του Hafsteinn Gunnar Sigurðsson. Με τους Steinþór Hróar Steinþórsson, Edda Björgvinsdóttir, Sigurður Sigurjónsson, Lára Jóhanna Jónsdóttir, Þorsteinn Bachmann, Selma Björnsdóttir.
Το δέντρο που πληγώνανε
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Κανείς δεν μπορεί να σταματήσει την ανθρώπινη βλακεία
Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Ισλανδός Hafsteinn Gunnar Sigurðsson. Έχουν προηγηθεί οι ταινίες «Á annan veg» (Either Way, 2011) – ταινία που προβλήθηκε στη Θεσσαλονίκη εκείνη τη χρονιά, στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες» - και «París Norðursins» (Paris of the North, 2015). Να σημειώσουμε πως το «Either Way» μεταφέρθηκε αλά αμερικάνικα στο ριμέικ του David Gordon Green με τίτλο «Γελαστός πρίγκιπας» (Prince Avalanche, 2013), στο οποίο πρωταγωνιστούσαν οι Paul Rudd και Emile Hirsch.
Την παγκόσμια πρεμιέρα της η ταινία Κάτω από το Δέντρο (Undir Trénu / Under The Tree) την έκανε στο φεστιβάλ Βενετίας του 2017, στο παράλληλο διαγωνιστικό τμήμα «Ορίζοντες». Προβλήθηκε και στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες» ενώ αποτέλεσε και την επίσημη πρόταση της Ισλανδίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Η υπόθεση: Η Άγκνες διώχνει τον σύζυγό της, τον Άτλι, από το σπίτι τους, όταν τον τσακώνει στα πράσα να είναι έτοιμος να... αυνανιστεί, παρακολουθώντας μια home made τσόντα στην οποία πρωταγωνιστεί ο ίδιος! Ο Άτλι, προς μεγάλη του δυσαρέσκεια, καθώς του απαγορεύεται τίνι τρόπω να βλέπει την τετράχρονη κόρη του, αναγκάζεται να μετακομίσει στο πατρικό του σπίτι, ένα σπίτι το οποίο έχει βιώσει μια μεγάλη απώλεια. Οι γονείς του βρίσκονται σε διαμάχη με τους γείτονες. Αιτία: το τεράστιο δέντρο που κυριαρχεί στην αυλή τους και το οποίο ρίχνει μεγάλη σκιά στην αυλή των γειτόνων, μην αφήνοντας την κυρία του διπλανού σπιτιού να ευχαριστιέται την ηλιοθεραπεία της! Καθώς η ένταση κλιμακώνεται, περιουσίες καταστρέφονται, κατοικίδια εξαφανίζονται, κατοικίδια... βαλσαμώνονται. Το τι τους περιμένει όλους, όμως, κανείς δεν μπορεί να το φανταστεί...
Η άποψή μας: Τούτη η ταινία δεν είναι απλά μαύρη κωμωδία – είναι κατάμαυρη! Κατά μία έννοια, μου θύμισε τον «Πόλεμο των Ρόουζ» του Danny Devito. Εκείνη η ταινιάρα, βεβαίως, επικεντρωνόταν στο τι μπορεί να κάνουν δύο σύζυγοι, ο ένας στον άλλο, όταν η αγάπη στο γάμο τελειώνει. Θα μπορούσαν να χωρίσουν. Απλά. Και να ζήσουν. Πολιτισμένα. Αυτή είναι η κρίσιμη λέξη. Πολιτισμένα. Αμ δε... Στην ισλανδική ταινία ο... πολιτισμός πάει περίπατο. Και ο φίλος μας ο Ισλανδός μας δείχνει μέχρι πού μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη βλακεία! Κατά μία άλλη έννοια, οι προβληματισμοί της ταινίας του εφάπτονται με εκείνους των αδελφών Coen στην ταινία «Fargo». Οι αστείοι ανταγωνισμοί, η επιδίωξη ζωτικού χώρου, η απλή και καθαρή ζήλια, οι ματαιώσεις, οι απώλειες, και εντέλει, η ανθρώπινη φύση.
Όχι, μας λέει ο σκηνοθέτης, οι άνθρωποι ως είδος δεν είναι σχεδιασμένοι για να ζήσουμε μαζί, με αρμονία, σε μικρές ή μεγαλύτερες κοινωνίες. Αργά ή γρήγορα θα ξεσπάσει πόλεμος! Και η κλιμάκωση μπορεί να φτάσει στο σημείο χωρίς επιστροφή όταν καλά καλά οι εμπλεκόμενοι δεν μπορούν να θυμηθούν πως ξεκίνησαν όλα αυτά! Δυσλειτουργικοί άνθρωποι σε κοινωνίες που αποδεικνύονται δυσλειτουργικές. Και πού συμβαίνουν όλα αυτά; Στα προάστια μιας μεγαλούπολης, αν έχετε το Θεό σας! Στα πιο βαρετά εξ ορισμού μέρη σε ολόκληρο τον πλανήτη! Η ταινία είναι γυρισμένη στην Ισλανδία, το μέρος όπου λαμβάνουν χώρα όλα τα γεγονότα, όμως, θα μπορούσαν να συμβούν οπουδήποτε στον κόσμο. Ναι, ναι, μπορούν να συμβούν και ανάμεσα σε δύο χώρες, μιας που, από ευτυχή συγκυρία, η ταινία βγαίνει στις αίθουσες σε μια φορτισμένη πολιτικά και ιστορικά στιγμή για τη χώρα μας.
Και μετά, είναι το δέντρο. Αχ, το δέντρο. Το δέντρο της... ζωής. Το δέντρο του... θανάτου. Απλά, φυτρώνει. Απλά, υπάρχει. Απλά, όταν πέφτει ο ήλιος επάνω του, αφήνει μια παχιά, μακριά σκιά. Δεν ξέρει τίποτε για φράχτες. Δεν γνωρίζει τίποτε για αντιπαλότητες. Δεν είναι «καλό» ή «κακό». Προσφέρει οξυγόνο, αγάπη, ομορφιά και... σκιά, αν τη θέλει κάποιος. Αν δεν τη θέλει, μπορεί απλά να την αποφύγει! Δεν χρειάζεται να κοπεί το δέντρο. Ίσως να χρειάζεται κλάδεμα, ποιος ξέρει, ίσως αν το κλάδευαν, τα πράγματα να ήταν καλύτερα. Όμως, το πού θα πέσει ένα δέντρο που κάποιος το κόβει και κάποιος το σπρώχνει δεν είναι ευθύνη του δέντρου! Και ποιος τα άρχισε όλα αυτά; Ποιος ξεκίνησε τον καβγά; Από πού άρχισαν όλα; Και οι κοινωνικοί δεσμοί να καταρρέουν με θόρυβο. Να λιώνουν, αδύναμοι να αντισταθούν, αδύναμοι να αντέξουν, αδύναμοι να σώσουν.
Και ο σκηνοθέτης δεν κωλώνει: τραβάει το πράγμα μέχρι το κατάμαυρο φινάλε του. Ή το κατακόκκινο αν προτιμάτε. Και όλα στο τελευταίο πλάνο καταλαβαίνουμε ότι έγιναν μάταια! Τόσοι άνθρωποι χάθηκαν από μια παρανόηση, από μια παρεξήγηση, από τη φυσική τάση των γάτων να εξαφανίζονται από καιρού εις καιρόν... Οι παραγωγοί του «Δεσμοί αίματος» (Rams, 2015) βρίσκονται και πίσω από τούτη την ταινία, - τις δύο ταινίες τις ενώνει κι ένας εκ των πρωταγωνιστών, ο Sigurður Sigurjónsson. Το καστ είναι εξαιρετικό με ερμηνείες που κινούνται στην κόψη του ξυραφιού, με τις πιο αστείες στιγμές να τις δίνει η άδεια από ζωή αλλά γεμάτη κυνισμό και ειρωνεία Ίνγκα της Edda Björgvinsdóttir. Η μητέρα του Άτλι στην ταινία, η οποία δεν χάνει την ευκαιρία να μειώνει τη νεώτερή της, «πλαστική», δεύτερη σύζυγο του γείτονά της. Απλώς, βιτριολική. Αλλά και... η πιο τραγική όλων!
Πολύ δυνατή ταινία, που βγάζει συχνά πυκνά γέλιο, στο φινάλε όμως κάνει το γέλιο των πάντων να παγώνει στα αποσβολωμένα τους πρόσωπα. Για μια... μαλακία καταστρέφεται ένας γάμος. Για ένα... pussy! Και για μια pussy-cat, καταστρέφονται πολλές, πολλές ζωές. Μπράβο και πάλι μπράβο στον σκηνοθέτη, που δεν λείανε τις γωνίες και μας ανάγκασε να πιούμε το πικρό ποτήριον μέχρι το τέλος. Να τη δείτε: δεν είναι για όλους, αλλά αν ψυλλιαστείτε τι πάτε να παρακολουθήσετε, θα την καταβρείτε! Θα γελάσετε. Και θα πάθετε κολούμπρα. Ταυτόχρονα.
Η υπόθεση: Η Άγκνες διώχνει τον σύζυγό της, τον Άτλι, από το σπίτι τους, όταν τον τσακώνει στα πράσα να είναι έτοιμος να... αυνανιστεί, παρακολουθώντας μια home made τσόντα στην οποία πρωταγωνιστεί ο ίδιος! Ο Άτλι, προς μεγάλη του δυσαρέσκεια, καθώς του απαγορεύεται τίνι τρόπω να βλέπει την τετράχρονη κόρη του, αναγκάζεται να μετακομίσει στο πατρικό του σπίτι, ένα σπίτι το οποίο έχει βιώσει μια μεγάλη απώλεια. Οι γονείς του βρίσκονται σε διαμάχη με τους γείτονες. Αιτία: το τεράστιο δέντρο που κυριαρχεί στην αυλή τους και το οποίο ρίχνει μεγάλη σκιά στην αυλή των γειτόνων, μην αφήνοντας την κυρία του διπλανού σπιτιού να ευχαριστιέται την ηλιοθεραπεία της! Καθώς η ένταση κλιμακώνεται, περιουσίες καταστρέφονται, κατοικίδια εξαφανίζονται, κατοικίδια... βαλσαμώνονται. Το τι τους περιμένει όλους, όμως, κανείς δεν μπορεί να το φανταστεί...
Η άποψή μας: Τούτη η ταινία δεν είναι απλά μαύρη κωμωδία – είναι κατάμαυρη! Κατά μία έννοια, μου θύμισε τον «Πόλεμο των Ρόουζ» του Danny Devito. Εκείνη η ταινιάρα, βεβαίως, επικεντρωνόταν στο τι μπορεί να κάνουν δύο σύζυγοι, ο ένας στον άλλο, όταν η αγάπη στο γάμο τελειώνει. Θα μπορούσαν να χωρίσουν. Απλά. Και να ζήσουν. Πολιτισμένα. Αυτή είναι η κρίσιμη λέξη. Πολιτισμένα. Αμ δε... Στην ισλανδική ταινία ο... πολιτισμός πάει περίπατο. Και ο φίλος μας ο Ισλανδός μας δείχνει μέχρι πού μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη βλακεία! Κατά μία άλλη έννοια, οι προβληματισμοί της ταινίας του εφάπτονται με εκείνους των αδελφών Coen στην ταινία «Fargo». Οι αστείοι ανταγωνισμοί, η επιδίωξη ζωτικού χώρου, η απλή και καθαρή ζήλια, οι ματαιώσεις, οι απώλειες, και εντέλει, η ανθρώπινη φύση.
Όχι, μας λέει ο σκηνοθέτης, οι άνθρωποι ως είδος δεν είναι σχεδιασμένοι για να ζήσουμε μαζί, με αρμονία, σε μικρές ή μεγαλύτερες κοινωνίες. Αργά ή γρήγορα θα ξεσπάσει πόλεμος! Και η κλιμάκωση μπορεί να φτάσει στο σημείο χωρίς επιστροφή όταν καλά καλά οι εμπλεκόμενοι δεν μπορούν να θυμηθούν πως ξεκίνησαν όλα αυτά! Δυσλειτουργικοί άνθρωποι σε κοινωνίες που αποδεικνύονται δυσλειτουργικές. Και πού συμβαίνουν όλα αυτά; Στα προάστια μιας μεγαλούπολης, αν έχετε το Θεό σας! Στα πιο βαρετά εξ ορισμού μέρη σε ολόκληρο τον πλανήτη! Η ταινία είναι γυρισμένη στην Ισλανδία, το μέρος όπου λαμβάνουν χώρα όλα τα γεγονότα, όμως, θα μπορούσαν να συμβούν οπουδήποτε στον κόσμο. Ναι, ναι, μπορούν να συμβούν και ανάμεσα σε δύο χώρες, μιας που, από ευτυχή συγκυρία, η ταινία βγαίνει στις αίθουσες σε μια φορτισμένη πολιτικά και ιστορικά στιγμή για τη χώρα μας.
Και μετά, είναι το δέντρο. Αχ, το δέντρο. Το δέντρο της... ζωής. Το δέντρο του... θανάτου. Απλά, φυτρώνει. Απλά, υπάρχει. Απλά, όταν πέφτει ο ήλιος επάνω του, αφήνει μια παχιά, μακριά σκιά. Δεν ξέρει τίποτε για φράχτες. Δεν γνωρίζει τίποτε για αντιπαλότητες. Δεν είναι «καλό» ή «κακό». Προσφέρει οξυγόνο, αγάπη, ομορφιά και... σκιά, αν τη θέλει κάποιος. Αν δεν τη θέλει, μπορεί απλά να την αποφύγει! Δεν χρειάζεται να κοπεί το δέντρο. Ίσως να χρειάζεται κλάδεμα, ποιος ξέρει, ίσως αν το κλάδευαν, τα πράγματα να ήταν καλύτερα. Όμως, το πού θα πέσει ένα δέντρο που κάποιος το κόβει και κάποιος το σπρώχνει δεν είναι ευθύνη του δέντρου! Και ποιος τα άρχισε όλα αυτά; Ποιος ξεκίνησε τον καβγά; Από πού άρχισαν όλα; Και οι κοινωνικοί δεσμοί να καταρρέουν με θόρυβο. Να λιώνουν, αδύναμοι να αντισταθούν, αδύναμοι να αντέξουν, αδύναμοι να σώσουν.
Και ο σκηνοθέτης δεν κωλώνει: τραβάει το πράγμα μέχρι το κατάμαυρο φινάλε του. Ή το κατακόκκινο αν προτιμάτε. Και όλα στο τελευταίο πλάνο καταλαβαίνουμε ότι έγιναν μάταια! Τόσοι άνθρωποι χάθηκαν από μια παρανόηση, από μια παρεξήγηση, από τη φυσική τάση των γάτων να εξαφανίζονται από καιρού εις καιρόν... Οι παραγωγοί του «Δεσμοί αίματος» (Rams, 2015) βρίσκονται και πίσω από τούτη την ταινία, - τις δύο ταινίες τις ενώνει κι ένας εκ των πρωταγωνιστών, ο Sigurður Sigurjónsson. Το καστ είναι εξαιρετικό με ερμηνείες που κινούνται στην κόψη του ξυραφιού, με τις πιο αστείες στιγμές να τις δίνει η άδεια από ζωή αλλά γεμάτη κυνισμό και ειρωνεία Ίνγκα της Edda Björgvinsdóttir. Η μητέρα του Άτλι στην ταινία, η οποία δεν χάνει την ευκαιρία να μειώνει τη νεώτερή της, «πλαστική», δεύτερη σύζυγο του γείτονά της. Απλώς, βιτριολική. Αλλά και... η πιο τραγική όλων!
Πολύ δυνατή ταινία, που βγάζει συχνά πυκνά γέλιο, στο φινάλε όμως κάνει το γέλιο των πάντων να παγώνει στα αποσβολωμένα τους πρόσωπα. Για μια... μαλακία καταστρέφεται ένας γάμος. Για ένα... pussy! Και για μια pussy-cat, καταστρέφονται πολλές, πολλές ζωές. Μπράβο και πάλι μπράβο στον σκηνοθέτη, που δεν λείανε τις γωνίες και μας ανάγκασε να πιούμε το πικρό ποτήριον μέχρι το τέλος. Να τη δείτε: δεν είναι για όλους, αλλά αν ψυλλιαστείτε τι πάτε να παρακολουθήσετε, θα την καταβρείτε! Θα γελάσετε. Και θα πάθετε κολούμπρα. Ταυτόχρονα.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2019 από την Neo Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική