του Jaume Balagueró. Με τους Elliot Cowan, Franka Potente, Ana Ularu, Joanne Whalley, Christopher Lloyd, Leonor Watling
Τα εννιά κορίτσια, που φυλάει, θα του κλέψω!
του zerVo (@moviesltd)
Σύμφωνα με τα κιτάπια της ελληνικής μυθολογίας, οι Μούσες δεν ήταν απλώς αφηρημένες έννοιες, που εμφανίζονταν απλώς στην έμπνευση του καλλιτέχνη κατά την διάρκεια που εκείνος συνέθετε το πόνημα του. Ο Ησίοδος στα κείμενα του, τα κορίτσια από την Πιερία που είχε υπό την επίβλεψη του ο Θεός των τεχνών Απόλλωνας, τα καταγράφει ως υπάρξεις που ο ίδιος έχει συναντήσει, παίρνοντας από εκείνα τις διδαχές για να προχωρήσει στην καταχώρηση των εμπειριών του. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η σχέση της Μούσας και του ποιητή είναι συνεργατική, εφόσον κανείς από τους δύο δεν υπερισχύει σε δημιουργική βαρύτητα, με την πρώτη να παίρνει τον ρόλο του θεολογικού συντελεστή της δυάδας, που δίνει την κινητήρια δύναμη για να κυλήσει η ανέμη, όπως ξετυλίγεται από την σκέψη του μαέστρου, όπως ορίζεται ο ευνοούμενος της. Τι ενδέχεται να προκύψει, όμως, αν ο καλλιτέχνης δεν επιστρέψει, ως οφείλει, στην φαντασμαγορική επίκληση του, το ποσοστό που εκείνη δικαιούται από την επιτυχία του έργου? Εκδίκηση!
Έχοντας μόλις ολοκληρώσει και δημοσιεύσει την πρώτη του ποιητική συλλογή, ο καθηγητής φιλολογίας του πανεπιστημίου του Δουβλίνου, Σάμουελ Σάλομον, θα βιώσει την απόλυτη τραγωδία, καθώς η νεαρή ερωμένη / μαθήτρια του, θα σβήσει εντελώς αναπάντεχα στα χέρια του, έχοντας προβεί στο απονενοημένο διάβημα. Αναγκασμένος να εγκαταλείψει την έδρα του και απομονωμένος στην οικία του, ο προβληματισμένος μεσήλικας βασανίζεται από έναν επαναλαμβανόμενο εφιάλτη, με πρωταγωνίστρια μια νεαρή γυναίκα που πέφτει θύμα ανθρωποθυσίας. Μια κατάσταση που θα εξελιχθεί σε ακόμη πιο παράξενη καθώς θα αντιληφθεί πως το άσχημο όνειρο του θα γίνει πραγματικότητα, με απόλυτη ακρίβεια.
Αποφασισμένος να εντοπίσει την άκρη του νήματος και να εξηγήσει τους λόγους της φονικής του μαντεψιάς, ο Σάμουελ θα αναζητήσει ευρήματα στην τοποθεσία του εγκλήματος, εκεί που θα συναντήσει την Ρέιτσελ, μια εξίσου ζορισμένη ψυχικά μετανάστη, που παλεύει με την ίδια αιματηρή εικόνα της εγκλωβισμένης μέσα σε έναν παγανιστικό λευκό κύκλο, δολοφονημένης γυναίκας, στα όνειρα της. Πόνος και απόγνωση που ισχύει και στην καθημερινότητα της, καθώς εκείνη και το ανήλικο παιδί της, έχουν πέσει θύμα των εμπόρων λευκής σαρκός και κάθε προσπάθεια να απεμπλακεί από τα νύχια του υποκόσμου, έχει αποτύχει.
Και κάπως έτσι προσπαθεί να πάρει μπροστά μια ιστορία που μιξάρει τον μύθο, το μεταφυσικό, το προσωπικό δράμα, την απώλεια, τον πόνο, την αγάπη, την ανταπόδοση, την ματαιοδοξία και το τίμημα της επιτυχίας. Ε, δεν τα λες και λίγα τα συναισθηματικά συστατικά που μοχθούν να ορίσουν μια ορθολογική (όσο το επιτρέπουν οι κανόνες του μοντέρνου horror) θεματική βάση πάνω στην οποία καλείται να κινηθεί ένα στόρυ με αμέτρητους συμβολισμούς και αλληγορίες. Συνεπώς μετά την περιορισμένη χρονικά εισαγωγή, λίγο πριν πέσουν οι κατακόκκινοι από το αίμα τίτλοι αρχής, όπου δεν δίδονται και τίποτα σπουδαίες εξηγήσεις για το που πρόκειται να κατευθυνθεί στην πλοκή του το φιλμάκι, αν κάτι καθίσταται σαφές, είναι πως και με τα μάτια ορθάνοιχτα να μείνει επί διώρου ο θεατής, δεν πρόκειται να καταλάβει και πολλά από αυτά που επιθυμεί να προτάξει ο ντιρέκτορας.
Κι αυτό διότι μετά την ανάλυση των δύο προβληματισμένων ίσαμε τα άκρα, χαρακτήρων που ορίζουν τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης της πλοκής, μεταξύ των άστοχα αμέτρητων που παίζουν περατζάδα στο πανί, η αφήγηση μπλοκάρει σε μια κατάσταση χαοτική, θολή και νεφελώδη, εκεί που ο κόσμος των ζωντανών χωρίζεται με μια ανάσα από αυτόν των πεθαμένων, με συνέπεια τα στοιχειά να μπαινοβγαίνουν ένθεν κακείθεν, τάχαμου για να προκαλέσουν τον τρόμο της πλατείας. Που προφανέστατα τα αγνοεί, τα προσπερνά, άρα και δεν την φοβίζουν ποτέ, αφού κύριο μέλημα της είναι να βάλει σε μια τάξη όλα όσα βομβαρδιστικά του σερβίρει το ασύνταχτο και ακατάσχετο σενάριο. Μαυροντυμένες χήρες και ορφανά, λουτρά ερυθράς μπογιάς και καθρέφτες, κομμένες αρτηρίες και ποίηση. Ποίηση? Μα που αλήθεια μπορεί να χωρέσει αυτό το τελευταίο εύρημα στην εξέλιξη του υπερβολικά φιλόδοξου Musa?
Έχοντας, μάλλον, βάλει τελεία στο σινε σίριαλ Rec που τον έκανε γνωστό σε ολάκερο τον κόσμο, ο Jaume Balaguero, γνήσιο τέκνο της σπανιόλας σχολής του τρόμου που άνθισε διεθνώς κάπου εκεί στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του νέου μιλένιουμ, επιχειρεί το αγγλόφωνο ντεμπούτο του, παίρνοντας σαν βάση το μπεστ σέλλερ γραπτό του Jose Carlos Somoza, The Lady Number Thirteen. Μπερδεμένος ο ταλαντούχος Καταλανός ανάμεσα στις ρομαντικές ρήσεις του Ντάντε Αλιγκιέρι, του Γουίλιαμ Σέξπιρ, του Τζον Μίλτον, του Νερούδα, του Καβάφη, αλλά και του προφανή συναδέλφου τους Κυρίου Σάλομον, δεν πετυχαίνει ούτε μισή φορά να γεννήσει έστω μια κοψοχολιά, σερβίροντας έτσι μια ταινία τρόμου που ο φοβιστικός δείκτης δεν κινείται καν!
Συνεπώς η Μούσα και όλα όσα συμβολίζει στην δράση της, βυθίζεται μέσα στο τελματώδες κομφούζιο που έχει στήσει, fuzzy περιεχόμενο που ανταποκρίνεται πλήρως στην αγωνία του σκηνοθέτη να βάλει τα πράγματα σε μια τάξη, γνωρίζοντας πως κάθε φορά που το προσπαθεί θα τα κάνει όλα χειρότερα από πριν. Κρίμα για το ατμοσφαιρικά όμορφο περιβάλλον της Ιρλανδίας, που χάρη στην διαρκή του ομίχλη ορίζει ένα υπέροχο φυσικό φόντο για να τυλίξει μια αγωνιώδη ανατριχιαστική ιστορία. Στον βάλτο της μετριότητας του σκριπτ λογικά κι επόμενα βουλιάζουν άπαντες οι συμμετέχοντες στο ιντερνάσιοναλ καστ. Από τον πρωταγωνιστή Elliot Cowan και την παραστάτρια του, εκ Ρουμανίας, Ana Ularu, μέχρι τον διασημότερο περίγυρο που ορίζουν μια Γερμανίδα σκουριασμένη - η εξαφανισμένη Franka Potente - και κάποιοι παροπλισμένοι βετεράνοι όπως ο Αμερικάνος Christopher Lloyd και η πρώην Κυρία Kilmer, Εγγλέζα Joanne Whalley, που συνθέτουν μια υποκριτική ομάδα που ουδέποτε καταφέρνει να κάνει κοντρόλ. Περδόναμε Σενιόρ Jaume, όλη η ευθύνη, εσένα βαρύνει!
Αποφασισμένος να εντοπίσει την άκρη του νήματος και να εξηγήσει τους λόγους της φονικής του μαντεψιάς, ο Σάμουελ θα αναζητήσει ευρήματα στην τοποθεσία του εγκλήματος, εκεί που θα συναντήσει την Ρέιτσελ, μια εξίσου ζορισμένη ψυχικά μετανάστη, που παλεύει με την ίδια αιματηρή εικόνα της εγκλωβισμένης μέσα σε έναν παγανιστικό λευκό κύκλο, δολοφονημένης γυναίκας, στα όνειρα της. Πόνος και απόγνωση που ισχύει και στην καθημερινότητα της, καθώς εκείνη και το ανήλικο παιδί της, έχουν πέσει θύμα των εμπόρων λευκής σαρκός και κάθε προσπάθεια να απεμπλακεί από τα νύχια του υποκόσμου, έχει αποτύχει.
Και κάπως έτσι προσπαθεί να πάρει μπροστά μια ιστορία που μιξάρει τον μύθο, το μεταφυσικό, το προσωπικό δράμα, την απώλεια, τον πόνο, την αγάπη, την ανταπόδοση, την ματαιοδοξία και το τίμημα της επιτυχίας. Ε, δεν τα λες και λίγα τα συναισθηματικά συστατικά που μοχθούν να ορίσουν μια ορθολογική (όσο το επιτρέπουν οι κανόνες του μοντέρνου horror) θεματική βάση πάνω στην οποία καλείται να κινηθεί ένα στόρυ με αμέτρητους συμβολισμούς και αλληγορίες. Συνεπώς μετά την περιορισμένη χρονικά εισαγωγή, λίγο πριν πέσουν οι κατακόκκινοι από το αίμα τίτλοι αρχής, όπου δεν δίδονται και τίποτα σπουδαίες εξηγήσεις για το που πρόκειται να κατευθυνθεί στην πλοκή του το φιλμάκι, αν κάτι καθίσταται σαφές, είναι πως και με τα μάτια ορθάνοιχτα να μείνει επί διώρου ο θεατής, δεν πρόκειται να καταλάβει και πολλά από αυτά που επιθυμεί να προτάξει ο ντιρέκτορας.
Κι αυτό διότι μετά την ανάλυση των δύο προβληματισμένων ίσαμε τα άκρα, χαρακτήρων που ορίζουν τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης της πλοκής, μεταξύ των άστοχα αμέτρητων που παίζουν περατζάδα στο πανί, η αφήγηση μπλοκάρει σε μια κατάσταση χαοτική, θολή και νεφελώδη, εκεί που ο κόσμος των ζωντανών χωρίζεται με μια ανάσα από αυτόν των πεθαμένων, με συνέπεια τα στοιχειά να μπαινοβγαίνουν ένθεν κακείθεν, τάχαμου για να προκαλέσουν τον τρόμο της πλατείας. Που προφανέστατα τα αγνοεί, τα προσπερνά, άρα και δεν την φοβίζουν ποτέ, αφού κύριο μέλημα της είναι να βάλει σε μια τάξη όλα όσα βομβαρδιστικά του σερβίρει το ασύνταχτο και ακατάσχετο σενάριο. Μαυροντυμένες χήρες και ορφανά, λουτρά ερυθράς μπογιάς και καθρέφτες, κομμένες αρτηρίες και ποίηση. Ποίηση? Μα που αλήθεια μπορεί να χωρέσει αυτό το τελευταίο εύρημα στην εξέλιξη του υπερβολικά φιλόδοξου Musa?
Έχοντας, μάλλον, βάλει τελεία στο σινε σίριαλ Rec που τον έκανε γνωστό σε ολάκερο τον κόσμο, ο Jaume Balaguero, γνήσιο τέκνο της σπανιόλας σχολής του τρόμου που άνθισε διεθνώς κάπου εκεί στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του νέου μιλένιουμ, επιχειρεί το αγγλόφωνο ντεμπούτο του, παίρνοντας σαν βάση το μπεστ σέλλερ γραπτό του Jose Carlos Somoza, The Lady Number Thirteen. Μπερδεμένος ο ταλαντούχος Καταλανός ανάμεσα στις ρομαντικές ρήσεις του Ντάντε Αλιγκιέρι, του Γουίλιαμ Σέξπιρ, του Τζον Μίλτον, του Νερούδα, του Καβάφη, αλλά και του προφανή συναδέλφου τους Κυρίου Σάλομον, δεν πετυχαίνει ούτε μισή φορά να γεννήσει έστω μια κοψοχολιά, σερβίροντας έτσι μια ταινία τρόμου που ο φοβιστικός δείκτης δεν κινείται καν!
Συνεπώς η Μούσα και όλα όσα συμβολίζει στην δράση της, βυθίζεται μέσα στο τελματώδες κομφούζιο που έχει στήσει, fuzzy περιεχόμενο που ανταποκρίνεται πλήρως στην αγωνία του σκηνοθέτη να βάλει τα πράγματα σε μια τάξη, γνωρίζοντας πως κάθε φορά που το προσπαθεί θα τα κάνει όλα χειρότερα από πριν. Κρίμα για το ατμοσφαιρικά όμορφο περιβάλλον της Ιρλανδίας, που χάρη στην διαρκή του ομίχλη ορίζει ένα υπέροχο φυσικό φόντο για να τυλίξει μια αγωνιώδη ανατριχιαστική ιστορία. Στον βάλτο της μετριότητας του σκριπτ λογικά κι επόμενα βουλιάζουν άπαντες οι συμμετέχοντες στο ιντερνάσιοναλ καστ. Από τον πρωταγωνιστή Elliot Cowan και την παραστάτρια του, εκ Ρουμανίας, Ana Ularu, μέχρι τον διασημότερο περίγυρο που ορίζουν μια Γερμανίδα σκουριασμένη - η εξαφανισμένη Franka Potente - και κάποιοι παροπλισμένοι βετεράνοι όπως ο Αμερικάνος Christopher Lloyd και η πρώην Κυρία Kilmer, Εγγλέζα Joanne Whalley, που συνθέτουν μια υποκριτική ομάδα που ουδέποτε καταφέρνει να κάνει κοντρόλ. Περδόναμε Σενιόρ Jaume, όλη η ευθύνη, εσένα βαρύνει!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Μαρτίου 2018 από την Weird Wave!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική