle Yeoh), έως και την πιο πρόσφατη, εκδικητική Lucy (Scarlett Johansson). Στο κόλπο θα προσθέσουμε, το λοιπόν, ακόμη μια ανακάλυψη του Απέραντα Γαλάζιου Παριζιάνου, που στα 60 του, δεν δείχνει να το βάζει κάτω, την αεικίνητη Anna.
Ένας εφιάλτης δίχως τέλος, μοιάζει η καθημερινότητα της ζορισμένης Μοσχοβίτσσας Άννα Πολιατόβα, που παγιδευμένη ανάμεσα στις ναρκωτικές ουσίες, την παρανομία και έναν μνηστήρα βίαιο, σαδιστή και παρανοϊκό, δεν μπορεί να διακρίνει μια αχτίδα ελπίδας μέσα στο διαρκές της σκοτάδι. Μέχρι την στιγμή που θα ανατρέψει όλα τα αρνητικά δεδομένα της ύπαρξης της, καθώς αντί να ακολουθήσει την ρότα προς το σωφρονιστικό ίδρυμα, θα αποδεχτεί την πρόταση του στρατολόγου Άλεξ Τζένκοφ, να περάσει την ξεχωριστή εκπαίδευση και να ενταχθεί ως μυστική πράκτορας στις τάξεις της KGB. Χάρη στην κούκλινη εξωτερική της εμφάνιση, αλλά και την αποφασιστικότητα της σε καταστάσεις κρίσιμες και επικίνδυνες, η Άννα θα εξελιχθεί σε ένα από τα ισχυρότερα όπλα της υπηρεσίας πληροφοριών, γεγονός που θα ικανοποιήσει τόσο τον διοικητή της, Στρατηγό Βασίλιεφ, όσο και την βετεράνο προϊσταμένη της Όλγκα, που αποξαρχής δεν την έχει πάρει με καλό μάτι.
Τρία χρόνια μετά την ένταξη της στην Ασφάλεια, θα έρθει η στιγμή για να φέρει εις πέρας διεθνείς αποστολές, κάτω από την ταυτότητα συγκάλυψης του τοπ μόντελ, που ακολουθεί καριέρα στις πασαρέλες της Πόλη του Φωτός. Κουρασμένη και ταλαιπωρημένη από τα αλλεπάλληλα φονικά που θα προκαλέσει, καταζητούμενων εχθρών της Σοβιετικής κυριαρχίας, θα επιζητήσει από την ηγεσία της Κά Γκε Μπε την ελευθερία της, παίρνοντας μια απόλυτα αρνητική απάντηση. Και σαν να μην έφτανε αυτό, θα αντιληφθεί πως η μυστική της ταυτότητα, ενδεχόμενα έχει αποκαλυφθεί στους Αμερικάνους αντιπάλους, καθώς θα καταλάβει πως η CIA και ο απεσταλμένος της στο Παρίσι, Λέοναρντ Μίλλερ, βρίσκονται στο κατόπι της.
Διανύουμε τις ύστατες ημέρες του Ψυχρού Πολέμου, κοντά στα τέλη της δεκαετίας του 80', περίοδος που ο ένας μετά τον άλλο οι ένθεν κακείθεν κατάσκοποι εξαφανίζονται από προσώπου γης, παίρνοντας μαζί τους τα άκρως απόρρητα στοιχεία που συνέλεξαν κατά την διάρκεια της θητείας τους. Σε αυτό το ιντερνάσιοναλ αιματηρό αλισβερίσι, λαμβάνει μέρος και η γοητευτική κοπελιά, που υποδυόμενη την καλοπληρωμένη βίζιτα, που ζητώντας το κάτι παραπάνω από τα έσοδα των φωτογραφήσεων, εισχωρεί στα μυστικά δωμάτια των προδοτών του Έθνους και τους εξολοθρεύει δίχως δεύτερη σκέψη. Είναι όμως δυνατόν αυτό το δολοφονικό, όσο και επικηρυγμένο, εργαλείο να παραμείνει ζωντανό, ενόσω παραμονεύουν τα μοχθηρά γεράκια, για να την συλλάβουν και της αποσπάσουν ζωτικής σημασία πληροφορίες για την δράση της Οργάνωσης?
Φυσικά στις ταινίες δράσης του Besson, κανείς δεν διανοείται να τα βάλει με την ηρωίδα, ακόμη κι αν η θέση της μοιάζει - και είναι - απελπιστικά δυσχερής. Γνωρίζει πολύ καλά ο Παριζιάνος πως να ζωγραφίσει στις εικόνες του, την badass περσόνα, που μπορεί να κρύβεται πίσω από ένα αγγελικό πρόσωπο, ένα θεσπέσιο κορμί, μια αέρινη οπτασία. Ακόμη κι αν χρειάζεται για να ορίσει αυτόν τον χαρακτήρα - τιμωρό, να ακολουθήσει ακόμη και την παραμικρή σεναριακή κλισεδιά, από εκείνες που ευδοκίμησαν στις πιο εμπορικές, made in USA περιπέτειες, όταν οι άχαστοι Hawks κατατρόπωναν στο πανί, τους προσηλωμένους στην ιδέα Reds. Εδώ πάντως δεν παίζει πολιτικό υπόβαθρο, μιας και ποτέ δεν επιχειρείται διαχωρισμός καλών και κακών, μεταξύ Ρώσων και Γιάνκηδων. Σταδιακά όλοι τους εξελίσσονται σε (φίλιας μόστρας) οχτρούς της ατρόμητης Άννας, που έχει καταλάβει καλά πως θα επιβιώσει, μονάχα αν πάρει την κατάσταση στα χέρια της.
Η ταινία έρχεται λοιπόν να προστεθεί σε μια μακρά αλυσίδα πρακτορικών adventures με ηρωίδες κοριτσόπουλα σαν τα κρύα τα νερά, που όσο αγαπησιάρες δείχνουν στην όψη, άλλο τόσο δηλητηριώδεις μοιάζουν στο δάγκωμα τους. Σε αυτό το κατασκοπικό υποείδος, ήδη την υψηλότερη θέση στο βάθρο κατέχει η καταιγιστική Atomic Blonde και δεν βλέπω το πως θα βρεθεί σύντομα άλλη φιλμική πληρωμένη δολοφόνος για να την εκθρονίσει. Κάτι που δεν πετυχαίνει ούτε η φιλόδοξη Anna, παρότι ακολουθεί πιστά κάποιες από τις δομικές προσταγές της: Τις καλοστημένες χορογραφικές σεκάνς, συνοδευόμενες από γνώριμες μουσικές επιτυχίες, την πολυσεξουαλικότητα του υποκειμένου, τα βολταρίσματα της κάμερας σε διάφορα, ελκυστικά μέρη της υφηλίου. Αχίλλειος πτέρνα της αφήγησης του πολυλογά, μιας και θα μπορούσε να περιορίσει το πόνημα του, τουλάχιστον κατά μισή (από τις δύο, συνολικά) ώρα, Besson, τα ακατάπαυστα φλασμπακς, που δυσκολεύουν την παρακολούθηση, σε σημείο που να νομίζεις πως το έργο δοκιμάζει τον θεατή του, στο να καταλάβει τι τρέχει και πότε.
Διαφεύγοντας όμως από τα στενά όρια της ρήξης ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, προτάσσοντας την κόντρα της γκόμενας - φαρμάκι ενάντια στους πάντες, το φιλμ παρουσιάζει το δικό του ενδιαφέρον, που θα ικανοποιήσει σίγουρα τους υποστηρικτές του soft spy movie, που δεν διεκδικεί πανύψηλες δάφνες ποιότητας, στηριζόμενο σε μια ορίτζιναλ ιδέα του μοναδικού John Le Carre. Απλά πραγματάκια, του τύπου Ένας αλλά Λύκος, με την διαφορά πως στο επίκεντρο δεν υπάρχει ένας μπρατσάτος γορίλας, μα ένα ασταμάτητο θήλυ, που φέρει λάβαρο, το μόνη μου το πέρασα κι αυτό. Και στα σημεία, παρότι θα επιθυμούσα να μιλούσαν περισσότερο την Ρωσική λαλιά - που το κάνουν, αλλά σε περιορισμένο εύρος οι...Ρώσοι του στόρι - η Anna του Luc βγαίνει νικήτρια από την άτυπη κόντρα της, με την πανομοιότυπη, μα πολύ περισσότερο προμοταρισμένη Red Sparrow.
Αχ! Sasha Luss! Από την άλλη άκρη της Ερυθρής Αχανίας στην Καμτσάτκα, προσγειώθηκε στα ντεφιλέ της Chanel και του Dior και από εκεί στην αγκάλη του γνωστού μπερμπάντη ντιρέκτορα, που μια χαρά την προώθησε ως το νέο του πουλέν, αφού πρωτίστως της έδωσε το πρώτο της ρολάκι στον φασαριόζο Valerian. Τι ξανθιά, τι μαυρομαλλούσα, η Ρωσίς έξοχα ανταποκρίνεται στις (οκ, όχι και σπουδαίες) απαιτήσεις, πετώντας τα μάτια έξω των πάντων, περιφερόμενη μονίμως μέσα στα ανύπαρκτα μίνι ως την μέση, με τις απαιτούμενες ζαρτιέρες για συνοδευτικό. Δεν είναι γλάστρα το κορίτσι, δεν πάει ούτε και για Όσκαρ. Από δαύτα ξέρει καλύτερα ο υποστηρικτικός περίγυρος της, η αγέραστη Mirren, δηλαδή, που φαίνεται πως κάνει κέφι τέτοια διπρόσωπα payroll γκεστ, αλλά και το δίδυμο των μνηστήρων της, που στήνουν ο Ουαλός Luke Evans και ο Ιρλανδός Cillian Murphy. Ελπίζουμε, σε σύντομη επάνοδο της στο εκράν, προς τέρψην οφθαλμών κι όχι να καρτερήσουμε να την ματαδούμε στο επόμενο πόνημα του Γάλλου.
Τρία χρόνια μετά την ένταξη της στην Ασφάλεια, θα έρθει η στιγμή για να φέρει εις πέρας διεθνείς αποστολές, κάτω από την ταυτότητα συγκάλυψης του τοπ μόντελ, που ακολουθεί καριέρα στις πασαρέλες της Πόλη του Φωτός. Κουρασμένη και ταλαιπωρημένη από τα αλλεπάλληλα φονικά που θα προκαλέσει, καταζητούμενων εχθρών της Σοβιετικής κυριαρχίας, θα επιζητήσει από την ηγεσία της Κά Γκε Μπε την ελευθερία της, παίρνοντας μια απόλυτα αρνητική απάντηση. Και σαν να μην έφτανε αυτό, θα αντιληφθεί πως η μυστική της ταυτότητα, ενδεχόμενα έχει αποκαλυφθεί στους Αμερικάνους αντιπάλους, καθώς θα καταλάβει πως η CIA και ο απεσταλμένος της στο Παρίσι, Λέοναρντ Μίλλερ, βρίσκονται στο κατόπι της.
Διανύουμε τις ύστατες ημέρες του Ψυχρού Πολέμου, κοντά στα τέλη της δεκαετίας του 80', περίοδος που ο ένας μετά τον άλλο οι ένθεν κακείθεν κατάσκοποι εξαφανίζονται από προσώπου γης, παίρνοντας μαζί τους τα άκρως απόρρητα στοιχεία που συνέλεξαν κατά την διάρκεια της θητείας τους. Σε αυτό το ιντερνάσιοναλ αιματηρό αλισβερίσι, λαμβάνει μέρος και η γοητευτική κοπελιά, που υποδυόμενη την καλοπληρωμένη βίζιτα, που ζητώντας το κάτι παραπάνω από τα έσοδα των φωτογραφήσεων, εισχωρεί στα μυστικά δωμάτια των προδοτών του Έθνους και τους εξολοθρεύει δίχως δεύτερη σκέψη. Είναι όμως δυνατόν αυτό το δολοφονικό, όσο και επικηρυγμένο, εργαλείο να παραμείνει ζωντανό, ενόσω παραμονεύουν τα μοχθηρά γεράκια, για να την συλλάβουν και της αποσπάσουν ζωτικής σημασία πληροφορίες για την δράση της Οργάνωσης?
Φυσικά στις ταινίες δράσης του Besson, κανείς δεν διανοείται να τα βάλει με την ηρωίδα, ακόμη κι αν η θέση της μοιάζει - και είναι - απελπιστικά δυσχερής. Γνωρίζει πολύ καλά ο Παριζιάνος πως να ζωγραφίσει στις εικόνες του, την badass περσόνα, που μπορεί να κρύβεται πίσω από ένα αγγελικό πρόσωπο, ένα θεσπέσιο κορμί, μια αέρινη οπτασία. Ακόμη κι αν χρειάζεται για να ορίσει αυτόν τον χαρακτήρα - τιμωρό, να ακολουθήσει ακόμη και την παραμικρή σεναριακή κλισεδιά, από εκείνες που ευδοκίμησαν στις πιο εμπορικές, made in USA περιπέτειες, όταν οι άχαστοι Hawks κατατρόπωναν στο πανί, τους προσηλωμένους στην ιδέα Reds. Εδώ πάντως δεν παίζει πολιτικό υπόβαθρο, μιας και ποτέ δεν επιχειρείται διαχωρισμός καλών και κακών, μεταξύ Ρώσων και Γιάνκηδων. Σταδιακά όλοι τους εξελίσσονται σε (φίλιας μόστρας) οχτρούς της ατρόμητης Άννας, που έχει καταλάβει καλά πως θα επιβιώσει, μονάχα αν πάρει την κατάσταση στα χέρια της.
Η ταινία έρχεται λοιπόν να προστεθεί σε μια μακρά αλυσίδα πρακτορικών adventures με ηρωίδες κοριτσόπουλα σαν τα κρύα τα νερά, που όσο αγαπησιάρες δείχνουν στην όψη, άλλο τόσο δηλητηριώδεις μοιάζουν στο δάγκωμα τους. Σε αυτό το κατασκοπικό υποείδος, ήδη την υψηλότερη θέση στο βάθρο κατέχει η καταιγιστική Atomic Blonde και δεν βλέπω το πως θα βρεθεί σύντομα άλλη φιλμική πληρωμένη δολοφόνος για να την εκθρονίσει. Κάτι που δεν πετυχαίνει ούτε η φιλόδοξη Anna, παρότι ακολουθεί πιστά κάποιες από τις δομικές προσταγές της: Τις καλοστημένες χορογραφικές σεκάνς, συνοδευόμενες από γνώριμες μουσικές επιτυχίες, την πολυσεξουαλικότητα του υποκειμένου, τα βολταρίσματα της κάμερας σε διάφορα, ελκυστικά μέρη της υφηλίου. Αχίλλειος πτέρνα της αφήγησης του πολυλογά, μιας και θα μπορούσε να περιορίσει το πόνημα του, τουλάχιστον κατά μισή (από τις δύο, συνολικά) ώρα, Besson, τα ακατάπαυστα φλασμπακς, που δυσκολεύουν την παρακολούθηση, σε σημείο που να νομίζεις πως το έργο δοκιμάζει τον θεατή του, στο να καταλάβει τι τρέχει και πότε.
Διαφεύγοντας όμως από τα στενά όρια της ρήξης ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, προτάσσοντας την κόντρα της γκόμενας - φαρμάκι ενάντια στους πάντες, το φιλμ παρουσιάζει το δικό του ενδιαφέρον, που θα ικανοποιήσει σίγουρα τους υποστηρικτές του soft spy movie, που δεν διεκδικεί πανύψηλες δάφνες ποιότητας, στηριζόμενο σε μια ορίτζιναλ ιδέα του μοναδικού John Le Carre. Απλά πραγματάκια, του τύπου Ένας αλλά Λύκος, με την διαφορά πως στο επίκεντρο δεν υπάρχει ένας μπρατσάτος γορίλας, μα ένα ασταμάτητο θήλυ, που φέρει λάβαρο, το μόνη μου το πέρασα κι αυτό. Και στα σημεία, παρότι θα επιθυμούσα να μιλούσαν περισσότερο την Ρωσική λαλιά - που το κάνουν, αλλά σε περιορισμένο εύρος οι...Ρώσοι του στόρι - η Anna του Luc βγαίνει νικήτρια από την άτυπη κόντρα της, με την πανομοιότυπη, μα πολύ περισσότερο προμοταρισμένη Red Sparrow.
Αχ! Sasha Luss! Από την άλλη άκρη της Ερυθρής Αχανίας στην Καμτσάτκα, προσγειώθηκε στα ντεφιλέ της Chanel και του Dior και από εκεί στην αγκάλη του γνωστού μπερμπάντη ντιρέκτορα, που μια χαρά την προώθησε ως το νέο του πουλέν, αφού πρωτίστως της έδωσε το πρώτο της ρολάκι στον φασαριόζο Valerian. Τι ξανθιά, τι μαυρομαλλούσα, η Ρωσίς έξοχα ανταποκρίνεται στις (οκ, όχι και σπουδαίες) απαιτήσεις, πετώντας τα μάτια έξω των πάντων, περιφερόμενη μονίμως μέσα στα ανύπαρκτα μίνι ως την μέση, με τις απαιτούμενες ζαρτιέρες για συνοδευτικό. Δεν είναι γλάστρα το κορίτσι, δεν πάει ούτε και για Όσκαρ. Από δαύτα ξέρει καλύτερα ο υποστηρικτικός περίγυρος της, η αγέραστη Mirren, δηλαδή, που φαίνεται πως κάνει κέφι τέτοια διπρόσωπα payroll γκεστ, αλλά και το δίδυμο των μνηστήρων της, που στήνουν ο Ουαλός Luke Evans και ο Ιρλανδός Cillian Murphy. Ελπίζουμε, σε σύντομη επάνοδο της στο εκράν, προς τέρψην οφθαλμών κι όχι να καρτερήσουμε να την ματαδούμε στο επόμενο πόνημα του Γάλλου.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Ιουλίου 2019 από την Odeon!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική