του Philippe de Chauveron. Με τους Christian Clavier, Chantal Lauby, Ary Abittan, Medi Sadoun, Frédéric Chau, Noom Diawara, Frédérique Bel, Julia Piaton, Émilie Caen, Élodie Fontan, Pascal Nzonzi, Salimata Kamate, Tatiana Rojo, Claudia Tagbo.
À La France!
του zerVo (@moviesltd)
Τεράστια έκπληξη, όχι πάντως και εντελώς απρόβλεπτη, καθώς οι Φραντσέζοι δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν συρρεύσει στις αίθουσες για να τιμήσουν μια κομεντί που φοράει την τρικολόρ στολή. Σαφώς βέβαια και δεν έχουν φτάσει τα 12 εκατομμύρια, όσα εισιτήρια έκοψε δηλαδή στην πρώτ του εμφάνιση το Θεέ μου τι σου κάναμε, ακριβώς πριν από πέντε καλοκαίρια. Και τονίζω την περίοδο της εξόδου στις αίθουσες, μιας και πρόκειται για το φιλμ που άλλαξε έκτοτε σε σημαντικό βαθμό τον θερινό προγραμματισμό της διανομής - πανευρωπαϊκά, όχι μόνο στην Γαλλία - καθώς ούτε λίγο, ούτε πολύ, τουλάχιστον μια ντουζίνα φαμπρίκ εν Φρανς, κωμωδίες, κάνουν την πρεμιέρα τους με το που μπει ο Ιούνης, ίσαμε τα πρωτοβρόχια. Στοχεύοντας κι εκείνες στο εισπρακτικό Τζακ Ποτ. Δεν είναι εύκολο...
Κι εκεί που το ηλικιωμένο αντρόγυνο του δεδηλωμένου συντηρητικού Κλοντ και της καλοσυνάτης Μαρί Βερνέιγ, πίστεψε πως τα προβλήματα του λύθηκαν, με την απροσδόκητη παντρειά της πιο μικρής τους θυγατέρας, νέοι μπελάδες άρχισαν να διαφαίνονται στον ορίζοντα. Και όλα αυτά ξεκίνησαν από την στιγμή που οι απογοητευμένοι, με την τροπή που έχει πάρει η ζωή τους στην Γαλλία, που τους φιλοξενεί ως δεύτερης γενιάς μετανάστες, γαμπροί, σκέφτονται πολύ σοβαρά να μετακομίσουν συν γυναιξί και τέκνοις στο εξωτερικό.
Κι όλα αυτά από την στιγμή που ο Εβραίος επιχειρηματίας Νταβίντ, σύζυγός της Οντίλ, νοιώθει πως η νέα του εμπορική ιδέα δεν βρίσκει ευρεία ανταπόκριση, ο Αλγερινής καταγωγής και φυσικά Μουσουλμάνος Ρασίντ, άντρας της Ιζαμπέλ, εκτιμά πως ως δικηγόρος, έχει σαν εντολείς μόνον άτομα που σχετίζονται με την θρησκεία του, ο Κινέζος τραπεζικός υπάλληλος Τσάο, στεφάνι της Σεγκολέν, τρέμει στην ιδέα μιας πιθανής, φονικής τρομοκρατικής επίθεσης και ο Ιβοριανός Σαρλ ο 1ος, το άλλο μισό της κυοφορούσας Λορ, δεν μπορεί ως ηθοποιός να αρπάξει έναν ρόλο της προκοπής, περιοριζόμενος να υποδύεται μόνο, περιφερειακούς χαρακτήρες, που ταιριάζουν με το μαύρο χρώμα του δέρματος του. Συνεπώς η επιστροφή στις ρίζες για τον καθένα - πλην του τελευταίου, που στοχεύει να μεταναστεύσει στην Ινδία, εκτιμώντας πως του ταιριάζει μια καριέρα στο Μπόλιγουντ - θα σημάνει συναγερμό για τους φουκαράδες συνταξιούχους Βερνέιγ, που θα κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να κρατήσουν παιδιά κι εγγόνια σιμά τους για πάντα.
Η πλάκα δηλαδή, στην περίπτωση του σίκουελ, σταδιακά και μετά από ένα υπερβολικά αργό, στην απόπειρα του να παρουσιάσει πληρέστερα τις προσωπικότητες των εξ αγχιστείας υιών, πρώτο μέρος, περνά από την μόστρα του υπερβολικού και ακραίου Γκολικού πεθερού, στις αντιδράσεις της ετερόκλητης τετράδας, που αντιλαμβάνεται τις ημέρες στην Πόλη του Φωτός ως λιγοστές και μετρημένες. Στην ουσία δηλαδή το αντρικό κουαρτέτο είναι εκείνο που αποσπά την μερίδα του λέοντος της χρονικής διάρκειας, περιορίζοντας σημαντικά την παρουσία των κυριών τους, που εδώ φαίνεται να εμφανίζονται πιότερο ως άβουλες και έτοιμες να πακετάρουν βαλίτσες, απλά και μόνο γιατί κάτι τέτοιο διάλεξε ο Κύρης. Και άντε, να υπήρχε λόγος σοβαρός να το δεχτούμε, στις περισσότερες των περιπτώσεων, τα κίνητρα για τον επερχόμενο οικογενειακό ξεριζωμό, δεν έχουν κάποια ισχυρή υπόσταση.
Κατ αυτόν τον τρόπο οδηγούμαστε λοιπόν στο δεύτερο ημίχρονο, όπου επανέρχονται για τα καλά στο κάδρο οι γονείς, δηλαδή ο Christian Clavier, που έχει εκτοξεύσει την σταρική του αναγνωρισιμότητα στα ύψη στα σιμά 70 του χρόνια και η καταπληκτική ως πειθήνια αν και χαμηλότονη, μητέρα φαμίλιας Chantal Lauby, για να αλλάξουν παντί τρόπω τα μυαλά των προκομμένων. Ακόμη κι αν χρειαστεί να πέσει στο τραπέζι και ο χρηματισμός του περίγυρου, μπας και καταλάβουν άπαντες πως το μέλλον τους δεν είναι πουθενά αλλού, παρά μόνο στην Γαλλία των ατελείωτων ευκαιριών. Από την μια μεριά δηλαδή, την σεναριακή εξίσωση στηρίζουν οι κοινωνικές ανισότητες και τα σοσιολογικά ζόρια μιας χώρας που έχει βρεθεί για τα καλά στο επίκεντρο της πολιτικο-οικονομικής κρίσης, από την άλλη όμως, με ύμνο το Αλοζανφάν Ντε Λα Πατρί, έρχεται η τελική λύση - λύτρωση, που θα κρατήσει όλους τους παγκοσμιοποιημένους ήρωες μονοιασμένους Α Παρί, μια και καλή!
Η αξιοπρέπεια στην συνέχεια, είναι το στοιχείο που χαρακτηρίζει το Encore, που και βέβαια δεν φτάνει σε έμπνευση, πρωτοτυπία και εκπλήξεις τα επίπεδα του πρώτου μέρους. Ο De Chauveron, έχοντας υπογράψει δύο ακόμη μέτριες φάρσες παρόμοιας καυστικής περί ρατσισμού και ξενοφοβίας αισθητικής, από τον καιρό του Bon Dieu (Άμεση Αποβίβαση (Débarquement Immédiat!) και Βρε καλώς τους! (À bras ouverts)) δεν δείχνει και τόσο ευρηματικός στα ανέκδοτα του σκριπτ του, καθώς εκείνο αλληθωρίζει επικίνδυνα προς μια απλώς γλαφυρή απεικόνιση μιας σύγχρονης γαλλικής πραγματικότητας, που δεν ανταποκρίνεται καθώς φαίνεται και πολύ στην αλήθεια.
Οι μελέτες άλλωστε πάντοτε τοποθετούσαν πολύ ψηλά το προοδευτικό φρόνημα της φραντσέζας κοινής γνώμης. Σε τέτοιο βαθμό, που η πιο πραγματικά αστεία έκφανση του έργου, να έχει να κάνει με τον γάμο της μοναχοκόρης του αφρικάνου παλαιών αρχών αριστοκράτη, που ακολουθεί κατά γράμμα την αυστηρή γονική προσταγή του: Να παντρευτεί άτομο ιδίου χρώματος, ίδιας θρησκείας και εννοείται κοινής πατρίδας. Που να φανταζόταν ο κεραυνοβολημένος πατήρ, να προσθέσει στην χάρτα του και τον όρο "έτερου φύλου"! No offense, για μοντέρνους Γάλλους μιλάμε, που δεν ταράζονται στιγμή από τα τζιβιτζιλίκια, σε βαθμό που να τα εισάγουν ως διασκεδαστικό στοιχείο στα θέματα τους και ουδείς να τους ψέγει για σεξισμό και λοιπές ανοησίες της μόδας. Αποτέλεσμα? Έξι εκατομμύρια μπιλιέτα στον ντόπιο μποξόφη το Part Deux. Ζενιάλ!
Κι όλα αυτά από την στιγμή που ο Εβραίος επιχειρηματίας Νταβίντ, σύζυγός της Οντίλ, νοιώθει πως η νέα του εμπορική ιδέα δεν βρίσκει ευρεία ανταπόκριση, ο Αλγερινής καταγωγής και φυσικά Μουσουλμάνος Ρασίντ, άντρας της Ιζαμπέλ, εκτιμά πως ως δικηγόρος, έχει σαν εντολείς μόνον άτομα που σχετίζονται με την θρησκεία του, ο Κινέζος τραπεζικός υπάλληλος Τσάο, στεφάνι της Σεγκολέν, τρέμει στην ιδέα μιας πιθανής, φονικής τρομοκρατικής επίθεσης και ο Ιβοριανός Σαρλ ο 1ος, το άλλο μισό της κυοφορούσας Λορ, δεν μπορεί ως ηθοποιός να αρπάξει έναν ρόλο της προκοπής, περιοριζόμενος να υποδύεται μόνο, περιφερειακούς χαρακτήρες, που ταιριάζουν με το μαύρο χρώμα του δέρματος του. Συνεπώς η επιστροφή στις ρίζες για τον καθένα - πλην του τελευταίου, που στοχεύει να μεταναστεύσει στην Ινδία, εκτιμώντας πως του ταιριάζει μια καριέρα στο Μπόλιγουντ - θα σημάνει συναγερμό για τους φουκαράδες συνταξιούχους Βερνέιγ, που θα κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να κρατήσουν παιδιά κι εγγόνια σιμά τους για πάντα.
Η πλάκα δηλαδή, στην περίπτωση του σίκουελ, σταδιακά και μετά από ένα υπερβολικά αργό, στην απόπειρα του να παρουσιάσει πληρέστερα τις προσωπικότητες των εξ αγχιστείας υιών, πρώτο μέρος, περνά από την μόστρα του υπερβολικού και ακραίου Γκολικού πεθερού, στις αντιδράσεις της ετερόκλητης τετράδας, που αντιλαμβάνεται τις ημέρες στην Πόλη του Φωτός ως λιγοστές και μετρημένες. Στην ουσία δηλαδή το αντρικό κουαρτέτο είναι εκείνο που αποσπά την μερίδα του λέοντος της χρονικής διάρκειας, περιορίζοντας σημαντικά την παρουσία των κυριών τους, που εδώ φαίνεται να εμφανίζονται πιότερο ως άβουλες και έτοιμες να πακετάρουν βαλίτσες, απλά και μόνο γιατί κάτι τέτοιο διάλεξε ο Κύρης. Και άντε, να υπήρχε λόγος σοβαρός να το δεχτούμε, στις περισσότερες των περιπτώσεων, τα κίνητρα για τον επερχόμενο οικογενειακό ξεριζωμό, δεν έχουν κάποια ισχυρή υπόσταση.
Κατ αυτόν τον τρόπο οδηγούμαστε λοιπόν στο δεύτερο ημίχρονο, όπου επανέρχονται για τα καλά στο κάδρο οι γονείς, δηλαδή ο Christian Clavier, που έχει εκτοξεύσει την σταρική του αναγνωρισιμότητα στα ύψη στα σιμά 70 του χρόνια και η καταπληκτική ως πειθήνια αν και χαμηλότονη, μητέρα φαμίλιας Chantal Lauby, για να αλλάξουν παντί τρόπω τα μυαλά των προκομμένων. Ακόμη κι αν χρειαστεί να πέσει στο τραπέζι και ο χρηματισμός του περίγυρου, μπας και καταλάβουν άπαντες πως το μέλλον τους δεν είναι πουθενά αλλού, παρά μόνο στην Γαλλία των ατελείωτων ευκαιριών. Από την μια μεριά δηλαδή, την σεναριακή εξίσωση στηρίζουν οι κοινωνικές ανισότητες και τα σοσιολογικά ζόρια μιας χώρας που έχει βρεθεί για τα καλά στο επίκεντρο της πολιτικο-οικονομικής κρίσης, από την άλλη όμως, με ύμνο το Αλοζανφάν Ντε Λα Πατρί, έρχεται η τελική λύση - λύτρωση, που θα κρατήσει όλους τους παγκοσμιοποιημένους ήρωες μονοιασμένους Α Παρί, μια και καλή!
Η αξιοπρέπεια στην συνέχεια, είναι το στοιχείο που χαρακτηρίζει το Encore, που και βέβαια δεν φτάνει σε έμπνευση, πρωτοτυπία και εκπλήξεις τα επίπεδα του πρώτου μέρους. Ο De Chauveron, έχοντας υπογράψει δύο ακόμη μέτριες φάρσες παρόμοιας καυστικής περί ρατσισμού και ξενοφοβίας αισθητικής, από τον καιρό του Bon Dieu (Άμεση Αποβίβαση (Débarquement Immédiat!) και Βρε καλώς τους! (À bras ouverts)) δεν δείχνει και τόσο ευρηματικός στα ανέκδοτα του σκριπτ του, καθώς εκείνο αλληθωρίζει επικίνδυνα προς μια απλώς γλαφυρή απεικόνιση μιας σύγχρονης γαλλικής πραγματικότητας, που δεν ανταποκρίνεται καθώς φαίνεται και πολύ στην αλήθεια.
Οι μελέτες άλλωστε πάντοτε τοποθετούσαν πολύ ψηλά το προοδευτικό φρόνημα της φραντσέζας κοινής γνώμης. Σε τέτοιο βαθμό, που η πιο πραγματικά αστεία έκφανση του έργου, να έχει να κάνει με τον γάμο της μοναχοκόρης του αφρικάνου παλαιών αρχών αριστοκράτη, που ακολουθεί κατά γράμμα την αυστηρή γονική προσταγή του: Να παντρευτεί άτομο ιδίου χρώματος, ίδιας θρησκείας και εννοείται κοινής πατρίδας. Που να φανταζόταν ο κεραυνοβολημένος πατήρ, να προσθέσει στην χάρτα του και τον όρο "έτερου φύλου"! No offense, για μοντέρνους Γάλλους μιλάμε, που δεν ταράζονται στιγμή από τα τζιβιτζιλίκια, σε βαθμό που να τα εισάγουν ως διασκεδαστικό στοιχείο στα θέματα τους και ουδείς να τους ψέγει για σεξισμό και λοιπές ανοησίες της μόδας. Αποτέλεσμα? Έξι εκατομμύρια μπιλιέτα στον ντόπιο μποξόφη το Part Deux. Ζενιάλ!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 11 Ιουλίου 2019 από την Odeon!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική