Οι Τρεις Πινακίδες Έξω Από το Έμπινγκ, Στο Μιζούρι
του Martin McDonagh. Με τους Frances McDormand, Woody Harrelson, Sam Rockwell, John Hawkes, Peter Dinklage, Caleb Landry Jones, Lucas Hedges, Abbie Cornish, Kerry Condon
Σκοτεινή κραυγή σε κατακόκκινο φόντο
του zerVo (@moviesltd)
Δεν έχουν περάσει παρά λίγες εβδομάδες μόνο, που από τους τηλεοπτικούς δέκτες παρακολουθούσα την εκρηκτική αντίδραση ενός εμφανώς ζορισμένου, αναστατωμένου σε σημείο ψυχικής διατάραξης πατέρα, που σχεδόν επί 24ώρου βάσεως σε ένα λεκτικό παραλήρημα του, εκτόξευε βέλη προς κάθε κατεύθυνση, θεωρώντας άπαντες υπεύθυνους για τον μυστηριώδη (ακόμη) θάνατο της κόρης του. Με τις συνθήκες του περίεργου συμβάντος, που έλαβε χώρα μάλιστα εντός κοιμητηρίου, ώστε να στηθεί και το ανάλογο μακάβριο σκηνικό, να προβληματίζουν διωκτικές αρχές και κοινή γνώμη, ειδικά από την ώρα που συνελήφθη ο (προφανέστατα χειραγωγημένος και λαλίστατος έκτοτε) δράστης, έγινα μάρτυρας μιας στάσης γονιού που παντελώς αντιδιαμετρικά με το λυπητερό της κατάστασης, μάλλον προς το αστείο και το ανεκδοτικό έφερνε. Μέσα σε μια φράση του και μόνο, άλλαζε τρεις τέσσερις πιθανούς ενόχους, σαν να έβγαζε από μέσα του το αστυνομικό δαιμόνιο, υποδείκνυε που κρύβονται οι ύποπτοι, πετούσε ένθεν κακείθεν ασύνταχτα hints για το τι μπορεί να συνέβη την κακιά ώρα, τρέκλιζε, λιποθυμούσε on air και ξανασηκωνόταν μονομιάς, ακόμη πιο φωνακλάς και τσαμπουκαλεμένος. Όσο δε για την επίθεση που επιχείρησε, επιζητώντας να λιντσάρει τον εγκληματία, εκεί κι αν μιλάμε για το κραυγαλέο monty python φιάσκο. Δεν το αρνούμαι, ανήθικο το γέλιο που δεν κατάφερα να πνίξω μέσα μου, στην κονφερασιέ θωριά αυτού του ανθρώπου που ζει το απόλυτο δράμα, αποφεύγοντας να καταλάβω τι ανάποδες στροφές έχει πάρει ο ανήμπορος νους του, μπροστά στο άψυχο κορμί του τέκνου του. Την στιγμή μάλιστα, που ουδείς αρμόδιος του προσφέρει τις απαντήσεις στα αινίγματα που του καίνε τα σωθικά. Ρωτάς τώρα - και μια χαρά κάνεις - πως έκτισα συνειρμό με αυτόν τον μαραζωμένο άντρα, παρακολουθώντας τις Τρεις Πινακίδες κάπου στα βάθη της αμερικάνικης Μεσοδύσης?
Επτά ολόκληροι μήνες έχουν διαβεί από εκείνο το μοιραίο απόγευμα, που η 17χρονη Άντζελα βρέθηκε νεκρή, κατακρεουργημένη, βιασμένη και καμμένη για να σβηστούν τα ίχνη των φονιάδων, σε ερημική τοποθεσία, λίγο έξω από την κωμόπολη του Έμπινγκ, στα περίχωρα της πολιτείας του Μιζούρι, στην καρδιά της αμερικάνικης επικράτειας. Επτά μήνες που πέρασαν, χωρίς καν να εντοπιστεί έστω κι ένας ύποπτος για το στυγερό φονικό, από τους ιθύνοντες που παλεύουν να το διαλευκάνουν, δίχως έστω να έχει υπάρξει μια σύλληψη, καθώς τα ελάχιστα ευρήματα δεν βοηθούν ιδιαίτερα στην αποκάλυψη των δραστών. Μοιραία η απόγνωση θα κτυπήσει την πόρτα της χαροκαμένης μάνας, Μίλντρεντ, που σε μια κίνηση απελπισίας, θα προβεί σε ένα εκκεντρικό διάβημα...
Παρότι οι παράδες δεν της περισσεύουν, παλεύοντας ολομόναχη από τον καιρό που ο Κύρης της την εγκατέλειψε, προς χάρην του ανανεωτικού του γεροντοέρωτα, θα πάρει το ρίσκο να νοικιάσει τις τρεις, από δεκαετίας παντελώς ανεκμετάλλευτες, διαφημιστικές πινακίδες, στην ράχη του επαρχιακού δρόμου που διασχίζει την περιοχή, στέλνοντας το δικό της κραυγαλέο μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση: "Βιάστηκε, ενώ πέθαινε", "Και ακόμη ούτε μια σύλληψη?", "Τι άλλα, Αρχηγέ Γουίλομπι?". Με τον βασικό αποδέκτη του μηνύματος, τον σεβάσμιο οικογενειάρχη και επί δεκαετίες αρχηγό του ντόπιου αστυνομικού τμήματος, να προσθέτει ακόμη μια έγνοια σε όσες τον βαραίνουν, μετά το κακό μαντάτο, πως δεν του απομένουν παρά ελάχιστοι μήνες ζωής, εξαιτίας του καρκίνου που του τρώει τα σωθικά. Το είχε έγνοια να βρει τον δράστη και να τον παραδώσει παραδειγματικά στην Δικαιοσύνη, ο Τσιφ Ρέιντζερ, αλλά κάθε του προσπάθεια να ταιριάξει το DNA με οποιουδήποτε σεσημασμένου εγκληματία, έχει πέσει, ανεξήγητα, στο κενό. Και πως να γίνει διαφορετικά, όταν οι στενοί του συνεργάτες, ενδιαφέρονται περισσότερο να ξυλοφορτώνουν άμοιρους αθώους πολίτες, λόγω της χρωματικής τους απόχρωσης, με πρώτο και καλύτερο προβοκάτορα, τον μαμάκια μπάτσο καριερίστα Ντίξον, έναν αντιδραστικό ηλίθιο, που λειτουργεί υπεράνω του Νόμου και θεωρεί την απελπισμένη κίνηση της Μίλντρεντ ως απαξιωτική για το πρεστίζ της Αστυνομίας.
Πάνω σε τρεις χαρακτήρες - πυλώνες, όχι ισότιμους, μεν, σε ειδικό βάρος, αλλά απίθανα ανθεκτικούς στο να σηκώσουν το σεναριακό κύρος, στηρίζεται το στόρι που μας ταξιδεύει στην μίζερη, αδιάφορη, κενή, Of Mice And Men, καθημερινότητα της σύγχρονης Αμερικάνικης περιφέρειας. Εκεί που οι μέρες περνούν και φεύγουν αόρατες και επαναλαμβανόμενες, δίχως ακραία περιστατικά να τις ζώνουν και να διαταράσσουν την μουχλιασμένη νηνεμία τους. Ωσότου το βάναυσο φονικό θα αναστατώσει το ελάχιστου πληθυσμού, ούτε χιλίων ψυχών, Έμπινγκ, μοιράζοντας τους κατοίκους του, που ο ένας γνωρίζει τον άλλο σαν την παλάμη του, ένθεν κακείθεν τις ευθύνες της τραγωδίας. Οι μισοί κάνουν λόγο για αδιαφορία της φαμίλιας της μικρής, άλλοι τόσοι πιστεύουν πως η Πολίς δεν κάνει και τόσο καλά την δουλειά της. Κανένα από τα τρία χαρακτηριστικά θεμέλια, δεν θα έπρεπε να κερδίζει συμπάθεια από κανέναν. Το νιώθει άλλωστε και ο καθένας μέσα του, πως κάτι στραβό έπραξε ή πράττει, γι αυτό και οι ενοχές βουίζουν σαν Ερινύες στα αυτιά του. Όχι αποξαρχής, έχει τζόγο το φιλμάκι για να τους ρίξει άπαντες στην αγκάλη της πλατείας ως αγαπητούς.
Αρχικά εκείνη η μάνα, που βουβά υπομένει το μαρτύριο. Από το πρώτο δευτερόλεπτο στο εκράν ραγίζει την καρδιά, στο διάβα αποσπά και το συγχαρητήριο για την ανδρεία της να ανάψει φωτιές στην χαμένη λεωφόρο, στο πίσω μέρος του μυαλού όμως όλων κοντοστέκεται ένα τεράστιο γιατί. Γιατί δεν φρόντισε, μέσα στο ψυχικό της χάλασμα κι αυτή, από το επώδυνο διαζύγιο, να προστατέψει την ανήλικη θυγατέρα της, επιδεικνύοντας από την μεριά της ελάσσονα φροντίδα και υπευθυνότητα, στο που, κακόφημα και περίεργα, ενδέχεται να τριγυρνά βραδιάτικα? Κι αυτό είναι το σαράκι που τρώει την σάρκα της Μίλντρεντ, που έτσι κι αλλιώς έχει κατακερματιστεί ως οντότητα. Πως θα μπορούσε να το αποτρέψει το μοιραίο, αλλά ένας εγωισμός, ένας τσακωμός, ένα στιγμιαίο βρισίδι, απέφεραν το ανεπανόρθωτο. Μήπως όμως θα εξιλέωνε τόσο την ίδια, όσο και την μνήμη του κοριτσιού της, μια ενδεχόμενα αυτοδικία, αν τυχόν προσέγγιζε τα ίχνη εκείνου που της στέρησε την μία - έχει και ένα αγόρι, έφηβο, μελαγχολικό και τρομαγμένο επίσης - της χαρά?
Την αποτυχία της Δίωξης την έχει επιβαρυνθεί εξ ολοκλήρου ο Σερίφης Γουίλομπι, που ζυγώνει στα εξήντα, μα άλλο Πάσχα σαν το τωρινό δεν θα κάνει στην ζωή του - που οσονούπω λήγει - ευρισκόμενος σε στάδιο τερματικό της ασθένειας. Αμφιταλάντευση! Αυτός είναι ο υπαίτιος της αστυνομικής φλόπας, αυτός δεν κάνει το παραμικρό για να τσακώσει τον δολοφόνο, αυτός δεν κινεί γη και ουρανό για να μαθευτεί το περιστατικό και πέρα από τα σύνορα του Μιζούρι, όπως καταμαρτυρά η Τρίτη Άλικη Μαρκίζα. Όμως ο φουκαράς, με γυναίκα σαν τα κρύα τα νερά και δυο παιδάκια ούτε καν δεκάχρονα, τόσο νέος να γυροφέρνει στο χωριό ως μελλοθάνατος? Κι εκείνος έχει κυριευτεί από τύψεις κι εκείνος ξέρει πως θα μπορούσε να κάνει πιο πολλά στην μοναδική δύσκολη υπόθεση που χειρίστηκε ποτέ το λιγοδύναμο Τμήμα του. Η Εξιλέωση για εκείνον θα μετρηθεί σε κάποιες χιλιάδες δολάρια και σε τρεις ιδιόχειρες επιστολές. Ο θεατής του έχει δώσει από νωρίς άφεση αμαρτιών. Ο Άγιος Πέτρος όμως?
Και κάπου εκεί εμφανίζεται ο καταλύτης του στόρι, ο κακόψυχος, ο μέτριος παντού, από την γραμμική πορεία του μέχρι στιγμής στο Σώμα, μέχρι την μηδενική προσωπική του ζωή που κυλά βασανιστικά από το βρακί μιας καταπιεστικής, παχύσαρκης, ηλικιωμένης μαμάς - συμβουλάτορα, μέχρι το ξενύχτικο μπαρ, που κάθε βράδυ ξεσπά στο μεθύσι την μονίμως αρνητική του διάθεση. Είρωνας, μοχθηρός, βίαιος, σαδιστής, με ηλίθιο βάδισμα και τρόπους συμπεριφοράς, σε ιεραρχία απέχθειας ένστολου, μόνο του δεσμοφύλακα του Green Mile υπολείπεται. Κι όμως και για εκείνον υπάρχει λυτρωμός, αν και εφόσον καταλάβει πως για να προσφέρει στην κοινωνία, όπως υποσχέθηκε στον όρκο του Protect And to Serve, πρέπει να αλλάξει ρούχο ηθικό. Και μάλιστα μονομιάς, ακαριαία. Το χάδι του σινεφίλ, τότε, ενδεχόμενα να τον προσμένει και αυτόν.
Πάνω σε αυτό το ετερόκλητο και αντιφατικής σμίξης τρίγωνο, κτίζει ο McDonagh, το εκ πρώτης όψης δραματικό στόρι του, που διαβαίνοντας τον άφωτο take me home country road, φορτώνει από καιρού εις καιρό ψήγματα γλαφυρότητας, μέσω των ευθύβολων και σαρκαστικών διαλόγων του. Οι συνεχείς ανατροπές, που δεν αφήνουν και πολύ τον νου να σκεφτεί τι ακριβώς ενδέχεται να διαδεχτεί το παρόν πλάνο, οδηγούν σταδιακά στην τρίτη και τελειωτική (?) πράξη, εκεί που το κορμί καθηλωμένο στο κάθισμα, είναι δέσμιο της ανατριχίλας και του πάθους να μάθει, να πληροφορηθεί, να γνωρίσει τις θα επιφέρει το χάραμα, ο νέος δρόμος, το ταξίδι στην άλλη κομητεία, εκεί που ο σκοπός θα είναι ένας, μοναδικός, οριστικός. Κι όμως το Ebbing δεν σε αφήνει να φύγεις ποτέ από την εικόνα του, σε κρατάει κολλημένο, ώρες, ημέρες, μετά την παρακολούθηση του, να το νοιάζεσαι εσύ το φινάλε, κατά πως το ποθείς, το γουστάρεις, το φαντάζεσαι.
Απίστευτη κινηματογράφηση του Μίντγουεστ, μουντού και με μείον δύο τρία στοπ για τον τονισμό της σκίασης του τοπίου, που ζει και ανασαίνει βαριά πίσω από την λάμψη των μεγαλουπόλεων, εκεί που τέτοιου είδους φονικά σαν της δύσμοιρης Άντζελας έχουν ωριαία συχνότητα. Και αντίστοιχο fail εξιχνίασης. Η βουή, η πολυκοσμία και οι ουρανοξύστες εκεί το αποκρύπτουν το ζήτημα, δεν το βγάζουν στην επιφάνεια. Σε αυτή την (φανταστική) γωνιά του Μιζούρι όμως, οι πάντες, για καιρό θα μιλούν για ότι συνέβη στους αγρούς της, στο άμαθο κοριτσάκι με τους χωρισμένους γονιούς, που βρέθηκε κάρβουνο πάνω στο χορτάρι και δεν βρέθηκε έστω ένας να αποκαταστήσει με αποδείξεις την μνήμη του. Και η εθνική χείρα της Land Of The Free μόνιμα θα (συγ)καλύπτει πρόσωπα και καταστάσεις, υποκρινόμενη την καλήνα στους ποντικάνθρωπους που μόνο στην ταυτότητα θεωρούνται μέρος της. Κανένα χαμόγελο γι αυτούς, καμία ηλιαχτίδα και δυστυχώς κανένα ξέσπασμα της βίας δεν μοιάζει ικανό να τους δώσει μια λίγη, ελάχιστη πνοή...
Η πιο σπουδαία στιγμή της καριέρας της Frances McDormand, κατόπιν εκείνης της εγκυμονούσας δαιμόνιας μπατσίνας του επίσης ανατρεπτικού βλάχικου Fargo - το πνεύμα του οποίου εδώ είναι διάχυτο στην ατμόσφαιρα σε ολάκερο το δίωρο - είναι κι εκείνη που θα την στέψει για δεύτερη φορά Best Actress Of The Year, σε όλες ανεξαιρέτως τις σχετικές βραβεύσεις Σωματείων και Οργανώσεων. Λιτή εκφράσεων, μοναδικό ατού για γονιό που περνά τέτοιου μεγέθους κρίση, καυστική φράσεων, δείγμα ψυχραιμίας και αυτοελέγχου, η Μίλντρεντ της είναι η Πασιονάρια που κανείς δεν θα ήθελε να έχει απέναντι του. Που δεν πιάνει το ντουφέκι να τα κάνει όλα λάμπα και γυαλί από νωρίς, αλλά μέσω συγκεκριμένου πλάνου οδηγεί το πράγμα εκεί που επιζητά, ώστε να έχει πάρει με το μέρος της όλους. Ακόμη κι εκείνον τον λιγδή τον Ντίξον...
Για να λέμε την πλήρη αλήθεια, που δεν έχει την αφετηρία της στο Ebbing, Missouri, δεν πρέπει να έχει υπάρχει πιο αδικημένος ρολίστας τα τελευταία χρόνια από τον Sam Rockwell. Μπορώ να καταμετρήσω μια ντουζίνα ερμηνειών κορυφής, προτού της παρούσης του παρανόιντ κοπ, με κορυφαία εκείνη στο πειραγμένο sci-fi Moon μια δεκαετία πριν κι όμως εκτός των φανατικών σινεφάγων, λίγοι τον γνωρίζουν με το όνομα του. Δεν περίμενα να τον απολαύσω ως σιχαμερό σκουλήκι που διάβηκε τη Σιλωάμ, για να τον τοποθετήσω απόψε στο πάνω ράφι. Ότι ακριβώς ισχύει και για τον Woody Harrelson, τον τρίτο πόλο της πλοκής, που κι εκείνος παραμένει μετά από τριάντα χρόνια πορείας αστεφάνωτος από την Ακαδημία. Άλλο κύρος δίνουν αμφότεροι και άλλο σεβασμό στην υπόσταση της έννοιας Supporting Role!
Ένας Ιρλανδός λοιπόν, τραβάει μια αλληγορική πολαρόιντ του ομφαλού της σύγχρονης μα όχι μοντέρνας, της δημοκρατικής μα όχι ελεύθερης, της κυρίαρχης μα πανταχού χαμένης Αμέρικα, όπως δεν το έχουν κατορθώσει τόσοι και τόσοι ντιρέκτορες της Μέκκας στο παρελθόν. Μια ιστορία ευφυής και εξόχως ελκυστική, που με ισόποσες δόσεις δράματος και χιούμορ, ξεσκεπάζει έναν από τους μυριάδες μικρόκοσμους που αντανακλούν τα σαθρά, σάπια, διεφθαρμένα, ελάχιστα λειτουργικά και ασθενικά κύτταρα της Υπερδύναμης. Που αν όμως υποτιμηθούν, ενδεχόμενα εκείνα να θρέψουν εκδικητικούς καρκίνους και τότε οι Πινακίδες θα αλλάξουν μήνυμα και αποδέκτη. "Βιάστηκε, ενώ πέθαινε", "Κανείς δεν θα συλλάβει κανέναν", "Rest In Peace, Αρχηγέ Γουίλομπι"...
Παρότι οι παράδες δεν της περισσεύουν, παλεύοντας ολομόναχη από τον καιρό που ο Κύρης της την εγκατέλειψε, προς χάρην του ανανεωτικού του γεροντοέρωτα, θα πάρει το ρίσκο να νοικιάσει τις τρεις, από δεκαετίας παντελώς ανεκμετάλλευτες, διαφημιστικές πινακίδες, στην ράχη του επαρχιακού δρόμου που διασχίζει την περιοχή, στέλνοντας το δικό της κραυγαλέο μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση: "Βιάστηκε, ενώ πέθαινε", "Και ακόμη ούτε μια σύλληψη?", "Τι άλλα, Αρχηγέ Γουίλομπι?". Με τον βασικό αποδέκτη του μηνύματος, τον σεβάσμιο οικογενειάρχη και επί δεκαετίες αρχηγό του ντόπιου αστυνομικού τμήματος, να προσθέτει ακόμη μια έγνοια σε όσες τον βαραίνουν, μετά το κακό μαντάτο, πως δεν του απομένουν παρά ελάχιστοι μήνες ζωής, εξαιτίας του καρκίνου που του τρώει τα σωθικά. Το είχε έγνοια να βρει τον δράστη και να τον παραδώσει παραδειγματικά στην Δικαιοσύνη, ο Τσιφ Ρέιντζερ, αλλά κάθε του προσπάθεια να ταιριάξει το DNA με οποιουδήποτε σεσημασμένου εγκληματία, έχει πέσει, ανεξήγητα, στο κενό. Και πως να γίνει διαφορετικά, όταν οι στενοί του συνεργάτες, ενδιαφέρονται περισσότερο να ξυλοφορτώνουν άμοιρους αθώους πολίτες, λόγω της χρωματικής τους απόχρωσης, με πρώτο και καλύτερο προβοκάτορα, τον μαμάκια μπάτσο καριερίστα Ντίξον, έναν αντιδραστικό ηλίθιο, που λειτουργεί υπεράνω του Νόμου και θεωρεί την απελπισμένη κίνηση της Μίλντρεντ ως απαξιωτική για το πρεστίζ της Αστυνομίας.
Πάνω σε τρεις χαρακτήρες - πυλώνες, όχι ισότιμους, μεν, σε ειδικό βάρος, αλλά απίθανα ανθεκτικούς στο να σηκώσουν το σεναριακό κύρος, στηρίζεται το στόρι που μας ταξιδεύει στην μίζερη, αδιάφορη, κενή, Of Mice And Men, καθημερινότητα της σύγχρονης Αμερικάνικης περιφέρειας. Εκεί που οι μέρες περνούν και φεύγουν αόρατες και επαναλαμβανόμενες, δίχως ακραία περιστατικά να τις ζώνουν και να διαταράσσουν την μουχλιασμένη νηνεμία τους. Ωσότου το βάναυσο φονικό θα αναστατώσει το ελάχιστου πληθυσμού, ούτε χιλίων ψυχών, Έμπινγκ, μοιράζοντας τους κατοίκους του, που ο ένας γνωρίζει τον άλλο σαν την παλάμη του, ένθεν κακείθεν τις ευθύνες της τραγωδίας. Οι μισοί κάνουν λόγο για αδιαφορία της φαμίλιας της μικρής, άλλοι τόσοι πιστεύουν πως η Πολίς δεν κάνει και τόσο καλά την δουλειά της. Κανένα από τα τρία χαρακτηριστικά θεμέλια, δεν θα έπρεπε να κερδίζει συμπάθεια από κανέναν. Το νιώθει άλλωστε και ο καθένας μέσα του, πως κάτι στραβό έπραξε ή πράττει, γι αυτό και οι ενοχές βουίζουν σαν Ερινύες στα αυτιά του. Όχι αποξαρχής, έχει τζόγο το φιλμάκι για να τους ρίξει άπαντες στην αγκάλη της πλατείας ως αγαπητούς.
Αρχικά εκείνη η μάνα, που βουβά υπομένει το μαρτύριο. Από το πρώτο δευτερόλεπτο στο εκράν ραγίζει την καρδιά, στο διάβα αποσπά και το συγχαρητήριο για την ανδρεία της να ανάψει φωτιές στην χαμένη λεωφόρο, στο πίσω μέρος του μυαλού όμως όλων κοντοστέκεται ένα τεράστιο γιατί. Γιατί δεν φρόντισε, μέσα στο ψυχικό της χάλασμα κι αυτή, από το επώδυνο διαζύγιο, να προστατέψει την ανήλικη θυγατέρα της, επιδεικνύοντας από την μεριά της ελάσσονα φροντίδα και υπευθυνότητα, στο που, κακόφημα και περίεργα, ενδέχεται να τριγυρνά βραδιάτικα? Κι αυτό είναι το σαράκι που τρώει την σάρκα της Μίλντρεντ, που έτσι κι αλλιώς έχει κατακερματιστεί ως οντότητα. Πως θα μπορούσε να το αποτρέψει το μοιραίο, αλλά ένας εγωισμός, ένας τσακωμός, ένα στιγμιαίο βρισίδι, απέφεραν το ανεπανόρθωτο. Μήπως όμως θα εξιλέωνε τόσο την ίδια, όσο και την μνήμη του κοριτσιού της, μια ενδεχόμενα αυτοδικία, αν τυχόν προσέγγιζε τα ίχνη εκείνου που της στέρησε την μία - έχει και ένα αγόρι, έφηβο, μελαγχολικό και τρομαγμένο επίσης - της χαρά?
Την αποτυχία της Δίωξης την έχει επιβαρυνθεί εξ ολοκλήρου ο Σερίφης Γουίλομπι, που ζυγώνει στα εξήντα, μα άλλο Πάσχα σαν το τωρινό δεν θα κάνει στην ζωή του - που οσονούπω λήγει - ευρισκόμενος σε στάδιο τερματικό της ασθένειας. Αμφιταλάντευση! Αυτός είναι ο υπαίτιος της αστυνομικής φλόπας, αυτός δεν κάνει το παραμικρό για να τσακώσει τον δολοφόνο, αυτός δεν κινεί γη και ουρανό για να μαθευτεί το περιστατικό και πέρα από τα σύνορα του Μιζούρι, όπως καταμαρτυρά η Τρίτη Άλικη Μαρκίζα. Όμως ο φουκαράς, με γυναίκα σαν τα κρύα τα νερά και δυο παιδάκια ούτε καν δεκάχρονα, τόσο νέος να γυροφέρνει στο χωριό ως μελλοθάνατος? Κι εκείνος έχει κυριευτεί από τύψεις κι εκείνος ξέρει πως θα μπορούσε να κάνει πιο πολλά στην μοναδική δύσκολη υπόθεση που χειρίστηκε ποτέ το λιγοδύναμο Τμήμα του. Η Εξιλέωση για εκείνον θα μετρηθεί σε κάποιες χιλιάδες δολάρια και σε τρεις ιδιόχειρες επιστολές. Ο θεατής του έχει δώσει από νωρίς άφεση αμαρτιών. Ο Άγιος Πέτρος όμως?
Και κάπου εκεί εμφανίζεται ο καταλύτης του στόρι, ο κακόψυχος, ο μέτριος παντού, από την γραμμική πορεία του μέχρι στιγμής στο Σώμα, μέχρι την μηδενική προσωπική του ζωή που κυλά βασανιστικά από το βρακί μιας καταπιεστικής, παχύσαρκης, ηλικιωμένης μαμάς - συμβουλάτορα, μέχρι το ξενύχτικο μπαρ, που κάθε βράδυ ξεσπά στο μεθύσι την μονίμως αρνητική του διάθεση. Είρωνας, μοχθηρός, βίαιος, σαδιστής, με ηλίθιο βάδισμα και τρόπους συμπεριφοράς, σε ιεραρχία απέχθειας ένστολου, μόνο του δεσμοφύλακα του Green Mile υπολείπεται. Κι όμως και για εκείνον υπάρχει λυτρωμός, αν και εφόσον καταλάβει πως για να προσφέρει στην κοινωνία, όπως υποσχέθηκε στον όρκο του Protect And to Serve, πρέπει να αλλάξει ρούχο ηθικό. Και μάλιστα μονομιάς, ακαριαία. Το χάδι του σινεφίλ, τότε, ενδεχόμενα να τον προσμένει και αυτόν.
Πάνω σε αυτό το ετερόκλητο και αντιφατικής σμίξης τρίγωνο, κτίζει ο McDonagh, το εκ πρώτης όψης δραματικό στόρι του, που διαβαίνοντας τον άφωτο take me home country road, φορτώνει από καιρού εις καιρό ψήγματα γλαφυρότητας, μέσω των ευθύβολων και σαρκαστικών διαλόγων του. Οι συνεχείς ανατροπές, που δεν αφήνουν και πολύ τον νου να σκεφτεί τι ακριβώς ενδέχεται να διαδεχτεί το παρόν πλάνο, οδηγούν σταδιακά στην τρίτη και τελειωτική (?) πράξη, εκεί που το κορμί καθηλωμένο στο κάθισμα, είναι δέσμιο της ανατριχίλας και του πάθους να μάθει, να πληροφορηθεί, να γνωρίσει τις θα επιφέρει το χάραμα, ο νέος δρόμος, το ταξίδι στην άλλη κομητεία, εκεί που ο σκοπός θα είναι ένας, μοναδικός, οριστικός. Κι όμως το Ebbing δεν σε αφήνει να φύγεις ποτέ από την εικόνα του, σε κρατάει κολλημένο, ώρες, ημέρες, μετά την παρακολούθηση του, να το νοιάζεσαι εσύ το φινάλε, κατά πως το ποθείς, το γουστάρεις, το φαντάζεσαι.
Απίστευτη κινηματογράφηση του Μίντγουεστ, μουντού και με μείον δύο τρία στοπ για τον τονισμό της σκίασης του τοπίου, που ζει και ανασαίνει βαριά πίσω από την λάμψη των μεγαλουπόλεων, εκεί που τέτοιου είδους φονικά σαν της δύσμοιρης Άντζελας έχουν ωριαία συχνότητα. Και αντίστοιχο fail εξιχνίασης. Η βουή, η πολυκοσμία και οι ουρανοξύστες εκεί το αποκρύπτουν το ζήτημα, δεν το βγάζουν στην επιφάνεια. Σε αυτή την (φανταστική) γωνιά του Μιζούρι όμως, οι πάντες, για καιρό θα μιλούν για ότι συνέβη στους αγρούς της, στο άμαθο κοριτσάκι με τους χωρισμένους γονιούς, που βρέθηκε κάρβουνο πάνω στο χορτάρι και δεν βρέθηκε έστω ένας να αποκαταστήσει με αποδείξεις την μνήμη του. Και η εθνική χείρα της Land Of The Free μόνιμα θα (συγ)καλύπτει πρόσωπα και καταστάσεις, υποκρινόμενη την καλήνα στους ποντικάνθρωπους που μόνο στην ταυτότητα θεωρούνται μέρος της. Κανένα χαμόγελο γι αυτούς, καμία ηλιαχτίδα και δυστυχώς κανένα ξέσπασμα της βίας δεν μοιάζει ικανό να τους δώσει μια λίγη, ελάχιστη πνοή...
Η πιο σπουδαία στιγμή της καριέρας της Frances McDormand, κατόπιν εκείνης της εγκυμονούσας δαιμόνιας μπατσίνας του επίσης ανατρεπτικού βλάχικου Fargo - το πνεύμα του οποίου εδώ είναι διάχυτο στην ατμόσφαιρα σε ολάκερο το δίωρο - είναι κι εκείνη που θα την στέψει για δεύτερη φορά Best Actress Of The Year, σε όλες ανεξαιρέτως τις σχετικές βραβεύσεις Σωματείων και Οργανώσεων. Λιτή εκφράσεων, μοναδικό ατού για γονιό που περνά τέτοιου μεγέθους κρίση, καυστική φράσεων, δείγμα ψυχραιμίας και αυτοελέγχου, η Μίλντρεντ της είναι η Πασιονάρια που κανείς δεν θα ήθελε να έχει απέναντι του. Που δεν πιάνει το ντουφέκι να τα κάνει όλα λάμπα και γυαλί από νωρίς, αλλά μέσω συγκεκριμένου πλάνου οδηγεί το πράγμα εκεί που επιζητά, ώστε να έχει πάρει με το μέρος της όλους. Ακόμη κι εκείνον τον λιγδή τον Ντίξον...
Για να λέμε την πλήρη αλήθεια, που δεν έχει την αφετηρία της στο Ebbing, Missouri, δεν πρέπει να έχει υπάρχει πιο αδικημένος ρολίστας τα τελευταία χρόνια από τον Sam Rockwell. Μπορώ να καταμετρήσω μια ντουζίνα ερμηνειών κορυφής, προτού της παρούσης του παρανόιντ κοπ, με κορυφαία εκείνη στο πειραγμένο sci-fi Moon μια δεκαετία πριν κι όμως εκτός των φανατικών σινεφάγων, λίγοι τον γνωρίζουν με το όνομα του. Δεν περίμενα να τον απολαύσω ως σιχαμερό σκουλήκι που διάβηκε τη Σιλωάμ, για να τον τοποθετήσω απόψε στο πάνω ράφι. Ότι ακριβώς ισχύει και για τον Woody Harrelson, τον τρίτο πόλο της πλοκής, που κι εκείνος παραμένει μετά από τριάντα χρόνια πορείας αστεφάνωτος από την Ακαδημία. Άλλο κύρος δίνουν αμφότεροι και άλλο σεβασμό στην υπόσταση της έννοιας Supporting Role!
Ένας Ιρλανδός λοιπόν, τραβάει μια αλληγορική πολαρόιντ του ομφαλού της σύγχρονης μα όχι μοντέρνας, της δημοκρατικής μα όχι ελεύθερης, της κυρίαρχης μα πανταχού χαμένης Αμέρικα, όπως δεν το έχουν κατορθώσει τόσοι και τόσοι ντιρέκτορες της Μέκκας στο παρελθόν. Μια ιστορία ευφυής και εξόχως ελκυστική, που με ισόποσες δόσεις δράματος και χιούμορ, ξεσκεπάζει έναν από τους μυριάδες μικρόκοσμους που αντανακλούν τα σαθρά, σάπια, διεφθαρμένα, ελάχιστα λειτουργικά και ασθενικά κύτταρα της Υπερδύναμης. Που αν όμως υποτιμηθούν, ενδεχόμενα εκείνα να θρέψουν εκδικητικούς καρκίνους και τότε οι Πινακίδες θα αλλάξουν μήνυμα και αποδέκτη. "Βιάστηκε, ενώ πέθαινε", "Κανείς δεν θα συλλάβει κανέναν", "Rest In Peace, Αρχηγέ Γουίλομπι"...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Ιανουαρίου 2018 από την Odeon!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική