των Agnès Varda, JR
Μια διασκεδαστικότατη κινηματογραφική... selfie!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Μια βόλτα στην ανθρώπινη γεωγραφία
Η Agnès Varda γεννήθηκε στις 30 Μαΐου του 1928 στις Βρυξέλλες, στο Βέλγιο. Είναι... μικρασιατικής καταγωγής από την πλευρά του πατέρα της και στο βιντεοσκοπημένο μήνυμα που έστειλε στο πρόσφατο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, εξ αφορμής τούτης της ταινίας η οποία αποτέλεσε την ταινία έναρξης για το φεστιβάλ, μας είπε ότι ο πατέρας της ήταν από τη Θεσσαλονίκη! Στα 18 της χρόνια ζήτησε και άλλαξε το όνομά της μέσω της νομικής οδού, από Arlette (όπως βαφτίστηκε) σε Agnès (όπως τη γνωρίζουμε). Η Varda ήταν ένας από τους πέντε ανθρώπους που παρέστησαν στην κηδεία του Jim Morrison στο Παρίσι! Έχει δύο παιδιά: την Rosalie Varda, από τη σχέση της με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Antoine Bourseiller και τον Mathieu Demy, από τον γάμο της με τον σκηνοθέτη Jacques Demy, με τον οποίο ήταν παντρεμένη από το 1962 μέχρι το θάνατό του στις 27 Οκτωβρίου 1990.
Η παγκόσμια πρεμιέρα του συγκεκριμένου ντοκιμαντέρ έλαβε χώρα στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου προβλήθηκε στο επίσημο πρόγραμμα, κερδίζοντας τελικά το βραβείο «Χρυσό Μάτι» ως το καλύτερο ντοκιμαντέρ από όλα τα ντοκιμαντέρ που προβλήθηκαν σε όλα τα τμήματα των Καννών. Συνέχισε τη φεστιβαλική πορεία της στα φεστιβάλ του Τορόντο, όπου κέρδισε το Βραβείο Κοινού, της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου, του Σαν Σεμπαστιάν και του εκλεκτικού Τέλιουραϊντ ανάμεσα σε πολλά άλλα. Ήταν υποψήφια για Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ όπως και για Σεζάρ καλύτερου ντοκιμαντέρ αλλά και μουσικής. Και βρέθηκε στις λίστες πολλών περιοδικών και κριτικών με τις καλύτερες ταινίες του 2017.
Η υπόθεση: H 89χρονη Agnès Varda, μία από τις εμβληματικές φιγούρες της Νουβέλ Βαγκ, και ο διεθνώς αναγνωρισμένος 33χρονος φωτογράφος και εικαστικός JR συνεργάστηκαν στη σκηνοθεσία αυτού του μαγευτικού οδοιπορικού που συνδυάζει το ντοκιμαντέρ με την ταινία δρόμου. Συγγενικές ψυχές, η Varda και ο JR μοιράζονται το πάθος για τις εικόνες και πώς αυτές δημιουργούνται, παρουσιάζονται και μοιράζονται. Μαζί, ταξιδεύουν σε χωριά της Γαλλίας στο φορτηγό – φωτογραφικό θάλαμο του JR, συναντούν ντόπιους, καθημερινούς ανθρώπους, μαθαίνουν τις ιστορίες τους και δημιουργούν τεράστια πορτρέτα τους. Οι φωτογραφίες τοποθετούνται σε τοίχους σπιτιών, σε αχυρώνες, σε εργοστάσια, ακόμα και σε τρένα, αποκαλύπτοντας την ανθρώπινη φύση και την ιστορία όσων φωτογραφίζουν αλλά και των ίδιων των δημιουργών. Η ταινία «Πρόσωπα & Ιστορίες» καταγράφει αυτές τις ζεστές και απρόβλεπτες συναντήσεις και το αποτύπωμα που αφήνουν, καθώς και τη φιλία που ολοένα και δυναμώνει ανάμεσα στους δυο σκηνοθέτες που όσο ταξιδεύουν εμπιστεύονται ακόμα περισσότερο ο ένας τον άλλον.
Η άποψή μας: Εντάξει, δεν υπάρχει περίπτωση να πάτε να δείτε αυτήν την ταινία και να μην βγείτε από την αίθουσα με ένα τεράστιο χαμόγελο να σχηματίζεται στο πρόσωπό σας. Κι αυτό επειδή η ταινία είναι όσο feelgood θα μπορούσε να είναι! Αυτό είναι ένα ντοκιμαντέρ που προέκυψε από μια ιδέα. Και μετά... ότι ήθελε προκύψει! Θέλω να πω, τι ποιο όμορφο ως ιδέα από το ταξίδι μια γηραιάς κυρίας, με καρδιά μικρού παιδιού κι ενός νεαρού καλλιτέχνη, στην επαρχία της Γαλλίας, με ένα φορτηγό που μπορεί να εκτυπώνει φωτογραφίες σε φυσικό μέγεθος (μην σας πω και σε... υπερφυσικό!), έτσι, χωρίς... πρόγραμμα. Θέλω να πω, στο πλαίσιο του ντοκιμαντέρ μπορεί να μην έβρισκε το δίδυμο τίποτε το αξιόλογο. Εντέλει, όμως, βρήκε! Μικρή παρένθεση εδώ: όσοι με παρακολουθείτε συστηματικά θα έχετε κουραστεί να διαβάζετε πόσο δεν μου αρέσει το ντοκιμαντέρ.
Ένας από τους λόγους είναι πως παρά το γεγονός ότι υποτίθεται πως καταγράφει την αλήθεια, εντέλει βασίζεται αποκλειστικά στο... ψέμα! Έτσι κι αλλιώς, από τη στιγμή που μπαίνει μια κάμερα μέσα σε έναν χώρο, η αλήθεια πάει περίπατο. Για να μην μιλήσουμε για την τοποθέτηση της κάμερας κι άλλα αισθητικά ζητήματα. Το κυριότερο είναι άλλο: το ξεδιάλυμα του υλικού και το μοντάζ. Δεν το διάβασα πουθενά αλλά είμαι σίγουρος πως οι δύο δημιουργοί συγκέντρωσαν εκατοντάδες ώρες υλικού για την ταινία τους. Το ότι διάλεξαν να μας παρουσιάσουν τις συγκεκριμένες ιστορίες να μας παρουσιάσουν, ενωμένες με τη συγκεκριμένη σειρά, δηλώνει το προφανές: μας παρουσίασαν την αλήθεια που εκείνοι ήθελαν να δούμε! Κλείνω την παρένθεση προς το παρόν, γιατί θα επανέλθω για την καυτή πατάτα ονόματι Jean-Luc Godard! Αυτό που σίγουρα δεν κρύβεται είναι η γαλαντόμα ψυχή της Varda. Το γεγονός ότι πλησιάζει τα 90 κι όμως διατηρεί ακέραιη μια παιδικότητα. Το ότι κατορθώνει ακομπλεξάριστα να δημιουργήσει μια πραγματική φιλία με τον (θα μπορούσε να είναι εγγονός της!) JR! Το ότι επικοινωνεί υπέροχα με ανθρώπους όλων των κοινωνικών στρωμάτων, των πνευματικών επιπέδων, των ηλικιών. Και εντάξει, υπάρχει και κάτι το παιγνιώδες σε όλο αυτό: έχουμε αυτήν την ιδέα, πάμε να γυρίσουμε κι όπου μας βγάλει!
Η πρώτη φορά που βλέπεις τα πορτρέτα που εκτυπώνει το φορτηγό (μα τι φορτηγό είναι αυτό; θέλω κι εγώ ένα!) σε κάνει να παρακολουθείς εντυπωσιασμένος! Η σκηνή με το σπίτι της κυρίας στην εγκαταλελειμμένη πόλη των ανθρακωρύχων, που «σκεπάζεται» κανονικά από το πορτρέτο της, είναι εντυπωσιακή. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το αποτέλεσμα από το σκέπασμα των σπιτιών που ρημάζουν στην ίδια πόλη, με ολόσωμες αφίσες από τους ίδιους τους ανθρακωρύχους, αποτυπωμένους σε παλιές φωτογραφίες, οι οποίες μεγεθύνονται. Τρομερές σκηνές. Τι σου είναι η τέχνη: να προκύπτει το θαύμα από το τίποτα! Και για να δημιουργηθεί τέχνη, να παίζει σημαντικότατο ρόλο η... αφισοκόλληση! Δεν μας τα έλεγαν αυτά παλιά στην ΚΝΕ όταν αφισοκολλούσαμε (είπα κι εγώ ένα ψέμα – δεν έκανα ποτέ αφισοκόλληση – δύο ψέματα, δεν ήμουν ποτέ οργανωμένος σε οποιοδήποτε κόμμα).
Κι όλα αυτά τα επεισόδια, οι συναντήσεις με συνανθρώπους – όλοι έχουμε κάτι να πούμε. Ο αγρότης που θα βλέπει τον εαυτό του για πολύ καιρό τον εαυτό του κολλημένο στο εξωτερικό του στάβλου του: μας λέει πως άλλαξε η αγροτική εργασία με την επέλαση της τεχνολογίας. Η κοπέλα που έντυσε τον τοίχο ενός ψηλού κτιρίου σε μια μικρή πόλη: μας λέει πως έκανε καιρό να συνηθίσει στην ιδέα του ότι χιλιάδες άνθρωποι που περνούν από την πόλη, βγάζουν σέλφι ακριβώς σε εκείνο το σημείο, οπότε η ίδια έχει μπει, άθελά της, σε εκατομμύρια σπίτια ανά τον κόσμο. Οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο χημικών, που χαίρονται σαν μικρά παιδιά καθώς οι ομαδικές φωτό τους, ντύνουν το διάδρομο που οδηγεί στο εργοστάσιο, ενώ παράλληλα το υδραγωγείο «ντύνεται» με υπερμεγέθη ψάρια, φωτογραφημένα σε ιχθυοπωλείο των Παρισίων! Το ευφάνταστο πικνίκ στην άλλη εγκαταλελειμμένη πόλη, όχι εκείνη των ανθρακωρύχων. Και οι δύο διαφορετικές φάρμες κατσικιών. Στη μία, το καπιταλιστικό μοντέλο σε όλο του το... μεγαλείο: καμμένα κέρατα για να μην μαλώνουν τα γίδια, αρμεχτικές μηχανές, όλα με πρόγραμμα, όλα με σχέδιο. Κι από την άλλη, το ανθρώπινο μοντέλο, το οικολογικό αν θέλετε: κατσίκια να βόσκουν ελεύθερα, με τα κέρατά τους, να μπορούν να μαλώνουν, ανάμεσα σε άλογα και σκυλιά και γατιά, άρμεγμα στο χέρι, μεράκι, χειροποίητα πράγματα. Ναι, δεν παίρνουν θέση οι δημιουργοί αλλά εντέλει παίρνουν. Και πετυχαίνουν κατά μία έννοια να αφηγηθούν εκείνη την ιστορία της Γαλλίας που κανένα βιβλίο ιστορίας δεν θα την παρουσιάσει ποτέ. Εκείνη την ιστορία στην οποία ήρωες είναι οι συνηθισμένοι άνθρωποι.
Η ταινία διαθέτει και συγκίνηση και χιούμορ και κινούμενα σχέδια (!) και πολλές φωτογραφίες, και κοινωνική αλλά και πολιτική ματιά εντέλει! Επίτευγμα, όπως και να το δει κανείς. Απίστευτα τρυφερή η σκηνή της φωτογράφησης των ποδιών της Varda, που εντέλει μπαίνουν πάνω σε τρένα! Αποτίεται και φόρος τιμής σε τεράστιους φωτογράφους όπως ο Henri Cartier-Bresson, του οποίου τον τάφο επισκέπτονται οι δύο δημιουργοί στο πιο μικρό νεκροταφείο του κόσμου. Πολλά πράγματα για το εφήμερον της τέχνης μας λέει η σκηνή με την αφισοκόλληση πάνω σε αποκολλημένο βράχο σε μια ακτή της Νορμανδίας, που μετά από ώρες δουλειάς εντέλει χάνεται την επόμενη μέρα λόγω της πλημμυρίδας. Εννοείται ότι η πιο γλυκιά σκηνή (αν και την προβλέπουμε από την αρχή, αλλά δεν πειράζει, έχει σημασία και η εκτέλεση) είναι εκείνη που έχει να κάνει με τα γυαλιά του JR και την... αποκάλυψη στην τρυφερή γιαγιάκα Varda. Πολύ όμορφη, ανεβαστική ταινία, δεν τίθεται καμία αμφιβολία περί αυτού.
Μικρό φάουλ η επίσκεψη στο σπίτι του Godard. Σαν να μην κολλάει με την υπόλοιπη ταινία. Σαν να μπαίνει για να ξεμπροστιάσει τον έτσι κι αλλιώς έχοντα τη φήμη μισανθρώπου «τρελού» κινηματογραφιστή. Με τη Varda είχαν παλιότερα εντελώς φιλικές σχέσεις, μάλιστα ο Godard έχει εμφανιστεί σε ταινία της Varda! Οπότε, το να μας τον παρουσιάζει ως «αρουραίο», όπως μας τον λέει, δεν προσθέτει κάτι στο φιλμ. Εκτός ίσως από το γεγονός ότι μαζί με τον JR γυρίζει μια ταινία που πολύ θα ήθελε να γυρίσει ο Godard αλλά δεν θα μπορούσε να το κάνει ποτέ...
Η υπόθεση: H 89χρονη Agnès Varda, μία από τις εμβληματικές φιγούρες της Νουβέλ Βαγκ, και ο διεθνώς αναγνωρισμένος 33χρονος φωτογράφος και εικαστικός JR συνεργάστηκαν στη σκηνοθεσία αυτού του μαγευτικού οδοιπορικού που συνδυάζει το ντοκιμαντέρ με την ταινία δρόμου. Συγγενικές ψυχές, η Varda και ο JR μοιράζονται το πάθος για τις εικόνες και πώς αυτές δημιουργούνται, παρουσιάζονται και μοιράζονται. Μαζί, ταξιδεύουν σε χωριά της Γαλλίας στο φορτηγό – φωτογραφικό θάλαμο του JR, συναντούν ντόπιους, καθημερινούς ανθρώπους, μαθαίνουν τις ιστορίες τους και δημιουργούν τεράστια πορτρέτα τους. Οι φωτογραφίες τοποθετούνται σε τοίχους σπιτιών, σε αχυρώνες, σε εργοστάσια, ακόμα και σε τρένα, αποκαλύπτοντας την ανθρώπινη φύση και την ιστορία όσων φωτογραφίζουν αλλά και των ίδιων των δημιουργών. Η ταινία «Πρόσωπα & Ιστορίες» καταγράφει αυτές τις ζεστές και απρόβλεπτες συναντήσεις και το αποτύπωμα που αφήνουν, καθώς και τη φιλία που ολοένα και δυναμώνει ανάμεσα στους δυο σκηνοθέτες που όσο ταξιδεύουν εμπιστεύονται ακόμα περισσότερο ο ένας τον άλλον.
Η άποψή μας: Εντάξει, δεν υπάρχει περίπτωση να πάτε να δείτε αυτήν την ταινία και να μην βγείτε από την αίθουσα με ένα τεράστιο χαμόγελο να σχηματίζεται στο πρόσωπό σας. Κι αυτό επειδή η ταινία είναι όσο feelgood θα μπορούσε να είναι! Αυτό είναι ένα ντοκιμαντέρ που προέκυψε από μια ιδέα. Και μετά... ότι ήθελε προκύψει! Θέλω να πω, τι ποιο όμορφο ως ιδέα από το ταξίδι μια γηραιάς κυρίας, με καρδιά μικρού παιδιού κι ενός νεαρού καλλιτέχνη, στην επαρχία της Γαλλίας, με ένα φορτηγό που μπορεί να εκτυπώνει φωτογραφίες σε φυσικό μέγεθος (μην σας πω και σε... υπερφυσικό!), έτσι, χωρίς... πρόγραμμα. Θέλω να πω, στο πλαίσιο του ντοκιμαντέρ μπορεί να μην έβρισκε το δίδυμο τίποτε το αξιόλογο. Εντέλει, όμως, βρήκε! Μικρή παρένθεση εδώ: όσοι με παρακολουθείτε συστηματικά θα έχετε κουραστεί να διαβάζετε πόσο δεν μου αρέσει το ντοκιμαντέρ.
Ένας από τους λόγους είναι πως παρά το γεγονός ότι υποτίθεται πως καταγράφει την αλήθεια, εντέλει βασίζεται αποκλειστικά στο... ψέμα! Έτσι κι αλλιώς, από τη στιγμή που μπαίνει μια κάμερα μέσα σε έναν χώρο, η αλήθεια πάει περίπατο. Για να μην μιλήσουμε για την τοποθέτηση της κάμερας κι άλλα αισθητικά ζητήματα. Το κυριότερο είναι άλλο: το ξεδιάλυμα του υλικού και το μοντάζ. Δεν το διάβασα πουθενά αλλά είμαι σίγουρος πως οι δύο δημιουργοί συγκέντρωσαν εκατοντάδες ώρες υλικού για την ταινία τους. Το ότι διάλεξαν να μας παρουσιάσουν τις συγκεκριμένες ιστορίες να μας παρουσιάσουν, ενωμένες με τη συγκεκριμένη σειρά, δηλώνει το προφανές: μας παρουσίασαν την αλήθεια που εκείνοι ήθελαν να δούμε! Κλείνω την παρένθεση προς το παρόν, γιατί θα επανέλθω για την καυτή πατάτα ονόματι Jean-Luc Godard! Αυτό που σίγουρα δεν κρύβεται είναι η γαλαντόμα ψυχή της Varda. Το γεγονός ότι πλησιάζει τα 90 κι όμως διατηρεί ακέραιη μια παιδικότητα. Το ότι κατορθώνει ακομπλεξάριστα να δημιουργήσει μια πραγματική φιλία με τον (θα μπορούσε να είναι εγγονός της!) JR! Το ότι επικοινωνεί υπέροχα με ανθρώπους όλων των κοινωνικών στρωμάτων, των πνευματικών επιπέδων, των ηλικιών. Και εντάξει, υπάρχει και κάτι το παιγνιώδες σε όλο αυτό: έχουμε αυτήν την ιδέα, πάμε να γυρίσουμε κι όπου μας βγάλει!
Η πρώτη φορά που βλέπεις τα πορτρέτα που εκτυπώνει το φορτηγό (μα τι φορτηγό είναι αυτό; θέλω κι εγώ ένα!) σε κάνει να παρακολουθείς εντυπωσιασμένος! Η σκηνή με το σπίτι της κυρίας στην εγκαταλελειμμένη πόλη των ανθρακωρύχων, που «σκεπάζεται» κανονικά από το πορτρέτο της, είναι εντυπωσιακή. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το αποτέλεσμα από το σκέπασμα των σπιτιών που ρημάζουν στην ίδια πόλη, με ολόσωμες αφίσες από τους ίδιους τους ανθρακωρύχους, αποτυπωμένους σε παλιές φωτογραφίες, οι οποίες μεγεθύνονται. Τρομερές σκηνές. Τι σου είναι η τέχνη: να προκύπτει το θαύμα από το τίποτα! Και για να δημιουργηθεί τέχνη, να παίζει σημαντικότατο ρόλο η... αφισοκόλληση! Δεν μας τα έλεγαν αυτά παλιά στην ΚΝΕ όταν αφισοκολλούσαμε (είπα κι εγώ ένα ψέμα – δεν έκανα ποτέ αφισοκόλληση – δύο ψέματα, δεν ήμουν ποτέ οργανωμένος σε οποιοδήποτε κόμμα).
Κι όλα αυτά τα επεισόδια, οι συναντήσεις με συνανθρώπους – όλοι έχουμε κάτι να πούμε. Ο αγρότης που θα βλέπει τον εαυτό του για πολύ καιρό τον εαυτό του κολλημένο στο εξωτερικό του στάβλου του: μας λέει πως άλλαξε η αγροτική εργασία με την επέλαση της τεχνολογίας. Η κοπέλα που έντυσε τον τοίχο ενός ψηλού κτιρίου σε μια μικρή πόλη: μας λέει πως έκανε καιρό να συνηθίσει στην ιδέα του ότι χιλιάδες άνθρωποι που περνούν από την πόλη, βγάζουν σέλφι ακριβώς σε εκείνο το σημείο, οπότε η ίδια έχει μπει, άθελά της, σε εκατομμύρια σπίτια ανά τον κόσμο. Οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο χημικών, που χαίρονται σαν μικρά παιδιά καθώς οι ομαδικές φωτό τους, ντύνουν το διάδρομο που οδηγεί στο εργοστάσιο, ενώ παράλληλα το υδραγωγείο «ντύνεται» με υπερμεγέθη ψάρια, φωτογραφημένα σε ιχθυοπωλείο των Παρισίων! Το ευφάνταστο πικνίκ στην άλλη εγκαταλελειμμένη πόλη, όχι εκείνη των ανθρακωρύχων. Και οι δύο διαφορετικές φάρμες κατσικιών. Στη μία, το καπιταλιστικό μοντέλο σε όλο του το... μεγαλείο: καμμένα κέρατα για να μην μαλώνουν τα γίδια, αρμεχτικές μηχανές, όλα με πρόγραμμα, όλα με σχέδιο. Κι από την άλλη, το ανθρώπινο μοντέλο, το οικολογικό αν θέλετε: κατσίκια να βόσκουν ελεύθερα, με τα κέρατά τους, να μπορούν να μαλώνουν, ανάμεσα σε άλογα και σκυλιά και γατιά, άρμεγμα στο χέρι, μεράκι, χειροποίητα πράγματα. Ναι, δεν παίρνουν θέση οι δημιουργοί αλλά εντέλει παίρνουν. Και πετυχαίνουν κατά μία έννοια να αφηγηθούν εκείνη την ιστορία της Γαλλίας που κανένα βιβλίο ιστορίας δεν θα την παρουσιάσει ποτέ. Εκείνη την ιστορία στην οποία ήρωες είναι οι συνηθισμένοι άνθρωποι.
Η ταινία διαθέτει και συγκίνηση και χιούμορ και κινούμενα σχέδια (!) και πολλές φωτογραφίες, και κοινωνική αλλά και πολιτική ματιά εντέλει! Επίτευγμα, όπως και να το δει κανείς. Απίστευτα τρυφερή η σκηνή της φωτογράφησης των ποδιών της Varda, που εντέλει μπαίνουν πάνω σε τρένα! Αποτίεται και φόρος τιμής σε τεράστιους φωτογράφους όπως ο Henri Cartier-Bresson, του οποίου τον τάφο επισκέπτονται οι δύο δημιουργοί στο πιο μικρό νεκροταφείο του κόσμου. Πολλά πράγματα για το εφήμερον της τέχνης μας λέει η σκηνή με την αφισοκόλληση πάνω σε αποκολλημένο βράχο σε μια ακτή της Νορμανδίας, που μετά από ώρες δουλειάς εντέλει χάνεται την επόμενη μέρα λόγω της πλημμυρίδας. Εννοείται ότι η πιο γλυκιά σκηνή (αν και την προβλέπουμε από την αρχή, αλλά δεν πειράζει, έχει σημασία και η εκτέλεση) είναι εκείνη που έχει να κάνει με τα γυαλιά του JR και την... αποκάλυψη στην τρυφερή γιαγιάκα Varda. Πολύ όμορφη, ανεβαστική ταινία, δεν τίθεται καμία αμφιβολία περί αυτού.
Μικρό φάουλ η επίσκεψη στο σπίτι του Godard. Σαν να μην κολλάει με την υπόλοιπη ταινία. Σαν να μπαίνει για να ξεμπροστιάσει τον έτσι κι αλλιώς έχοντα τη φήμη μισανθρώπου «τρελού» κινηματογραφιστή. Με τη Varda είχαν παλιότερα εντελώς φιλικές σχέσεις, μάλιστα ο Godard έχει εμφανιστεί σε ταινία της Varda! Οπότε, το να μας τον παρουσιάζει ως «αρουραίο», όπως μας τον λέει, δεν προσθέτει κάτι στο φιλμ. Εκτός ίσως από το γεγονός ότι μαζί με τον JR γυρίζει μια ταινία που πολύ θα ήθελε να γυρίσει ο Godard αλλά δεν θα μπορούσε να το κάνει ποτέ...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Μαρτίου 2018 από την One from the Heart
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική