του Nuri Bilge Ceylan. Με τους Aydin Doğu Demirkol, Murat Cemcir, Bennu Yıldırımlar, Hazar Ergüçlü, Serkan Keskin, Tamer Levent, Akin Aksu, Öner Erkan.
Ό,τι κρατάει μυστικό ένας πατέρας αποκαλύπτεται στο γιο του
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Δεν υπάρχουν γεγονότα, μόνο ερμηνείες
Ο Nuri Bilge Ceylan είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Τούρκους σκηνοθέτες – αν όχι ο σημαντικότερος. Γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου του 1959 στην Κωνσταντινούπολη, σε λίγες μέρες δηλαδή γίνεται 60 ετών. Αυτή είναι μόλις η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί σε 21 χρόνια καριέρας. Η φιλμογραφία του έχει ως εξής: «Η μικρή πόλη» (Kasaba, 1997), «Σύννεφα του Μάη» (Mayis Sikintisi / Clouds of May, 1999), «Μακριά» (Uzak / Distant, 2002), «Κλίματα αγάπης» (Iklimler / Climates, 2006), «Τρεις πίθηκοι» (Üç Maymun / Three Monkeys, 2008), Κάποτε στην Ανατολία (Bir Zamanlar Anadolu'da / Once Upon a Time in Anatolia, 2011) και Χειμερία νάρκη»(Kis Uykusu / Winter Sleep, 2014). Οι δύο πρώτες ταινίες του συμμετείχαν στο φεστιβάλ Βερολίνου. Οι υπόλοιπες έξι πήραν όλες μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών, όπου ο Ceylan κέρδισε μπόλικα βραβεία, από το βραβείο σκηνοθεσίας για το «Τρεις πίθηκοι» μέχρι τον Χρυσό Φοίνικα για την προηγούμενη ταινία του, τη «Χειμερία νάρκη». Αυτή είναι η πρώτη του ταινία που διαγωνίστηκε στις Κάννες και δεν κέρδισε κανένα βραβείο!
Τούτη είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σε διάρκεια ταινία του Ceylan. Μάλιστα, λέγεται πως από το φεστιβάλ των Καννών του ζητήθηκε να τη μικρύνει σε διάρκεια, ο Ceylan όμως αρνήθηκε. Μετά το πρώτο μοντάζ, η διάρκεια της ταινίας ξεπερνούσε τις πέντε ώρες! Ουσιαστικά το σενάριό της περιγράφει τη σχέση του συνσεναριογράφου της ταινίας, Akin Aksu, με τον πατέρα του, τον Ιντρίς. Ο Aksu είναι ανιψιός του Ceylan. Τα γυρίσματα της ταινίας κράτησαν 3,5 μήνες και μετά το πέρας της επίσημης πρώτης προβολής της στις Κάννες, το κοινό έκανε standing ovation για 15 λεπτά. Η ταινία αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Τουρκίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ, αλλά δεν κατάφερε να μπει στην shortlist των εννέα ταινιών, από τις οποίες θα προκύψουν οι πέντε που θα διεκδικήσουν το βραβείο της Αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου.
Η υπόθεση: Ο Σινάν είναι ένας νεαρός, ο οποίος επιστρέφει στην γενέθλια πόλη Τσαν, όπου μένουν οι γονείς του, αφού έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του στην παιδαγωγική ακαδημία στο Τσανάκαλε (Δαρδανέλια). Αν πετύχει και στις εξετάσεις που έπονται, θα διεκδικήσει μια δουλειά δασκάλου στα βάθη της Ανατολίας, μια προοπτική με την οποία δεν τρελαίνεται. Ο πατέρας του, ο Ιντρίς, είναι δάσκαλος στο Τσαν. Είναι όμως και... αλογομούρης: έχει χάσει μια ολόκληρη περιουσία στον τζόγο και χρωστάει στους πάντες. Ξέρει πως δεν μπορεί να ξεφύγει. Πως είναι μπλεγμένος σε έναν φαύλο κύκλο.
Το μόνο που ονειρεύεται είναι μόλις πάρει σύνταξη, να πάει στο σπίτι που έχει στο χωριό του, κοντά στο Τσαν, και να ασχοληθεί με το κτήμα. Του έχει γίνει έμμονη ιδέα ότι σκάβοντας πηγάδι στο κτήμα μπορεί να βρει νερό – μάταια πάντως. Δεν εγκαταλείπει όμως τις προσπάθειές του. Ο Σινάν φοβάται πως θα γίνει σαν τον πατέρα του, κάτι που δεν θέλει με τίποτα. Είναι όμως και προβληματισμένος με το μέλλον του: αν δεν γίνει δάσκαλος, μήπως να γίνει μπάτσος; Πιο πολύ από όλα, τον ενδιαφέρει να εκδοθεί ένα μυθιστόρημα που έχει γράψει. Ψάχνει εναγωνίως για τα λίγα χρήματα που απαιτούνται ώστε να γίνει το όνειρό του πραγματικότητα. Συναντά μια σειρά από ανθρώπους, με τους οποίους ανταλλάσσει κουβέντες πολύ σημαντικές. Θα καταφέρει το στόχο του;
Η άποψή μας: Δεν υπάρχουν πολλοί συναρπαστικοί σκηνοθέτες εκεί έξω, όπως είναι ο Ceylan. Ένας δημιουργός γνωστός για την ποιητική δύναμη των εικόνων του, την εικαστική μαγεία που προσφέρουν οι ταινίες του και τη μελαγχολική οπτική πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Που ξέρει να μπολιάζει τις ταινίες του με ένα ιδιότυπο χιούμορ. Που συχνά πυκνά χρησιμοποιεί σε διάφορα πόστα – και μπροστά στην κάμερα – συγγενείς του, όπως και τη γυναίκα του αλλά και τον ίδιο! Η πορεία του ήταν διαρκώς ανοδική: κάθε φορά που έβλεπες ταινία του έλεγες πως έφτασε στο απόγειο της τέχνης του. Κι έβγαινε η επόμενη ταινία του κι έλεγες ακριβώς το ίδιο! Πριν από οχτώ χρόνια μας έδωσε το απόλυτο αριστούργημά του: το «Κάποτε στην Ανατολία». Οι επόμενες δύο ταινίες του αποτυπώνουν μια κάμψη. Μια κάμψη που έχει να κάνει και με τη συνειδητή απόφαση του δημιουργού να φτιάξει τις ταινίες του πιο βερμπαλιστικές. Μιλάνε τόσο πολύ πια οι ήρωές του στις ταινίες του που αναρωτιέσαι: είναι τώρα αυτό ταινία ή είναι διάλεξη;
Γιατί όλα αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα που αναφέρονται δεν αποτελούν υλικό ενός πρώτης τάξεως μυθιστορήματος και γίνονται αδέξια και θαρρείς καταναγκαστικά, διαλογικά μέρη μιας πυκνής σε λόγο ταινίας, που ξεχειλώνει σε χρόνο; Άντε βγάλε άκρη. Ο θεατής βρίσκεται στην όχι και την πιο βολική θέση του κόσμου, να προσπαθεί ασθμαίνοντας να «πιάσει» το νόημα σε καθετί που λέγεται. Και να 'σου οι αναφορές, και δώστου τα σύμβολα και τίποτε δεν γίνεται τυχαία και too much job ρε παιδί μου. Ναι, έχει σημασία που η δράση λαμβάνει χώρα στο συγκεκριμένο γεωγραφικό στίγμα του κόσμου. Στην περιοχή τοποθετείται η αρχαία Τροία, εκεί που η πόλη έπεσε όταν εισήλθε μέσα από τα απόρθητα τείχη ο Δούρειος Ίππος. Στην περιοχή βρίσκεται και η Καλλίπολη, εκεί όπου η οθωμανική αυτοκρατορία σημείωσε μία από τις μεγαλύτερες και πιο ένδοξες νίκες της κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μια περιοχή λοιπόν γεμάτη μύθο και ιστορία. Με πλούσιο παρελθόν. Μόνο που από το ένδοξο κλέος του παρελθόντος το μόνο που έχει απομείνει είναι η ρέπλικα του Δούρειου Ίππου σε ένα παρών μουντό, σκοτεινό, αδιέξοδο.
Και ναι κυρίες και κύριοι, παρά τις αντιρρήσεις μας που έχουν να κάνουν με τον πάρα πολύ λόγο, ο Ceylan κατορθώνει πολλά πράγματα – κι ένα από αυτά είναι να περιγράψει επακριβώς την αμηχανία της νέας γενιάς στο τωρινό παγκόσμιο γίγνεσθαι. Μπέρδεμα, αδιέξοδα, πού να δουλέψω, πώς να ζήσω, τι να κάνω, πού να πάω; Ο Σινάν ξέρει τι τον περιμένει: ο καπιταλισμός του δίνει προδιαγεγραμμένες πορείες, η κατάληξη των οποίων είναι πάντα η ίδια: σκλάβος του χρήματος! Πολύς αγώνας, άγριες και άχαρες δουλειές για λίγα λεφτά και διέξοδος καμία. Το βλέπει και στον πατέρα του: εγκλωβισμένος σε ένα σύστημα από το οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει. Με τίποτε. Γι' αυτό και του πάει κόντρα, γι' αυτό τον «μισεί», γι' αυτό κουβαλάει τόσο πολύ θυμό ο Σινάν μέσα του: γιατί ξέρει πως όσο κι αν δεν το θέλει, θα γίνει σαν τον πατέρα του. Ο οποίος εν πολλοίς έχει υποθηκεύσει το μέλλον του.
Ευτυχώς, ευτυχώς, ο Ceylan δεν ξεχνά να μας δώσει και πάλι εικόνες σπάνιας ομορφιάς, καίριας σημασίας, που σου τρυπάνε το μυαλό και μένουν εκεί για πολύ καιρό. Τα μαλλιά μιας όμορφης κοπέλας που ανεμίζουν στον άνεμο αφού έχει λύσει την μαντήλα της. Ένα μωρό που κοιμάται και επάνω στο πρόσωπό του περπατάνε μυρμήγκια – εντελώς Νταλί αυτό, έτσι; Ένας δρόμος που μαγικά ξεπροβάλλει μέσα από τα χιόνια – εδώ κάπου βρίσκεται κρυμμένος ο Kiarostami. Μικρά, πανέμορφα ιντερλούδια που έρχονται για να δώσουν ανάσες στις διαλογικές σκηνές, στις οποίες, ναι, σημασία έχει ο διάλογος – ιδίως όταν αυτές είναι γυρίσματα εσωτερικά. Η συζήτηση με τον δήμαρχο – εσωτερικό: δεν χρηματοδοτεί βιβλίο που δεν είναι τουριστικό. Η συζήτηση με τον επιχειρηματία – εσωτερικό: δεν χρηματοδοτεί βιβλίο που δεν είναι πατριωτικό. Η συζήτηση με τον συγγραφέα – εσωτερικό (κατά βάση): η κουβέντα εδώ έχει να κάνει κυρίως με τη συγγραφή και τους συγγραφείς ως κατάσταση, με «καρφιά» να πετάγονται ένθεν και ένθεν.
Και πάλι, οι πιο ωραίες διαλογικές σκηνές είναι εκείνες που γίνονται σε εξωτερικό χώρο. Η συζήτηση με την κοπέλα στο χωράφι: το τσιγάρο και η «απελευθέρωση» από τη μαντήλα δείχνουν χειραφέτηση, η κοπέλα, όμως, θα κάνει γάμο συμφέροντος – δεν γίνεται διαφορετικά. Και όχι, στην προτροπή listen to your heart, είναι αρκετά ρεαλίστρια για να γνωρίζει ότι οι καρδιές σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μιλάνε – υπακούνε. Η συζήτηση με τους δύο νεαρούς ιμάμηδες, οι οποίοι... κλέβουν μήλα, σαν να λέμε, τον απαγορευμένο καρπό! Ό,τι λέγεται, ό,τι ακούγεται, είναι σημαντικό. Ακόμα και οι ατάκες των ηρώων από το τηλεοπτικό σίριαλ δεν είναι τυχαίες. Είναι πολύ δύσκολο για τον Ceulan να γυρίσει κακή ταινία. Εδώ, όμως, φλερτάρει με το να χαρακτηριστεί η ταινία του πληθωρικά γεμάτη λόγο. Αλλά, είπαμε: ο δημιουργός, με οδηγό τον Ντοστογιέφσκι και τον Τσέχοφ, διαλογίζεται για τη θρησκεία, την πατρίδα, τη θέση της γυναίκας, τη θέση των νέων, την τέχνη, τη σημασία της, το πως η χώρα του βρίσκεται με το ένα πόδι στο μοντέρνο και με το άλλο πόδι στη βαθιά συντήρηση.
Κάποιες κουβέντες θα σας αρέσουν περισσότερες, για άλλες θα αδιαφορήσετε, ίσως να νιώσετε κάποια στιγμή ότι κουράζεστε. Δεν χρειάζεται απελπισία. Έτσι κι αλλιώς, αν επιλέξετε να δείτε την ταινία, κάπως προετοιμασμένοι θα είστε. Δεν μπορεί να είστε κοινό των multiplex. Δεν είδατε την αφίσα και είπατε «χμ, ενδιαφέρον, για να μπω». Γνωρίζετε τον Τούρκο δημιουργό ή αν είστε... νέοι στο άθλημα, έχετε μια ζέση να τον ανακαλύψετε. Μην αποκαρδιωθείτε. Στο τέλος, η ταινία (παρά τις αντιρρήσεις μας) θα σας αποζημιώσει. Και ο Σινάν θα καταλάβει στο φινάλε πως δεν είναι μάταια όλα στη ζωή. Ή μάλλον ας το διατυπώσω κάπως καλύτερα όλο αυτό: όσο μάταιο κι αν φαίνεται, είναι καθήκον μας να σκάβουμε βαθιά για να βρούμε νερό. Διαφορετικά, τα πάντα θα παραμείνουν ξερά. Και στη στέρφα γη μονάχα λίγες άγριες αχλαδιές θα απομείνουν. Για να μας θυμίζουν πως δεν προσπαθήσαμε αρκετά. Ίσως την επόμενη φορά...
Η υπόθεση: Ο Σινάν είναι ένας νεαρός, ο οποίος επιστρέφει στην γενέθλια πόλη Τσαν, όπου μένουν οι γονείς του, αφού έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του στην παιδαγωγική ακαδημία στο Τσανάκαλε (Δαρδανέλια). Αν πετύχει και στις εξετάσεις που έπονται, θα διεκδικήσει μια δουλειά δασκάλου στα βάθη της Ανατολίας, μια προοπτική με την οποία δεν τρελαίνεται. Ο πατέρας του, ο Ιντρίς, είναι δάσκαλος στο Τσαν. Είναι όμως και... αλογομούρης: έχει χάσει μια ολόκληρη περιουσία στον τζόγο και χρωστάει στους πάντες. Ξέρει πως δεν μπορεί να ξεφύγει. Πως είναι μπλεγμένος σε έναν φαύλο κύκλο.
Το μόνο που ονειρεύεται είναι μόλις πάρει σύνταξη, να πάει στο σπίτι που έχει στο χωριό του, κοντά στο Τσαν, και να ασχοληθεί με το κτήμα. Του έχει γίνει έμμονη ιδέα ότι σκάβοντας πηγάδι στο κτήμα μπορεί να βρει νερό – μάταια πάντως. Δεν εγκαταλείπει όμως τις προσπάθειές του. Ο Σινάν φοβάται πως θα γίνει σαν τον πατέρα του, κάτι που δεν θέλει με τίποτα. Είναι όμως και προβληματισμένος με το μέλλον του: αν δεν γίνει δάσκαλος, μήπως να γίνει μπάτσος; Πιο πολύ από όλα, τον ενδιαφέρει να εκδοθεί ένα μυθιστόρημα που έχει γράψει. Ψάχνει εναγωνίως για τα λίγα χρήματα που απαιτούνται ώστε να γίνει το όνειρό του πραγματικότητα. Συναντά μια σειρά από ανθρώπους, με τους οποίους ανταλλάσσει κουβέντες πολύ σημαντικές. Θα καταφέρει το στόχο του;
Η άποψή μας: Δεν υπάρχουν πολλοί συναρπαστικοί σκηνοθέτες εκεί έξω, όπως είναι ο Ceylan. Ένας δημιουργός γνωστός για την ποιητική δύναμη των εικόνων του, την εικαστική μαγεία που προσφέρουν οι ταινίες του και τη μελαγχολική οπτική πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Που ξέρει να μπολιάζει τις ταινίες του με ένα ιδιότυπο χιούμορ. Που συχνά πυκνά χρησιμοποιεί σε διάφορα πόστα – και μπροστά στην κάμερα – συγγενείς του, όπως και τη γυναίκα του αλλά και τον ίδιο! Η πορεία του ήταν διαρκώς ανοδική: κάθε φορά που έβλεπες ταινία του έλεγες πως έφτασε στο απόγειο της τέχνης του. Κι έβγαινε η επόμενη ταινία του κι έλεγες ακριβώς το ίδιο! Πριν από οχτώ χρόνια μας έδωσε το απόλυτο αριστούργημά του: το «Κάποτε στην Ανατολία». Οι επόμενες δύο ταινίες του αποτυπώνουν μια κάμψη. Μια κάμψη που έχει να κάνει και με τη συνειδητή απόφαση του δημιουργού να φτιάξει τις ταινίες του πιο βερμπαλιστικές. Μιλάνε τόσο πολύ πια οι ήρωές του στις ταινίες του που αναρωτιέσαι: είναι τώρα αυτό ταινία ή είναι διάλεξη;
Γιατί όλα αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα που αναφέρονται δεν αποτελούν υλικό ενός πρώτης τάξεως μυθιστορήματος και γίνονται αδέξια και θαρρείς καταναγκαστικά, διαλογικά μέρη μιας πυκνής σε λόγο ταινίας, που ξεχειλώνει σε χρόνο; Άντε βγάλε άκρη. Ο θεατής βρίσκεται στην όχι και την πιο βολική θέση του κόσμου, να προσπαθεί ασθμαίνοντας να «πιάσει» το νόημα σε καθετί που λέγεται. Και να 'σου οι αναφορές, και δώστου τα σύμβολα και τίποτε δεν γίνεται τυχαία και too much job ρε παιδί μου. Ναι, έχει σημασία που η δράση λαμβάνει χώρα στο συγκεκριμένο γεωγραφικό στίγμα του κόσμου. Στην περιοχή τοποθετείται η αρχαία Τροία, εκεί που η πόλη έπεσε όταν εισήλθε μέσα από τα απόρθητα τείχη ο Δούρειος Ίππος. Στην περιοχή βρίσκεται και η Καλλίπολη, εκεί όπου η οθωμανική αυτοκρατορία σημείωσε μία από τις μεγαλύτερες και πιο ένδοξες νίκες της κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μια περιοχή λοιπόν γεμάτη μύθο και ιστορία. Με πλούσιο παρελθόν. Μόνο που από το ένδοξο κλέος του παρελθόντος το μόνο που έχει απομείνει είναι η ρέπλικα του Δούρειου Ίππου σε ένα παρών μουντό, σκοτεινό, αδιέξοδο.
Και ναι κυρίες και κύριοι, παρά τις αντιρρήσεις μας που έχουν να κάνουν με τον πάρα πολύ λόγο, ο Ceylan κατορθώνει πολλά πράγματα – κι ένα από αυτά είναι να περιγράψει επακριβώς την αμηχανία της νέας γενιάς στο τωρινό παγκόσμιο γίγνεσθαι. Μπέρδεμα, αδιέξοδα, πού να δουλέψω, πώς να ζήσω, τι να κάνω, πού να πάω; Ο Σινάν ξέρει τι τον περιμένει: ο καπιταλισμός του δίνει προδιαγεγραμμένες πορείες, η κατάληξη των οποίων είναι πάντα η ίδια: σκλάβος του χρήματος! Πολύς αγώνας, άγριες και άχαρες δουλειές για λίγα λεφτά και διέξοδος καμία. Το βλέπει και στον πατέρα του: εγκλωβισμένος σε ένα σύστημα από το οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει. Με τίποτε. Γι' αυτό και του πάει κόντρα, γι' αυτό τον «μισεί», γι' αυτό κουβαλάει τόσο πολύ θυμό ο Σινάν μέσα του: γιατί ξέρει πως όσο κι αν δεν το θέλει, θα γίνει σαν τον πατέρα του. Ο οποίος εν πολλοίς έχει υποθηκεύσει το μέλλον του.
Ευτυχώς, ευτυχώς, ο Ceylan δεν ξεχνά να μας δώσει και πάλι εικόνες σπάνιας ομορφιάς, καίριας σημασίας, που σου τρυπάνε το μυαλό και μένουν εκεί για πολύ καιρό. Τα μαλλιά μιας όμορφης κοπέλας που ανεμίζουν στον άνεμο αφού έχει λύσει την μαντήλα της. Ένα μωρό που κοιμάται και επάνω στο πρόσωπό του περπατάνε μυρμήγκια – εντελώς Νταλί αυτό, έτσι; Ένας δρόμος που μαγικά ξεπροβάλλει μέσα από τα χιόνια – εδώ κάπου βρίσκεται κρυμμένος ο Kiarostami. Μικρά, πανέμορφα ιντερλούδια που έρχονται για να δώσουν ανάσες στις διαλογικές σκηνές, στις οποίες, ναι, σημασία έχει ο διάλογος – ιδίως όταν αυτές είναι γυρίσματα εσωτερικά. Η συζήτηση με τον δήμαρχο – εσωτερικό: δεν χρηματοδοτεί βιβλίο που δεν είναι τουριστικό. Η συζήτηση με τον επιχειρηματία – εσωτερικό: δεν χρηματοδοτεί βιβλίο που δεν είναι πατριωτικό. Η συζήτηση με τον συγγραφέα – εσωτερικό (κατά βάση): η κουβέντα εδώ έχει να κάνει κυρίως με τη συγγραφή και τους συγγραφείς ως κατάσταση, με «καρφιά» να πετάγονται ένθεν και ένθεν.
Και πάλι, οι πιο ωραίες διαλογικές σκηνές είναι εκείνες που γίνονται σε εξωτερικό χώρο. Η συζήτηση με την κοπέλα στο χωράφι: το τσιγάρο και η «απελευθέρωση» από τη μαντήλα δείχνουν χειραφέτηση, η κοπέλα, όμως, θα κάνει γάμο συμφέροντος – δεν γίνεται διαφορετικά. Και όχι, στην προτροπή listen to your heart, είναι αρκετά ρεαλίστρια για να γνωρίζει ότι οι καρδιές σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μιλάνε – υπακούνε. Η συζήτηση με τους δύο νεαρούς ιμάμηδες, οι οποίοι... κλέβουν μήλα, σαν να λέμε, τον απαγορευμένο καρπό! Ό,τι λέγεται, ό,τι ακούγεται, είναι σημαντικό. Ακόμα και οι ατάκες των ηρώων από το τηλεοπτικό σίριαλ δεν είναι τυχαίες. Είναι πολύ δύσκολο για τον Ceulan να γυρίσει κακή ταινία. Εδώ, όμως, φλερτάρει με το να χαρακτηριστεί η ταινία του πληθωρικά γεμάτη λόγο. Αλλά, είπαμε: ο δημιουργός, με οδηγό τον Ντοστογιέφσκι και τον Τσέχοφ, διαλογίζεται για τη θρησκεία, την πατρίδα, τη θέση της γυναίκας, τη θέση των νέων, την τέχνη, τη σημασία της, το πως η χώρα του βρίσκεται με το ένα πόδι στο μοντέρνο και με το άλλο πόδι στη βαθιά συντήρηση.
Κάποιες κουβέντες θα σας αρέσουν περισσότερες, για άλλες θα αδιαφορήσετε, ίσως να νιώσετε κάποια στιγμή ότι κουράζεστε. Δεν χρειάζεται απελπισία. Έτσι κι αλλιώς, αν επιλέξετε να δείτε την ταινία, κάπως προετοιμασμένοι θα είστε. Δεν μπορεί να είστε κοινό των multiplex. Δεν είδατε την αφίσα και είπατε «χμ, ενδιαφέρον, για να μπω». Γνωρίζετε τον Τούρκο δημιουργό ή αν είστε... νέοι στο άθλημα, έχετε μια ζέση να τον ανακαλύψετε. Μην αποκαρδιωθείτε. Στο τέλος, η ταινία (παρά τις αντιρρήσεις μας) θα σας αποζημιώσει. Και ο Σινάν θα καταλάβει στο φινάλε πως δεν είναι μάταια όλα στη ζωή. Ή μάλλον ας το διατυπώσω κάπως καλύτερα όλο αυτό: όσο μάταιο κι αν φαίνεται, είναι καθήκον μας να σκάβουμε βαθιά για να βρούμε νερό. Διαφορετικά, τα πάντα θα παραμείνουν ξερά. Και στη στέρφα γη μονάχα λίγες άγριες αχλαδιές θα απομείνουν. Για να μας θυμίζουν πως δεν προσπαθήσαμε αρκετά. Ίσως την επόμενη φορά...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Ιανουαρίου 2019 από την AMA Films!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική